Ανακαλύπτουμε και γνωρίζουμε νέους προορισμούς στην Ελλάδα.

Παραλίες, πόλεις, χωριά, νησιά…

Κρυμμένοι θησαυροί που περιμένουν να τους γνωρίσουμε!!!

Εξερευνώντας…

2810 253861
Ηράκλειο, Κρήτη
info@greecedestination.gr
Νομός Αχαΐας μοναστήρια, εκκλησίες, μονές, ξωκλήσια

Εκκλησίες & Μοναστήρια στο Νομό Αχαΐας

Εκκλησίες & Μοναστήρια στο Νομό Αχαΐας

Μονή Αγίας Ελεούσης

Η Μονή Παναγίας Ελεούσας ή Μονή Αγίας Ελεούσης, όπως ονομάζεται επίσημα και είναι ευρύτερα γνωστή, είναι ορθόδοξη γυναικεία Μονή αφιερωμένη στο Γενέσιον της Θεοτόκου. Βρίσκεται σε υψόμετρο 610 μέτρων περίπου στις βορειοανατολικές υπώρειες του Παναχαϊκού, κοντά στις νότιες απολήξεις της Ζήριας, παραφυάδας του. Πρόκειται για σύγχρονο μοναστήρι, το οποίο ωστόσο είναι άγνωστο πότε δημιουργήθηκε αρχικά, ίσως το 14ο αιώνα ή αργότερα. Η αρχική θέση του μοναστηριού, το λεγόμενο «Παλαιομονάστηρο», βρισκόταν ακριβώς έξω από το χωριό της Πιτίτσας, εκεί όπου βρίσκεται το σπηλαιώδες ναΐδριο της Αναλήψεως που είχε τη χρήση του αρχικού καθολικού (κυρίως ναού) της Μονής. Ωστόσο, το αρχικό μοναστήρι εγκαταλείφθηκε λόγω των δύσκολων συνθηκών του χειμώνα και μεταφέρθηκε στη σημερινή χαμηλότερη θέση. Στο «Παλαιομονάστηρο», όπου παλιότερα διακρίνονταν ερείπια κελιών καθώς και ο ερειπωμένος ναός του Αγίου Χαραλάμπους, σώζονται τοιχογραφίες, η μελέτη της τεχνοτροπίας των οποίων έχει καταλήξει ότι δημιουργήθηκαν πιθανόν στα τέλη του 17ου αιώνα ενώ διαπιστώνεται και ένα δεύτερο στρώμα τοιχογραφιών από τον 18ο αιώνα. Υπάρχουν απόψεις ότι πατριαρχικό σιγίλιο του 1741 αναφέρεται στο μοναστήρι ως μετόχι της Μονής Παναγίας Βλαχέρνας, παλιού μοναστηριού της Ηλείας που τότε υπαγόταν εκκλησιαστικώς στην τότε Μητρόπολη Παλαιών Πατρών. Σύμφωνα με παραδόσεις, στο «Παλαιομονάστηρο» είχαν βρει καταφύγιο γυναικόπαιδα κατά την περίοδο της Επαναστάσεως του 1821, τα οποία πρόδωσε ο Γκολφίνος Λουμπιστάνος προξενώντας το θάνατό τους. Στα 1834 είχε θεωρηθεί Μονή διαλυμένη. Σύμφωνα με επιγραφή το καθολικό της Μονής Αγίας Ελεούσας ανακαινίστηκε το 1854. Μέχρι το 1930 λειτουργούσε ως ανδρώο μοναστήρι, κατόπιν διαλύθηκε και ανασκευάστηκε το 1947· Έκτοτε λειτουργεί ως γυναικείο μοναστήρι. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)

Μονή Αγίας Λαύρας

Η χιλιόχρονη Μονή της Άγιας Λαύρας με την πολυκύμαντη ιστορία της, 5 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της πόλης των Καλαβρύτων, αποτελεί το λίκνο τής εθνικής μας παλιγγενεσίας. Είναι πανελλήνιο εθνικοθρησκευτικό προσκύνημα πρώτου μεγέθους και μια από τις αρχαιότερες Μονές του ελληνικού και κυρίως του πελοποννησιακού χώρου, αληθινό σέμνωμα της περιοχής. Συνδεδεμένη αρχικά με τη Μέγιστη Λαύρα του Άθω διαγράφει αδρομερώς μια ιστορία αντίστοιχη προς τα κατά καιρούς τρία καθολικά της: Παλαιομονάστηρο, Ιστορικός Ναός, Σημερινή Μορφή. Πρώτη μαρτυρία ωστόσο έχουμε την αποτέφρωση της από τους Τούρκους στα 1585. Ξαναχτίζεται το 1600, ενώ οι τοιχογραφίες της τελειώνουν το 1645. Πρόκειται για το Παλαιομονάστηρο, σε απόσταση 300 μ. πιο πάνω από τη σημερινή Μονή, με δίκλιτο σταυρεπίστεγο ναό στο στόμιο σπηλιάς, που σώζει δύο στρώματα τοιχογραφιών. Στη σημερινή θέση η ιστορική Μονή κτίσθηκε πιθανώς το 1689, τρίκογχο, αγιορείτικου τύπου, κτίσμα (μονόκλιτο, με τρούλο χωρίς στηρίγματα) πού διασώζει τοιχογραφίες. Η Μονή δοκιμάζεται το 1715 (Β’ Τουρκοκρατία) και κυρίως στα Ορλωφικά. Πυρπολείται το 1826 από τον Ιμπραήμ, ανοικοδομείται το 1828, με την ίδρυση νέου καθολικού τύπου «βασιλικής με τρούλο», ερειπώνεται με το σεισμό της 24ης Ιουλίου 1844, για να χτιστεί και πάλι το 1850. Νέες διώξεις, εκτελέσεις και καταστροφές είδε το μοναστήρι από τα Ναζιστικά στρατεύματα το Δεκέμβριο του 1943. Έκαψαν τη μονή, λεηλάτησαν τις αποθήκες και εκτέλεσαν τρεις μοναχούς, που δεν είχαν εγκαταλείψει το Μοναστήρι. Οι μοναχοί που είχαν κρυφτεί λίγο πιο μακριά ξαναγύρισαν όταν είχαν απομακρυνθεί τα στρατεύματα, φέρνοντας μαζί τους τα κειμήλια και το λάβαρο που διέσωσαν και άρχισαν ξανά από την αρχή την επισκευή και ανοικοδόμηση. Το 1950, με προσφορές πιστών και ενίσχυση από το κράτος ανοικοδομήθηκε εξ’ ολοκλήρου. Η Μονή στην πορεία της υπήρξε πατριαρχική, σταυροπηγιακή, «βασιλική» και απέκτησε μεγάλη ακίνητη και κινητή περιουσία, ενώ κατά καιρούς προσκολλήθηκαν σ’ αυτήν μικρότερες Μονές (Αγία Τριάς, Φιλοκάλη κ.ά.). Εκείνο όμως που ανέδειξε τη Μονή ως φωτεινό μετέωρο, χωρίς να υποτιμούνται άλλες κατά καιρούς υπηρεσίες της σε εθνικά θεμέλια, είναι το γεγονός ότι υπήρξε το θέατρο πολεμικών γεγονότων της μεγάλης Εξεγέρσεως τού 1821 και διεκδικεί την πρωτοπορία του Αγώνος με την κήρυξη της Ελληνικής Επανάστασης από τον Παλαιών Πατρών Γερμανό, κάτω από το θόλο του Ναού της. Στην εθνική συνείδηση προβάλλει ως πρωταγωνίστρια στο μεγάλο ξεσηκωμό για την απελευθέρωση. Με καμάρι δείχνει το Λάβαρο του ‘21, τα όπλα των Αγωνιστών, τα άμφια του Αρχιεπισκόπου Παλαιών Πατρών Γερμανού – πρωτοστάτη του Αγώνος, έγγραφα, χειρόγραφα, έντυπα, εικόνες, πολύτιμα Ευαγγέλια (όπως της Αικατερίνης Β’ της Ρωσίας) και ιερά σκεύη και άμφια (σταυρός, λειψανοθήκες, Αγία Ποτήρια κ.λπ.) ανυπολόγιστης καλλιτεχνικής και εθνικής αξίας, παρά τις τόσες διώξεις, πυρπολήσεις και καταστροφές της Μονής, που πρόσφερε στον Αγώνα, σε έμψυχο και άψυχο υλικό, όσο καμιά άλλη. Δίκαια λοιπόν αποτελεί σύμβολο ιερό και κιβωτό του νεοελληνισμού. Δίκαια σε περίοπτη θέση, κοντά στη Μονή, στήθηκε μεγαλόπρεπο το «Ηρώο των Αγωνιστών του ’21». Η Αγία Λαύρα διδάσκει τι προσέφεραν οι Μονές στο Έθνος και στις αιώνιες και ακατάλυτες αξίες του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού μας, τόσο σε καλές, όσο και σε δύσκολες ήμερες. Ο πολυτιμότερος θησαυρός που βρίσκεται στο μοναστήρι είναι το Λάβαρο της Ορκωμοσίας των Αγωνιστών του 1821, η πρώτη δηλαδή σημαία του Ελληνικού Έθνους. Επιπλέον, ο Επιτάφιος του 1754 κεντημένος στη Σμύρνη, η εικόνα του Αγίου Γεωργίου κεντημένη στην Κωνσταντινούπολη από την Κωκώνα του Ρολογά, Ευαγγέλιο δωρισμένο από την Αυτοκράτειρα της Ρωσίας Αικατερίνη Β’ τη Μεγάλη, τα χρυσοκέντητα άμφια του Παλαιών Πατρών Γερμανού, εγκόλπια, ξυλόγλυπτοι σταυροί και λειψανοθήκες Αγίων. Επίσης, ξεχωρίζει η κάρα του «Αγίου Αλεξίου του ανθρώπου του Θεού», πολιούχου της Μαρτυρικής Πόλης των Καλαβρύτων, η μνήμη του οποίου τιμάται στις 17 Μαρτίου, και είναι δωρεά του Αυτοκράτορα Εμμανουήλ Παλαιολόγου το 1398. Υπάρχουν επίσης, η κάρα του Αγίου Φιλαρέτου του Ελεήμονος, του Αγίου Παντελεήμονος, της Αγίας Παρασκευής, των Αγίων Αναργύρων, κλπ. Εκτός από τα σημαντικά ιερά κειμήλια και λείψανα που υπάρχουν στην Ιερά Μονή, σημαντικός θησαυρός είναι τα 3.000 έντυπα στη βιβλιοθήκη της. Το αρχαιότερο χρονολογείται από το 1502. Στη συγκρότηση της βιβλιοθήκης συνέβαλαν σημαντικά ο Κύριλλος Λαυριώτης το 1796 και ο Καλαβρυτινός δάσκαλος μοναχός Γρηγόριος Ιωαννίδης το 1929. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Καλαβρύτων)

Μονή Αγίας Τριάδος Λειβαρτζίου

Η Ιερά Μονή Αγίας Τριάδος Λειβαρτζίου είναι ανενεργή σήμερα Ανδρώα Μονή που βρίσκεται κοντά στο χωριό Λιβάρτζι του Δήμου Καλαβρύτων. Είναι χτισμένη σε υψόμετρο 757 μέτρων. Η Μονή ανεγέρθη – ως έχει σήμερα – το 1650. Αγιογραφήθηκε 100 χρόνια αργότερα, από τον εκ Νεζερών αγιογράφο Αντώνιο, που αργότερα χειροτονήθηκε ιερέας. Γνώρισε πολύ μεγάλη ακμή. Σύμφωνα με γραπτές πηγές, στα μέσα του 19ου αιώνα είχε 40 μοναχούς. Επί Τουρκοκρατίας παρείχε μεγάλες υπηρεσίες στο Έθνος ως Κρυφό Σχολειό και διέθετε μεγάλη βιβλιοθήκη. Η παρακμή άρχισε μετά το 1900, ο δε τελευταίος μοναχός πέθανε στη δεκαετία του 1950. Σήμερα είναι σε άριστη κατάσταση και παρέχει τη δυνατότητα διαμονής μοναχού – μοναχών. Στα μέσα της δεκαετίας του 1990 βρέθηκε σφραγίδα του μοναστηριού (του έτους 1698) στη Μονή Ιβήρων του Αγίου Όρους από τον εκεί μοναχό Μάξιμο (από το γειτονικό χωριό Καμενιάνοι). Το 2006 ξεράθηκε και το συνομήλικο με τη Μονή κυπαρίσσι, τεράστιου ύψους. Σημειώνεται ότι η Μονή πολλά χρόνια πριν βρισκόταν στη θέση «Θουγέικα» (του Λειβαρτζίου), απ’ όπου «μετακόμισε» λόγω της περιορισμένης έκτασης του εδάφους. Η Μονή είναι γνωστή σε όλη την ευρύτερη περιοχή της Αχαΐας. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)

Μονή Αγίου Αθανασίου

Η Μονή βρίσκεται εντός του δάσους που αποτελείται από δέντρα δρυός, ελιάς και πρίνους, ανάμεσα στα χωριά Λευκάσιο και Φίλια. Η ηλικία της ξεπερνά τα 350 έτη. Είναι διώροφη και αποτελείται από 50 κελιά μοναχών. Ο ναός είναι βασιλική τρίκλητος μετά τρούλου. Τα υλικά με τα οποία χτίστηκε, προέρχονται κατά κύριο λόγο από τον αρχαίο Κλείτορα. Η Μονή υπήρξε εστία και ορμητήριο στον ξεσηκωμό του 1821. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Καλαβρύτων)

Μονή Αγίου Γεωργίου

Η Μονή του Αγίου Γεωργίου  βρίσκεται κοντά στο Μάνεσι Καλαβρύτων. Ανεγέρθη το 12ο με 14ο αιώνα. Κάτωθεν του Ιερού Ναού υπάρχει καταφύγιο το οποίο στα χρόνια της τουρκοκρατίας χρησιμοποιείτο ως Κρυφό Σχολειό, καθώς και στα χρόνια της ιταλογερμανικής κατοχής 1941 – 1944 ως ασφαλές καταφύγιο των κατοίκων του Μανεσίου. Από τα Γενικά Αρχεία του Κράτους προκύπτει ότι και η  Μονή του Αγίου Γεωργίου με τους κατοίκους του  Μανεσίου και των γύρω χωριών Μπούμπουκα, Κρυονερίου, Τρεχλούς, Λαπάτας, Άνω και Κάτω Βλασίας και Μποντιάδων συνέβαλαν στον αγώνα του 1821 για την ελευθερία της πατρίδας από τον τουρκικό ζυγό. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Καλαβρύτων)

Μονή Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου Βερίνου Αιγιαλείας

Η Ιερά Μονή Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, στο χωριό Βερίνο Αχαΐας, είναι χτισμένη στο ομώνυμο βουνό Αγιάννης, μια από τις παραφυάδες του Παναχαïκού, σε υψόμετρο 900 μέτρων. Το Μοναστήρι είναι γνωστό και σήμερα ως Άγιος Ιωάννης των Τσετσεβών, από τον Τσετσεβό, παρακείμενο εγκαταλελειμμένο οικισμό, και υπάγεται στην Ιερά Μητρόπολη Καλαβρύτων και Αιγιαλείας. Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας ήταν Μονή ενοριακή και περιλαμβανόταν στα όρια της Μητροπόλεως Παλαιών Πατρών. Η Ιερά Μονή πανηγυρίζει την 8η Μαΐου: του Αγίου Αποστόλου και Ευαγγελιστού Ιωάννου του Θεολόγου και την 26η Σεπτεμβρίου: Μετάστασις Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου. (Πηγή πληροφοριών: Ιερά Μητρόπολις Καλαβρύτων & Αιγιαλείας)

Μονή Αγίου Νικολάου

Πολύ κοντά στην Άνω Βλασία υπάρχει ένας απότομος λόφος πνιγμένος στα έλατα. Στην κορυφή του (υψόμετρο 1.180 μ.) βρίσκεται η Ιερά Μονή Αγίου Νικολάου η οποία χτίστηκε πιθανότατα το 10ο αιώνα από ερημίτες, που οι παραδόσεις λένε ότι ήρθαν από το Άγιο Όρος μαζί με τους συνασκητές τους. Ο πρώτος καλόγερος μάλιστα είδε στον ύπνο του θεϊκό όραμα που του όριζε ακριβώς τη θέση στον ελατοσκέπαστο λόφο για να χτιστεί η μονή. Η Μονή Αγίου Νικολάου στα χρόνια του Βυζαντίου απέκτησε δύναμη και πλούτο από τις δωρεές ευσεβών χριστιανών της περιοχής αν και η φήμη της λόγω διαφορών θαυμάτων είχε πάει πολύ μακριά, προσελκύοντας όμως και διάφορους επιδρομείς, τους οποίους ούτε τα τείχη της μονής ούτε τα φρούρια στους γειτονικούς λόφους Χαρκόσκαλα και Αγνελοκάστρι μπόρεσαν να σταματήσουν. Η μονή τρεις φορές έγινε στάχτη και τρεις φορές ξαναχτίστηκε. Τελευταία ανακαίνιση στο καθολικό της έγινε το 1892. Η πιο σημαντική γνωστή στιγμή στην ιστορία της υπήρξε η εμπλοκή της στην πολύνεκρη μάχη της Βλασίας, στον τελευταίο εμφύλιο πόλεμο. Γύρω από τη μονή βρίσκονταν οι δυνάμεις του 617ου συντάγματος πεζικού με διοικητή τον Αντισυνταγματάρχη Σταύρο Δρακουλαράκο και στο δάσος βρίσκονταν οι δυνάμεις των ανταρτών του Δημοκρατικού Στρατού. Στις 23 Ιουλίου 1948 ξέσπασε η επίθεση γύρω από το μοναστήρι και για οκτώ ώρες Έλληνες σκότωναν Έλληνες. Στο τέλος οι αντάρτες υποχώρησαν αφήνοντας 68 περίπου νεκρούς, ενώ οι δυνάμεις του Εθνικού Στρατού (οι οποίες χρησιμοποίησαν τη μονή ως καταφύγιο) έχασαν 10 άντρες. Τις τραγικές στιγμές της μάχης και τις ακόμη τραγικότερες εικόνες που ακολούθησαν διατήρησαν στη μνήμη τους για πολλές δεκαετίες οι Βλασιώτες. Το μνημείο της μάχης με τα ονόματα των πεσόντων βρίσκεται σε ένα μικρό κοιμητήριο στο νότιο προαύλιο της μονής, πάνω από το γκρεμό. Η Μονή Αγίου Νικολάου είναι πρόσφατα ανακαινισμένη. Η βασιλική με τον ωραίο τρούλο, που αποτελεί το καθολικό της, δεσπόζει στο κέντρο της αυλής. Όμως, το μεγαλύτερο ενδιαφέρον συγκεντρώνει το παμπάλαιο παρεκκλήσι της Γέννησης της Θεοτόκου και το θησαυροφυλάκιο της μονής όπου, μεταξύ άλλων κειμηλίων, φυλάσσεται και το παλιό ξυλόγλυπτο τέμπλο του καθολικού. Ο επισκέπτης – προσκυνητής θα απολαύσει από την κορυφή του λόφου, στο πλάτωμα της μονής, μια μοναδική πανοραμική θέα προς τις κορυφές του Ερύμανθου, στην κοιλάδα του Σελινούντα, καθώς και στα δάση της Σκαφιδιάς και του Καλλιφωνίου. Στο σημείο αυτά υπάρχει μια πέτρινη πηγή που στο πεζούλι της αναγράφεται ο πιο όμορφος από τους θρύλους της μονής:  «Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας ο τοπικός Aγάς έκλεψε όλα τα πρόβατα της μονής και τα κατέβασε στο Κατάκολο για να τα πουλήσει στα απέναντι νησιά. Όμως το πλοίο με τα κλεμμένα ζώα δεν έφευγε από την ακτή και ο καπετάνιος ρώτησε αν τα ζώα είναι βακούφικα (δηλαδή μοναστηριακά), οπότε και θα έπρεπε να βγουν έξω για να μπορέσει να φύγει το πλοίο. Αυτό έγινε και το πλοίο απέπλευσε αφού βγήκε και το τελευταίο κλεμμένο ζώο από τη Μονή του Αγίου Νικολάου. Το κοπάδι πήρε το δρόμο της επιστροφής, οδηγούμενο από μια σκοτεινή ανδρική μορφή. Το επόμενο πρωί οι καλόγεροι, που είχανε ήδη δεηθεί στον Άγιο Νικόλαο για την επιστροφή των ζώων, είδαν το κοπάδι να κοιμάται έξω από τη μάντρα της μονής. Το θαύμα είχε γίνει και ο Αγάς εντυπωσιασμένος από τη δύναμη του Αγίου, δώρισε στη μονή ένα ασημένιο καντήλι με ένα καραβάκι κρεμασμένο επάνω του, το οποίο βρίσκεται σήμερα κρεμασμένο πάνω από την ιερή πύλη». (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Καλαβρύτων)

Μονή Αγίων Θεοδώρων

Στην πλαγιά μιας παραφυάδας του Ολονού της περιοχής Αροανίας, μόλις 30′ ψηλότερα από το χωρίο Αναστάσοβα βρίσκεται η Μονή των Αγίων Θεοδώρων. Είναι φωλιασμένη στην πλαγιά του βουνού Ζέμπι, σε υψόμετρο 1000 μ. περίπου. Το Μοναστήρι είναι το καύχημα της γύρω περιοχής, που το περιβάλλει με στοργή και φροντίδα από της ίδρυσής του. Είναι μία ελκυστική, πραγματικά μοναστική όαση, μακριά από θορύβους και τουριστικές επισκέψεις. Τη Μονή των Αγίων Θεοδώρων επισκέπτονται κυρίως ευσεβείς προσκυνητές, για να ενισχύσουν την πίστη τους στο Θεό και τις ιστορικές τους μνήμες. Απ’ όλα τα στοιχεία που έχουν συλλέξει όλοι οι ερευνητές της Μονής, η ίδρυση της τοποθετείται, γύρω στο 1724. Υπάρχει όμως και η άποψη ότι η ιστορία της αρχίζει το 1.000 – 1.100 μ.Χ. Δυστυχώς δεν υπάρχουν γραπτά στοιχεία. Από το 1724 γνωρίζουμε την πορεία της Μονής από κώδικες και πολλές επιγραφές στα κτίσματα της. Έτσι το 1724 γίνεται ανακαίνιση της Μονής από τον Ηγούμενο Συμεών από το κοντινό χωριό Αγρίδι. Πάνω από την είσοδο του Καθολικού Ναού υπάρχει σχετική επιγραφή. Στη συνέχεια γνωρίζει περιόδους ακμής και παρακμής, όπως πολλές Μονές του Ελλαδικού χώρου και κυρίως κατά την διάρκεια της Τουρκοκρατίας, από τις βαριές φορολογίες και διώξεις των Τουρκαλβανών της περιοχής. Η Iερά Mονή των Aγίων Θεοδώρων μετά την απελευθέρωση είχε πολλά χρέη. Όμως η πνευματική ακτινοβολία της Μονής και η μεγάλη της προσφορά στην πατρίδα κατά τα δύσκολα χρόνια της σκλαβιάς, ενίσχυσαν περισσότερο την αγάπη των γύρω κατοίκων, ώστε με τα πολλά αφιερώματα, κάλυψαν όχι μόνο τα χρέη και τις ελλείψεις, αλλά στολίστηκε η Μονή με καινούργια κτίρια. Το 1973 η Μονή έκλεισε, ύστερα από τη δολοφονία του Ηγούμενου και υποτακτικού του από Ιερόσυλους ληστές, για λίγο διάστημα. Την άνοιξε και πάλι ο μοναχός και ηγούμενος αυτής Νικόδημος Παπαγιαννόπουλος, για να ξανακλείσει το 1982 μετά το θάνατο αυτού. Το 1984 η Μονή μετατρέπεται σε γυναικεία, όπου εγκαταβιώνουν σ’ αυτή 6 μοναχές. Για μία δεκαετία η Ιερά Μονή των Αγίων Θεοδώρων ανακαινίζεται και παρέχει με επιτυχία την μαρτυρία της πίστεως προς την κοινωνία. Το Μάρτιο του 1992, η γυναικεία αυτή αδελφότης αδικαιολόγητα εγκαταλείπει τη Μονή. Όμως σύντομα, τον Οκτώβριο του 1993, η Μονή μετατρέπεται και πάλι σε ανδρώα μοναστική αδελφότητα. Για λίγο διάστημα η Ιερά Μονή παρέμεινε κλειστή, στις 25 Ιουνίου 2012 εγκαταστάθηκε στην Ιερά Μονή Αγίων Θεοδώρων Αροανίας ομάδα δοκίμων μοναζουσών οι οποίες βιώνουν το ευσεβές φρόνημα της Εκκλησίας και τις παραδόσεις του Ορθόδοξου Κοινοβιακού Μοναχισμού και αποφάσισαν να αφιερωθούν και επανδρώσουν την ορεινή Ιερά Μονή Αγίων Θεοδώρων Αροανίας. Η προσφορά της Μονής στον Αγώνα του 1821 ήταν σημαντική. Για το λόγο αυτό η Ελληνική Πολιτεία αναγνώρισε με επίσημα έγγραφα τις θυσίες και τις προσφορές των μοναχών της. Η Ιερά Μονή ήταν το κέντρο των «Φιλικών» της περιοχής. Πολλές φορές έγινε ορμητήριο πολλών αγωνιστών για μάχες που γινόταν στην περιοχή Σοποτού, Λειβαρτζίου, Λάλα, Πούσι, Καλαβρύτων. Επίσης ήταν τροφοδότης σε τρόφιμα και χρήματα, ακόμη με εκποιήσεις τιμαλφών αντικειμένων της και με δάνεια. Για την αλήθεια των ανωτέρω διασώζονται 27 επιστολές από 21 οπλαρχηγούς με ανάλογο περιεχόμενο. Ιδιαίτερη όμως ήταν η προσφορά της Μονής στην καλλιέργεια των Ελληνικών γραμμάτων και στη διατήρηση της άσβεστης φλόγας για την λευτεριά του σκλαβωμένου γένους. Στο παρεκκλήσιο του Προδρόμου λειτουργούσε «Κρυφό Σχολειό» στο οποίο τα επαρχιωτόπουλα μάθαιναν τα πρώτα γράμματα και μετά, πολλά απ’ αυτά συνέχιζαν στη σχολή του Σοποτού που ιδρύθηκε το 1796. Μάλιστα η Ιερά Μονή Αγίων Θεοδώρων, σύμφωνα με τα έγγραφα που διασώθηκαν έστελνε βιβλία, πλήρωνε δασκάλους της Σχολής Σοποτού και έστελνε υπότροφους στην υψηλού επιπέδου Ριζάρειο Εκκλησιαστική Σχολή. Οι πιο πολύτιμοι θησαυροί της Μονής είναι οι επτά λειψανοθήκες με τα Ιερά λείψανα των Αγίων Θεοδώρων και 21 άλλων Αγίων της Εκκλησίας μας, όπως Αγίου Παντελεήμονα, Αγίου Ιωάννη Χρυσοστόμου, Αγίου Ευθυμίου, Αγίων Αναργύρων, Αγίου Μηνά κ.α. Πολλά κειμήλια στη Μονή δεν υπάρχουν. Τα περισσότερα φυλάσσονται στη Μονή Πεντέλης Αττικής και στο Μουσείο της Μητρόπολης Καλαβρύτων και Αιγιαλείας. Στη Μονή υπάρχουν ένα Ευαγγέλιο ΙΗ’ αιώνα με ασημοστόλιστο κάλυμμα, μερικά λειτουργικά βιβλία μεγάλης παλαιότητας, δύο εικόνες των Αγίων Θεοδώρων και της Παναγίας. Η πρώτη φέρει χρονολογία 1769 και απεικονίζονται με στρατιωτικές στολές. Η δεύτερη είναι αχρονολόγητη και γύρω της εικονίζονται οι 24 οίκοι δηλαδή σκηνές από την ζωή της Θεοτόκου. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Καλαβρύτων)

Μονή Αγίων Πάντων

Πλησίον του χωριού Βελημάχι της Τριταίας και περιτριγυρισμένο από θαυμάσιο δάσος, λειτουργεί το ομώνυμο μοναστήρι, η ανέγερση του οποίου συνδέεται με θρύλους και παραδόσεις. Στην αρχή η Μονή χτίστηκε εκεί όπου είναι σήμερα η Μονή Ταξιαρχών στη ρίζα του Ερύμανθου. Οι δύσκολες καιρικές συνθήκες εξανάγκασαν τους μοναχούς να κατέβουν προς τα κάτω και έχτισαν τη Μονή στη θέση Άγιος Αντώνιος απέναντι από τη σημερινή της θέση. Αλλά και η νέα θέση δε συνέβαλε στην ομαλή λειτουργία της Μονής. Η σημερινή Μονή θα πρέπει να οικοδομήθηκε μεταξύ των ετών 1715 – 1728 από τον ιερομόναχο Νεκτάριο, στον οποίο οι παραδόσεις αποδίδουν σπουδαίες ικανότητες, ακόμα και θαυματουργικές. Λίγο μετά την ίδρυσή της (1748), η Μονή αναγνωρίστηκε ως σταυροπηγιακή. Με το πέρασμα του χρόνου, απέκτησε πνευματικούς δεσμούς με το Μοναστήρι της Αγίας Αικατερίνης του Σινά. Το 1755 της παραχωρήθηκε το Μετόχι του Αγίου Γεωργίου. Οι ελάχιστοι καλόγηροι από το Σινά που μόναζαν στο Μετόχι έφυγαν το 1777. Μετά από παρέμβαση των Σιναϊτών μοναχών, κατά μια παράδοση, προστατεύθηκε η Μονή από τις τοπικές τουρκικές αρχές, με διάταγμα του Σουλτάνου. Βέβαια για το θέμα της προστασίας της Μονής από το Σουλτάνο υπάρχουν διάφορες παραδόσεις. Αξιόλογη είναι η εικονογράφηση των τριών ναών που βρίσκονται στο εσωτερικό της Μονής: Ευαγγελιστρίας, Αγίου Ιωάννου, Αγίων Πάντων. Μάλιστα, πριν από μερικά χρόνια στην Ιερά Μονή έγιναν από το Υπουργείο Πολιτισμού εργασίες αναστήλωσης των εξωτερικών της χώρων, αλλά και των κελιών. Η Ιερά Μονή γιορτάζει την Κυριακή των Αγίων Πάντων μετά πάσης θρησκευτικής λαμπρότητας. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Ερυμάνθου)

Μονή Μεγάλου Σπηλαίου

Η Ιερά Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου βρίσκεται στο 10ο χιλιόμετρο του δρόμου Καλαβρύτων – Πούντας – Ε.Ο. Πατρών – Αθηνών. Τρεις λόγοι έκαναν το Μέγα Σπήλαιο να κατέχει μια από τις πιο εξέχουσες θέσεις ανάμεσα στα γνωστότερα Μοναστήρια του ελληνικού χώρου: το τοπίο, η εφέστια εικόνα της Σπηλαιώτισσας και το αδούλωτο φρόνημα των μοναχών. Κολλημένο πεισματικά σε ένα ευρύχωρο σπήλαιο (απ’ όπου και το όνομα του), στη βάση πελώριου, απειλητικού, κάθετου βραχώδους συγκροτήματος τού Χελμού σε υψόμετρο 940 μ., προκαλεί δέος και θαυμασμό με τη μοναδικότητα του. Η σπηλαιώδης διαμόρφωσή του προσδιόρισε τελικά και την αρχιτεκτονική μορφή του. Η Μονή υψώνεται σήμερα οκταόροφη και παρόλο πού έχασε το παλιό ιδιαίτερο ύφος της, δεν έπαυσε να καθηλώνει και τον πιο αδιάφορο επισκέπτη. Το καθολικό, σκαμμένο στο βράχο, είναι Ναός σταυροειδής εγγεγραμμένος με δύο νάρθηκες. Ο κύριος Ναός διατηρεί τις τοιχογραφίες του 1653, αξιόλογα μαρμαροθετήματα στο δάπεδο, ξυλόγλυπτο τέμπλο, παλαιότερο άμβωνα κ.λπ., ενώ στο νάρθηκα οι τοιχογραφίες ανάγονται στις αρχές του 19ου αιώνα. Στο Ναό αυτό φυλάσσεται η εικόνα της Παναγίας, που αποδίδεται κατά την παράδοση στον Ευαγγελιστή Λουκά, ελαφρώς παραμορφωμένη από τις κατά καιρούς πυρκαγιές τής Μονής (840, ανάκτηση 1285, 1400, 1640, ανακαίνιση το 1641, νέα πυρκαγιά το 1934). Είναι τύπου «Βρεφοκρατούσης», δουλεμένη με κερί και μαστίχα σε σανίδα. Αν και η Μονή καταστράφηκε τελείως, ωστόσο τα υπάρχοντα κειμήλια – που φυλάσσονται σε πρόσφατα άριστα διευθετημένο νέο σκευοφυλάκιο – ανάγουν το νου και την ψυχή στο Θείο, στον παλαιό πλούτο της Μονής και στην προσφορά του Μεγάλου Σπηλαίου προς το Έθνος. Ελάχιστοι γνωρίζουν ότι η Μονή διατηρούσε πυριτιδαποθήκη, ώστε όχι μόνο να έχει υλικό για τον Αγώνα, αλλά και όταν θα ήταν επιβεβλημένο, να γίνονταν ολοκαύτωμα, παρά δούλοι οι μοναχοί της. Τέλος, σώζονται στη Μονή μικρά κανόνια τού Αγώνα. Αλλά και στην Κατοχή (Δεκέμβριος τού 1943), οι μοναχοί πλήρωσαν τη θηριωδία των Ναζί, καταληστεύεται η Μονή, καίγονται όσα κελιά γλύτωσαν την πυρκαγιά τού 1934, θανατώνονται 16 άτομα (μοναχοί, υποτακτικοί και προσκυνητές). Άλλους 9 μοναχούς, οι Ναζί τους θανάτωσαν ρίχνοντάς τους από τη θέση «Ψηλός Σταυρός». Στο Μουσείο της Μονής υπάρχουν πολλά άξια θαυμασμού ιερά και εθνικά κειμήλια: εθνικές στολές, σιγγίλια, χειρόγραφα με εξαίρετες μικρογραφίες, πολύτιμοι καλλιτεχνικότατοι χρυσοί σταυροί με τίμιο ξύλο, ιερά σκεύη, μεγάλης αξίας εικόνες, χαλκογραφίες, επτανησιακό τέμπλο, ωραίο δισκίο, εξαπτέρυγα, το ωμοφόριο του Χρύσανθου Νοταρά, επιτάφιοι, αντιμήνσια, προσωπογραφίες κ.α. Σε ειδικό παρεκκλήσιο παρουσιάζονται άλλες εικόνες, λειψανοθήκες (κάρες των ιδρυτών τής Μονής) κλπ., ενώ σε άλλη στεγάζεται η βιβλιοθήκη της Μονής, που σώζει ακόμη δεκάδες παλαιότυπα. Από τα αξιοθέατα οι μοναχοί συνήθως δείχνουν στον επισκέπτη το «Τρύπιο Λιθάρι» (οπή απ’ όπου διέρχεται το φως τού ήλιου μόνο στις δύο ισημερίες του), το τεράστιο βαρέλι «Αγγελής» (χωρητικότητας 10.000 περίπου κιλών) και στην απέναντι κορυφή το «1821» γραμμένο από την ίδια τη φύση. Δίκαια, λοιπόν, η φήμη του Μοναστηριού είχε ξεπεράσει τα σύνορα της Πελοποννήσου. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Καλαβρύτων)

Μονή Νοτενών

Πλησίον του Σκιαδά, σε μία από τις πλαγιές του Ερύμανθου, είναι χτισμένη η Μονή που έλαβε το όνομά της, κατά μια εκδοχή, από την οικογένεια Νότηδων, η οποία συνέδραμε στην ανέγερσή της, ή από την αλβανική μορφή της λέξεως Παναγιώτης (Νότης). Είναι ανδρώα μονή, αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Η αρχική μονή των Νοτενών χτίστηκε μάλλον το 16ο αι. (1530) πάνω από την σημερινή μονή, κοντά στην κορυφή του βουνού. Σήμερα απόκεινται σε σωρούς λίθων τα κελιά της πρώτης αυτής μονής, ωστόσο διακρίνεται ο περίβολος αυτών. Υπάρχει επίσης παλαιός ναός αφιερωμένος στην Παναγία, που είναι στηριγμένος πάνω σε αρχαίο ναό, μάλλον του Απόλλωνα, του οποίου διασώζονται κίονες, κιονόκρανα και άλλα αρχιτεκτονικά μέλη. Ο ναός της Παναγίας έχει ύψος 3 μέτρων, δεν έχει παράθυρα και έχει εξαίρετες τοιχογραφίες του 17ου αι. και κάτω απ’ αυτές άλλες παλαιότερες, αγίων, από τις οποίες σώζονται 3- 4. Ο κυρίως ναός στη βάση και σ’ όλο το μήκος του έχει χτιστεί με εξαιρετικά μεγάλους, τέλεια ορθογωνισμένους και επεξεργασμένους λίθους, σαφέστατα από σηκόν αρχαίου ελληνικού ναού. Τη σκεπή στηρίζουν βυζαντινά τόξα και ο ναός χωρίζεται σε τρία ισομεγέθη μέρη (ιερό – κυρίως ναό – νάρθηκα). Η πλάκα επίσης της Αγίας Τραπέζης πατάει πάνω σε εξαιρετικά καλοδιατηρημένο ημίεργο δωρικό κιονόκρανο. Λόγω των δυσμενών καιρικών συνθηκών που επικρατούσαν εκεί και των σφοδρών ανέμων, οι μοναχοί εγκατέλειψαν τη μονή αυτή και κατέβηκαν 500 περίπου μέτρα πιο κάτω, όπου έχτισαν τη Νέα Μονή. Ο ναός της μονής λόγω κατολισθήσεων γκρεμίστηκε και διασώθηκε μόνο το κωδωνοστάσιο, κτίσμα του 1833 όπως αναγράφεται σ’ αυτό. Στη θέση του οικοδομήθηκε νέος ναός αφιερωμένος στον Άγιο Γεράσιμο. Το 1902 χτίστηκε ναός έξω από τον περίβολο της μονής όπου φυλάσσεται η θαυματουργός εικόνα της Παναγίας της Νοτενιώτισσας με αργυρά επένδυση. Έχει ωραίο ξυλόγλυπτο τέμπλο και παλαιές εικόνες. Είναι ρυθμού Βασιλικής με μικρό κωδωνοστάσιο επί της οροφής αυτού. Τον Απρίλιο του 1821 φέρεται ότι οι Τούρκοι σύλησαν τη μονή και για να εκδικηθεί την προσβολή συνεπλάκη μαζί τους και φονεύθηκε ο Δελή Γιώργης του Γιαννιά. Μετά την απελευθέρωση του Έθνους, η Μονή δε διαλύθηκε, αλλά κρίθηκε διατηρητέα, γιατί είχε έσοδα και ιστορία. Για το σκοπό αυτό, το έτος 1837 έγιναν πολλές επισκευές από τις καταστροφές που είχε υποστεί και τον Οκτώβριο του 1838 παραχωρήθηκε σ’ αυτήν το διαλυμένο μονύδριο του Αγίου Ιωάννου του Βαπτιστού το επιλεγόμενο του Νίκαβα. Κατά το παρελθόν ήταν πλούσια με πολλούς μοναχούς, ενώ σήμερα έχει μόνο ένα μοναχό. Στη μονή έζησε και ετάφη, κατά το 17ο αι., ο παπα-Ιωακείμ, του οποίου η καταγωγή ήταν από το χωριό Σκιαδά. Σύμφωνα με επιγραφή ευρισκομένη σε χειρόγραφο της μονής Νοτενών ο παπα-Ιωακείμ αφού έχτισε την μονή της Παναγίας στη Δίβρη, ήρθε στη μονή Νοτενών και έγινε καθηγούμενος. Μετά όμως την παρέλευση ετών παραιτήθηκε από το αξίωμα αυτό και αποσύρθηκε σ’ ένα σπήλαιο ψηλότερα της νέας μονής όπου και ασκήτευσε. Εντός του σπηλαίου αυτού σήμερα υπάρχει ναός αφιερωμένος στον Άγιο Ιωακείμ. Σήμερα στη μονή βρίσκονται λίγα λείψανά του (αφού πολλά έχουν κλαπεί) παρέχοντα πλήθος ιαμάτων στους τιμώντας τη μνήμη του. Η μονή πανηγυρίζει στις 23 Αυγούστου (απόδοση εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου) και στις 3 Ιουλίου (μνήμη του προστάτου της Αγίου Ιωακείμ). (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Ερυμάνθου)

Μονή Παναγίας Μακελλαριάς

Στη δεξιά όχθη του ποταμού Σελινούντα και απέναντι από το χωριό Λαπαναγοί και σε απόσταση 30 χιλ. από την πόλη των Καλαβρύτων ορθώνεται το μοναστήρι της Μακελλαριάς, το οποίο είναι αφιερωμένο στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Χτίστηκε από το στρατηγό του Ιουστινιανού Βελισσάριο το 532 μ.Χ., όπως φαίνεται από επιγραφή που σώζεται μέχρι σήμερα, ώστε να εξιλεωθεί από τη σφαγή κατά την περίφημη «Στάση του Νίκα» στην Κωνσταντινούπολη. Στο μέσο του μοναστηριού είναι χτισμένος ο ναός της Παναγίας, βυζαντινού ρυθμού, σταυροειδής με ωραίο ξυλόγλυπτο τέμπλο, πάνω στο οποίο βρίσκεται η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας. Είναι έργο βυζαντινής εποχής που θαυμάζεται από όλους, γιατί όπου κι αν σταθεί ο προσκυνητής τα μάτια Της είναι γυρισμένα προς αυτόν. Το μοναστήρι καταστράφηκε από τους Τούρκους το 1458, και ανακαινίστηκε από τον ιερομόναχο Νεόφυτο. Το αρχικό όνομα του μοναστηριού ήταν Παναγία η Λιθοστρωτιώτισα, επειδή είναι χτισμένο πάνω σε βράχο. Το όνομα «Μακελλαριά» το μοναστήρι το πήρε από το μακελειό που έγινε, όταν πήγαν να το κατακτήσουν οι Τούρκοι το 1458. Μετά από πολλές ημέρες πολιορκίας κατάφεραν να καταλάβουν το μοναστήρι και να σκοτώσουν τους μοναχούς και τους υποτακτικούς που βρίσκονταν εκεί. Μετά την καταστροφή οι πατέρες αποφάσισαν να χτίσουν το μοναστήρι χαμηλότερα σε μια σπηλιά για να προστατεύονται από τις καιρικές συνθήκες. Οι άνθρωποι του συνεργείου που ανέλαβε την κατασκευή του, έβρισκαν κάθε πρωί τα κτίρια τους χαλασμένα και τα εργαλεία τους πάνω στο βράχο που είναι το σημερινό μοναστήρι. Μετά από συζητήσεις και διαφωνίες αποφάσισαν να χτίσουν εκεί που ήταν τα υλικά και τα εργαλεία τους. Ανοίγοντας τα θεμέλια βρήκαν ένα χωμάτινο κιούπι με λάδι, το οποίο σώζεται μέχρι και σήμερα, και την εικόνα της Παναγίας. Σε επόμενη επίθεση των Τούρκων, η παράδοση θέλει τους Τούρκους να απωθούνται από τους μοναχούς και τους υποτακτικούς που βρίσκονταν εκεί και τον ηγούμενο της μονής να κάνει συμφωνία με το στρατηγό των Τούρκων πως, αν σπάσει το καντήλι που θα πετάξουν στο βράχο, τότε θα παραδοθούν, αν όμως δεν σπάσει θα γυρίσουν να φύγουν χωρίς να κάψουν το μοναστήρι. Έτσι κι έγινε, πέταξε ο ηγούμενος το καντήλι της Παναγίας στο βράχο, κατέβηκαν δυο Τούρκοι στρατιώτες και το βρήκαν να κρέμεται από ένα κλαδί ενός δέντρου. Το ανέβασαν στο στρατηγό τους και εκείνος με τη σειρά του τήρησε τη συμφωνία που είχε κάνει με τον ηγούμενο και έφυγαν χωρίς να κάψουν το μοναστήρι. Ο πολυτιμότερος θησαυρός του μοναστηριού είναι η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας και το κιούπι με το θαυματουργό λάδι. Επίσης, καρυοφύλλια, γιαταγάνια, κουμπούρες των οπλαρχηγών και παλικαριών της ξακουστής μάχης της Καυκαριάς, με τα οποία κατατρόπωσαν τον Ιμπραήμ το 1827 και στολές των αγωνιστών του 1821. Σημαντικά κειμήλια του μοναστηριού έχουν κλαπεί από τη ληστεία που έγινε το Σεπτέμβριο του 1980, τα οποία είναι: α) Τ’ Άχραντα Πάθη, που περιλαμβάνουν ένα κιτίο χειροποίητο από σύρμα χρυσό πλεγμένο στη Ρωσία, Βυζαντινής τέχνης, που εντός του φυλάσσονταν τεμάχιο από το ακάνθινο στεφάνι, τεμάχιο της χλαμύδας και κομμάτια τιμίου ξύλου και σπόγγου, β) Επίχρυσες και χρυσές λειψανοθήκες με ιερά λείψανα 150 Αγίων, γ) Ιερά Ευαγγέλια επίχρυσα και αργυρά του 15ου και 16ου αιώνα, δ) Εικόνες φορητές του 16ου και 17ου αιώνα, και ε) Στολές χειροποίητες χρυσοκέντητες από την Ρωσία. Αξίζει να αναφέρουμε ότι σε μικρή απόσταση από τη Μονή, ο επισκέπτης ακολουθώντας ένα μικρό μονοπάτι οδηγείται στο μικρό εκκλησάκι της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος. Είναι φτιαγμένο μέσα σε ένα μικρό σπήλαιο λίγο πιο χαμηλά από το σημερινό μοναστήρι. Όλο το χρόνο ρέει αστείρευτα από το βράχο «αγίασμα». (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Καλαβρύτων)

Μονή Πεπελενίτσης

Απέναντι από τη Μονή Ταξιαρχών βρίσκεται η γυναικεία Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου, η «Ελπίς των Απελπισμένων» η Πεπελενίτσα (πεπέλστακτη), κτισμένη στα ριζά ενός βραχώδους συγκροτήματος γεμάτου με κισσούς. Ο ποταμός Σελινούντας χωρίζει τη Μονή Ταξιαρχών από τη Μονή Πεπελενίτσας. Χτίστηκε την ίδια περίπου εποχή με τη Μονή Ταξιαρχών, το 15ο αι. και έχει σχεδόν παράλληλη ιστορία. Κατά την παράδοση κτιτόρισσα ήταν η Ελένη, αδελφή του οσίου Λεοντίου, ή η ομώνυμη κόρη του Θωμά του Παλαιολόγου. Το 1772 η Μονή καίγεται από τους Τουρκαλβανούς. Το 1807 η Μονή γίνεται Σταυροπηγιακή, ενώ παλαιότερα ήταν μετόχι της Μονής Ταξιαρχών. Η ιερά Μονή εόρταζε στις 25 Αυγούστου. Υπέστη, όμως, μεγάλη καταστροφή και το 2007 από τη μεγάλη πυρκαγιά, που κατέκαυσε την Αιγιάλεια. Διασώθηκε μόνο ο πέτρινος ναός. (Πηγή πληροφοριών: Ιερά Μητρόπολις Καλαβρύτων & Αιγιαλείας)

Μονή Πορετσού

Η Μονή Πορετσού είναι αφιερωμένη στην Παναγία την Πορετσιώτισα και είναι χτισμένη ανάμεσα στους δύο οικισμούς Αγράμπελα (Πορετσό) και Πλατανίτσα (Γερμοτσάνι), σε υψόμετρο 900 μ., δίπλα στον Ερύμανθο ποταμό και γιορτάζει στις 15 Αυγούστου. Η παράδοση μας λέει ότι, το Μοναστήρι αυτό, αρχικά, είχε χτιστεί σε άλλη θέση και συγκεκριμένα στα όρια των Αγραμπέλων και Κρυόβρυσης, στη θέση Παναγιά. Σήμερα, εκεί, υπάρχει ένα μικρό εκκλησάκι της Παναγίας. Το Μοναστήρι αυτό, κατά την παράδοση, κάηκε και χτίστηκε στην θέση που βρίσκεται σήμερα από τον Σπήλιο Κοκλώνη, Άρχοντα του Πορετσού. Το μοναστήρι είναι φτωχό από κειμήλια και ιερά σκεύη, λόγω των λεηλασιών που έχει δεχτεί. Σώζονται, ένας χειρόγραφος κώδικας των τεσσάρων Ευαγγελίων σε μεμβράνη, ένα δίπτυχο χειρόγραφο του 1698 του Ηγουμένου Σεραφείμ και 18 φύλλα χειρόγραφα σε μεμβράνη βγαλμένα από κώδικα άλλης μονής. Η Μονή διαθέτη μεγάλη κτηματική περιουσία βοσκοτόπων στα Αγράμπελα. Στα περιουσιακά στοιχεία της Μονής ανήκει ο Νερόμυλος και η Νεροτριβή. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Καλαβρύτων)

Μονή Ταξιαρχών Αιγιαλείας

Η Ιερά Μονή Ταξιαρχών Αιγιαλείας βρίσκεται σε απόσταση 15 χιλιομέτρων νότια του Αιγίου, στους πρόποδες του όρους Κλωκού. Ψηλότερα, σε απόσταση ενός χιλιομέτρου βρίσκεται η Παλαιά Μονή Ταξιαρχών Αιγιαλείας, το λεγόμενο Παλαιομονάστηρο, το οποίο ιδρύθηκε από τον όσιο Λεόντιο τον Μονεμβασιώτη στα τέλη του 14ου αιώνα. Οι Δεσπότες του Μυστρά Θωμάς και Δημήτριος Παλαιολόγος ενίσχυσαν οικονομικά τη Μονή χτίζοντας πολλά οικοδομήματά της. Η είσοδος στη Μονή γίνεται μέσω ενός πυλώνα με καταχύστρες. Στο επίπεδο του εκτεταμένου ανδήρου, όπου αναπτύσσονται τα κύρια οικοδομήματα, τοποθετείται το Καθολικό. Στο νότο, εφαπτόμενο στο Καθολικό, βρίσκεται το Νότιο παρεκκλήσι. Βόρεια του Καθολικού σε ένα επίπεδο χαμηλότερο υπάρχει ένα ακόμη ναΰδριο, το Βόρειο παρεκκλήσι. Μεγάλη λίθινη κλίμακα με ξύλινο το τελευταίο της τμήμα, κατασκευασμένη το 1810, οδηγεί στο ψηλότερο επίπεδο της Μονής, όπου τοποθετούνται σε επάλληλες στάθμες το ασκητήριο του οσίου Λεοντίου, ένας μονόχωρος καμαροσκέπαστος ναός, της Ανάστασης, και ο τάφος του οσίου. Και οι τέσσερεις ναοί του μοναστηριακού συγκροτήματος ήταν κατάγραφοι με τοιχογραφίες υψηλής ποιότητας που χρονολογούνται στην Ύστερη Βυζαντινή Περίοδο. (Πηγή πληροφοριών: Υπουργείο Πολιτισμού)

Πηγή photo slider: commons.wikimedia.org

Ξενοδοχεία

You don't have permission to register