Ανακαλύπτουμε και γνωρίζουμε νέους προορισμούς στην Ελλάδα.

Παραλίες, πόλεις, χωριά, νησιά…

Κρυμμένοι θησαυροί που περιμένουν να τους γνωρίσουμε!!!

Εξερευνώντας…

2810 253861
Ηράκλειο, Κρήτη
info@greecedestination.gr
Χίος αξιοθέατα

Αξιοθέατα στη Χίο

Αξιοθέατα στη Χίο

Αρχοντικό Αντουάνικο

Ο Κάμπος της Χίου είναι η εύφορη περιοχή στα νότια της πόλης η οποία διαιρείται σε μεγάλα κτήματα ήδη από την εποχή της Γενουατοκρατίας. Τα κτήματα ανήκαν σε μεγάλες οικογένειες οι οποίες ασχολούνταν με το διαμετακομιστικό εμπόριο, σε όλη τη Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα, φτάνοντας μέχρι το Άμστερνταμ και το Λονδίνο. Το εύφορο έδαφος και το αρκετό νερό που διαθέτει η περιοχή είναι η αιτία που επέτρεψε την εντατική καλλιέργεια εσπεριδοειδών στον Κάμπο, τα «μαντερινοπορτόκαλα» όπως λέγονται, προϊόν με το οποίο το όνομα Κάμπος έχει ταυτιστεί. Το τυπικό Καμπούσικο κτήμα αποτελείται από το περιβόλι στην άκρη του οποίου βρίσκεται το σπίτι, που πολλές φορές είναι ένα αρχοντικό. Το σπίτι έχει ασφαλώς την αυλή του, τα βοηθητικά κτήρια όπως τους σταύλους, τις αποθήκες, το πλυσταριό και το φούρνο. “Καρδιά”, ενός περιβολιού είναι το μαγγανοπήγαδο, ένα βαθύ πηγάδι, πάνω από 30μ. από το οποίο ο μάγγανος, ένας μηχανισμός που κινούνταν από μουλάρια αντλούσε το νερό το οποίο μέσω μιας στέρνας άρδευε το περιβόλι. Το Αντουάνικο είναι ένα τυπικό, μεγάλο κτήμα, με τμήματα εγκαταστάσεων που σώζωνται από τον 18ο αιώνα, όταν το κτήμα ανήκε στην οικογένεια των Μαύρων, κλάδο των Μαυροκορδάτων. Τα κτήρια που βλέπουμε σήμερα χτίστηκαν μετά το 1893, από τον Δημήτριο Τέττερη ένα πλούσιο επιχειρηματία της Αλεξάνδρειας. Εκτός από την αγροτική παραγωγή, το κτήμα χρησίμευε για τον παραθερισμό μεγάλου μέρους της οικογένειας, μέχρι και τη δεκαετία του ‘60. Το όνομα Αντουάνικο, προέρχεται από την εμβληματική προσωπικότητα του γιού του Δημητρίου Τέττερη, του Αντώνη, ή Antoine στα Γαλλικά, ή Αντουάνου στη Χιώτικη παράφραση του ονόματος. Το κτήμα αποκαταστάθηκε στο σύνολό του από το 2009 έως το 2012. Σε μια επέμβαση που βασίστηκε στις διεθνείς αρχές των αποκαταστάσεων και χρησιμοποίηθηκαν παραδοσιακές τεχνικές αλλά και σύγχρονες αναστηλωτικές μέθοδοι, τέθηκαν ξανά σε χρήση όχι μόνο τα κτίρια, αλλά και το αρδευτικό σύστημα του κτήματος. Η επέμβαση απέσπασε το 2015 βραβείο της Europa Nostra και της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα των αποκαταστάσεων.

Αρχοντικό Αργέντικο

Το Αργέντικο είναι ένα Γενοβέζικο αρχοντικό στον Κάμπο της Χίου χαρακτηρισμένο ως ιστορικό μνημείο και σημείο αναφοράς Πολιτισμικής Κληρονομιάς από το Υπουργείο Πολιτισμού. Ανήκε στην αριστοκρατική Γενοβέζικη οικογένεια του Αργέντη που έφτασε στη Χίο το 14ο αιώνα. Ο Αργέντης ήταν υψηλόβαθμος αξιωματούχος του στρατού, ο οποίος ενθουσιάστηκε τόσο πολύ από την ομορφιά της Χίου και έτσι ζήτησε από τις Αρχές της Γένοβας να μείνει μόνιμα στο νησί. Το Αργέντικο αποτελούσε την έπαυλη της οικογένειας. Το μεγαλοπρεπές κτήμα 32 στρεμμάτων δεσπόζει στον Κάμπο της Χίου και είναι περιτοιχισμένο από πανύψηλους τοίχους και βαριές θολωτές πόρτες. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να προσφέρει τότε στην οικογένεια και σήμερα στους επισκέπτες του, ηρεμία ασφάλεια και αρχοντιά. Κτισμένο εξ ολοκλήρου από Θυμιανούσικη πελεκημένη πέτρα, απλώνεται μέσα σε ένα μεγάλο πορτοκαλεώνα απαράμιλλης ομορφιάς. Περπατώντας ο επισκέπτης στους ωραίους βοτσαλωτούς και πέτρινους διαδρόμους, θαυμάζει τους Λιγουριανούς κήπους, τις σκαλιστές από Πεντελικό μάρμαρο στέρνες, τα πηγάδια και τους μαγγάνους. Σε διάφορα σημεία του κτήματος υπάρχουν οι μαρμάρινες προτομές μελών της οικογένειας Αργέντη που θυσιάστηκαν για την απελευθέρωση της Ελλάδος. Το 1550 χτίστηκε το πρώτο Palazzo για την οικογένεια και στη συνέχεια κτίστηκαν και τα υπόλοιπα τέσσερα. Το 1881 υπέστη ζημιές από τον καταστροφικό σεισμό της Χίου με αποτέλεσμα η οικογένεια να φύγει από το νησί.

Βίγλες

Οι βίγλες της Χίου είναι μεσαιωνικοί, κυλινδρικοί πυργίσκοι, κτισμένες σε ακτές και ακρωτήρια του νησιού με σκοπό την παρατήρηση του πελάγους και την έγκαιρη ειδοποίηση των κατοίκων σε περίπτωση εχθρικής επιδρομής. Τοποθετημένες σε μικρές αποστάσεις μεταξύ τους, σε οπτική επαφή η μία με την άλλη, ήταν πυκνότερες στις νότιες και δυτικές ακτές του νησιού που προσφέρονταν για αποβάσεις. Αποτελούν ένα παράκτιο δίκτυο παρατήρησης και μετάδοσης μηνυμάτων και κτίστηκαν επί Γενουοκρατίας, μέσα στα πλαίσια της αμυντικής οχύρωσης της Χίου κατά την περίοδο ανάμεσα στο 1346 και το 1566, όταν το νησί κατείχαν οι Γενοβέζοι (ή, αλλιώς, Γενουάτες). Οι βίγλες της Χίου συνέχισαν να λειτουργούν μέχρι τα μέσα του 18ου αι. τουλάχιστον, οπότε το πρόβλημα της πειρατείας αρχίζει να εκλείπει. Οι κατασκευές αυτού του είδους ονομάζονταν φρυκτωρίες από τους αρχαίους Έλληνες. Οι Ρωμαίοι χρησιμοποίησαν τον όρο vigilarium (που περιλάμβανε πάσης φύσεως πύργους-φυλάκια). Οι Βυζαντινοί τις αποκαλούσαν καμινοβίγλια. Χρησιμοποιήθηκαν και άλλες ονομασίες όπως πύργοι, πυργίσκοι, φανόπυργοι, πρόβολοι, φυλάκια. Η ιταλική λέξη για τη βίγλα ήταν vigilanza και για τον βιγλάτορα vigilatore. Η λέξη «Βίγλα» έχει λατινική ρίζα.  Προέρχεται από το vigil ή vigilia που σημαίνει σκοπιά, φυλάκιο, παρατηρητήριο. Η αρχική σημασία της ήταν «επαγρύπνηση». Η  λέξη πέρασε στα Ελληνικά δια μέσου μάλλον του Βυζαντίου παρά από τους Ιταλούς, οι οποίοι πάντως είναι υπεύθυνοι για την κατασκευαστική έκρηξη των βιγλών στον ελληνικό χώρο κατά τον ύστερο Μεσαίωνα. Κατά τη Γενουοκρατία στη Χίο δεν υπήρχε μεγάλη στρατιωτική δύναμη, αλλά η άμυνα του νησιού οργανώθηκε  με τη δημιουργία κάστρων και οχυρωμένων οικισμών, καθώς και ενός δικτύου με παράκτιες βίγλες που ήταν, με διαφορά, το πιο εκτεταμένο στην Ελλάδα. Πιστεύεται ότι κατά την περίοδο πλήρους χρήσης και λειτουργίας του αμυντικού δικτύου, υπήρχαν στη Χίο γύρω στις 50 βίγλες. Σήμερα εντοπίζονται το πολύ 35 μαζί με αυτές των οποίων σώζονται μόνο ίχνη. Από αυτές οι 24 είναι κηρυγμένες ως διατηρητέα μνημεία. Η διασπορά των βιγλών είναι πολύ πιο πυκνή στα νότια και δυτικά του νησιού. Ένας λόγος γι’ αυτό είναι ότι το βόρειο μέρος της Χίου είναι ορεινό με  ψηλές κορφές. Έτσι η μορφολογία του εδάφους προσφέρει φυσική προστασία και τη δυνατότητα αφ’ υψηλού παρατήρησης χωρίς να είναι απαραίτητη η κατασκευή πολλών παρατηρητηρίων. Στο νότιο μέρος του νησιού οι ακτές είναι πιο προσιτές. Επιπλέον ο εύφορος κάμπος και ειδικά τα πολύτιμα μαστιχόδενδρα χάριζαν εκεί πλούτο και ευημερία, που ήταν μια ιδιαίτερα ελκυστική λεία για τους πειρατές. Για αυτό η ανάγκη για αμυντικές κατασκευές ήταν εκεί πιο επιτακτική, συν το γεγονός ότι υπήρχαν περισσότεροι διαθέσιμοι πόροι για αυτό το σκοπό. Η επιλογή της τοποθεσίας στην οποία χτιζόταν η βίγλα γινόταν με στόχο τον καλύτερο δυνατό έλεγχο της θάλασσας, και με γνώμονα το βάθος του ορίζοντα, την ύπαρξη περασμάτων, την ευκολία απόβασης και τη δυνατότητα επικοινωνίας με άλλα σημεία του νησιού. Ιδιαίτερη προσοχή χρειαζόταν στα σημεία που προσφέρονταν για ελλιμενισμό πλοίων. Η θέση και η απόσταση μεταξύ δύο βιγλών εξαρτάται από τις τοπικές  συνθήκες,  τη  μορφή  των κατοπτευομένων ακτών, τη μορφολογία του εδάφους, αλλά και τη μέγιστη απόσταση στην οποία μπορεί να υπάρχει ικανοποιητική ορατότητα κάτω από δυσμενείς καιρικές συνθήκες. Στις βίγλες που ξέρουμε σήμερα η απόσταση κυμαίνεται από 1,6 χλμ μέχρι 3,8 χλμ.

Κάστρο

Το Κάστρο της Χίου βρίσκεται στη βόρεια πλευρά του λιμανιού της πόλης της Χίου και έχει έκταση περίπου 180.000 τ.μ. Ενώ η αρχική του κατασκευή ήταν βυζαντινή (9ος-10ος αιώνας), το σημερινό Κάστρο ταυτίζεται περισσότερο με το οχυρό που δημιουργήθηκε την Γενοβέζικη περίοδο (14ος – 16ος αιώνας). Το Κάστρο της Χίου πάντοτε αποτελούσε το διοικητικό και στρατιωτικό κέντρο του νησιού, ωστόσο την εποχή της Γενουατοκρατίας γνώρισε την ενδοξότερη εποχή στην ιστορία του. Περικλείεται από πέτρινα τείχη, τα οποία αποσκοπούσαν στην προστασία του πληθυσμού από ναυτικές επιθέσεις και πολιορκίες. Τα τείχη του χωρίζονται σε χερσαία και επιθαλάσσια, σχηματίζοντας ένα ακανόνιστο πεντάγωνο. Κατά μήκος των τειχών υπάρχουν 9 ισχυροί προμαχώνες, κάποιοι από τους οποίους σώζονται σε πολύ καλή κατάσταση ακόμα και σήμερα. Μέρος της ανατολικής πλευράς των τειχών δεν σώζεται σήμερα. Τα χερσαία τείχη περιέβαλλε τάφρος, δημιουργώντας ένα τεχνητό νησί και συμβάλλοντας έτσι στην καλύτερη άμυνα του Κάστρου. Σήμερα η τάφρος έχει αποστραγγισθεί και επιχωματωθεί. Το Κάστρο είχε τρεις εισόδους, την κύρια είσοδο-πύλη που ονομάζεται (Porta Maggiore), τη Δυτική Πύλη (Επάνω Πορτέλλο) και τη Θαλασσινή Πύλη (Porta di Marina), η οποία σήμερα δεν σώζεται. Στο εσωτερικό σώζεται ένας ζώντανος οικισμός με αδιάσπαστη συνέχεια μέσα στους αιώνες καθώς και αρκετά μνημεία διαφορετικών εποχών. Χαρακτηριστικά του οικισμού αποτελούν τα στενομέτωπα διώροφα σπίτια με τα ξύλινα μικρά μπαλκόνια (κιοσέδες) και τα στενά δρομάκια. Τα σημαντικότερα μνημεία που βρίσκονται στο εσωτερικό είναι: το Παλατάκι Ιουστινιάνι (τριώροφο του 15ο αιώνα, κτίριο αρχικά διοικητικού χαρακτήρα, που λειτουργεί πλέον ως εκθεσιακός χώρος), η Σκοτεινή Φυλακή (το 1822 φυλακίστηκαν εκεί 74 προύχοντες της Χίου), το Οθωμανικό Νεκροταφείο, ο πολυχώρος Απόλλων (αναπαλαιωμένο πρώην ξενοδοχείο), το Μπαϊρακλή Τζαμί, ο Ορθόδοξος Ναός του Αγίου Γεωργίου (στην αυλή του σώζεται ο Μεντρεσές, οθωμανικό ιεροδιδασκαλείο, και η σαρκοφάγος, που αποτέλεσε την κρήνη για την καθαριότητα των πιστών του Ισλάμ), ο πύργος Κουλάς (η χρονολόγηση και η αρχική του χρήση του δεν είναι ακόμη εξακριβωμένη) και η Κρύα Βρύση (ημιυπόγεια δεξαμενή νερού των βυζαντινών χρόνων που έχει χαρακτηριστεί ως Ιστορικό Διατηρητέο Μνημείο). Το Κάστρο είναι ένα από σημαντικότερα σωζόμενα επισκέψιμα μνημεία της Χίου όπου περπατώντας στα στενά δρομάκια του και ανακαλύπτοντας τα αξιοθέατα που κρύβει εντός των τειχών του, ο επισκέπτης απολαμβάνει ένα ονειρικό ταξίδι στο χρόνο και την πολυτάραχη ιστορία της Χίου.

Κάστρο Απολίχνων

Το Κάστρο των Απολίχνων βρίσκεται στη Νότια Χίο σε απόσταση 20 χλμ από την πόλη. Δεσπόζει πάνω σε ύψωμα, βορειοδυτικά του χωριού Αρμόλια, ελέγχοντας όλη την περιοχή μέχρι τη θάλασσα. Κτίστηκε το 1440 από τον Γενουάτη Νικόλαο Μπάνκα Ιουστινιάνι. Είναι χτισμένο σε τραπεζοειδές σχήμα, περιβάλλεται με διπλά τείχη και έχει στο εσωτερικό του 62 δωμάτια. Διαθέτει ένα μεγάλο Πύργο και μικρούς αμυντικούς πύργους στις επάνω γωνίες. Μπροστά από το μεγάλο Πύργο βρίσκεται μία δεξαμενή (κινστέρνα), στην οποία συγκεντρώνονταν τα νερά της βροχής σε σύστημα καναλιών από τις στέγες των δωματίων και του πύργου, για την εξασφάλιση πόσιμου νερού. Το Κάστρο βρίσκεται σε οπτική επαφή με τις βίγλες των ακτών της περιοχής από την Κώμη, μέχρι τη θάλασσα του Λιθίου, αποτελώντας μέρος του αμυντικού επικοινωνιακού συστήματος του νησιού. Σε περίπτωση εχθρικής επιδρομής, το μήνυμα μεταδιδόταν από βίγλα σε βίγλα και στη συνέχεια στα Κάστρα της ενδοχώρας, με σήματα καπνού την ημέρα και με φωτιές τη νύχτα, ώστε να οργανώνεται η άμυνα. Η πρόσβαση σε αυτό απαιτεί ελαφρά ανάβαση από μονοπάτι, το οποίο διασχίζει ελαιώνα αρχικά, κατόπιν δασώδη έκταση, μέχρι να φθάσει στη γυμνή κορυφή του βουνού όπου στέκει επιβλητικό το Κάστρο.

Κάστρο Βολισσού

Ένα μεγάλο και επιβλητικό κάστρο στη βορειοδυτική Χίο, στην κορυφή του λόφου πάνω από το χωριό Βολισσός. Σκοπός του ήταν να προστατεύει το βορειοδυτικό τμήμα της Χίου, γι’ αυτό και είναι χτισμένο σε στρατηγική θέση, σε υψόμετρο 230 μέτρων από όπου και έχει οπτική επαφή με σχεδόν όλη την Βορειοδυτική ακτογραμμή του νησιού σε επαφή με τις Βίγλες στην περιοχή. Είναι προφανές ότι το κάστρο ήταν το επίκεντρο της αμυντικής διάταξης των οχυρώσεων σε αυτή την πλευρά του νησιού. Το κάστρο της Βολισσού κτίστηκε αρχικά από τους Βυζαντινούς, κατά πάσα πιθανότητα τον 11ο αιώνα. Η Άννα Κομνηνή το αναφέρει στην Αλεξιάδα της. Η παράδοση λέει ότι το έκτισε ο στρατηγός Βελισσάριος τον 6ο αιώνα, αλλά δεν υπάρχουν αποδείξεις για κάτι τέτοιο. Δεν αποκλείεται καθόλου πάντως επί Ιουστινιανού να είχε γίνει μια πρώτη οχύρωση του λόφου. Κατά τον 15ο αιώνα, το Κάστρο ανοικοδομήθηκε από τους Γενοβέζους. Όσον αφορά την αρχιτεκτονική του έχει τραπεζοειδές σχήμα και είναι κατασκευασμένο με πρώτη ύλη ένα τοπικό σκουρόχρωμο πέτρωμα με υψηλή περιεκτικότητα σε χαλκό που δίνει στο κάστρο μια πολύ ιδιάζουσα και ξεχωριστή όψη. Περιμετρικά είχε έξι κυκλικούς πύργους, ενώ στο εσωτερικό του υπάρχουν διάφορα χτίσματα όπως δεξαμενές και εκκλησίες, σε ερειπιώδη κατάσταση. Υπάρχει επίσης ένα τούνελ που συνδέει το κάστρο με την ακτή και την περιοχή του Πύθωνα.

Κάστρο Γριάς

Το Κάστρο της Γριάς είναι κτισμένο σε περίοπτη θέση, πάνω από τα Καρδάμυλα, κεφαλοχώρι της ΒΑ Χίου. Πρόκειται για μεσαιωνική οχύρωση, αποτελούμενη από δύο πύργους ενωμένους με ισχυρό τείχος μήκους 35 μέτρων περίπου, σε σημείο που είχε οχυρωθεί από την αρχαιότητα, όπως δείχνουν τα σωζόμενα λείψανα ελληνιστικού τείχους. Ο ανατολικός πύργος έχει σχήμα ημιελλειπτικό και ο δυτικός στρογγυλό. Το Κάστρο αποτελεί τμήμα ενός γενικότερου οργανωμένου αμυντικού σχεδιασμού που υπήρχε κατά τους Μεσαιωνικούς χρόνους στο νησί. Σύμφωνα με την παράδοση πήρε το όνομα του από κάποια γριά που σκαρφάλωσε από τα Καρδάμυλα έως την κορυφή του βουνού , μέσω των απότομων βράχων, για να σωθεί από τους πειρατές. Σύμφωνα με την παράδοση επίσης, ο δυτικός πύργος του Κάστρου επικοινωνούσε μέσω σήραγγας με το λεγόμενο «Πηγάδι του Κουλαλά», το οποίο είναι κτισμένο χαμηλότερα από το Κάστρο και ανάγεται στην εποχή της Γενουατοκρατίας (1346-1566). Το περίτεχνο αυτό γενοβέζικο πηγάδι έχει πλατύ στόμιο και είναι πετρόχτιστο με τετραγωνισμένες πέτρες. Επίσης έχει κάθοδο με πέτρινα σκαλοπάτια που θυμίζει τοίχο αρχαίου πηγαδιού. Στην απελευθερωτική εκστρατεία της Χίου το Νοεμβρίου του 1912, το όρος της Γριάς στάθηκε το προπύργιο του αγώνα. Κατά τη διάρκεια της ανάβασης προς την κορυφή του όρους μπορεί κανείς να διακρίνει υπολείμματα οχυρωματικών έργων από λιθοδομές (τα Ταμπούρια όπως ονομάζονται) που είχαν κατασκευάσει τα μέλη του ενόπλου εθελοντικού σώματος των Καρδαμυλιτών, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις τουρκικές δυνάμεις κατά τη διάρκεια των μαχών της απελευθέρωσης του νησιού, το 1912. Η αμυντική “μάχη της Γριάς” έγινε στις 16 Νοέμβρη 1912, κατά την οποία οι Ελληνικές δυνάμεις ανάγκασαν τους Τούρκους να υποχωρήσουν στο Όρος (Πιτυός). Η μάχη ήταν αποφασιστική, διότι οι Τούρκοι υποχώρησαν με σοβαρές απώλειες, και αργότερα δέχτηκαν το τελειωτικό χτύπημα και παραδόθηκαν με τη μάχη του «Καρφωτού». Η ανάβαση (συνολικό μήκος διαδρομής 1.360 μ.) γίνεται μέσα σε ένα βραχώδες τοπίο με τραχύ εδαφικό ανάγλυφο και αισθητή υψομετρική διαφορά (περίπου 170 μ.). Το θέαμα που αντικρίζουν όσοι φθάνουν στην κορυφή του λόφου της Γριάς είναι μαγευτικό, καθώς έχουν τη δυνατότητα να απολαύσουν την πανοραμική θέα στην ευρύτερη περιοχή των Καρδαμύλων, στις Οινούσσες και στα μικρασιατικά παράλια.

Λαογραφικό Μουσείο Καλλιμασιάς

Το Λαογραφικό Μουσείο Καλλιμασιάς ξεκίνησε τη λειτουργία του το 1995. Είναι το μεγαλύτερο στην Ελλάδα σε έκθεση αντικειμένων καθώς διαθέτει περισσότερα από 6000 εκθέματα. Ο χώρος του μουσείου (550 τμ) αναπαριστά ένα μικρό παραδοσιακό χωριό. Περιέχει αντικείμενα και εργαλεία από 40 επαγγέλματα τα περισσότερα από τα οποία έμειναν στην ιστορία όπως του παπουτσή, ράφτη, καλαθά, παπλωματά, σιδερά, γανωματά, κοσκινά, μυλωνά, αγγειοπλάστη, λούστρου, κηροποιού, σαμαρά, τενεκετζή, μαραγκού, ξυλοκόπου, οικοδόμου, γεωργού, μελισσοκόμου, χασάπη, κουρέα, πολιτικού μηχανικού δημοσίων έργων και καραγκιοζοπαίχτη. Επίσης περιέχει ένα ρεμπικαριό (αποστακτήριο ούζου-σούμας), ένα ελαιοτριβείο, ένα χωράφι με το αλώνι του και ένα καφενείο-κουρείο. Τέλος περιέχει ένα παραδοσιακό Χιώτικο σπίτι με την κουζίνα του, την τραπεζαρία του, το υπνοδωμάτιο του, την τουαλέτα του και την αποθήκη του. Τα εκθέματα του μουσείου είναι πολύ σημαντικά στοιχεία για τη λαογραφία της Χίου καθώς μας παρουσιάζουν τους επαγγελματίες τεχνίτες που εργαζόταν και κινούταν μέσα στα χωριά της Χίου. Τα εκθέματα έχουν δωρίσει κυρίως κάτοικοι από όλη τη Χίο, αλλά και διάφορα μέρη της Ελλάδας. Το Λαογραφικό Μουσείο ιδρύθηκε από τον εκπαιδευτικό Γιάννη Κολλιάρο, ο οποίος έχει αφιερώσει αμέτρητες ώρες στην συλλογή, καταγραφή και ανάδειξη των μοναδικών αντικειμένων της Λαογραφίας της Χίου.

Λαογραφικό Μουσείο Λεπτοπόδων

Στο χωριό Λεπτόποδα της βόρειας Χίου στεγάζεται το λαογραφικό μουσείο του χωριού. Πρόκειται για ένα μικρό μουσείο εξαιρετικής αισθητικής που σκοπό έχει την ανάδειξη της πλούσιας λαογραφικής κληρονομιάς του τόπου. Όλα τα εκθέματα είναι κομμάτια προσφοράς των ανθρώπων του χωριού, όπου με χαρά τα δώρισαν ώστε να δημιουργηθούν διάφορες συλλογές, μέσω των οποίων οι επισκέπτες μπορούν να μάθουν την ιστορία του τόπου μας. Το μουσείο χωρίζεται σε δύο πετρόχτιστες αίθουσες κάθε μία από τις οποίες φιλοξενεί μία συγκεκριμένη σειρά εκθεμάτων. Στην πρώτη αίθουσα βρίσκονται παραδοσιακά αντικείμενα καθημερινής χρήσεως, που βοηθούσαν την ζωή των κατοίκων στο χωριό σε παλαιότερες εποχές όπως:

  • Οικιακά σκεύη: σανίδι επεξεργασίας ζύμης, σινί ή αλλιώς ταψί χάλκινο, τυροβόλια (φόρμες για την παρασκευή τυριού), ξύλινα σκεύη παρασκευής ψωμιού (πλασταριές, πινακωτή και φουρνεύτιο), σικλί, αντικείμενα επεξεργασίας καφέ, καβουρδιστήρι και χάλκινος μύλος άλεσης καφέ, μπουρνιάς (πήλινο δοχείο για ρακί) κ.ά.
  • Μέσα φωτισμού: λουξ, λαδοφάναρο, λάμπες πετρελαίου, λάμπα λαδιού.
  • Είδη καθημερινής χρήσης: αρμεγός (δοχείο ξύλινο που χρησιμοποιούταν για άρμεγμα), μεταλλικό φανάρι για φύλαξη τροφίμων, δρομόνι για καθαρισμό σιτηρών, σίδερο που λειτουργούσε με κάρβουνο και σίδερο δια πυρακτώσεως για σιδέρωμα ρούχων, πυόμια (σακιά από τρίχα κατσίκας) για σιτηρά, κ.ά. Μεταξύ άλλων στην αίθουσα αυτή υπάρχει τζάκι, στο εσωτερικό του οποίου βρίσκονται ένα μικρό πήλινο τσουκάλι και ένα μεγάλο χάλκινο καζάνι αναπαριστώντας το καθημερινό έργο των νοικοκυρών για το μαγείρεμα, ξυλόσομπα, παλαιό περίστροφο, ράδιο και γραμμόφωνο, βρεφική κούνια και καθισματάκια διαμορφωμένα για μωρά.

Στη δεύτερη αίθουσα βρίσκονται:

  • Γεωργικά και επαγγελματικά εργαλεία, όπως άλετρο ξύλινο για όργωμα με το υνί και το κρουκέλι του, ζυγός έτοιμος για χρήση με τις ζεύλες του, τα βουστώματα και την αλυσίδα της λουκάνης, όπου χρησίμευε για το αλώνισμα και μαζί με το άλετρο για το όργωμα, σιδερένιο άλετρο με ζυγό για όργωμα με ένα ζώο κυρίως με μουλάρι ή γάιδαρο, ξύλινη μέγκενη ή σφιγκτήρα του ξυλουργού, εργαλεία πεταλωτή, ξύλινο βικερόνι για ξανέμισμα των σιτηρών, τσατάλι για σκάψιμο κυρίως κήπων και κασμάς για σκάψιμο σε σκληρό ή πέτρινο έδαφος, κ.ά.
  • Παραδοσιακές φορεσιές
  • Διάφορα χρήσιμα αντικείμενα, όπως επικαθήμενη ζυγαριά με τα ζύγια της, χειροκίνητη ραπτομηχανή, φτερό (αντικείμενο από φτερά για το σβήσιμο καντηλιών ή κεριών), πέτρινος χερόμυλος άλεσης σιτηρών για φαγητό, κ.ά.

Στον εξωτερικό χώρο του μουσείου συναντάμε την «πάχνη», φτιαγμένη από κορμό πλατάνας που χρησίμευε για ταΐστρα ζώων και τη «γεννήστρια», η οποία είναι φωλιά για κότες που έχει ένα αυγό για κράχτη, τον λεγόμενο απότοκο. Αξίζει να σημειωθεί ότι η δημιουργία του σπουδαίου αυτού μουσείου υλοποιήθηκε με τη δουλειά και την προσπάθεια των Λεπτοποδούσων, καθώς και τις δωρεές των εξής : Κληρονόμων Ηλία Σκυριώτη, Μαρίας Μητσού – Αρβανιτάκη, Δημητρίου Κ. Κεφαλονίκα και Ελευθερίου Δ. Μοσχούρη, όπου προσέφεραν στα Λεπτόποδα τους χώρους μέσα στους οποίους δημιουργήθηκε το μουσείο.

Μουσείο Μαστίχας

Το Μουσείο Μαστίχας Χίου βρίσκεται στα Μαστιχοχώρια, σύνολο μεσαιωνικών χωριών στη Νότια Χίο, στο μοναδικό σημείο της Μεσογείου όπου καλλιεργείται ο σχίνος της ποικιλίας Pistacia lentiscus var. Chia, από τον οποίο παράγεται η μαστίχα. Το Μουσείο Μαστίχας Χίου σκοπεύει να αναδείξει την παραγωγική ιστορία της καλλιέργειας και την επεξεργασίας της μαστίχας, την οποία εντάσσει στο πολιτιστικό τοπίο της Χίου. Μέσα από το πρίσμα της εγγραφής από την UNESCO της παραδοσιακής μαστιχοκαλλιέργειας στον Αντιπροσωπευτικό κατάλογο της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ανθρωπότητας, το 2014, έμφαση δίνεται στη διαχρονία και την αειφορία του χιώτικου αυτού προϊόντος. Η μόνιμη έκθεση πραγματεύεται τη μαστίχα Χίου ως μοναδικό φυσικό προϊόν. Στην εισαγωγή, μαθαίνουμε για το σχίνο και τη μαστίχα, την ρητίνη που το 2015 αναγνωρίστηκε ως φυσικό φάρμακο. Στην πρώτη ενότητα ανακαλύπτουμε την παραδοσιακή τεχνογνωσία της μαστιχοκαλλιέργειας. Στην δεύτερη ενότητα παρατηρούμε πώς η διαχείριση της μαστίχας ιστορικά διαμόρφωσε το αγροτικό και οικισμένο τοπίο της νότιας Χίου και των Μαστιχοχωρίων. Στην τρίτη ενότητα ενημερωνόμαστε για τη συνεταιριστική εκμετάλλευση και μεταποίηση της μαστίχας στους νεότερους χρόνους, που σηματοδοτεί ένα σημαντικό κεφάλαιο της παραγωγικής ιστορίας της Χίου. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στις χρήσεις με τις οποίες η μαστίχα σήμερα ταξιδεύει σε όλον τον κόσμο. Η μουσειακή εμπειρία ολοκληρώνεται στην υπαίθρια έκθεση, στην οποία το κοινό έρχεται σε επαφή με το φυτό και το φυσικό περιβάλλον στο οποίο ευδοκιμεί.

Μύλοι της Χίου

Στο βόρειο τμήμα της πόλης της Χίου, στην περιοχή Ταμπάκικα, παλαιά βιομηχανική ζώνη, δεσπόζουν τέσσερις αποκατεστημένοι ανεμόμυλοι. Οι ανεμόμυλοι αυτοί, μαζί με άλλους που υπήρχαν στην ίδια περιοχή, εξυπηρετούσαν τις ανάγκες των γειτονικών βυρσοδεψείων (ταμπάκικων), των εργαστηρίων στα οποία γινόταν κατεργασία δερμάτων στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα. Οι ανεμόμυλοι των Ταμπάκικων, με δύο πατώματα και ύψος περίπου 10 μ., ανήκουν στην κατηγορία του συνήθους πέτρινου μεσογειακού πυργόμυλου και οικοδομήθηκαν μετά τον καταστρεπτικό σεισμό του 1881. Ξεχωριστό τοπόσημο της πόλης της Χίου, οι μύλοι στα Ταμπάκικα αποτελούν για την τοπική κοινωνία της Χίου ένα μνημείο μεγάλης ιστορικής και αισθητικής αξίας.

Μύλοι του Ανέμωνα

Οι ανεμόμυλοι, είναι ζωντανά μνημεία της σύγχρονης ιστορίας του τόπου μας. Εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στη Ρόδο το 12ο ή 13ο αιώνα και στη συνέχεια εξαπλώθηκαν στα νησιά του Αιγαίου και στα παράλια της Μικράς Ασίας. Μάλιστα οι περισσότεροι από αυτούς έχουν χαρακτηριστεί ως αρχαιολογικά και ιστορικά διατηρητέα μνημεία. Στη Χίο ο μεγάλος αριθμός ανεμόμυλων επιβεβαιώνεται από τα γραφόμενα περιηγητών και από τις αναπαραστάσεις τους σε γκραβούρες και συνδέθηκαν με τις εμπορικές δραστηριότητες των Γενοβέζων στο νησί μετά το 1346. Στην περιοχή του Ανέμωνα της Καλλιμασιάς, η οποία σύμφωνα με την παράδοση πήρε το όνομα της από τους δυνατούς ανέμους που πνέουν εκεί, σώζονται σήμερα δύο ανεμόμυλοι που ανήκαν στις οικογένειες Μάντικα και Αφεντή. Κρίνοντας από τη χρήση θυμιανούσικης πέτρας στο πάνω μέρος της εισόδου του, ο ανεμόμυλος του Αφεντή, πιθανότατα χτίστηκε πριν από τον ερχομό των Τούρκων. Σύμφωνα με το κτηματολόγιο του 1907 στην γύρω περιοχή υπήρχαν 10 μύλοι εν ενεργεία ή ερείπια. Οι ανεμόμυλοι του Ανέμωνα ήταν σε λειτουργία μέχρι τη δεκαετία του 1950 όπου και σταμάτησαν να λειτουργούν  λόγω της δημιουργίας ενός μύλου που είχε ως κινητήρια δύναμη το πετρέλαιο. Οι ανεμόμυλοι του Ανέμωνα ηπήρξαν πολύ σημαντικοί για την Καλλιμασιά γιατί μέχρι και πριν λίγες δεκαετίες έδιναν το πολύτιμο αλεύρι για την επιβίωση των κατοίκων της περιοχής.

Πύργος των Δοτίων

Ο Πύργος των Δοτιών βρίσκεται κοντά στο χωριό Πυργί (περιοχή Δότια), στο δρόμο προς την παραλία Βρουλίδια της νότιας Χίου, σε μία περιοχή από τις πιο σημαντικές για την παραγωγή μαστίχας. Το τοπίο είναι πολύ χαρακτηριστικό. Τα χαμηλά σχετικά μαστιχόδεντρα πλαισιώνουν με μοναδικό τρόπο το επιβλητικό μνημείο που είναι πολύ καλό δείγμα αμυντικής της αρχιτεκτονικής της Μεσαιωνικής Χίου. Πρόκειται για ένα Μεσαιωνικό κτίσμα που κατασκευάστηκε στα πλαίσια της γενικής οχύρωσης του νησιού από τους Γενοβέζους στις αρχές του 15ου αιώνα (1410-1415). Εικάζεται ότι πρωταρχικός ρόλος του πύργου ήταν να είναι το κέντρο ελέγχου και συλλογής της παραγωγής μαστίχας που από τότε ήταν πολύ σημαντική για την οικονομία του νησιού. Το τριώροφο κτίσμα, κτισμένο από ανοιχτό γκρίζο ασβεστόλιθο, είναι ερειπωμένο. Διατηρούνται οι τέσσερις τοίχοι του, εκτός από το νότιο που είναι μισογκρεμισμένος. Έχει ορθογώνιο σχήμα, με διαστάσεις 14,28 Χ 15,70 και ύψος 18μ. Με εφτά επάλξεις από την ανατολική και δυτική πλευρά και τέσσερις από τη νότια και βόρεια. Διατηρεί επίσης τα χωρίσματα των εσωτερικών τοίχων του ισογείου και πολλά στοιχεία από τον τρόπο θολοδομίας στον πρώτο και στο δεύτερο όροφο. Ο Πύργος δεν είχε πόρτα στο ισόγειο, όπως συνηθιζόταν για αμυντικούς λόγους, αλλά υποδοχή ελαφριάς κλίμακας στο μεσαίο όροφο. Στο ισόγειο υπάρχουν οπές αερισμού και στον τελευταίο όροφο πολεμίστρες. Περιβαλλόταν από τετράπλευρη περιτείχιση, από την οποία σώζονται τα ίχνη και τα θεμέλια ενός από τα τέσσερα πυργόπουλα που υπήρχαν σε κάθε γωνιά της.

Πηγή πληροφοριών: Chios Photos | by Konstantinos Anagnostou

Πηγή photo slider: commons.wikimedia.org

Ξενοδοχεία

You don't have permission to register