Ανακαλύπτουμε και γνωρίζουμε νέους προορισμούς στην Ελλάδα.

Παραλίες, πόλεις, χωριά, νησιά…

Κρυμμένοι θησαυροί που περιμένουν να τους γνωρίσουμε!!!

Εξερευνώντας…

2810 253861
Ηράκλειο, Κρήτη
info@greecedestination.gr
Νάξος

Γενικές Πληροφορίες για τη Νάξο

Γενικές Πληροφορίες για τη Νάξο

Η Νάξος είναι το μεγαλύτερο και πιο εύφορο νησί των Κυκλάδων και βρίσκεται ακριβώς στο κέντρο τους. Πρωτεύουσα και λιμάνι είναι η Χώρα, όπου διαθέτει όλες τις ανέσεις μιας σύγχρονης πόλης. Διοικητικά υπάγεται στην Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου με δική της Περιφερειακή Ενότητα και Δήμο.

Γεωγραφία

Το ανάγλυφο του νησιού διαμορφώνεται από μια χαμηλή οροσειρά που το διασχίζει από βορρά προς νότο, με ψηλότερη κορυφή τον Ζα ή Δρίο (δηλ. τον Δία/Ζευ)(1.002 μ.). Η ονομασία αυτή οφείλεται στη μυθολογική παράδοση ότι ο Δίας, κατά μία εκδοχή, γεννήθηκε και ανατράφηκε στη Νάξο.

Στην οροσειρά αυτή, κινούμενοι από τον βορρά προς τον νότο, συναντάμε τις εξής κορυφές: Κατσόπρινο (422 μ.), Αναθεματίστρα (778 μ.), Κόρωνο (997 μ.), Μαυροβούνι (869 μ.), Ζα (1.002 μ.), Καβαλλάρη (521 μ.) και Βιγλατούρι (418 μ.). Οι ανατολικές πλαγιές της οροσειράς είναι απότομες, ενώ οι δυτικές κατεβαίνουν ομαλά προς μια πυκνοκατοικημένη περιοχή με καλλιεργήσιμα εδάφη.

Το νησί είναι πλούσιο σε πηγές και ρέματα, στα οποία και οφείλεται η πλούσια βλάστησή του, η πλουσιότερη απ’ όλα τα νησιά των Κυκλάδων, εξ ου και η άποψη του Ηροδότου ότι «ευδαιμονίη των νήσων προσέφερε». Οι ακτές της είναι ελάχιστα διαμελισμένες, αλλά με πλούσιες αμμουδιές, που προσφέρονται για κολύμπι και ξεκούραση.

Τα κυριότερα ακρωτήρια της Νάξου είναι ο Σταυρός, η Μουτσούνα, ο Πάνορμος, η Κατωμεριά, ο Κούρουπας, η Παρθένος, ο Προκόπιος, το Μουγκρί, η Γαΐτάνη και ο Αιμιλιανός. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)

Γεωλογία

Η Νάξος γεωτεκτονικά ανήκει στην Αττικο-κυκλαδική ζώνη, με κυρίαρχα τα σχιστολιθικά πετρώματα. Σημαντικός είναι επίσης ο ορυκτός πλούτος της, με δύο ευρέως γνωστά προϊόντα: το μάρμαρο και τη σμύριδα Νάξου ή «ναξία γη».

Η Νάξος είναι πλούσια σε κρυσταλλοσχιστώδη πετρώματα -μη αξιοποιήσιμα ακόμη. Τα πετρώματα αυτά είναι κυρίως κρυσταλλοπαγείς σχιστόλιθοι, γνεύσιοι και μάρμαρα σε εναλλασσόμενα στρώματα με όγκους γρανίτη και βρίσκονται κοντά σχετικά στην πόλη της Νάξου και στο βορειοδυτικό τμήμα του νησιού. Πετρώματα της πλειστόκαινου περιόδου υπάρχουν στη χερσόνησο της Στελίδας, κυρίως ψαμμίτες, καθώς και βόρεια-βορειοανατολικά κοντά στις παράκτιες περιοχές του νησιού. Επίσης απαντώνται και πλούσια εκρηξιγενή πετρώματα κοντά στις Εγγαρές και αλλού.

Στο κέντρο, βορειοανατολικά κοντά στην Κόρωνο, υπάρχουν τα περίφημα κοιτάσματα σμύριδας ή «ναξίας γης». Πρόκειται για το μοναδικό μέρος του κόσμου στο οποίο απαντάται υψηλής ποιότητας σμύριδα σε εκμεταλλεύσιμη ποσότητα. Η βιομηχανική της εκμετάλλευση όμως έχει πλέον παύσει λόγω της ανακάλυψης συνθετικών αντικατάστατων που είναι πολύ φθηνότερα. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)

Μυθολογία - Ονομασία

Ο Δίας, ο πατέρας «ανδρών τε Θεών» κατά τους αρχαίους Έλληνες, λέγεται ότι γεννήθηκε στην Κρήτη, στη σπηλιά Ιδαίον Άντρον (κατ’ άλλους στο Δικταίον Άντρον), αλλά μεγάλωσε στη Νάξο, και έτσι το ψηλότερο βουνό του νησιού πήρε το όνομά του (Ζευς ή, για τους ντόπιους, Ζας, 999 μέτρα).

Στη Νάξο εγκατέλειψε ο Θησέας την Αριάδνη, η οποία τον είχε βοηθήσει προηγουμένως στην Κρήτη να σκοτώσει τον Μινώταυρο με τον όρο να την πάρει μαζί του. Ο Θησέας τήρησε την υπόσχεσή του και την πήρε μαζί του επιστρέφοντας από την Κρήτη. Όταν όμως σταμάτησε στη Νάξο, που εκείνη την εποχή ονομαζόταν Δία, για ανεφοδιασμό, την εγκατέλειψε εκεί. Ο Διόνυσος είδε την κοιμισμένη Αριάδνη και την ερωτεύτηκε. Αφού την έκανε σύζυγό του, μια νύχτα, την οδήγησε στο όρος της Νάξου Δρίον, απ’ όπου και ανέβηκαν μαζί στον Όλυμπο. Εκεί ο Δίας έκανε την Αριάδνη αθάνατη.

Το όνομά της η Νάξος φέρεται να το πήρε από τον Νάξο, τον ηγεμόνα των πρώτων αποίκων, που ήταν Κάρες, τον φερόμενο ως γιο του Πολέμωνα ή, κατ΄ άλλους, του Ενδυμίωνα ή, κατά μία τρίτη εκδοχή, του Απόλλωνα και της νύμφης Ανακαλίδας. Άλλοι ιστορικοί ερευνητές και φιλόλογοι θεωρούν ότι το όνομά της προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη «νάξαι», που σημαίνει θύσαι, που εκλήφθηκε έτσι από τις πλούσιες θυσίες που γίνονταν στη νήσο προς τιμή των θεών. Το όνομα Νάξος διατηρήθηκε στο διάβα των αιώνων μέχρι τον μεσαίωνα, όταν έγινε Ναξία, ακολούθως Ναξιά και στη συνέχεια Αξιά.

Η Νάξος αναφέρεται και ως Δία από τον Όμηρο (Οδύσ λ325) καθώς και στον ομηρικό ύμνο προς τον Απόλλωνα. Επίσης αναφέρεται και ως Στρογγύλη, Μικρή Σικελία, Τραγία, Διονυσιάς, Καλλίπολις, Λιπαρά και άλλα ονόματα από διάφορους συγγραφείς. Η πρώτη Κορινθιακή αποικία στη Σικελία ονομάστηκε Νάξος.

Ο πλούτος των περί της Νάξου μύθων αποδεικνύει τη σπουδαιότητα που είχε η Νάξος κατά την αρχαιότητα. Οι μύθοι αυτοί αφορούν κυρίως τη γέννηση των τριών εγχώριων νυμφών, Φιλία, Κορωνίδα και Κλείδη, που επιμελήθηκαν την ανατροφή του Διονύσου, του οποίου η Νάξος ήταν η πατρίδα. Αλλά και για τον Δία αναφέρεται πως εδώ ανατράφηκε και ενηλικιώθηκε, όταν μεταφέρθηκε από την Κρήτη, και ότι από εδώ εξόρμησε προκειμένου να καταλάβει τη βασιλεία των θεών. Μάλιστα, στο μονοπάτι προς την κορυφή του όρους Ζας είναι δυνατή η ανάγνωση επιγραφής σε βράχο με παραφθαρμένα γράμματα «Όρος Διός Μηλωσίου» (δηλ. Όρος του Δία, προστάτη των προβάτων). Στη Νάξο επίσης λατρευόταν και ο Απόλλωνας ο Τράγιος ή Τραγαίος, ενώ υπήρχε και αρχαίος ναός του Δηλίου Απόλλωνα έξω από την αρχαία πόλη, καθώς και ναός προς τιμήν του Εφιάλτη. Από τον περίφημο αρχαίο ναό του Διονύσου κανένα ίχνος δεν έχει βρεθεί μέχρι σήμερα.

Άλλοι μύθοι αναφέρονται στη σχέση του Διονύσου με την Αριάδνη την οποία απήγαγε στο όρος Δρίον και έλαβε ως σύζυγό του. Αρχαία πηγή έξω από την πόλη της Νάξου φέρει το όνομα Αριάδνη. Στην ανατολική πλευρά του όρους Κόρωνος υπάρχει ένα μεγάλο σε μήκος παράξενο σπήλαιο με διπλή είσοδο, έναν μεγάλο προθάλαμο, που συνεχίζει σε μήκος, εντός του οποίου υπάρχουν ίχνη αρχαίας λατρείας, πιθανώς του ιερού της μίας των ναξίων νυμφών, της Κορωνίδας (εκ της οποίας και το ομώνυμο χωριό). Κάτοικος της Νάξου ήταν και ο μυθικός Κηδαλίων που δίδαξε στον θεό Ήφαιστο την τέχνη της μεταλλουργίας. Σε όλη τη Νάξο σώζονται προϊστορικά αρχιτεκτονικά λείψανα, καθώς και πολλά των ιστορικών χρόνων. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)

Ιστορία

Η Νάξος κατοικήθηκε από την 4η χιλιετία π.Χ. μέχρι σήμερα αδιάκοπα. Πρώτοι κάτοικοι της Νάξου θεωρούνται οι Θράκες. Το νησί κατοίκησε πρώτος ο γιός του Βορέα Βούτης, που θέλοντας να βρει γυναίκες για τους συντρόφους του έφτασε στη Θεσσαλία, όπου κυνήγησε τις Βάκχες κι ανάμεσα σ’ άλλες έκλεψε την Κορωνίδα και την Ιφιμέδεια και τις έφερε στη Νάξο. Σύμφωνα με την παράδοση διακόσια χρόνια κυριάρχησαν οι Θράκες στο νησί. Τους διαδέχθηκαν οι Κάρες. Ήρθαν από τη Μ. Ασία έχοντας επικεφαλής τον Νάξο, που επέβαλε το όνομά του στο νησί. Στα γλωσσικά ιδιώματα του νησιού, επιβιώνουν και χρησιμοποιούνται στοιχεία από την εποχή του Ομήρου.

Η αρχαιότερη, μέχρι στιγμής, μαρτυρία στο νησί, αλλά και μία από τις αρχαιότερες στον ελλαδικό χώρο εντοπίζεται στη Στελίδα, όπου υπάρχουν εργαστήρια κατεργασίας πυριτόλιθου της Μέσης και Ανώτερης Παλαιολιθικής περιόδου (περ. 80.000 έως 10.000 π.Χ.).

Αρχαιολογικά ευρήματα μαρτυρούν για μια ανεπτυγμένη κοινωνία τα τέλη του νεολιθικού πολιτισμού, όμως η πρώτη μεγάλη εποχή της Νάξου είναι η Κυκλαδική, την 3η χιλιετία π.Χ.

Η Νάξος παρουσιάζει ένα πυκνότατο πληθυσμό που είναι απλωμένος σε μικρές εγκαταστάσεις περισσότερο προς την ανατολική πλευρά του νησιού, όπου ένα πυκνό πλέγμα μικρών νησίδων προσφέρει εύκολη βάση επεκτάσεως.

Στην τοποθεσία όπου είναι και σήμερα η πόλη της Νάξου, στη Γρόττα, αποκαλύφθηκε μεγαλύτερος και πολύ πιο ανεπτυγμένος οικισμός με τετράγωνα επιμελώς χτισμένα σπίτια και πλούσια κεραμική. Εκτεταμένα σ’ όλο το νησί είναι και τα νεκροταφεία της εποχής.

Αριστουργήματα της τέχνης και της τεχνικής από το δεύτερο μέρος της 3ης χιλιετίας βρέθηκαν σ’ όλους σχεδόν τους τάφους. Ολόκληρη την 3η χιλιετία π.Χ. η Νάξος αναδεικνύεται σ’ ένα από τα μεγαλύτερα κέντρα του Πρωτοκυκλαδικού πολιτισμού.

Γύρω στον 7ο αιώνα π.Χ. στη Νάξο είχε σχηματισθεί μια ολιγαρχική κοινωνία με πολλούς πλούσιους και ισχυρούς ευγενείς, τους «παχείς», που ζει στην πόλη, που βρισκόταν πάνω στο λόφο του σημερινού Κάστρου της Χώρας, ή στις διάφορες κώμες του νησιού.

Ο λαός ασχολείται κυρίως με τη γεωργία, την κτηνοτροφία αλλά και την αλιεία, το εμπόριο και τις τέχνες. Η Νάξος αποικίζει την Αρκεσίνη και ίσως την Αιγιάλη στην Αμοργό και συνάπτει στενές σχέσεις με τη Θήρα.

Το 734 π.Χ. βοηθά με το στόλο της τη φιλική της Χαλκίδα για αποστολή αποίκων στη Δύση και σ’ αντάλ- λαγμα δίνει τ’όνομά της σε μια από τις νέες αποικίες (Νάξος Σικελίας).

Τα αρχαιολογικά ευρήματα από την εποχή αυτή χαρακτηρίζονται για την υψηλή τους αισθητική. Τα υπερφυσικού μεγέθους αγάλματα, οι Κούροι, κείτονται μισοτελειωμένοι στους χώρους των αρχαίων λατομείων, στις Μέλανες και στον Απόλλωνα.

Τεχνικοί λόγοι ή συνθήκες ζωής, όπως ο θάνατος του πελάτη, η πολιτικά γεγονότα, στάθηκαν οι αιτίες για την εγκατάλειψη τους.

Από την άλλη, η Άρτεμις του Εθνικού Μουσείου, ανάθημα στη Δήλο της Νικάνδρης (650 π.Χ.), από μια πλούσια οικογένεια της Νάξου, είναι πασίγνωστη.

Η Σφίγγα των Δελφών, οι περίφημοι Λέοντες της Δήλου, ο Οίκος των Ναξίων στη Δήλο και γενικά πολλά αφιερώματα των Ναξί ων στη Δήλο και σ’ άλλα φημισμένα ιερά, μαρτυρούν την ανάπτυξη, τον πλούτο και την ισχύ της Νάξου.

Η μεγάλη πλαστική που στους αρχαϊκούς χρόνους γεννιέται στην Ελλάδα, εμφανίζει στη Νάξο, για πρώτη φορά, όλα τα στοιχεία του μνημειώδους. Αυτό το γεγονός, σε συνδυασμό με την ανάπτυξη της πλαστικής (ειδώλια) κατά την 3η χιλιετία π.Χ. οδήγησε στην άποψη πως στη Νάξο «γεννήθηκε» η πλαστική.

Η αφθονία του μαρμάρου στο νησί συνετέλεσε αναμφίβολα σ’ αυτή την ανάπτυξη. Το σμυρίγλι, αποκλειστικά ναξιακό προϊόν, χρησιμοποιείται για την τελική λείανση των έργων.

Οι Νάξιοι τεχνίτες είναι περιζήτητοι και φαίνονται τόσο πλούσιοι, ώστε να χαρίζουν οι ίδιοι στους θεούς μεγάλα και ασφαλώς πολυδάπανα έργα τους. Καθοριστική υπήρξε επίσης η συμβολή της Νάξου στη δημιουργία της μνημειώδους μορφής της ελληνικής αρχιτεκτονικής και ιδιαίτερα της μαρμάρινης ιωνικής.

Στο ιερό των Υρίων μπορούμε να παρακολουθήσουμε βήμα προς βήμα, στον ίδιο χώρο, το ένα στρώμα μετά το άλλο, την πορεία από το μονόχωρο ναό (800 π.Χ. περίπου) από ξύλο και πλίνθους, μέχρι τον εκατόμπεδο αρχαϊκό ναό, ιωνικού ρυθμού, που διαθέτει άδυτο (χώρο για μυστηριακή λατρεία), μαρμάρινη πρόσταση (κιονοστοιχία που μνημειοποιεί την είσοδο), μαρμάρινο βωμό και μαρμάρινες κιονοστοιχίες εσωτερικά.

Στο Γύρουλα στο Σαγκρί, ο ολομάρμαρος ναός του Απόλλωνα και της Δήμητρας είναι αρχαϊκός ναός του τύπου του Τελεστηρίου, δηλαδή αφιερωμένος σε μυστηριακές τελετές.

Αποτελεί το μοναδικό, καλά σωζόμενο παράδειγμα ενός Τελεστηρίου. Ανήκει στην εποχή του Λύγδαμι (530 π.Χ. περίπου) τυράννου της Νάξου, όπως και ο μεγάλος ναός του Απόλλωνα, στο νησάκι των Παλατιών, στο λιμάνι της Χώρας.

Η Κλασσική Εποχή για τη Νάξο, όπως και για την υπόλοιπη Ελλάδα, σημαδεύτηκε από σημαντικά επιτεύγματα πολιτισμού, αλλά και από πολυετείς συγκρούσεις.

Το 490 π.Χ. οι Νάξιοι αντιμετώπισαν την επίθεση των Περσών με παθητικό τρόπο. Οι περισσότεροι έφυγαν στα βουνά κι όσοι έμειναν στην πόλη αιχμαλωτίστηκαν, έγιναν δούλοι, η πόλη καταστράφηκε, τα ιερά κάηκαν.

Στη ναυμαχία της Σαλαμίνας όμως οι Νάξιοι αποστατούν από τους Πέρσες και πολεμούν στο πλευρό των Αθηναίων. Μέσα στον 4ο αι. π.Χ. Αθηναίοι και Σπαρτιάτες συγκρούονται για τη Νάξο.

Μετέχοντας στο «κοινό των νησιών» περνάει από την επιρροή των Πτολεμαίων της Αιγύπτου στη Μακεδονική και μετά στη Ροδιακή επιρροή.

Μετά το 41 π.Χ. η Νάξος υπάγεται στην Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, στη ρωμαϊκή επαρχία των νησιών με έδρα τη Ρόδο.

Συχνά οι Ρωμαίοι τη χρησιμοποίησαν ως τόπο εξορίας. Εκκλησιαστικά, υπαγόταν στην εκκλησία της Ρόδου κατά τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους.

Βυζαντινή Περίοδος

Πολλοί μελετητές δέχονται την άποψη ότι το κέντρο των βυζαντινών χρόνων βρισκόταν στην περιοχή του Απάνω Κάστρου – Τραγαίας – Απεράθου και στην ευρύτερη περιοχή του Σαγκριού – Κάστρο τ’ Απαλίρου μέχρι τον όρμο της Αγιασού.

Ο κάμπος του Σαγκριού με τις πολλές μικρές αλλά σημαντικές εκκλησίες έχει χαρακτηριστεί ένας «μικρός Μυστράς», δηλαδή μοιάζει μ’ ένα σύνολο, μια πολιτεία μέσα στην αγροτική ύπαιθρο.

Στα τέλη του 7ου αιώνα οικοδομείται το Κάστρο τ’ Απαλίρου, και ελέγχει όχι μόνο εκτεταμένες καλλιεργήσιμες εκτάσεις του νησιού, αλλά και τη θαλάσσια περιοχή μεταξύ Νάξου, Πάρου και Ίου, που πιθανότατα αποτελούσε τμήμα της θαλάσσιας διαδρομής από την Κρήτη στην Κωνσταντινούπολη.

Η ίδρυσή του συνδέεται με τη δύσκολη εποχή που την καθορίζουν η αποκοπή της ανατολικής από τη δυτική Μεσόγειο, των πρώτων αραβικών επιδρομών, το τέλος του μονοπωλίου για τους βυζαντινούς εμπόρους και εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο της κρατικής μέριμνας για την αμυντική ενδυνάμωση των νησιών.

Οι 7ος, 8ος και 9ος αιώνες υπήρξαν καθοριστικής σημασίας για την εξέλιξη της Νάξου.

Το 727 ο στόλος του θέματος των Ελλαδικών και των Κυκλάδων νήσων εξεγέρθηκε εναντίον του Αυτοκράτορα Λέοντα Γ΄ του Ισαύρου και κατέπλευσε την βασιλεύουσα, αλλά το υγρό πυρ κατέστρεψε τον ελλαδικό και κυκλαδικό στόλο.

Οι μελετητές ερίζουν για τα αίτια της εξέγερσης αυτής. Αλλά η συμμετοχή των Κυκλάδων στην πολεμική αναμέτρηση με τον αυτοκράτορα υπαινίσσεται σημαντική διοικητική και οικονομική υπόσταση.

Η Νάξος αποκτά εξέχουσα θέση στη διοίκηση της Αυτοκρατορίας, που συνοδεύεται από οικονομική άνθηση, τους λεγόμενους «σκοτεινούς αιώνες» του Βυζαντίου (7ος-9ος αι.), με την σύνδεσή της με την Εικονομαχία.

Αυτή η σύνδεση αντανακλά, πιθανότατα, όπως συνέβη και σ’ άλλες επαρχίες της αυτοκρατορίας, διοικητική αναδιάρθρωση του νησιού, στα πλαίσια των μεταρρυθμίσεων των Ισαύρων.

Η αναδιάρθρωση αυτή έφερε ανακατατάξεις στην τοπική κοινωνία με τη δημιουργία νέων κρατικών υπηρεσιών και τη μερική εγκατάσταση ξένου στρατιωτικού πληθυσμού: πρόκειται για τους καλλιεργητές-στρατιώτες, για τον θεματικό στρατό.

Πεντακόσιες περίπου εκκλησίες, όλων των ρυθμών και των τύπων και μοναστήρια με φρουριακό χαρακτήρα, μαρτυρούν πως σ’ αυτό το νησί, που υπήρξε πρωτοπόρο στη σμίλευση του μαρμάρου αλλά και στο σμίλευμα πολιτισμών όπως ο Κυκλαδικός, και στα Βυζαντινά χρόνια έζησαν άνθρωποι που δοκίμασαν ανάμεσα στους πρώτους νέους τρόπους στην αρχιτεκτονική, στην αγιογραφία, στην προσπάθεια να εκφράσουν τον εσώτερο εαυτό τους.
Αρχαίοι ναοί μετατράπηκαν σε παλαιοχριστιανικές βασιλικές, όπως ο Άγιος Ιωάννης στο Γύρουλα Σαγκρίου.

Επίσης, σε πολλούς ναούς διακρίνονται πολλές οικοδομικές φάσεις, ξεκινώντας από τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες, όπως στην Παναγία την Πρωτόθρονο στο χωριό Χαλκί, στην Παναγία τη Δροσιανή στο χωριό Μονή, στο Φωτοδότη Χριστό στο χωριό Δανακός.

Και επειδή το «Βυζάντιο» δεν τελειώνει με τη πτώση της Κωνσταντινούπολης το 1204 ή το 1453, αλλά «συνεχίζεται» παντού στον ελληνικό χώρο παρά τις κατακτήσεις, σημαντικά είναι και στη Νάξο τα λεγόμενα μεταβυζαντινά μνημεία.

Ενετική και Τουρκική Kατοχή

Γύρω στο 1207 μ.Χ. (κατά την κρατούσα ιστορική εκδοχή) ο Βενετός Μάρκος Σανούδος καταλαμβάνει τη Νάξο και την Άνδρο και ιδρύεται η λατινική ηγεμονία που θα μείνει γνωστή στην ιστορία ως Δουκάτο του Αιγαίου Πελάγους, με πρωτεύουσα τη Νάξο.

Στη συνέχεια κατακτήθηκαν και τ’ άλλα νησιά, εκτός από την Τήνο και τη Μύκονο που αποτέλεσαν ξεχωριστή ηγεμονία υπό τους Ghisi.

Παρότι ήταν Βενετοί, οι Σανούδοι αναγνώριζαν ως επικυρίαρχό τους τον Λατίνο αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης κι όχι τη Βενετία, απέναντι στην οποία κράτησαν ανεξάρτητη πολιτική, όσο αυτό το επέτρεπαν οι γεωπολιτικές συνθήκες της εποχής.

Έτσι, οι προστριβές με τη Βενετία έγιναν αναπόφευκτες και με την πάροδο του χρόνου η λατινική ηγεμονία των Κυκλάδων έγινε ένα προτεκτοράτο της Βενετίας.

Σύμφωνα με την τοπική παράδοση, ο Μάρκος Σανούδο μοίρασε το νησί στους ευγενείς του σε φέουδα. Το 1227, από το Βενετία πλέον όπου είχε αποσυρθεί, λίγο πριν το θάνατό του, το 1228, ο Μάρκος Σανούδος παραχωρεί το Μοναστήρι του Φωτοδότη Χριστού στο τάγμα των Βενεδικτίνων μοναχών.

Σ’ αυτόν αποδίδεται, πρωθύστερα το πιθανότερο, η ίδρυση μιας θρησκευτικής οργάνωσης, η «Αδελφότης του Αγιοτάτου Σώματος του Χριστού», το 1226 μ.Χ., από Καθολικούς μη ιερωμένους για να διαχειρίζεται δωρεές προς τη νεοσύστατη καθολική εκκλησία.

Η περίοδος της ηγεμονίας των Σανούδων υπήρξε μια ταραχώδης περίοδος, αφού αναγκάζονταν σε διαρκείς πολεμικές επιχειρήσεις ή σε διπλωματικούς χειρισμούς, για να αντιμετωπίσουν τους γείτονές τους Ghisi, τους πειρατές, τον Βυζαντινό στόλο του αυτοκράτορα Βατάτζη της Νίκαιας που, τελικά, ποτέ δεν παραιτήθηκε από τις αξιώσεις του πάνω στα Κυκλαδονήσια, καθώς και τις παρεμβάσεις της Βενετίας.

Η δυναστεία των Σανούδων έδωσε επτά ηγεμόνες και έληξε το 1383 όταν ο φιλοβενετός άρχοντας της Μήλου Φραντζέσκο Κρίσπο (είχε νυμφευθεί αρχόντισσα από τον οίκο των Σανούδων, τη Μαρία) δολοφόνησε κατά τη διάρκεια κυνηγιού, λίγο έξω από το χωριό Μέλανες, τον τελευταίο δούκα της Νάξου, γιο της δούκισσας Φιορέντσα Σανούδο, Νικόλα Dalle Carceri, κι ανέλαβε την ηγεμονία του δουκάτου.

Οι Κρίσπο (12 συνολικά) ηγεμόνευσαν μέχρι το 1566, οπότε κατελήφθη το δουκάτο αρχικά από τον Τούρκο αρχιναύαρχο Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα και στη συνέχεια από τον Πιαλή Πασά.

Από τα μέσα του 16ου αιώνα ένα νέο «μεταναστευτικό» ρεύμα έρχεται να κατακλύσει το νησί. Μπαρότσι, Γκριμάλντι, Τζιουστινιάνι, Κόκκοι, Ντέλλα-Ρόκκα, Ντε Μοντένα, κ. ά. επενδύουν, είτε αγοράζοντας γη είτε αποκτώντας την με επιγαμίες, δημιουργώντας μεγάλες ιδιοκτησίες. Κλασική περίπτωση αποτελεί ο «τόπος του Φιλωτιού».

Κατά την Τουρκοκρατία θα διατηρηθεί το φεουδαλικό καθεστώς, εντατικοποιώντας την εργασία των δουλοπάροικων κατοίκων του νησιού.

Οι Τούρκοι δεν αποίκησαν τη Νάξο και τις άλλες Κυκλάδες. Ελάχιστοι εγκαταστάθηκαν στα νησιά, εξαιτίας του φόβου των πειρατών, κι ελάχιστοι κάτοικοι δέχτηκαν το Ισλάμ.

Ο Σουλτάνος Σελήμ ΙΙ (1524-1574) παραχώρησε την παλαιότερη και ωραιότερη απ’ όλες τις Λατινικές πολιτείες της Ανατολής στον ευνοούμενό του Ιωσήφ Νάζη, έναν ιουδαίο τυχοδιώκτη, τραπεζίτη, που καταγόταν από Πορτογάλους Εβραίους, είχε προσχωρήσει στον χριστιανισμό κι είχε πάρει το πορτογαλικό όνομα Joao Miquez.

Ο Ιουδαίος Δούκας της Νάξου, δεν επισκέφθηκε ποτέ το δουκάτο του τα δεκατρία χρόνια που του ανήκε. Τοποθέτησε στη θέση του έναν άνθρωπο της εμπιστοσύνης του, τον Φραντζέσκο Κορονέλλο, να εισπράττει τους φόρους από τους οποίους είχε ανάγκη και γενικά να διοικεί τα νησιά που του παραχωρήθηκαν από τον φίλο του Σελήμ ΙΙ.

Ο Νάζη διατήρησε τα παλαιά έθιμα και τους νόμους των Λατίνων, δηλαδή το φεουδαλικό καθεστώς. Με τον νέο Σουλτάνο Μουράτ ΙΙΙ (1574-1595) η δύναμή του εξασθένησε και τελικά πέθανε με λιθοβολισμό το 1579. Στα 1580 μια επιτροπή Χριστιανών από τα νησιά, παρουσιάστηκε στην Πύλη και πήρε από τον Μουράτ ΙΙΙ εξαιρετικά ευνοϊκά προνόμια. Ο κεφαλικός τους φόρος θα έμενε στην παλαιά του μορφή.

Οι εκκλησίες τους θα ήταν ελεύθερες και θα μπορούσαν να χτίζονται όπως ήθελαν. Οι παλαιοί τους νόμοι και τα έθιμα θα διατηρούνταν, θα μπορούσαν να φορούν τα τοπικά τους ρούχα και το μετάξι, το κρασί και τα τρόφιμα θα απαλλάσσονταν από κάθε φόρο στα νησιά τους. Αυτά τα προνόμια επικυρώθηκαν από τον Ιμπραήμ (1640-1648) εξήντα χρόνια αργότερα και σχημάτισαν τον «καταστατικό» χάρτη των Κυκλάδων στα χρόνια της Τουρκοκρατίας.

Άρχιζε η εποχή των διομολογήσεων για την Ανατολή, κάτω από την ηγεμονική επιρροή της Γαλλίας. Αποτέλεσμα αυτής της επιρροής στη Νάξο υπήρξε η εγκατάσταση Ιησουϊτών και Φραγκισκανών μοναχών, καθώς και την ίδρυση της μονής των Ουρσουλινών. Και στα τρία αυτά τάγματα ίδρυσαν και λειτούργησαν εκπαιδευτήρια τον 17ο αι.

Οι Ναξιώτες εξεγέρθηκαν πολλές φορές ενάντια στους κατακτητές, Λατίνους και Τούρκους. Το 1595 έγινε τολμηρή συνωμοτική κίνηση αντιπροσώπων δεκαπέντε νησιών στη Νάξο, που απέβλεπε στην κατάλυση της τουρκικής αυτοκρατορίας. Ενάντια στους Φράγκους ξεσηκώθηκαν το 1563, το 1643, το 1670 και το 1681.

Σημαντικότερες είναι οι εξεγέρσεις κατά τον 18ο αι. με πρωταγωνιστές τα μέλη της οικογένειας των Πολιτών και με κέντρο τον πύργο του Μάρκου Πολίτη στους Ακαδήμους, στο λεκανοπέδιο της Τραγαίας.

Προϊστορική Εποχή

Η Νάξος κατοικήθηκε από την 4η χιλιετία π.Χ. μέχρι σήμερα αδιάκοπα. Πρώτοι κάτοικοι της Νάξου θεωρούνται οι Θράκες.

Την κατοίκησε πρώτος ο γιος του Βορέα Βούτης, που θέλοντας να βρει γυναίκες για τους συντρόφους του έφτασε στη Θεσσαλία, όπου κυνήγησε τις Βάκχες κι ανάμεσα σ’ άλλες έκλεψε την Κορωνίδα και την Ιφιμέδεια και τις έφερε στη Νάξο.

Σύμφωνα με την παράδοση διακόσια χρόνια κυριάρχησαν οι Θράκες στο νησί. Τους διαδέχθηκαν οι Κάρες. Ήρθαν από τη Μ. Ασία έχοντας επικεφαλής τον Νάξο, που επέβαλε το όνομά του στο νησί.

Στα γλωσσικά ιδιώματα του νησιού, επιβιώνουν και χρησιμοποιούνται στοιχεία από την εποχή του Ομήρου. Οι πρώτοι οικισμοί της Νάξου ανάγονται στην Νεολιθική εποχή. Αρχαιολογικά ευρήματα μαρτυρούν για μια ανεπτυγμένη κοινωνία τα τέλη του νεολιθικού πολιτισμού.

Η πρώτη μεγάλη εποχή της Νάξου είναι η Κυκλαδική, την 3η χιλιετία π.Χ. Η Νάξος παρουσιάζει ένα πυκνότατο πληθυσμό που είναι απλωμένος σε μικρές εγκαταστάσεις περισσότερο προς την ανατολική πλευρά του νησιού, όπου ένα πυκνό πλέγμα μικρών νησίδων προσφέρει εύκολη βάση επεκτάσεως. Ένα χαρακτηριστικό πόλισμα της εποχής ανακαλύφθηκε στη θέση Κορφάρι των Αμυγδαλιών, στον Πάνορμο.

Στην τοποθεσία όπου είναι και σήμερα η πόλη της Νάξου, στη Γρόττα, αποκαλύφθηκε μεγαλύτερος και πολύ πιο ανεπτυγμένος οικισμός με τετράγωνα επιμελώς χτισμένα σπίτια και πλούσια κεραμική. Εκτεταμένα σ’ όλο το νησί είναι και τα νεκροταφεία της εποχής.

Αριστουργήματα της τέχνης και της τεχνικής από το δεύτερο μέρος της 3ης χιλιετίας βρέθηκαν σ’ όλους σχεδόν τους τάφους.

Ολόκληρη την 3η χιλιετία π. Χ. η Νάξος αναδεικνύεται σ’ένα από τα μεγαλύτερα κέντρα του Πρωτοκυκλαδικού πολιτισμού. Χαρακτηριστική της σημασίας της συμβολής του νησιού στην άνθηση του Κυκλαδικού πολιτισμού, είναι η χρήση, έστω και συμβατική, από τους αρχαιολόγους, των τοπωνυμίων της Νάξου, για να χαρακτηρίσουν στοιχεία αυτής της περιόδου.

Έτσι μιλάμε για τον τοπικό πολιτισμό «Γρόττας-Λούρου» της Νάξου που χαρακτηρίζει με το όνομά του την Πρωτοκυκλαδική Ι φάση (3200-2800 π.Χ.), για τα ειδώλια του «τύπου του Λούρου», από το νεκροταφείο Λούρου στην περιοχή του Σαγκρίου.

Η Πρωτοκυκλαδική ακρόπολη στο Κορφάρι των Αμυγδαλιών και οι μοναδικές επίκρουστες παραστάσεις από την Κορφή τ’ Αρωνιού, στη Ν.Α. Νάξο, συνθέτουν μαζί με όλα τ’ άλλα στοιχεία, την ξεχωριστή εικόνα ενός μεγάλου κέντρου πολιτισμού του Αιγαίου κατά την 3η χιλιετία π.Χ.

Σύγχρονη Ιστορία

Στα τέλη του 1820 ο Αλέξανδρος Υψηλάντης είχε στείλει ανθρώπους στις Κυκλάδες με επαναστατικές προκηρύξεις. Το Δεκέμβριο του 1820 ορκίστηκαν οι πρώτοι Φιλικοί στη Νάξο, οι οποίοι κήρυξαν την Επανάσταση στις 6 Μαΐου 1821. Δεκάδες είναι οι Ναξιώτες αγωνιστές που βρίσκονται καταγεγραμμένοι στο Αρχείο Αγώνος της Εθνικής Βιβλιοθήκης.

Ηγετικές μορφές του Αγώνα αναδείχθηκαν ο μητροπολίτης Παροναξίας Ιερόθεος και ο Μιχαήλ Μαρκοπολίτης.

Τον 19ο αιώνα η Νάξος είχε μια κωμόπολη, τη Χώρα, με 2.500 περίπου κατοίκους και δεκάδες χωριά που ζούσαν κυρίως από τη γεωργία και την κτηνοτροφία.

Η κοινωνία χωριζόταν σε τρεις τάξεις: τους «αφεντάδες» και «τσιφλικούχους», που ζούσαν σε αρχοντικά, τους απλούς χωρικούς, που ήταν γεωργοί, κτηνοτρόφοι και λοιποί σκληρά εργαζόμενοι χωρικοί και τους ανθρώπους του λιμανιού, που γυρνούσαν ξυπόλητοι και πεινασμένοι αναζητώντας λίγα χρήματα από θελήματα και αγώγια.

Κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου, τόποι συναντήσεων της τοπικής κοινωνίας ήταν τα τέσσερα καφενεία του λιμανιού της Χώρας.

Η πρωτεύουσα του νησιού ήταν πολύβουη, στο λιμάνι της Νάξου εμπορικά πλοία φόρτωναν και ξεφόρτωναν εμπορεύματα, ενώ η συνοικία του Κάστρου διατηρούσε τον αρχοντικό της χαρακτήρα ακόμα και στη δεκαετία του 1960. Σημειώνεται ότι η Νάξος απελευθερώθηκε από τη Γερμανική κατοχή τον Οκτώβριο του 1944.

Σημαντική συνεισφορά στην οικονομία της Νάξου στα σύγχρονα χρόνια είχε η εκμετάλλευση της σμύριδας, η οποία είναι ένα από τα σημαντικότερα μεταλλευτικά προϊόντα της χώρας, με σημαντική συνεισφορά και στην εθνική οικονομία. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Νάξου & Μικρών Κυκλάδων)

Τοπικά προϊόντα

Η Νάξος ήταν από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα αυτάρκης στα αγαθά της λόγω του μεγέθους της, της κεντρικής θέσης της στο Αιγαίο και του φυσικού πλούτου της. Γνωστά σε όλο το Αιγαίο ήταν τα φρούτα, το λάδι, ενώ το κρασί της το παρομοίαζαν με το νέκταρ που έπιναν οι θεοί. Η εύφορη γη του νησιού συνεχίζει να προμηθεύει με αγνά υλικά το ναξιώτικο τραπέζι, ενώ εκατοντάδες είναι οι παραδοσιακές συνταγές που έχουν περάσει από γενιά σε γενιά στα χέρια των νοικοκυρών και έχουν συντελέσει στη δημιουργία πλήθους γευστικών πιάτων.

Η Νάξος είναι διάσημη για τα μοναδικά τυριά της, όπως αρσενικό, γραβιέρα Νάξου, μυζήθρα, ξινομυζήθρα, τουλουμοτύρι, ανθότυρο, αφρομυζήθρα Νάξου, θηλυκοτύρι, κεφαλοτύρι, κοπανιστή, λαδοτύρι, μανούρι.

Επίσης, η Νάξος παράγει εξαιρετικό θυμαρίσιο μέλι και καλό κρασί και η ελληνική μυθολογία θέλει το Διόνυσο, το θεό του κρασιού και της διασκέδασης, να γεννιέται στη Νάξο και να φυτεύει το πρώτο κλίμα ως προστάτης της.

Οι οινοποιήσιμες ποικιλίες που υπάρχουν στη Νάξο είναι κυρίως το Αηδάνι, το Ποταμήσι, το Φωκιανό, η Μαντηλαριά και τοπικές ποικιλίες.

Οι επιτραπέζιες ποικιλίες που συναντιόνται κυρίως είναι το Ροζακί, η Σουλτανίνα και η Φράουλα. Ιδιαίτερα σημαντική είναι και η παραγωγή ελιάς και λαδιού στη Νάξο.

Τέλος, σημαντική είναι και η κτηνοτροφική δραστηριότητα. Στην ορεινή περιοχή του νησιού κύρια κατεύθυνση είναι η αιγοπροβατοτροφία, ενώ στα πεδινά επικρατεί η βοοτροφία.

Αρσενικό

Το αρσενικό, είναι πικάντικο κεφαλοτύρι που παράγεται στις τοπικές στάνες (μάντρες) της ορεινής Νάξου, με τον παραδοσιακό τρόπο τυροκομικής. Παράγεται από πρόβειο ή κατσικίσιο πλήρες γάλα με την προσθήκη ορού γάλακτος κατά την παρασκευή του. Έχει υποκίτρινο χρώμα και γλυκιά γεύση, όμως όταν περάσουν λίγες εβδομάδες η γεύση του γίνεται πιο πικάντικο. Το τυρί πήζει και στραγγίζεται σε ειδικά καλάθια που λέγονται τυρόβολα. Το αρσενικό είναι ιδανικό για μακαρονάδες, όπως έχουν δηλώσει άλλωστε και αναγνωρισμένοι γευσιγνώστες. Το αρσενικό παράγεται σε μικρές ποσότητες στα ορεινά κυρίως χωριά του νησιού.

Γλυκά της Νάξου

Ξεχωριστή θέση στον γαστρονομικό παράδεισο της Νάξου κατέχουν τα γλυκά. Οι συνταγές τους περνούν από μητέρα σε κόρη και φτιάχνονται με παραδοσιακό τρόπο και αγνά υλικά της ναξιώτικης φύσης. Σε όλα τα χωριά θα συναντήσετε μεγάλη ποικιλία από γλυκά τοπικής προέλευση. Ένα από τα πιο γνωστά παραδοσιακά γλυκά της Νάξου είναι το μελαχρινό. Πρόκειται για μία ντόπια καρυδόπιτα, που περιέχει μικρή ποσότητα από το τοπικό ποτό κίτρο και η οποία σερβίρεται συνήθως με παγωτό καϊμάκι (φτιαγμένο από πρόβειο γάλα). Επίσης παραδοσιακά οι Ναξιώτες φτιάχνουν ξεροτήγανα (δίπλες) που προσφέρονται σε διάφορες γιορτές. Η Νάξος, με τα καρποφόρα δέντρα της, δεν θα μπορούσε να υστερεί σε γλυκά του κουταλιού και μαρμελάδες. Πιο γνωστά και χαρακτηριστικά γλυκά του κουταλιού είναι το κερασάκι και το κίτρο, το κυδώνι, το βύσσινο, η παπυλώνα, τα οποία οι επισκέπτες μπορούν να βρουν και συσκευασμένα σε πολλά σημεία στο νησί.

Ζαμπόνι

Το ζαμπόνι είναι παστό μπούτι γουρουνιού. Μοιάζει με το ιταλικό προσούτο στην εμφάνιση, αλλά γευστικά το απεραθίτικο ζαμπόνι είναι πιο πικάντικο και αλμυρό. Προσφέρεται σαν ορεκτικό. Σύμφωνα με τους ντόπιους, για να πετύχει το ζαμπόνι πρέπει όταν σφαγιαστεί το ζώο να φυσάει βοριάς, έτσι ώστε να μπορέσει να στραγγίσει σωστά. Στη συνέχεια αλείφουμε ολόκληρο το μπούτι με ένα μείγμα μπαχαρικών (αλάτι, πιπέρι, κανέλα), το βάζουμε σε μια κασέλα και το σκεπάζουμε με χοντρό αλάτι. Το αφήνουμε να ψηθεί για περίπου έξι μήνες.

Κίτρο της Νάξου

Το περίφημο κίτρο Νάξου είναι ένα από τα τρία ελληνικά ηδύποτα με ονομασία προέλευσης. Στη Νάξο συναντάμε κιτριές στον κάμπο των Εγγαρών και του Σαγκρίου, αλλά και στις κοιλάδες της ενδοχώρας όπου επικρατούν ήπιοι χειμώνες και δροσερά καλοκαίρια. Τα φύλλα της κιτριάς χρησιμοποιούνται για την παραγωγή του ποτού κίτρο Νάξου, ενώ από τον καρπό της παράγονται διάφορα γλυκά κουταλιού. Η παραγωγή του ποτού ξεκίνησε πολύ παλιά ως κιτρόρακο, όμως γύρω στο 1870 οι Ναξιώτες δημιούργησαν ένα καινούργιο απόσταγμα με οινόπνευμα και φύλλα κιτριάς, το γνωστό σε όλους σήμερα κίτρο Νάξου. Από τη Νάξο το κίτρο μέσω εξαγωγών πήγε σε όλα τα μέρη, όπου ανθούσε ο Ελληνισμός, (Ρωσία, Αμερική, Αίγυπτο, Μικρά Ασία κλπ), πήρε μέρος σε πλήθος διεθνών και ελληνικών εκθέσεων (Μασσαλία, Μπορντώ κ.α.), και απέσπασε για το προϊόν του πλήθος διακρίσεων και επαίνων (χρυσά μετάλλια Μασσαλία 1904, Μπορντώ 1907, Αθήνα 1903 και 1914, Θεσσαλονίκη 1936 κ.ά.). Η διαδικασία παρασκευής του ποτού αρχίζει με τη συγκομιδή των φύλλων κίτρου, όταν αυτά έχουν το πλήρες άρωμα τους, δηλαδή από το Σεπτέμβρη και μπορεί να διαρκέσει όλο το χειμώνα. Τα φύλλα απαλλάσσονται από τα ξερά και προσβεβλημένα από ασθένειες μέρη, αποστάζονται σε παραδοσιακό λέβητα (άμβυκα) μέσα σε αλκοολούχο λουτρό. Το αιθέριο έλαιο τους διαλύεται μέσα στο οινόπνευμα και το απόσταγμα δίνει τους τρεις βασικούς τύπους: το λευκό, στους 33 βαθμούς, το πράσινο στους 30 βαθμούς και το κίτρινο στους 36 βαθμούς.

Μέλι

Η Νάξος, λόγω της πλούσιας χλωρίδας και της μεγάλης υψομετρικής διακύμανσης, είναι ιδανική για την παραγωγή μελιού. Η Νάξος, λόγω της πλούσιας χλωρίδας και της μεγάλης υψομετρικής διακύμανσης, είναι ιδανική για την παραγωγή μελιού. Τα κύρια μελισσοκομικά φυτά του νησιού, εκτός από το θυμάρι και το ρείκι, είναι το θρούμπι, το φασκόμηλο, η ρίγανη και διάφορα άλλα αρωματικά φυτά. Η κυριότερη ποικιλία είναι θυμαρίσιο μέλι, ενώ σε πολύ μικρότερες ποσότητες παράγεται μέλι ερείκης και ανοιξιάτικο ανθόμελο. Ετησίως παράγονται 35 με 40 τόνοι μελιού.

Πατάτα

Ένα από τα πιο ποιοτικά και νόστιμα προϊόντα που καλλιεργούνται στη Νάξο και ειδικότερα στον κάμπο Λιβάδι είναι η πασίγνωστη ναξιώτικη πατάτα. Το Γλινάδο αλλά και τα υπόλοιπα Λιβαδοχώρια παράγουν μεγάλες ποσότητες πατάτας, ώστε μπορούν να εξάγουν και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας. Η μεγάλη παραγωγή πατάτας στην περιοχή, ξεκίνησε από το 1953 με την ίδρυση του Κέντρου Σποροπαραγωγής, που σήμαινε ότι η εύφορη πεδιάδα του Λιβαδιού επιλεγόταν επισήμως από το κράτος να παράγει κρατικό πατατόσπορο, ο οποίος θα διοχετευόταν σε αγορές του Εσωτερικού. Από τότε η συστηματική μονοκαλλιέργεια του πατατοσπόρου εξοβέλισε τα περισσότερα από τα υπόλοιπα καλλιεργούμενα είδη, και η πατάτα έγινε ένα πολύ προσοδοφόρο προϊόν για τους κατοίκους της περιοχής. Η Ναξιώτικη πατάτα διατίθεται σε όλα τα μαγαζιά του χωριού Γλινάδο, καθώς και σε επιλεγμένα καταστήματα της υπόλοιπης Νάξου και της Αθήνας.

Τυριά

Από τη μεγάλη ποικιλία τυριών της ναξιώτικης τυροκομίας παρουσιάζουμε μερικά χαρακτηριστικά τυριά της Νάξου, όμως αξίζει να αναζητήσετε περισσότερα. Στη Νάξο από τον 16ο αιώνα υπήρχαν γαλακτοφόρες αγελάδες, και ως εκ τούτου πέτυχε από πολύ παλιά την τυροκόμηση του αγελαδινού γάλακτος. Κάθε τυρί της Νάξου έχει τη δική του ιστορία. Για αρκετά τυριά υπάρχουν αναφορές από το 19ο αιώνα ή και από την αρχαιότητα, αλλά και για αρκετά υπάρχει μόνο η προφορική παράδοση. Σήμερα η ναξιώτικη τυροκομία έχει να επιδείξει μεγάλη ποικιλία και πολύ ενδιαφέρουσες γεύσεις. Το ενδιαφέρον είναι ότι πολλοί τοπικοί παραγωγοί επιμένουν στα προϊόντα τους, έχουν εκσυγχρονίσει τις μονάδες τους, δουλεύοντας όμως παράλληλα με τον παραδοσιακό τρόπο παραγωγής τυριών. Το αποτέλεσμα είναι μια μεγάλη γκάμα τυριών μοναδικής γεύσης και ποιότητας. Από τη μεγάλη ποικιλία τυριών της ναξιώτικης τυροκομίας παρουσιάζουμε μερικά χαρακτηριστικά τυριά της Νάξου, όμως αξίζει να αναζητήσετε περισσότερα: Το πιο γνωστό τυρί είναι ίσως η διάσημη Γραβιέρα Νάξου. Είναι τυρί ΠΟΠ (Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης) από το 1996 και η παρασκευή του είναι κατοχυρωμένη από το 1988. Παρασκευάζεται από 80% αγελαδινό γάλα κατ’ ελάχιστο, 20% αιγοπρόβειο γάλα κατά μέγιστο και παραδοσιακή πυτιά. Είναι επιτραπέζιο σκληρό τυρί, με ευχάριστη γεύση και άρωμα. Τυρί ΠΟΠ είναι και η κοπανιστή Νάξου. Ανάλογα την εποχή παρασκευάζεται από παστεριωμένο αιγοπρόβειο ή αγελαδινό γάλα Νάξου. Είναι μαλακό τυρί ωρίμανσης με γεύση αρκετά δυνατή και αρκετά πικάντικη. Πολύ γνωστό παραδοσιακό τυρί της Νάξου είναι και η ξυνομυζήθρα, ένα φρέσκο τυρί με ελαφρά ξινή γεύση, που φτιάχνεται κυρίως από κατσικίσιο γάλα. Το τυρί είναι έτοιμο σε 24 ώρες από τη στιγμή που αρμέγεται το γάλα και πρέπει να καταναλώνεται μέσα σε λίγες μέρες, γιατί είναι φρέσκο και δεν περιέχει κανένα συντηρητικό. Το ξυνοτύρι είναι ίδιο τυρί με την ξυνομυζήθρα, όμως αφήνεται να ξεραθεί αρκετές εβδομάδες, μέχρι να σκληρύνει. Ένα άλλο παραδοσιακό τυρί είναι το Κεφαλοτύρι Νάξου που λέγεται Αρσενικό. Παρασκευάζεται από 100% πρόβειο γάλα. Είναι σκληρό τυρί, σε κυλινδρικό σχήμα με σκληρή και σχετικά λεπτή επιδερμίδα. Το χρώμα του είναι από υπόλευκο έως υποκίτρινο. Έχει ευχάριστη αλμυρή πικάντικη γεύση και πλούσιο άρωμα. Εκτός όμως από αρσενικό, η Νάξος παράγει και θηλυκό τυρί, το Θηλυκοτύρι. Το τυρί αυτό βγαίνει αμέσως μετά την τυροκόμηση του «Αρσενικού», είναι λευκό, με βελούδινη υφή, ελαφριά βουτυράτη γεύση και ισορροπημένη αλμύρα. Παρ’ όλα τα χαμηλά του λιπαρά ( 19-21%) έχει ευχάριστη νοστιμιά και τρώγεται σκέτο, συνοδεύοντας κρασί. Ένα άλλο τυρί είναι ο Κομός, που παράγεται μετά την τυροκόμηση και του Θηλυκού. Οι τυροκόμοι της Νάξου μάζευαν ότι απέμενε από την τυροκόμηση, το ζύμωναν με αρωματικά βότανα του βουνού, και έφτιαχναν το γευστικό κομό, ένα τυρί με πολύ χαμηλά λιπαρά, που συνοδεύει κυρίως τσίπουρο και ούζο. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Νάξου & Μικρών Κυκλάδων)

Δραστηριότητες

Θαλάσσια Σπορ

Ιππασία

Ιστιοπλοΐα

Καταδύσεις

Πεζοπορία

Ποδηλασία

Τένις

Διαμονή

Η Νάξος είναι ένας αρκετά δημοφιλής τουριστικός προορισμός στην Ελλάδα με άριστη τουριστική υποδομή σχεδόν σε όλο το νησί. Προσφέρει στον επισκέπτη πολλές και διαφορετικές επιλογές διαμονής που πραγματικά ικανοποιούν κάθε γούστο, από πολυτελή ξενοδοχεία, ενοικιαζόμενα διαμερίσματα και δωμάτια, βίλες και παραδοσιακά σπίτια με ανεπανάληπτη κυκλαδίτικη αρχιτεκτονική, που μπορούν να φιλοξενήσουν και να εξυπηρετήσουν άψογα τους επισκέπτες.

Πηγή photo slider: Pikist

Ξενοδοχεία

You don't have permission to register