Ανακαλύπτουμε και γνωρίζουμε νέους προορισμούς στην Ελλάδα.

Παραλίες, πόλεις, χωριά, νησιά…

Κρυμμένοι θησαυροί που περιμένουν να τους γνωρίσουμε!!!

Εξερευνώντας…

2810 253861
Ηράκλειο, Κρήτη
info@greecedestination.gr
Νομός Ρεθύμνου εκκλησίες, μοναστήρια, μονές, ξωκλήσια

Εκκλησίες & Μοναστήρια στο Νομό Ρεθύμνου

Εκκλησίες & Μοναστήρια στο Νομό Ρεθύμνου

Εκκλησίες

Αγία Άννα (Αμάρι)

Ο αλλοιωμένος σήμερα, μονόχωρος Ναός της Αγίας Άννας, σε μικρή απόσταση νότια του οικισμού του Αμαρίου, είναι ένας από τους πιο γνωστούς της Κρήτης, εξαιτίας των πολύ πρώιμα χρονολογημένων λίγων τοιχογραφιών του, στα 1225, στην κόγχη του ιερού. Οι έρευνες των τελευταίων χρόνων για τη μεσοβυζαντινή Κρήτη μας δίδουν τη δυνατότητα να θεωρήσουμε τον διάκοσμο ως μία καλή επιβίωση της μνημειακής τέχνης του 12ου αι., ενώ οι πρόσφατες αναστηλωτικές επεμβάσεις στο μνημείο έχουν προσθέσει σημαντικά νέα στοιχεία και για την αρχιτεκτονική του. Ο ναός ήταν αρχικά μονόχωρος, ξυλόστεγος, με απλή διάρθρωση των εξωτερικών επιφανειών. Από την πρώτη φάση σώζονται ο ανατολικός, ο νότιος και ο δυτικός τοίχος. Ο βόρειος, με τα χαρακτηριστικά οξυκόρυφα τυφλά αψιδώματα, ανακατασκευάστηκε στις αρχές του 14ου αι., πιθανόν μετά το σεισμό του 1303, ενώ το δυτικό τμήμα του Ναού ανακατασκευάστηκε μετά από νέα κατάρρευση. Ο νότιος τοίχος είναι κτισμένος εσωτερικά εξολοκλήρου από πλίνθους και εξωτερικά από κοινή τοιχοποιία με παρεμβολή οστράκων. Η εσωτερική του επιφάνεια διαμορφώνεται πλαστικά από τρία τοξωτά αψιδώματα, από τα οποία το ένα είναι διαμπερές και τα άλλα έχουν τροποποιηθεί σε μικρότερο μέγεθος. Τρία, μονόλοβα, τοξωτά παράθυρα, ψηλά στον νότιο τοίχο, επιβεβαιώνουν ότι ο Ναός ήταν αρχικά ξυλόστεγος. Στην κόγχη του ιερού σώζονται λίγες παραστάσεις. Στο τεταρτοσφαίριο εικονίζεται η Δέηση με τον Χριστό ένθρονο, την Παναγία στον τύπο της Αγιοσορίτισσας και τον Πρόδρομο. Στον ημικύλινδρο της κόγχης εικονίζονται οι κρητικοί ιεράρχες Απόστολος Τίτος και Ανδρέας Κρήτης, καθώς και σε μικρότερη κλίμακα αρχάγγελοι με ριπίδια εκατέρωθεν του Μελισμού. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Αμαρίου)

Αγία Παρασκευή (Ασωμαθιανός κάμπος)

Βόρεια της Μονής Ασωμάτων υπάρχει ο σταυροειδής με τρούλο Ναός της Αγίας Παρασκευής, που ανακατασκευάστηκε κατά το μεγαλύτερο μέρος του τον 19ο αιώνα. Στη βόρεια κεραία του σταυρού, που σώζεται από τον αρχικό ναό, είναι ενσωματωμένος τάφος με τη μορφή αρκοσολίου. Στο τύμπανο εικονίζεται σε υπερμεγέθη κλίμακα στηθαίος ο Παντοκράτορας και χαμηλά σε μικρότερη κλίμακα δύο ζεύγη αφιερωτών. Οι εικονιζόμενοι αριστερά είναι ο Γεώργιος Χορτάτζης και η σύζυγός του. Στην όψη της κτιστής σαρκοφάγου εικονίζεται σκηνή κυνηγιού. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Αμαρίου)

Αγία Τριάδα και Άγιος Ιωάννης Θεολόγος (Παντάνασσα)

Βόρεια του χωριού Παντάνασσα βρίσκεται ο εντυπωσιακός Ναός αφιερωμένος στον Άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο και στην Αγία Τριάδα. Η εκκλησία είναι δίχωρη καμαροσκέπαστη και οικοδομήθηκε το 1645 από τον ιερωμένο Μανώλη Βλαστό. Στην πρόσοψη διακρίνονται οι δυο είσοδοι με γοτθικά στοιχεία στα περιθυρώματα και συστοιχία εφυαλωμένων πινακίων πάνω από τη βόρεια πύλη. Επίσης, ένα λίθινο δίλοβο καμπαναριό σώζεται αποσπασματικά στο ανώτερο μέρος του δυτικού τοίχου. Στο εσωτερικό του Ναού ο διατηρημένος θολωτός τάφος του 1594 φαίνεται να προϋπήρχε στο χώρο και πιθανολογείται ότι ανήκε σε κάποιο μέλος της οικογένειας Βλαστού ή ότι εκεί βρίσκεται θαμμένος ο Μπαρότσι λόγω του γράμματος «Β» που βρίσκεται στο εξωτερικό του. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Αμαρίου)

Άγιος Αντώνιος (Βένι)

Πάνω από το χωριό Βολιώνες, στην ανατολική πλευρά του λόφου Βένι, σώζεται ο σπηλαιώδης Ναός του Αγίου Αντωνίου -μετόχιο της Μονής Αρκαδίου- γύρω από τον οποίο σώζονται τα ερείπια των κελιών που τεκμηριώνουν την παρουσία μοναχών σε προηγούμενες περιόδους. Εκεί, φτάνει κανείς ακολουθώντας είτε χωμάτινο-τσιμεντένιο δρόμο που εκκινεί από τον οικισμό Βολιώνες, είτε μονοπάτι, το οποίο περνάει μέσα από μια καταπράσινη διαδρομή με υπέροχη θέα. Στο εσωτερικό του Ναού, που είναι λαξευμένο στο βράχο, έχει τοποθετηθεί οστεοφυλάκιο με κρανία των μοναχών. Επίσης εντός του ίδιου σπηλαίου έχουν εντοπιστεί διάσπαρτα όστρακα κεραμικής που χρονολογούνται στη μινωική, κλασική και ελληνιστική εποχή, καταδεικνύοντας τη μακραίωνη χρήση του ως τόπου λατρείας. Η πρώτη γνωστή γραπτή μαρτυρία, προέρχεται από βενετικό έγγραφο (νοταριακή πράξη) του 1627. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Αμαρίου)

Άγιος Αντώνιος (Μεσονήσια)

Το μικρό Ιερό Ναό συναντάμε πάνω από τον κεντρικό δρόμο στην ανατολική έξοδο του χωριού Μεσονήσια. Χρονολογείται στην Ενετική περίοδο και αποτελεί ένα μονόκλιτο ναό με σαμαρωτή στέγη ασβεστόχριστο χωρίς να διακρίνονται τοιχογραφίες. Στα περιθυρώματα των ανοιγμάτων του ναού μπορεί κανείς να εντοπίσει τις επιδράσεις του γοτθικού ρυθμού. Ο τελευταίος εισάγεται στην Κρήτη από τη Δύση το 16ο αιώνα. Επίσης, στο εσωτερικό του Ναού υπάρχει σκαλιστό ξυλόγλυπτο τέμπλο και φορητές εικόνες του 18ου και 19ου αιώνα, ενώ στο δάπεδο κατά τη περίοδο συντήρησης του Ναού ευρέθησαν τρεις τάφοι που ανήκαν πιθανότατα σε μοναχούς της εγκαταλειμμένης μονής που υπάρχει στα ανατολικά του. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Αμαρίου)

Άγιος Αντώνιος (Πατσός)

Ο μικρός σπηλαιώδης ναός γνωστός και ως Σπηλιάρα του Πατσιώτικου φαραγγιού διαμορφώνεται σε μια βραχοσκεπή, σ’ ένα κοίλωμα των βράχων στην ανατολική πλαγιά του Πατσιώτικου φαραγγιού, το οποίο συναντάει κανείς 400 μ. από τη νότια είσοδό του σε υψόμετρο 490 μέτρων. Ο δυτικός του τοίχος είναι χτιστός, ενώ ο ανατολικός τοίχος και τμήμα της σαμαρωτής οροφής αποτελούν μέρος του φυσικού βράχου. Κατά την αρχαιότητα υπήρξε στο σημείο αυτό υπαίθριο ιερό του Κραναίου Ερμή. Πλήθος αρχαιολογικών ευρημάτων που έχουν εντοπιστεί εδώ και  χρονολογούνται από τα τέλη της εποχής του Χαλκού μέχρι και τους ρωμαϊκούς χρόνους, επιβεβαιώνουν τη λατρευτική χρήση του χώρου πολλούς αιώνες πριν από την εμφάνιση του Χριστιανισμού. Σήμερα ο Ναός, αφιερωμένος στον προστάτη των παιδιών, είναι ιδιαίτερα αγαπητός στους πιστούς, οι οποίοι έρχονται εδώ να προμηθευτούν με αγίασμα, το οποίο στάζει από την οροφή του σπηλαίου. Τη λαοφιλία του αγίου μαρτυρούν άλλωστε και τα πολυάριθμα τάματα που καλύπτουν τα τοιχώματα του βράχου. Επίσης, κάθε χρόνο στις 17 Ιανουαρίου, ανήμερα της εορτής του, συρρέει στον Ναό πλήθος κόσμου, για να τιμήσει τον Άγιο Αντώνιο. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Αμαρίου)

Άγιος Γεώργιος (Βισταγή)

Τον συναντάμε στο κέντρο του χωριού Βισταγή, κοντά στη δίκλιτη εκκλησία αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου και στον Άγιο Χαράλαμπο και δίπλα στο Λαογραφικό Μουσείο. Ο μονόχωρος καμαροσκέπαστος ναός, χρονολογείται αρχές του 15ου αιώνα, με το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των Ενετικών εφυαλωμένων πινακίων, 40 στην κύρια (νότια) όψη του και 3 κάτω από το καμπαναριό (δυτική όψη). (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Αμαρίου)

Άγιος Γεώργιος (Καθεδρικός Ναός) (Φουρφουράς)

Από βιβλία που περιλαμβάνονται στο αρχείο του Ιερού Ναού λαμβάνουμε την πληροφορία ότι το χτίσιμο του Ναού άρχισε στις 25 Μαρτίου 1865 με πρωτομάστορα τον Ηλία Μοσχάκη από τον Μέρωνα Αμαρίου και τα εγκαίνια έγιναν στις 3 Νοεμβρίου 1873. Στη θέση της κεντρικής κολώνας του σημερινού Ναού βρισκόταν, σύμφωνα με την προφορική παράδοση, η Αγία Τράπεζα παλαιότερου μικρότερου Ναού αφιερωμένο στον Άγιο Γεώργιο. Περιμετρικά του παλαιού Ναού, δηλαδή στο χώρο του σημερινού Ναού, υπήρχε το κοιμητήριο του τότε οικισμού. Το 1995 ανυψώθηκε σε καθεδρικό Ναό της Ιεράς Μητροπόλεως Λάμπης Συβρίτου και Σφακίων. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Αμαρίου)

Άγιος Γεώργιος Ξιφηφόρος (Αποδούλου)

Ο μονόχωρος, καμαροσκέπαστος Ναός του Αγίου Γεωργίου του Ξιφηφόρου βρίσκεται σε αγροτική τοποθεσία βόρεια του χωριού Αποδούλου. Από τον προγενέστερο ναό που υπήρχε στην ίδια θέση σώζεται ο βόρειος τοίχος και ο ανατολικός με την αψίδα του ιερού. Σε επόμενη φάση προστέθηκε νότια ένα ακόμη κλίτος το οποίο κατέρρευσε. Από το δεύτερο κλίτος διασώθηκε ο βόρειος τοίχος με τρία οξυκόρυφα, τυφλά αψιδώματα. Στο κεντρικό αψίδωμα υπάρχει η είσοδος στον Ναό με οξυκόρυφο ανακουφιστικό τόξο το οποίο έφερε παράσταση του Αγίου Γεωργίου. Στους πλάγιους τοίχους του σωζόμενου ναού ανοίγονται ανά τρία, τυφλά, οξυκόρυφα αψιδώματα. Χαμηλά στους τοίχους εικονίζονται παραστάσεις ολόσωμων αγίων. Στα τυφλά αψιδώματα υπάρχουν οι παραστάσεις της Κοίμησης της Θεοτόκου και των έφιππων Αγίων Δημητρίου και Γεωργίου. Ο Άγιος Γεώργιος κρατά στο δεξί χέρι ξίφος -εξ ου το επίθετο ξιφηφόρος- και φέρει έξεργο φωτοστέφανο. Ακολουθεί μία ζώνη με στηθαίους αγίους σε ορθογώνια πλαίσια και σκηνές από τον κύκλο του αγίου Γεωργίου. Από τον ευαγγελικό κύκλο διακρίνονται στην καμάρα οι παραστάσεις της Ανάληψης, της Υπαπαντής, της Μεταμόρφωσης, της Προδοσίας, του Λίθου, ενώ στο ιερό αυτή της Ανάληψης. Στο τεταρτοσφαίριο της κόγχης εικονίζεται ο Παντοκράτορας και στον ημικύλινδρο συλλειτουργούντες ιεράρχες ενώπιον του Μελισμού. Ο διάκοσμος αποδίδεται σε ένα λαϊκό ζωγράφο των μέσων του 14ου αι., ο οποίος γνώριζε ιδιαίτερα καλά τις εικονογραφικές εξελίξεις της Παλαιολόγειας τέχνης. Στον ίδιο καλλιτέχνη οφείλεται η διακόσμηση των Ναών της Παναγίας στο Σμιλέ Αμαρίου και της Παναγίας στο Ρουσοσπίτι Ρεθύμνου. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Αμαρίου)

Άγιος Γεώργιος (Μελισσουργάκι)

Ο ναός του Αγίου Γεωργίου βρίσκεται στην πλατεία στο κέντρο του οικισμού, και ανήκει στον απλό, μονόχωρο, καμαροσκεπή τύπο που επιχωριάζει στην κρητική ύπαιθρο. Η εξωτερική του εμφάνιση (πόρτες, παράθυρα, δυτική πρόσοψη, καμπαναριό) φανερώνει μια σημαντική μεταρρύθμιση που έγινε το 1902, με την προσθήκη ενός νάρθηκα στο αρχικό σχέδιο. Μέχρι και το τέλος της δεκαετίας του 1960, ο ναός ήταν επιχρισμένος εσωτερικά με ένα παχύ στρώμα ασβεστοκονιάματος, το οποίο και αφαιρέθηκε με τις εργασίες της αρχαιολογικής υπηρεσίας. Μια δεύτερη επέμβαση, με στόχο τον καθαρισμό των τοιχογραφιών, έγινε από την 28η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων το 2007. Ο εικονογραφικός διάκοσμος είναι εν μέρει διατηρημένος. Διατάσσεται σε επάλληλες ζώνες, μέσα σε ορθογώνιους πίνακες που ορίζονται από κεραμόχρωμες ταινίες. Η θεματολογία των τοιχογραφιών αντλείται από τον ευαγγελικό, τον λειτουργικό και τον αγιολογικό κύκλο. Συγκεκριμένα: Στο τεταρτοσφαίριο της αψίδας του ιερού εικονίζεται ο Παντοκράτορας σε προτομή, ευλογώντας, και κρατώντας κλειστό κώδικα (Δέηση). Στον ημικύλινδρο της αψίδας, ιεράρχες τελούν τον μελισμό, την εικαστική απόδοση του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας. Στην καμάρα που καλύπτει το ιερό αναπτύσσεται η Ανάληψη, ενώ στα πλευρικά τοιχώματα απεικονίζονται ιεράρχες και διάκονοι και τέσσερις σκηνές: η εμφάνιση του Ιησού στις Μυροφόρες και το όραμα του αγίου Πέτρου Αλεξανδρείας (νότιος τοίχος), ο Λίθος και η θυσία του Αβραάμ (βόρειος τοίχος). Στον νότιο τοίχο του κυρίως ναού μπορούμε να διακρίνουμε κομμάτια της γεννήσεως, της υπαπαντής του Χριστού, της παραβολής των δέκα παρθένων και σκηνές από τη Δευτέρα Παρουσία. Στο βόρειο τοίχο σώζονται η προδοσία του Ιούδα, ο ελκόμενος επί σταυρού, η σταύρωση, η εις Άδου κάθοδος, θραύσματα από τη δυσπιστία του Θωμά και χορωδίες των αγίων από την Τελευταία Κρίση. Στην τρίτη ζώνη μεταξύ των δύο πλευρικών τοιχωμάτων απεικονίζονται σκηνές από το συναξάρι του Αγίου Γεωργίου, ενώ οι περισσότερες από τις όρθιες μορφές της τέταρτης ζώνης καταστράφηκαν λόγω του ανοίγματος δύο μεγάλων παραθύρων. Αξίζει να τονιστεί ότι η τοιχογραφία του «Ελκόμενου επί Σταυρού», αποτελεί μοναδική περίπτωση για την ορθόδοξη αγιογραφική παράδοση: Ο Σίμων ο Κυρηναίος ιστορείται (ζωγραφίζεται) ως άγιος με φωτοστέφανο να μεταφέρει τον σταυρό του Κυρίου, εν αντιθέσει με την κρατούσα ορθόδοξη αγιογραφική παράδοση η οποία ιστορεί τον Σίμωνα όχι όμως ως άγιο, δηλ. χωρίς φωτοστέφανο. Ανάμεσα στις τοιχογραφίες υπάρχουν λατινικά χαράγματα από προσκυνητές της ιταλικής οικογένειας των Γκρίτι, κατόχων του τίτλου της βενετικής ευγένειας. Η υψηλή ποιότητα και το ύφος των τοιχογραφιών τις ταξινομεί μεταξύ των καλύτερων παραδειγμάτων της τάσης που παρατηρείται στα τέλη του 14ου – και τις αρχές του 15ου αιώνα στην Κρήτη. Οι τοιχογραφίες στο Μελισσουργάκι, σε σύγκριση με ανάλογα μνημεία, και κυρίως με τον Άγιο Γεώργιο στον Αρτό (1401), θα μπορούσαν να τοποθετηθούν κατά την τελευταία δεκαετία του 14ου αιώνα (αγιογραφίες της Α’ ενετικής περιόδου). Με υπουργική απόφαση ο ναός έχει κηρυχθεί ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)

Άγιος Ευτύχιος (Χρωμοναστήρι)

Στη θέση Περδίκη Μετόχι, βρίσκεται ο μονόκλιτος, σταυροειδής με τρούλο ναός του Αγίου Ευτυχίου. Πρόκειται για κατάγραφο ναό με τοιχογραφίες του 11ου μ.Χ. αι. Ο λαϊκός ανατολίζων ζωγράφος έδωσε στα έργα του ισορροπία, συμμετρία και αίσθηση μακαριότητας. Καταπλήσσουν οι πελώριοι οφθαλμοί των αγίων και ιδιαίτερα του Χριστού. Μελετητές αναφέρουν ότι ο έντονα λαϊκός αυτός χαρακτήρας των αγιογραφιών δυσκολεύει την ακριβέστερη χρονολόγησή τους, αποδίδει όμως το μέσο επίπεδο «μιας επαρχιακής τέχνης του 11ου αιώνα, όπως διαμορφώθηκε από την εξάσκησή της τοπικά, παρά την αναφορά της σε κάποια πρότυπα κέντρα». Ο ναός έχει ενταχθεί σε πρόγραμμα προστασίας και ανάδειξης μεσοβυζαντινών μνημείων. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)

Άγιος Ιωάννης Φώτη (Γερακάρι)

Πάνω στην επαρχιακή οδό Απόστολων-Νιθαυρίου, στη θέση «Φώτης» ανατολικά του χωριού Γερακάρι, είναι κτισμένος ναός αφιερωμένος στον Άγιο Ιωάννη. Η μικρή εκκλησία οικοδομήθηκε το 13ο αι. στον τύπο του καμαροσκέπαστου ναού, ενώ αργότερα προστέθηκε ο τρουλαίος νάρθηκας και το νότιο καμαροσκέπαστο κλίτος, το οποίο έχει σήμερα καταρρεύσει. Στο εσωτερικό του διατηρείται ο τοιχογραφικός διάκοσμος ακέραιος, η τεχνοτροπία του οποίου είναι όμοια με αυτήν που συναντούμε στους Ναούς της Αγίας Άννας Αμαρίου και της Αγίας Μαρίνας Καλογέρου. Περιμετρικά από το Ναό σώζονται ερείπια μοναστηριακών εγκαταστάσεων, καθώς και ένα μικρό νεκροταφείο. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Αμαρίου)

Άγιος Νικόλαος (Μέρωνας)

Σε μια κατάφυτη τοποθεσία κοντά στο χωριό Μέρωνας, δίπλα από το οικοτουριστικό κάμπινγκ βρίσκεται το μικρό υστεροβυζαντινό εκκλησάκι αφιερωμένο στον Άγιο Νικόλαο. Πρόκειται για ένα μονόχωρο ναό, με  σαμαρωτή στέγη και κωδωνοστάσιο πάνω από τη λιτή είσοδο στην πρόσοψη. Εσωτερικά έφερε πλούσιο τοιχογραφικό διάκοσμο, ο οποίος χρονολογείται μετά τα μέσα του 13ου αι. και από τον οποίο σώζονται σήμερα με αρκετές φθορές οι τοιχογραφίες στον χώρο του ιερού. Εντύπωση προκαλεί η ρωμαλέα μορφή του Χριστού στο κέντρο της Δέησης που εικονογραφείται στο τεταρτοσφαίριο της αψίδας, ακριβώς πάνω από την καθιερωμένη παράσταση του Μελισμού των Αποστόλων και τους συλλειτουργούντες ιεράρχες. Στην καμάρα του ιερού εικονίζεται η παράσταση της Ανάληψης του Σωτήρα, όπως επιβεβαιώνει διατηρημένη επιγραφή, με το Χριστό καθήμενο μέσα σε ανοιχτόχρωμη δόξα, την οποία κρατούν τέσσερεις άγγελοι. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Αμαρίου)

Άγιος Νικόλαος και Αγία Άννα (Ελένες)

Εντός του μικρού οικισμού Ελένες βρίσκεται ο δίκλιτος σήμερα Βυζαντινός ναός αφιερωμένος στον Άγιο Νικόλαο και στην Αγία Ελένη. Οικοδομήθηκε κατά τη Β’ Bυζαντινή περίοδο, στα μέσα του 13ου αιώνα, ενώ τοιχογραφήθηκε μερικούς αιώνες αργότερα, το 1609. Από τον τοιχογραφικό διάκοσμο του Ναού, σημαντικό μέρος καταστράφηκε το 1780, όταν κατεδαφίστηκε η νότια πλευρά του κτιρίου με σκοπό την ανέγερση του δευτέρου κλίτους που είναι αφιερωμένο στην Αγία Άννα. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Αμαρίου)

Άγιος Παντελεήμονας (Μέρωνας)

Στο κέντρο του οικισμού Μέρωνας, σε μια τοποθεσία με καταπληκτική θέα βρίσκεται ο ναός του χωριού, αφιερωμένος στον Άγιο Παντελεήμονα. Είναι μια δίκλιτη καμαροσκέπαστη εκκλησία, κατασκευασμένη το 19ο αιώνα με ένα εντυπωσιακό κωδωνοστάσιο που δεσπόζει στο χωριό. Το πυργοειδές καμπαναριό, ορθώνεται πάνω από τη βόρεια είσοδο του Ναού και εφάπτεται με τον τοίχο της αντίστοιχης όψης. Κάθε χρόνο στις 27 Ιουλίου, ανήμερα της εορτής του Αγίου Παντελεήμονα, ο Ναός πανηγυρίζει. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Αμαρίου)

Αγίου Πνεύματος (Παντάνασσα)

Το Ναό τον συναντάμε σε μια υπέροχη τοποθεσία, πάνω στην κορυφή ενός χαμηλού και καταπράσινου λόφου δυτικά του οικισμού Παντάνασσα και σε μικρή απόσταση από αυτόν. Γύρω από την εκκλησία διαμορφώνεται ένας επιμελημένος αύλειος χώρος με δέντρα, ο οποίος προσφέρει ανεμπόδιστη θέα 360 μοίρες προς την κατάφυτη κοιλάδα του Αμαρίου, το φράγμα των Ποταμών και τον Ψηλορείτη. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Αμαρίου)

Αγίου Πνεύματος (Πετροχώρι)

Στις νοτιοδυτικές παρυφές του οικισμού Πετροχώρι είναι χτισμένη η μεγάλη δίκλιτη εκκλησία αφιερωμένη στο Άγιο Πνεύμα, η οποία οικοδομήθηκε τον 19ο αι. πάνω στα ερείπια αρχαιότερου. Η κύρια είσοδος του Ναού στον βόρειο τοίχο φέρει εντυπωσιακό πώρινο περιθύρωμα με διπλούς παραστάδες και αετωματική επίστεψη πάνω από το υπέρθυρο. Η σωζόμενη επιγραφή στην κόγχη επίστεψης, ενημερώνει τον επισκέπτη για το έτος ανέγερσης του Ναού, το 1892. Ακριβώς από πάνω προβάλει ένα τρίλοβο καμπαναριό, ενώ υπάρχει και δεύτερο πυργοειδές κωδωνοστάσιο πίσω από τη νότια κόγχη της εκκλησίας το οποίο κατασκευάστηκε μεταγενέστερα. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Αμαρίου)

Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου (Απόστολοι)

Τον συναντάμε εισερχόμενοι στους Αποστόλους, νότια πάνω από τον περιφερειακό δρόμο, προχωρώντας στον ανηφορικό δρόμο με σκαλοπάτια. Πρόκειται για την κεντρική εκκλησία του χωριού, η οποία είναι αφιερωμένη στους Αγίους Αποστόλους Πέτρο και Παύλο. Οικοδομήθηκε το 1880, ενώ η κατασκευή του κωδωνοστασίου ολοκληρώθηκε το 1905. Στον βόρειο τοίχο η πλευρική είσοδος και το παράθυρο πλαισιώνονται με εντυπωσιακό πώρινο περιθύρωμα, ενώ πάνω από το παράθυρο προβάλει τρίλοβο  καμπαναριό της εκκλησίας. Στη βορειοδυτική πλευρά του περιβόλου υπήρχε παλαιότερο μικρό εκκλησάκι το οποίο δεν σώζεται πια. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Αμαρίου)

Αρχάγγελος Μιχαήλ (Καρδάκι)

Το μικρό κοιμητηριακό εκκλησάκι αφιερωμένο στον Αρχάγγελο Μιχαήλ συναντάμε δυτικά του οικισμού Καρδάκι, σε απόσταση 150μ. περίπου από το κέντρο του, στη θέση Αστράτηγος. Ο μονόχωρος αυτός ναός ανεγέρθηκε, πιθανώς, στα μέσα του 13ου αι. και αρχικά είχε ημικυκλική χτιστή οροφή, το μεγαλύτερο τμήμα της οποίας κατέρρευσε αργότερα. Στα μέσα του 20ού αι., το κτίριο επισκευάστηκε πρόχειρα από τους κατοίκους του χωριού. Τότε κατασκευάστηκε η διαρρήχτη στέγη πάνω από τον κυρίως ναό στη θέση της παλιάς καμάρας και προστέθηκε το μονόλοβο καμπαναριό πάνω από την κύρια είσοδο του ναού στο δυτικό τοίχο. Στο εσωτερικό η εκκλησία ήταν κατάγραφη, με τοιχογραφίες που χρονολογούνται στα τέλη του 13ου αι. και είναι από τις παλαιότερες σωζόμενες στην Κρήτη. Σήμερα βρίσκονται σε καλή κατάσταση μόνο όσες είναι εντός του ιερού Βήματος, πιθανώς επειδή στο σημείο αυτό διατηρήθηκε η στέγη, ενώ ο διάκοσμος του κυρίως ναού, ο οποίος έμεινε ακάλυπτος κι εκτεθειμένος για πολλά χρόνια, φέρει εκτενείς καταστροφές. Από τις πιο εντυπωσιακές τοιχογραφίες που μπορεί να δει κάποιος είναι ο Χριστός στο τεταρτοσφαίριο της αψίδας, που εικονίζεται στον τύπο του Παντοκράτορα πάνω από τους Συλλειτουργούντες Ιεράρχες στην κόγχη του Ιερού. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Αμαρίου)

Αφέντης Χριστός (Βολεώνες)

Ο μονόχωρος καμαροσκέπαστος ναός είναι αφιερωμένος στη Μεταμόρφωση του Σωτήρα και βρίσκεται περιτριγυρισμένος από δέντρα σε μικρή απόσταση βορειοανατολικά του χωριού Βολεώνες. Χρονολογείται στα μέσα του 14ου αιώνα και στο εσωτερικό του σώζονται τοιχογραφίες παλαιολόγειας επιρροής, οι οποίες ανάγονται στα χρόνια της πρώιμης Ενετοκρατίας. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Αμαρίου)

Αφέντης Χριστός (Μοναστηράκι)

Στην καρδιά του οικισμού Μοναστηράκι συναντάμε την εκκλησία του Αφέντη Χριστού, αφιερωμένη στη Μεταμόρφωση του Σωτήρα Χριστού. Ο ναός παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς στο περίτεχνο κωδωνοστάσιο, που βρίσκεται πάνω από την κύρια είσοδο του ναού στο νότιο τοίχο, υπάρχει μια βενετσιάνικη καμπάνα του 1585, η οποία φέρει παραστάσεις του Σταυρωμένου, της Παναγίας, του Αγίου Ιωάννη του βαπτιστή και του Αγίου Σεβαστιανού. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Αμαρίου)

Θεοτόκος (Πατσός)

Στο κέντρο του οικισμού της Πατσού σώζονται σε μεγάλο ύψος τα ερείπια του Ναού της Παναγίας. Πρόκειται για μεσοβυζαντινό κτίσμα στον αρχιτεκτονικό τύπο του σταυροειδούς με τρούλλο και τριμερή νάρθηκα. Η σωζόμενη αρχική νότια όψη διαμορφώνεται πλαστικά με τυφλά αψιδώματα από λίθους και πλίνθους. Ο Ναός κατέρρευσε και ανακατασκευάστηκε στις αρχές του 14ου αι. στον ίδιο αρχιτεκτονικό τύπο, με έντονα όμως τα δυτικά στοιχεία. Η αψίδα του ιερού βήματος μετατράπηκε σε ορθογώνια, με σύνθρονο και ενισχυτικά βεργία που ξεκινούν από το δάπεδο. Ο τρούλλος στηριζόταν σε τέσσερις πεσσούς από λαξευτό πωρόλιθο με στρογγυλεμένες ακμές και τα γωνιαία διαμερίσματα καλύπτονταν από φουρνικά. Η τοιχοποιία είναι απλούστερη, χωρίς διακοσμητικά στοιχεία. Το δάπεδο αποτελείται από ορθογώνιες πλάκες πωρόλιθου, τοποθετημένες διαγώνια. Ο τοιχογραφικός διάκοσμος σήμερα έχει αποτοιχιστεί στο μεγαλύτερο μέρος του. Από το ιερό προέρχονται οι παραστάσεις της Ανάληψης, της Κοινωνίας των Αποστόλων και συλλειτουργούντες ιεράρχες. Στον υπόλοιπο ναό σώζονται παραστάσεις ολόσωμων αγίων, σκηνές από τον χριστολογικό κύκλο και τον βίο του Αγίου Νικολάου. Πρόκειται για έργο ενός πολύ ικανού συνεργείου ζωγράφων που συνδέονται με τις σύγχρονες εξελίξεις της Παλαιολόγειας τέχνης και ειδικότερα με τη λεγόμενη Μακεδονική Σχολή. Η ανακαίνιση και τοιχογράφηση του Ναού της Παναγίας πιθανόν συνδέεται με τη δράση της οικογένειας των Καλλεργών, μετά την υπογραφή της Συνθήκης με τους Βενετούς το 1299. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Αμαρίου)

Κοίμηση της Θεοτόκου (Πλατάνια)

Ο Ναός της Παναγίας στα Πλατάνια Αμαρίου είναι χτισμένος στον αρχιτεκτονικό τύπο του μονόχωρου, καμαροσκέπαστου με ημικυλινδρική καμάρα που ενισχύεται από δύο σφενδόνια, τα οποία πατούν σε πεσσούς. Περιμετρικά του Ναού υπάρχει χαμηλό πεζούλι. Ο Ναός διασώζει τοιχογραφικό διάκοσμο, έργο δύο ζωγράφων. Ο πρώτος, που ακολουθεί καθυστερημένα λαϊκές συντηρητικές τάσεις του 13ου αι., διακόσμησε το ανατολικό τμήμα του Ναού με τις παραστάσεις του Παντοκράτορα και των συλλειτουργούντων ιεραρχών ενώπιον του Μελισμού στην κόγχη, τους διακόνους Στέφανο και Ρωμανό τον Μελωδό, τον Ευαγγελισμό και το Μανδήλιο ανάμεσα σε στηθάρια, με τους θεοπάτορες Ιωακείμ και Άννα στα μέτωπα του ανατολικού τοίχου, καθώς και την Ανάληψη στην καμάρα του ιερού βήματος. Τον ανώνυμο αυτό λαϊκό ζωγράφο εντοπίζουμε και στον Ναό της Παναγίας στον Αλίκαμπο Αποκορώνου (1314), όπου ζωγραφίζει και πάλι το ανατολικό τμήμα συνεργαζόμενος με τον Ιωάννη Παγωμένο, καθώς και στους Ναούς της Παναγίας στον Θρόνο, του Αγίου Νικολάου στις Ελένες και αλλού. Ο πολύ ικανός ζωγράφος του δυτικού τμήματος, στον οποίο οφείλονται οι παραστάσεις αγίων, της ένθρονης Παναγίας χαμηλά και ευαγγελικών σκηνών στην καμάρα (Γέννηση, Υπαπαντή, Βάπτιση, Μεταμόρφωση, Πεντηκοστή), ακολουθεί ακαδημαϊκές τάσεις της εξελισσόμενης Παλαιολόγειας τέχνης, στις πρώτες δεκαετίες του 14ου αι. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Αμαρίου)

Μιχαήλ Αρχάγγελος (Μοναστηράκι)

Στην κεντρική πλατεία του οικισμού Μοναστηράκι συναντάμε το μονόχωρο, καμαροσκέπαστο ναό του 14ου αι., ο οποίος είναι αφιερωμένος στον Αρχάγγελο Μιχαήλ. Η μικρή εκκλησία παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον χάρη στην αρχιτεκτονική της. Στην πρόσοψη εντύπωση προκαλεί το γοτθικό περιθύρωμα με τα επάλληλα περίτεχνα τόξα, τα οποία φέρουν ανάγλυφη διακόσμηση. Ακριβώς από πάνω, στην καμπάνα του κωδωνοστασίου, διατηρείται εγχάραξη με τη χρονολογία 1601. Εσωτερικά ο Ναός ήταν κατάγραφος, όμως δυστυχώς οι τοιχογραφίες σήμερα δε σώζονται σε καλή κατάσταση. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Αμαρίου)

Παναγία (Αγία Παρασκευή)

Στο κέντρο του οικισμού υπάρχει ο μονόχωρος, καμαροσκέπαστος ναός. Ο Ναός, σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή, χτίστηκε το 1516 με δαπάνες του Γεωργίου Βαρούχα, από την ομώνυμη βυζαντινή οικογένεια. Το εικονογραφικό πρόγραμμα περιλαμβάνει συλλειτουργούντες ιεράρχες στον ημικύλινδρο της αψίδας και τους πλάγιους τοίχους του ιερού, την Πλατυτέρα στο τεταρτοσφαίριο και τον Ευαγγελισμό στο τύμπανο. Χαμηλά εικονίζονται μορφές όρθιων αγίων, ακολουθεί ζώνη με στηθάρια και στην καμάρα σκηνές από τον ευαγγελικό και τον θεομητορικό κύκλο. Στο ιδιαίτερα σημαντικό αυτό τοιχογραφικό σύνολο, που αποπνέει έντονο κλασικισμό, έχουν αποκρυσταλλωθεί βασικά στοιχεία της Κρητικής Σχολής, όσον αφορά στην εικονογραφία και την τεχνική, όπως θα εξελιχθεί από το β΄ τέταρτο του 16ου αι. και μετά. Αυτά συνδέονται άμεσα με τις εξελίξεις στον χώρο της μεταβυζαντινής ζωγραφικής, όπως θα εκφρασθούν στα επόμενα χρόνια στις τοιχογραφίες του μεγάλου Κρητικού ζωγράφου Θεοφάνη Στερλίτζα-Μπαθά, στο μικρό καθολικό της Μονής του Αγίου Νικολάου Αναπαυσά των Μετεώρων. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Αμαρίου)

Παναγία (Λαμπιώτες)

Ο Ναός της Παναγίας στο κοιμητήριο, νότια του χωριού Λαμπιώτες Αμαρίου, είναι χτισμένος στον αρχιτεκτονικό τύπο του μονόχωρου καμαροσκέπαστου. Σε μεταγενέστερη φάση φαίνεται ότι έγινε επέκταση και διανοίχτηκε μεγάλο τόξο επικοινωνίας στον αρχικό τοίχο προς τα δυτικά. Μετά την κατάρρευση της επέκτασης, το τόξο κλείστηκε και ανακατασκευάστηκε απλό θύρωμα. Στη νότια πλευρά διασώζεται μεταγενέστερο μικρό ορθογώνιο παράθυρο στο οποίο έχουν χρησιμοποιηθεί γλυπτά από το θύρωμα της επέκτασης, που οδηγούν στη χρονολόγησή της στους 15ο-16ο αι. Ένα μεγάλο αρκοσόλιο με επιμελημένο οξυκόρυφο τόξο προστέθηκε επίσης στη νότια πλευρά την ίδια εποχή. Ο τοιχογραφικός διάκοσμος, που διατηρείται αποσπασματικά σε μεγάλη έκταση, είναι έργο ικανού ζωγράφου του β΄ μισού του 14ου αι., ο οποίος είναι ενήμερος για τις εξελίξεις της Παλαιολόγειας τέχνης. Χαμηλά εικονίζοντα άγιοι και ο Χριστός Φωτοδότης. Στην καμάρα υπάρχουν σκηνές από τον ευαγγελικό κύκλο, από τις οποίες διακρίνονται στην καμάρα του ιερού η Ανάληψη, η Βάπτιση, η Βαϊοφόρος, η Έγερση του Λαζάρου, η Προδοσία, η Σταύρωση, η Εις Άδου Κάθοδος και ο Λίθος. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Αμαρίου)

Παναγία (Μέρωνας)

Στον οικισμό του Μέρωνα αναφέρει ο ιερέας Cristoforo Buondelmonti στις αρχές του 15ου αι. τη δυναμική παρουσία της οικογένειας των Καλλεργών οι οποίοι φαίνεται ότι ήλεγχαν απόλυτα την περιοχή και συσπείρωναν τον ορθόδοξο πληθυσμό απέναντι στους Βενετούς. Στο κέντρο του οικισμού διασώζεται ως σήμερα ο Ναός της Παναγίας. Αρχικά χτίστηκε ως δίκλιτος καμαροσκέπαστος. Το μεγαλύτερο κλίτος καλύπτεται από οξυκόρυφη καμάρα, το βόρειο από μισή, ενώ η επικοινωνία μεταξύ τους γίνεται μέσα από μεγάλα τοξωτά ανοίγματα που πατούν σε πεσσούς από λαξευτό πωρόλιθο. Οι αψίδες του ιερού βήματος διακοσμούνται εξωτερικά από τοξοστοιχίες που στηρίζονται σε κιονίσκους. Μεταγενέστερα προστέθηκε στη νότια πλευρά ένα ακόμη κλίτος, όμοιο με το βόρειο. Στο υπέρθυρο του οξυκόρυφου θυρώματος της νότιας πλευράς και σε άλλα σημεία του Ναού, υπάρχει το οικόσημο της οικογένειας των Καλλεργών, στοιχείο που επιβεβαιώνει την άμεση σχέση της με την οικοδόμηση και τη διακόσμηση του μνημείου. Τα δύο αρχικά κλίτη είναι κατάγραφα με εξαίρετης ποιότητας τοιχογραφίες των μέσων του 14ου αι., οι οποίες διαφέρουν από το μέσο επίπεδο της καλλιτεχνικής δραστηριότητας στο νησί και εκφράζουν τις συντηρητικές, ακαδημαϊκές τάσεις της Κωνσταντινούπολης. Πρόκειται για έργο ζωγράφων που μετακλήθηκαν από καλλιτεχνικά κέντρα του Βυζαντίου και επηρέασαν ισχυρά τις εξελίξεις της μνημειακής ζωγραφικής στην Κρήτη. Το εικονογραφικό πρόγραμμα είναι πλούσιο, με όρθιους αγίους χαμηλά και σκηνές από τον θεομητορικό και τον ευαγγελικό κύκλο στις καμάρες. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι παραστάσεις των Οίκων του Ακαθίστου Ύμνου στην βόρεια καμάρα και της Ρίζας Ιεσσαί στον δυτικό τοίχο του κεντρικού κλίτους. Στο Ναό διασώζεται και μία εξαίρετη φορητή εικόνα της Παναγίας Οδηγήτριας, από τα μέσα του 14ου αι., έργο σαφώς κωνσταντινουπολίτικο, το οποίο επίσης μπορεί να συνδέεται με τους χορηγούς. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Αμαρίου)

Παναγία (Φουρφουράς)

Στα νοτιοανατολικά του οικισμού Φουρφουράς, στη θέση Λειβάδα, σώζονται τα ερείπια μίας μικρής μονής, γύρω από τον μονόχωρο, καμαροσκέπαστο Ναό της Παναγίας που στις αρχές του 19ου αι. επεκτάθηκε προς τα δυτικά. Στο ανατολικό τμήμα του, διασώζονται τοιχογραφίες που χρονολογούνται γύρω στα 1400. Το εικονογραφικό πρόγραμμα δεν παρουσιάζει ιδιαιτερότητες. Στο ιερό βήμα απεικονίζονται παραστάσεις του δογματικού και του λειτουργικού κύκλου, με την Θεοτόκο στον τύπο της Βλαχερνίτισσας στο τεταρτοσφαίριο της αψίδας και τους συλλειτουργούντες ιεράρχες στην κόγχη, ενώ ο ανατολικός τοίχος καλύπτεται από τη Φιλοξενία του Αβραάμ, τον Ευαγγελισμό και διακόνους. Και στους πλάγιους τοίχους σώζονται αποσπασματικά ιεράρχες με πολυσταύρια φελόνια και κλειστά διάλιθα ευαγγέλια. Στον υπόλοιπο Ναό, από το Δωδεκάορτο σώζονται καλύτερα η Βάπτιση, ο Μυστικός Δείπνος, η Σταύρωση, ο Επιτάφιος Θρήνος και η Ανάληψη. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν επίσης σκηνές από την ευρύτερη σύνθεση της Δευτέρας Παρουσίας: οι προσωποποιήσεις της γης και της θάλασσας που αποδίδουν τους νεκρούς στον βόρειο τοίχο και η απεικόνιση της παραβολής των Δέκα Παρθένων στον νότιο. Από τους αγίους που κοσμούν το κατώτερο τμήμα των τοίχων ξεχωρίζει η μορφή του έφιππου Άη-Γιώργη, ενδεικτική της υψηλής ζωγραφικής ποιότητας στον διάκοσμο του Ναού. Η κτητορική επιγραφή που αποκαλύφθηκε στο ιερό, όπως και το μεταγενέστερο χάραγμα στον κυρίως Ναό, επιβεβαιώνουν την αφιέρωσή του στην Παναγία από τον Νικόλαο Αρκολέο και μέλη της οικογένειάς του. Οι γραπτές πηγές επίσης τεκμηριώνουν στην περιοχή του Αμαρίου την παρουσία κλάδου της γνωστής οικογένειας που συνδέεται με την παράδοση για τα Δώδεκα Αρχοντόπουλα, ενώ νοταριακά έγγραφα του 17ου αι. επιβεβαιώνουν την ύπαρξη μονής στη συγκεκριμένη θέση. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Αμαρίου)

Παναγία Θρονιώτισσα (Θρόνος)

Η ονομασία του μεταγενέστερου οικισμού Θρόνος, στην ίδια θέση με την αρχαία πόλη Σύβριτο, θεωρείται ότι συνδέεται με την έδρα της ομώνυμης επισκοπής που μαρτυρείται στις πηγές των πρώτων χριστιανικών αιώνων. Η ύπαρξη στο κέντρο του οικισμού λειψάνων παλαιοχριστιανικής βασιλικής, η οποία αναφέρεται από τον Gerola και άλλους ερευνητές, φωτίσθηκε περαιτέρω από μερική ανασκαφή το 1983. Αποκαλύφθηκε τότε ένας απλός, τρίκλιτος, ξυλόστεγος με νάρθηκα ναός διαστάσεων 20,90×12,60 μ. Η βασιλική χωρίζεται στα τρία από υψηλούς, χτιστούς στυλοβάτες και καταλήγει σε μεγάλη αψίδα. Το ανατολικό μέρος του κεντρικού κλίτους καταλαμβάνει από το 14ο αι. ο μικρός, μονόχωρος Ναός της Παναγίας της Θρονιώτισσας, που έχει κτισθεί πάνω στα λείψανα της αψίδας του ιερού βήματος. Στο εσωτερικό του νεότερου ναού σώζονται τμήματα του παλαιοχριστιανικού ψηφιδωτού δαπέδου, όπως και στο νότιο κλίτος και στον νάρθηκα, τα οποία ο καθηγητής Σ. Πελεκανίδης χρονολόγησε στον 6ο αι. Ένα θωράκιο της ίδιας περιόδου σωζόταν στην παρακείμενη εκκλησία του Αγίου Ιωάννη, ενώ δύο πεσσίσκοι τέμπλου και βάσεις κιόνων αποκαλύφθηκαν επιτόπου. Οι μικρές διαστάσεις της βασιλικής δεν ενθαρρύνουν την υπόθεση ότι πρόκειται για επισκοπικό ναό, ο οποίος ίσως θα πρέπει να αναζητηθεί σε άλλη θέση της αρχαίας Συβρίτου. Ο Ναός της Παναγίας της Θρονιώτισσας φέρει στη δυτική του πλευρά οξυκόρυφο, υστερογοτθικό θύρωμα, με το οικόσημο της οικογένειας Καλλέργη στο υπέρθυρο. Ο διάκοσμός του, που διασώζεται σε μεγάλη έκταση, είναι έργο δύο ζωγράφων των αρχών του 14ου αι., από τους οποίους ο πρώτος εκφράζει λαϊκές συντηρητικές τάσεις του 13ου αι., ενώ ο δεύτερος ακαδημαϊκές τάσεις της Παλαιολόγειας τέχνης. Στους πλάγιους τοίχους παριστάνονται μορφές όρθιων αγίων και ανάμεσά τους η εντυπωσιακή ένθρονη Παναγία Βρεφοκρατούσα. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Αμαρίου)

Παναγία Καρδιώτισσα (Φουρφουράς)

Λίγο έξω από τον οικισμό Φουρφουρά στην τοποθεσία Λειβάδα βρίσκεται το καθολικό μιας παλιάς μονής, γύρω από την οποία ορατά είναι σήμερα τα ερείπια των κελιών. Ο μικρός μονόχωρος καμαροσκέπαστος ναός είναι αφιερωμένος στη Γέννηση της Θεοτόκου. Στο εσωτερικό του σώζονται σπαράγματα τοιχογραφικού διακόσμου υψηλής καλλιτεχνικής αξίας, ο οποίος χρονολογείται στα τέλη του 14ου με αρχές 15ου αιώνα. Από τις σωζόμενες τοιχογραφίες ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η Δευτέρα Παρουσία. Κάθε χρόνο, στις 8 Σεπτεμβρίου, ανήμερα εορτής της Γέννησης της Θεοτόκου, πραγματοποιείται στον επιμελημένο προαύλιο χώρο, κάτω από τα κυπαρίσσια πανηγυρική Θεία Λειτουργία. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Αμαρίου)

Παναγία Κερά (Αμάρι)

Μέσα σ’ έναν κατάφυτο ελαιώνα στα περίχωρα του οικισμού Νεφς Αμαρίου βρίσκεται ο Ναός της Παναγίας Κεράς. Σύμφωνα με πηγές, το 1600 η εκκλησία αποτελούσε ήδη καθολικό μοναστηριού και υπαγόταν στη Μονή Ασωμάτων. Ο Ναός ανεγέρθηκε το 13ο αι. πάνω στα ερείπια μεσοβυζαντινής εκκλησίας, ωστόσο γνώρισε πολλές οικοδομικές επεμβάσεις, οι οποίες έχουν αλλάξει την όψη του κτιρίου. Σήμερα, έχει τη μορφή μιας μεγάλης θολοσκέπαστης τρίκλιτης βασιλικής με εγκάρσιο νάρθηκα στα δυτικά και ένα μικρό παρεκκλήσι στα βορειοδυτικά. Στη νότια πλευρά του διατηρείται εντυπωσιακό λιθανάγλυφο θύρωμα με υστερογοτθικό διάκοσμο, το οποίο φέρει στο υπέρθυρο οικόσημο της οικογένειας Καλλεργών, μιας από τις ισχυρότερες της βενετοκρατούμενης Κρήτης. Στο εσωτερικό του Ναού σώζεται αποσπασματικά τοιχογραφικό διάκοσμος, ο οποίος έχει συντηρηθεί και αποκατασταθεί πρόσφατα από την Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Το μεγαλύτερο μέρος των διατηρημένων τοιχογραφιών βρίσκεται στο κεντρικό τμήμα του ιερού βήματος. Ως προς την τεχνοτροπία, οι τοιχογραφίες χαρακτηρίζονται από επιπεδομορφία και έντονη γραμμικότητα, ακολουθώντας έναν συντηρητισμό που επιχωριάζει στην Κρήτη το 13ο αιώνα. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Αμαρίου)

Παναγία Μαυριδιανή (Μέρωνας)

Ο Ναός με τον ιδιότυπο αρχιτεκτονικό τύπο είναι αφιερωμένος στην Κοίμηση της Θεοτόκου και βρίσκεται στη θέση «Σόχωρα» στον Μέρωνα. Είναι δίκλιτος, το νοτιότερο κλίτος του οποίου οικοδομήθηκε πρώτο τον 13ο αιώνα. Το βόρειο, το οποίο αποτελεί προσθήκη του 15ου αιώνα και είναι αφιερωμένο στους Αγίου Κωνσταντίνο και Ελένη, δε διαθέτει αψίδα στα ανατολικά και στεγάζεται με έναν ευρύ τρούλο στο δυτικό του τμήμα. Ο Ναός φέρει γλυπτή διακόσμηση με στοιχεία γοτθικής επιρροής, τα οποία εισήχθησαν στην Κρήτη το 16ο αιώνα. Στο εσωτερικό του νότιου κλίτους υπήρχε πλούσιος τοιχογραφικός διάκοσμος, ο οποίος δυστυχώς δεν σώζεται σήμερα σε καλή κατάσταση. Ωστόσο, μπορεί κανείς να διακρίνει τμήματα παραστάσεων όπως, από το Μελισμό των Αποστόλων και τους Συλλειτουργούντες Ιεράρχες στον ημικύλινδρο της αψίδας του ιερού, την Ανάληψη στο βόρειο τοίχο του ιερού, την Κοίμηση της Θεοτόκου στο βόρειο τοίχο του Ναού και τη Δευτέρα παρουσία που καταλάμβανε όλο το δυτικό τοίχο. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Αμαρίου)

Σωτήρας Χριστός (Μέρωνας)

Σε μικρή απόσταση νοτιοδυτικά του χωριού Μέρωνας βρίσκεται η μικρή υστεροβυζαντινή εκκλησία αφιερωμένη στο Σωτήρα Χριστό. Οικοδομήθηκε στον τύπο του μονόχωρου καμαροσκέπαστου ναού γύρω στα μέσα του 14ου αιώνα, πάνω στα ερείπια παλαιότερου και επεκτάθηκε στα δυτικά κατά τον 16ο αιώνα. Το μονόλοβο καμπαναριό στην πρόσοψη, πάνω από την είσοδο της εκκλησίας αποτελεί προσθήκη του 19ου αιώνα. Στο εσωτερικό, ο τοιχογραφικός διάκοσμος σώζεται πολύ αποσπασματικά μόνο στον ανατολικό του τοίχο. Από τις καλύτερα διατηρημένες παραστάσεις είναι η Φιλοξενία του Αβραάμ, μια συμβολική απεικόνιση της Αγίας Τριάδας στο μέτωπο της αψίδας του ιερού. Στο τεταρτοσφαίριο της αψίδας διατηρούνται υπολείμματα από τη μορφή του Παντοκράτορα και χαμηλότερα στην αψίδα διακρίνεται σωζόμενο τμήμα από την παράσταση του Μελισμού, όπου εικονίζεται ο Χριστός ως ζωντανό βρέφος πάνω στην Αγία Τράπεζα. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Αμαρίου)

Μοναστήρια

Μονή Αγίας Ειρήνης

Η Αγία Ειρήνη βρίσκεται σε υψόμετρο 260 μέτρων στους πρόποδες του όρους Βρύσινα, περίπου 5 χιλιόμετρα νότια του Ρεθύμνου, στο δρόμο για το χωριό Ρουσσοσπίτι και χρονολογείται από το 1362. Η μονή είναι χτισμένη πάνω σε βράχο και μοιάζει με φρούριο, καθώς περιβάλλεται από τείχος, ενώ η θέα από ψηλά είναι εκπληκτική. Κατά την επανάσταση το 1866 καταστράφηκε σε μεγάλο βαθμό και επαναλειτούργησε το 1989, οπότε και άρχισε η αναστήλωσή της με την επίβλεψη της αρχαιολογικής υπηρεσίας με σεβασμό στην αρχιτεκτονική της. Το 1995 τιμήθηκε με το βραβείο Europa Nostra για τη διατήρηση και αποκατάσταση αρχιτεκτονικών μνημείων. Σήμερα είναι ένα γυναικείο μοναστήρι δέκα μοναχών που ασχολούνται με την αγιογραφία, την υφαντική και το κέντημα. Οι επισκέπτες μπορούν να δουν τα εργαστήριά τους. Στο μοναστήρι υπάρχει επίσης ένα εκκλησιαστικό μουσείο με ιερά κειμήλια και ένα παλιό ελαιοτριβείο. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Ρεθύμνου)

Μονή Αγίων Πατέρων στο Καλό Χωράφι Σισών

Η μονή Αγίων Πατέρων είναι χτισμένη πολύ κοντά σε αρχαίο ναό, φαινόμενο πολύ συνηθισμένο σε ολόκληρη την Ελλάδα κατά τη Βυζαντινή περίοδο. Μάλιστα το 1945 βρέθηκε πολύ κοντά στη μονή βωμός που βρίσκεται σήμερα στο μουσείο Ηρακλείου. Η ονομασία Καλό Χωράφι υποδηλώνει τη γονιμότητα του εδάφους. Έχει μάλιστα αναφερθεί ότι η μονή των Αγίων Πατέρων και ολόκληρες οι Σίσες ήταν ο σιτοβολώνας της ορεινής και κτηνοτροφικής μονής Βωσάκου. Η θέση όμως της μονής, πολύ κοντά στη θάλασσα, προδιέγραψε το αβέβαιο μέλλον της, μια και αποτελεί πέρασμα εύκολα προσπελάσιμο για το Μέσα Μυλοπόταμο. Έτσι η μονή Αγίων Πατέρων θεωρείται ότι καταστράφηκε από τον Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα το 1538 όταν κατέστρεψε το Ρέθυμνο, το 1567 από την πειρατική επιδρομή του Ουλούτς Αλή και το 1571 από το σουλτάνο Σουλτάν Σελήμ. Μαρτυρία της πειρατικής δράσης στην περιοχή αποτελεί η επιγραφή που βρίσκεται στον τοίχο του ναού της Θεοτόκου στη Σκεπαστή Μυλοποτάμου και αναφέρεται στην απαγωγή της παπαδιάς από τους Τούρκους και την επιστροφή της μετά από είκοσι οχτώ χρόνια (όντε θα πας στη Σκεπαστή την ανασκεπασμένη χτισ’ εκκλησά διμάρτυρη για με τη κολασμένη). Επί Ενετοκρατίας η μονή των Αγίων Πατέρων ήταν σπουδαία και πολύ ισχυρή, με πολύ μεγάλη κτηματική έκταση και μεγάλο αριθμό μοναχών. Επί Τουρκοκρατίας όμως μετατράπηκε σε μετόχι της μονής Βωσάκου. Εξάλλου η μετατροπή μονών σε μετόχια εκείνη την εποχή ήταν συνηθισμένο φαινόμενο αφού εξυπηρετούσε το σύστημα διακυβέρνησης και φορολόγησης των Τούρκων ενώ η παράδοση λέει ότι οι μοναχοί της μονής των Αγίων Πατέρων ίδρυσαν ή ενίσχυσαν τη μονή Βωσάκου, αναζητώντας μεγαλύτερη προστασία και ευκολότερους τρόπους πληρωμής των φόρων. Η μονή ανείκε στο φέουδο των Καλλεργών όπως διαπιστώνουμε από το υπέρθυρο του καθολικού της εκκλησίας όπου βρίσκεται ακόμα το οικόσημο της οικογένειας Καλλέργη(η οικογένεια Καλλέργη είχε τέσσερα μιναστήρια στο Μυλοπόταμο:Αγία Μαρίνα Χαλέπας-γυναικείο μοναστήρι επί Ενετοκρατίας, Αγίους Πατέρες στις Σίσες, Παναγία Χάρακα και Μονή Αγίου Γεωργίου στο Μελιδόνι, εξάλλου το μεγαλύτερο τμήμα της επαρχίας Μυλοποτάμου ήταν φέουδο των Καλλέργηδων). Κομβικό σημείο της μονής είναι το έτος 1646 οπότε και κατελήφθη το Ρέθυμνο από τους Τούρκους. Κατά την προέλασή τους οι Τούρκοι κατέστρεφαν οικισμούς και κυρίως μοναστήρια. Αυτό που πρέπει να αναφερθεί είναι η ύπαρξη πάρα πολλών «πρόχειρων» κελιών δίπλα στη μονή αλλά και διάσπαρτα στη γύρω περιοχή. Ακόμα και σε απόκρημνες περιοχές υπάρχουν ίχνη πρόχειρων κτιρίων, με ξερολιθιές. Αυτό σημαίνει ότι είτε οι μοναχοί έφτιαχναν εντελώς πρόχειρα κτίρια(από το φόβο της καταστροφής τους από τους πειρατές), ή οι ξερολιθιές αυτές αποτελούν οχυρωματικά έργα λόγω της επισφαλούς θέσης της μονής. Πάντως είναι σίγουρο ότι τα πρόχειρα δωμάτια προορίζονταν και για τους εργάτες-καλλιεργητές των πλούσιων μοναστηριακών εδαφών και των γύρω περιοχών. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Μυλοποτάμου)

Μονή Αρκαδίου

Η Μονή Αρκαδίου βρίσκεται σε υψόμετρο σχεδόν 500μ. στους βορειοδυτικούς πρόποδες του όρους Ψηλορείτη, περίπου 23 χλμ. από το Ρέθυμνο. Οι επιστήμονες υποστηρίζουν την άποψη ότι τόσο η ίδρυση της μονής όσο και το όνομά της οφείλονται σε ένα μοναχό που ονομάζεται Αρκάδιος. Σύμφωνα με την επιγραφή, η οποία έχει διασωθεί στο μετώπη του καμπαναριού, ο δίκλιτος ναός του Αγίου Κωνσταντίνου και της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος, που βρίσκεται στο κέντρο της μονής, χτίστηκε το 1587, δηλαδή κατά την περίοδο της Ενετοκρατίας στην Κρήτη. Έτσι εξηγείται η πληθώρα των αρχιτεκτονικών στοιχείων της Αναγέννησης, τα οποία ο επισκέπτης θα παρατηρήσει με την πρώτη ματιά, όπως οι γοτθικές καμάρες και οι οβελίσκοι, τα αναγεννησιακά ανθέμια, τα κορινθιακά διακοσμητικά στοιχεία της ύστερης Αναγέννησης καθώς και οι μπαρόκ σπειροειδή στοιχεία. Άλλες επιγραφές μαρτυρούν ότι υπήρχε παλαιότερη εκκλησία από τη σημερινή που χρονολογείται από τον 14ο αιώνα. Η Μονή Αρκαδίου έγινε σύμβολο αυτοθυσίας και ελευθερίας κατά τη διάρκεια της επανάστασης του 1866-1869, καθώς οι πολιορκημένοι κάτοικοι θυσιάστηκαν προτιμώντας να πεθάνουν παρά να παραδοθούν στους Οθωμανούς. Σήμερα τα εκπληκτικά κτίρια της Μονής ανήκουν στον κατάλογο της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO, ως Ευρωπαϊκό Μνημείο Ελευθερίας. Το ιερό λάβαρο της επανάστασης, καθώς και άλλα κειμήλια, όπως ιερά σκεύη, χρυσοποίκιλτα άμφια και όπλα, εκτίθενται στο μουσείο της Μονής. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Ρεθύμνου)

Μονή Ασωμάτων

Η Ιερά Μονή Ασωμάτων, αφιερωμένη στη Σύναξη των Αρχαγγέλων, είναι χτισμένη στο κέντρο της εξαιρετικά εύφορης κοιλάδας του Αμαρίου. Το σημερινό συγκρότημα έχει διαμορφωθεί από τα τέλη της Βενετοκρατίας έως και τον 19ο αι., ενώ αρκετές ασυμβίβαστες επεμβάσεις έγιναν και κατά τον 20ό αι., όταν μετατράπηκε σε Γεωργική Σχολή. Η Μονή, σύμφωνα με την παράδοση, ιδρύθηκε κατά τη δεύτερη βυζαντινή περίοδο, γεγονός που επιβεβαιώνεται από τις πρόσφατες αρχαιολογικές έρευνες στο καθολικό της. Η Μονή Ασωμάτων έχει συνδεθεί με την ευγενή βυζαντινή οικογένεια των Βαρουχών, περίπου στα τέλη της βενετοκρατίας. Κατά την άλωση της Κρήτης από τους Τούρκους αναφέρεται η πυρπόλησή της. Από περιηγητές μνημονεύονται η καλή οργάνωση, η μεγάλη περιουσία και οι μορφωμένοι κληρικοί της. Κατά τον 18ο αι. αναφέρεται ως έδρα του επισκόπου Λάμπης. Στα τέλη του ίδιου αιώνα, ο ηγούμενος των Ασωμάτων Μανασσής εκλέχτηκε επίσκοπος Λάμπης και θεωρείται σαν «δεύτερος κτήτορας», καθώς πρωτοστάτησε σε εκτεταμένη ανακαίνιση της Μονής. Κατά την επανάσταση του 1821 εγκαταλείφθηκε για ένα διάστημα και άρχισε πάλι να ανασυγκροτείται φτάνοντας σε μεγάλη ακμή. Το 1927 ωστόσο μεγάλο μέρος των κτισμάτων και της μεγάλης περιουσίας της παραχωρήθηκε για τη δημιουργία Γεωργικής Σχολής, γεγονός που οδήγησε στη διάλυσή της. Τα τελευταία χρόνια επανιδρύθηκε και καταβάλλεται προσπάθεια για την αποκατάσταση του μνημείου από τη οικεία μητρόπολη και την αρχαιολογική υπηρεσία. Στις πρώτες δεκαετίες του 20ού αι. το μονόχωρο, καμαροσκέπαστο καθολικό, στο μέσο της μεγάλης αυλής, μετασχηματίστηκε σε ελεύθερο σταυρό με τρούλλο μετά από μερική κατεδάφιση. Από τις πρόσφατες αρχαιολογικές έρευνες προέκυψε ότι ο Ναός είχε κτισθεί στις αρχές του 14ου αι., ως μονόχωρος, ξυλόστεγος, πάνω στα ισομεγέθη θεμέλια προγενέστερου που χρονολογείται πιθανόν στον 10ο αι. και ο οποίος είχε καταρρεύσει από τον σεισμό του 1303. Στο δυτικό τμήμα του βρέθηκαν κάτω από το δάπεδο έξι επιμελημένης κατασκευής τάφοι, ενώ εντός τους ανακαλύφθηκαν χάλκινοι σταυροί λιτανείας που χρονολογούνται στον 10ο αι. Εξωτερικά ο Ναός διαμορφώνεται πλαστικά με διπλά, οξυκόρυφα τυφλά αψιδώματα. Η αψίδα του ιερού είναι ημιεξάπλευρη και φέρει δίλοβο, οξυκόρυφο παράθυρο. Η τοιχοποιία αποτελείται από λαξευτούς λίθους, σε συνδυασμό τοπικά με πλίνθους, σε ένα χαλαρό πλινθοπερίκλειστο σύστημα. Ο συνδυασμός αρχιτεκτονικών στοιχείων της Ελλαδικής Σχολής με δυτικές επιδράσεις τον κατατάσσει στην ομάδα των λεγόμενων φραγκοβυζαντινών. Γύρω από το καθολικό διατάσσονται τα κτήρια της Μονής, με τα αρχαιότερα να χρονολογούνται στα τέλη του 17ου αι. και να αποτελούν χαρακτηριστικά δείγματα της Κρητικής Αναγέννησης. Το υπόλοιπο συγκρότημα αποτελείται από απλά κτίσματα του 19ου και του 20ού αι. Η Μονή διέθετε πιθανόν κατά τον 18ο αι. εργαστήριο χρυσοκεντητικής, όπως συμπεραίνουμε από σημαντικό αριθμό από άριστης ποιότητας άμφια που φιλοξενούνται μετά τη διάλυσή της στο Ιστορικό Μουσείο Κρήτης, μαζί με άλλα κειμήλια, εικόνες και βιβλία. Αξίζει τέλος να αναφερθεί ότι, ιερά σκεύη, φορητές εικόνες, βιβλία και χρυσοκέντητα άμφια της Μονής Ασωμάτων εκτίθενται σήμερα στο Ιστορικό Μουσείο Ηρακλείου. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Αμαρίου)

Μονή Αττάλης

Η Μονή Αττάλης του Αγίου Ιωάννη στο Μπαλί βρίσκεται σε μια περιοχή γεμάτη με μοναστικές και ασκητικές μνήμες, κοντά στον ομώνυμο όρμο και σημερινό παραθαλάσσιο και παραθεριστικό οικισμό. Τα τοπωνύμια στη γύρω περιοχή, αλλά και τα ερείπια παλιών μικρών μοναστηριών δίνουν την εικόνα ενός ιερού τόπου με ιδιαίτερη λατρευτική σημασία, όπου άνθισε ο μοναχισμός. Η γεωγραφική διαμόρφωση του χώρου πρόσφερε τις καλύτερες δυνατές συνθήκες για την ανάπτυξη μοναστηριών και ερημητηρίων, σε εποχές τουλάχιστον που δεν βρίσκονταν σε έξαρση, οι πειρατικές επιδρομές. Ήταν έρημος, ακατοίκητος και μακριά από κατοικημένες περιοχές. Η φυσιογνωμία αυτή του τόπου έχει αλλάξει εντελώς σήμερα, ύστερα από τη διάνοιξη της νέας εθνικής οδού. στις αρχές της δεκαετίας του 1970. Πριν από τη διάνοιξη της εθνικής οδού, οι επισκέπτες που έφταναν μέχρι την γραφική και έρημη περιοχή της Αττάλης ήταν ελάχιστοι. To κτιριακό συγκρότημα της Μονής Αττάλης δεν ακολουθεί την κλασική μοναστηριακή αρχιτεκτονική, που θέλει το καθολικό να βρίσκεται στο κέντρο του μοναστηριακού περιβόλου. Ο ναός βρίσκεται στη βορειοανατολική πλευρά του κτιριακού συνόλου, αλλά και έξω απ’ αυτό. Συνδέεται με κλίμακα με το βασικό χώρο των κελιών και των άλλων κτισμάτων. Επειδή, όμως, έπρεπε να τηρηθούν οι βασικές αρχές της μοναστηριακής αρχιτεκτονικής, αλλά και να τηρηθούν οι κανόνες ασφαλείας από εχθρικές επιδρομές, η κλίμακα που οδηγούσε στον περίβολο του ναού έκλεινε με βαριά πόρτα. Υπήρχε, δηλαδή, ένα ιδιότυπο φρούριο, μέσα στο οποίο περικλείονταν όλες οι βασικές λειτουργίες της μονής, εκτός από το ναό. Όπως φαίνεται, η επιλογή αυτή δεν ήταν τυχαία αλλά επιβεβλημένη, λόγω της επικλινότητας του εδάφους. Δημιουργήθηκαν, λοιπόν, διαφορετικές επίπεδες βαθμίδες, πάνω στις οποίες αναπτύχτηκαν οι βασικές λειτουργίες μιας καλά οργανωμένης μονής, όπως ακριβώς επέβαλλαν οι συνθήκες και τα τεχνικά μέσα της εποχής. Προτιμήθηκε, δηλαδή, η παρέκκλιση από το γνωστό τύπο των μοναστηριών του ελληνικού χώρου για να εξασφαλιστεί η αντοχή σε εχθρικές επιθέσεις. Σημαντικό ρόλο υπέρ της επιλογής αυτής διαδραμάτισε η θέση στην οποία βρισκόταν η μονή, θέση απόμερη και εκτεθειμένη σε κινδύνους. Η κεντρική είσοδος ακολουθεί την πιο συνηθισμένη μορφή των μοναστηριακών πυλώνων. Είναι τοξωτή και αφήνει αρκετό στεγασμένο χώρο, στον οποίο μπορούσαν να κάθονται όλοι όσοι περίμεναν κάθε πρωί να ανοίξει η μονή, προσκυνητές ή διαβάτες. Μπροστά από τον πυλώνα υπάρχει μεγάλος βράχος. Αυτό έγινε επειδή οι κτήτορες στόχευαν στην «ολοσχερή αφάνεια» του μοναστηριακού χώρου. Η μονή έπρεπε να έχει άμεση πρόσβαση όχι προς τον όρμο, αλλά προς την ενδοχώρα, από την οποία και γινόταν τότε η συγκοινωνία. Αμέσως μετά τον πυλώνα (νοτίως) υπήρχε το βορδοναρείο, μέσα στο κτήριο του οποίου διατηρούνται ακόμη οι χτιστές φάτνες. Τα υπόλοιπα κτήρια που είχαν ουσιαστικό ρόλο στην εσωτερική οργάνωση της μονής (ελαιοτριβείο, εργαστήριο κεραμικής, φούρνος) είναι χτισμένα κοντά στο διαβατικό και σε μια λογική απόσταση από το χώρο των κελιών και της τραπεζαρίας. Ο χώρος των κελιών ήταν εντελώς ανεξάρτητος από το χώρο των βοηθητικών κτισμάτων. Σχημάτιζε μια παραλληλόγραμμη αυλή, σε παράλληλη θέση με τον άξονα ανάπτυξης της μονής. Οι πόρτες των κελιών και τα πέτρινα τόξα της αυλής δημιουργούν ένα εντυπωσιακό σκηνικό και δείχνουν μοναστηριακό σύνολο που οικοδομήθηκε με πολλή μεγάλη επιμέλεια. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Μυλοποτάμου)

Μονή Βωσάκου

Η Μονή Βωσάκου είναι ορθόδοξο μοναστήρι αφιερωμένο στον Τίμιο Σταυρό το οποίο βρίσκεται κοντά στο Δοξαρό Ρεθύμνου, Κρήτη. Έχει φρουριακό χαρακτήρα. Αν και δεν είναι γνωστό πότε ιδρύθηκε, η μονή λειτουργούσε από τους ενετικούς χρόνους και το 1676 απέκτησε σταυροπηγιακό καθεστώς. Ερήμωσε στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα. Η μονή βρίσκεται στα Ταλαία όρη ή Κουλούκωνας, σε ένα μικρό οροπέδιο. Στη μονή φτάνει ασφαλτοστρωμμένος δρόμος μήκους 8 χιλιομέτρων από τον Κάμπο Δοξαρού. Το όνομα της μονής, σύμφωνα με τον Μενέλαο Παρλαμά, έχει δωρική προέλευση και προέρχεται από τις λέξεις «βους» (βόδι) και «σηκός» (περίβολος) και σημαίνει μάντρα βοδιών. Η παλαιότερη γραπτή μνεία στη μονή γίνεται σε νοταριανό έγγραφο του 1629, το οποίο αναφέρει ότι βρίσκεται κοντά στα Καλά Χωράφια, όπου βρίσκεται η μονή Αγίων Πατέρων, με την οποία τον 17ο αιώνα λειτουργούσε παράλληλα. Πάνω από την είσοδο του ναού βρίσκεται επιγραφή σε σκούρο μάρμαρο η οποία αναφέρει ότι το καθολικό της μονής κτίστηκε για πρώτη φορά το 1195. Μετά την ολοκλήρωση της κατάκτησης της Κρήτης από τους Οθωμανούς το 1669 φαίνεται ότι οι μοναχοί ζήτησαν «Ιερά Διαταγή» από τον Κιοπρουλή πασά, την οποία πιθανόν παρέλαβαν. Το 1676 η μονή χαρακτηρίστηκε σταυροπηγιακή, δηλαδή υπαγόταν απευθείας στο πατριαρχείο, με πατριαρχικό σιγίλλιο. Έχασε το στραυροπηγιακό της χαρακτήρα το 1740, όπως και οι άλλες μονές της Κρήτης. Η μονή συνέχισε να ακμάζει το 18ο αιώνα και το 1790 χαρακτηρίστηκε ξανά στραυροπηγιακή. Κατά τη διάρκεια της επανάστασης του 1821, η μονή πυρπολήθηκε από τους Οθωμανούς, με αποτέλεσμα να καταστραφεί μεταξύ άλλων η βιβλιοθήκη και το αρχείο της, και οι μοναχοί της σφαγιάστηκαν. Από τους 20 μοναχούς επέζησαν μόνο ο ηγούμενος Mελχισεδέκ και ο ιερομόναχος Άνθιμος, οι οποίοι επέστρεψαν στα ερείπια και άρχισαν να ανακατασκευάζουν τα κτίρια. Η μονή άρχισε να ακμάζει ξανά και στα μέσα του 19ου αιώνα το σταυροπηγιακό καθεστώς της αναναεώθηκε. Η ίδια η μονή χρηματοδότησε την κατασκευή σχολείων. Κατά την επανάσταση του 1866 η μόνη περίθαλμψε τους Κρητικούς αγωνιστές. Η μονή το 1881 είχε 12 μοναχούς και 17 μοναχούς, αλλά η δύναμή της στη συνέχεια μειώθηκε, με αποτέλεσμα να διαλυθεί το 1900. Η μονή το 1941 είχε 3 μοναχούς και μετά τον θάνατο των τελευταίων δύο το 1955, η μονή ερήμωσε. Η μονή κρίθηκε διατηρητέα το 1935. Τα κτίρια της μονής αναστηλώθηκαν το 1998. Η μονή είχε φρουριακό χαρακτήρα. Αν και το μοναστήρι έχει σχήμα σχεδόν παραλληλόγραμμο, η ανατολική πλευρά του είναι μικρότερη από τις υπόλοιπες. Η βόρεια πλευρά είναι κτισμένη μερικώς εντός του βράχου, λόγω της κλίσης του εδάφους. Η είσοδος στη μονή γίνεται από την ανατολική πλευρά με θολωτό διαβατικό. Έξω από την πύλη βρίσκονταν φάτνες για τα ζώα όσον επισκέπτονταν τη μονή. Στην πύλη βρίσκεται ανάγλυφος σταυρός ο οποίος περιβάλλεται από τα γράμματα, ΑΧΞΘ (=1669). Η μονή διαθέτει κεντρική αυλή, στη βόρεια πλευρά της οποίας βρίσκεται ξερή σήμερα κρήνη με τη χρονολογία 1673. Το καθολικό της μονής χρονολογείται από το τέλος του 19ου αιώνα. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)

Μονή Δισκουρίου

Η μονή Δισκουρίου είναι ορθόδοξο μοναστήρι το οποίο βρίσκεται στο δήμο Μυλοποτάμου, Κρήτη. Είναι αφιερωμένη στον Άγιο Γεώργιο. Έχει φρουριακό χαρακτήρα, αλλά η μορφή της έχει αλλοιωθεί από επεμβάσεις κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1950 και 1960. Δεν είναι γνωστό πότε ιδρύθηκε. Σύμφωνα με την τοπική παράδοση στη θέση υπήρχε αρχαίο ιερό αφιερωμένο στους Διόσκουρους. Κοντά στη μονή βρίσκεται τοιχογραφημένος ναός αφιερωμένος στον Άγιο Ιωάννη Πρόδρομο. Η μονή αναφέρεται από τον Φραντσέσκο Μπαζιλικάτα το 1630. Πιθανόν βομβαρδίστηκε το 1646, κατά τη διάρκεια του ενετοτουρκικού πολέμου. Η μονή γνώρισε περίοδο ακμής κατά τη διάρκεια των οθωμανικών χρόνων. Το 1658 μια χριστιανή με το όνομα Φλώρα δώρησε την περιουσία της στη μονή. Παράλληλα συγκέντρωσε αριθμό κωδίκων. Ένας από αυτούς, χρονολογουμένος στο 1794, γράφηκε από τον Γεώργιο Γουνάλε. Κατά τη διάρκεια της επανάστασης του 1821 η μονή πυρπολήθηκε από τους Οθωμανούς. Μετά την επανάσταση η μονή αποκαταστάθηκε από τους μοναχούς Συμεών και Mελέτιος, αλλά ο σεισμός του 1856 προκάλεσε μεγάλες ζημιές. Κατά τη διάρκεια της επανάστασης του 1866, η μονή διετέλεσε έδρα της επαναστατικής επιτροπής και παράλληλα ήταν αποθήκη τροφίμων και όπλων, ιατρείο και χώρος φιλοξενίας. Γι’ αυτή τη δράσης της η μονή πυρπολήθηκε ξανά από τους Οθωμανούς το 1869. Η μονή άρχισε να ανακατασκευάζεται ξανά και το 1881 είχε τρεις μοναχούς και τέσσερις κοσμικούς, αλλά το 1897 στη μονή έμεναν μόνο τρεις μοναχοί, έτσι το 1900 κρίθηκε διαλυτέα, αλλά οι μοναχοί συνέχισαν να κατοικούν σε αυτή. Το 1935 προσαρτήθηκε στη Μονή Χαλέπας. Το 1993 εγκαταστάθηκε στη μονή ένας μοναχός. Στη μονή βρίσκεται η εικόνα του Αγίου Γεωργίου, στην οποία ορκίζονταν οι κτηνοτρόφοι για θέματα ζωοκλοπών, λέγοντας όρκο. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)

Μονή Καλοείδενας

Σε ένα καταπράσινο τοπίο με πλατάνια και πηγές, με υπέροχη θέα στο Φουρφουρά βρίσκεται η Μονή Καλοείδενας (ή Μεταμόρφωσης του Σωτήρος), στο χωριό Άνω Μέρος Αμαρίου. Βάσει των τοιχογραφιών του ναού, η Μονή ιδρύθηκε μεταξύ 13ου -14ου αιώνα. Εξακολούθησε να λειτουργεί την περίοδο της Τουρκοκρατίας και να βοηθιέται από τη μεγάλη οικογένεια Βαρούχα. Ωστόσο, στα χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης, τον Οκτώβριο του 1823, οι Τούρκοι κατέστρεψαν το μοναστήρι μαζί με άλλα της περιοχής, επειδή βοηθούσαν Χαΐνηδες και μάλιστα, οι μοναχοί της Καλοείδενας συμμετείχαν στον ένοπλο αγώνα. Από τότε μέχρι σήμερα η Μονή παραμένει έρημη και εγκαταλειμμένη. Το 1992, μετά από κατάρρευση του τρούλου του ναού, αποφασίστηκε η αναστήλωσή του, που ολοκληρώθηκε το 2001 διατηρώντας τη μορφή του αρχικού κτιρίου. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Αμαρίου)

Μονή Μυριοκεφάλων

Η Μονή Μυριοκεφάλων (ορισμένες φορές απαντώμενη και ως Μονή Αντιφωνήτριας) είναι Ορθόδοξο μοναστήρι στην Κρήτη. Ευρίσκεται στο χωριό των Μυριοκεφάλων και εξακολουθεί ως σήμερα να αποτελεί έναν εκ των κυριότερων τόπων προσκυνήματος της περιοχής. Αφιερωμένη στην Παρθένο Μαρία, η συγκεκριμένη κατασκευή είναι σταυροειδούς τύπου με τρούλο και χρονολογείται από τις αρχές του 11ου αιώνα, ιδρυθείσα από τον Ιωάννη Ξένο, γνωστό ως Ερημίτη. Οι βυζαντινές τοιχογραφίες του Καθολικού των Μυριοκεφάλων, των οποίων το πρώτο στρώμα χρονολογείται από τον 10ο-11ο αιώνα και το δεύτερο από τα τέλη του 12ου αιώνα και τις αρχές του 13ου αιώνα, αποτελούν χαρακτηριστικά δείγματα βυζαντινού ρυθμού. Άλλες τοιχογραφίες, ύστερης χρονολογίας, χρονολογούνται από το 16ο αιώνα. Παρά την ιδιαιτερότητά τους, παρουσιάζουν τα χαρακτηριστικά της τέχνης της περιόδου των Κομνηνών και, ως αποτέλεσμα, συνδέονται με τις τοιχογραφίες των εκκλησιών της Κωνσταντινούπολης, της Μακεδονίας και της Κύπρου. Στο σύνολο των τοιχογραφιών κυριαρχούν τα ανοιχτόχρωμα χρώματα. Οι ζωγράφοι δεν αντέγραψαν τα πρότυπα των παλαιότερων περιόδων και προσέθεσαν περαιτέρω λεπτομέρειες στις ζωγραφισμένες αναπαραστάσεις. Επρόκειτο για αρχαΐζοντες ζωγράφους, παρά το γεγονός πως οι ιδιαιτερότητες των τοιχογραφιών τους φαίνεται να τους καθιστά ως προδρόμους του καλλιτεχνικού ρεύματος το οποίο έκανε την εμφάνισή του στην Κωνσταντινούπολη στην διάρκεια του 15ου και του 16ου αιώνα και το οποίο είναι γνωστό ως Κρητική Σχολή. Λίγες πληροφορίες υπάρχουν αναφορικά με το μοναστήρι στην διάρκεια της ενετικής και τουρκικής περιόδου. Θεωρείται πιθανό ο συγκεκριμένος χώρος λατρείας να έχασε σε σημασία στην διάρκεια των παραπάνω περιόδων, παρά το γεγονός πως παρέμεινε ενεργός. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)

Μονή Πρέβελη

Η Μονή Πρέβελη βρίσκεται 37 χλμ. από το Ρέθυμνο στις δυτικές πλαγιές του Κουρταλιώτικου φαραγγιού, το οποίο καταλήγει σε ένα φοινικόδασος. Περιλαμβάνει δύο μοναστήρια, τα οποία απέχουν μεταξύ τους 2 χλμ.: Η «Κάτω Μονή», το οποίο είναι ερημωμένο και η «Πίσω Μονή», η οποία εξακολουθεί να λειτουργεί και είναι επισκέψιμη. Η εκκλησία χτίστηκε τα τελευταία χρόνια πάνω στα ερείπια μιας παλαιότερης βυζαντινής εκκλησίας. Η κρήνη με την επιγραφή του έτους ίδρυσης 1701 βρίσκεται σε χαμηλότερο επίπεδο, όπως και τα μουσεία της Μονής, όπου εκτίθενται άμφια, εκκλησιαστικά σκεύη, εικόνες κ.λπ. Κατά τη διάρκεια της οθωμανικής κυριαρχίας η Μονή διαδραμάτισε σημαντικό κοινωνικό και φιλανθρωπικό ρόλο. Μέσα στη Μονή λειτουργούσε ακόμη και σχολείο, ενώ κατά τη διάρκεια της Κρητικής Επανάστασης του 1866 μεγάλος αριθμός επαναστατών βρήκε καταφύγιο στη Μονή. Το 1867 το μοναστήρι καταστράφηκε ολοσχερώς από τους Οθωμανούς και το 1897 ανοικοδομήθηκε. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Ρεθύμνου)

Μονή Σωτήρα Χριστού (Κουμπές)

Η θέση της διακρίνεται σαφέστατα στο θαυμάσιο αναγεννησιακό πίνακα του Ρεθύμνου, που ζωγραφίστηκε στις αρχές του 17ου αιώνα από άγνωστο μέχρι σήμερα ζωγράφο. Δεσπόζει μάλιστα στη δυτική πλευρά του λόφου, πάνω ακριβώς από την πηγή του νερού στην περιοχή του Κουμπέ. Επομένως στις αρχές του 17ου αιώνα η Μονή είχε ιδρυθεί. Εάν επρόκειτο για την πρώτη ίδρυση της, ο βίος της ήταν σύντομος, αφού καταστράφηκε εντελώς το 1646, όταν οι Τούρκοι κατέκτησαν το Ρέθυμνο. Ανοικοδομήθηκε και επαναλειτούργησε ως γυναικεία Μονή μόλις το 1935, όταν εγκαταστάθηκε εκεί ο γέροντας Νέστορας Βασσάλος, γνωστός αγιογράφος, ύστερα από όραμα που είδε, ενώ μόναζε στη μονή Διονυσίου του Αγίου Όρους. Το δίκλιτο καθολικό είναι αφιερωμένο στη Μεταμόρφωση του Σωτήρα και στον Τίμιο Ιωάννη τον Πρόδρομο. Οι μοναχές ασχολούνται κυρίως με την τέχνη της βυζαντινής αγιογραφίας. Εξαιρετικά δείγματα της δουλειάς τους είναι οι φορητές εικόνες και οι τοιχογραφίες του Καθολικού. Το Εκκλησιαστικό Μουσείο της Μονής περιλαμβάνει τη βιβλιοθήκη του μακαριστού μητροπολίτη Τίτου Συλλίγαρδάκη (1970-1987), καθώς και πολλά ενθυμήματα του. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Ρεθύμνου)

Μονή Χαλεβή

Η μονή Χαλεβή, στο δρόμο προς το Ρουσσοσπίτι και το Χρωμοναστήρι, είναι ένα ακόμη από τα πολλά μοναστήρια που υπήρχαν κατά τον 16ο και 17ο αιώνα στην ευρύτερη περιοχή του Ρεθύμνου. Λειτουργούσε κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Μάλιστα ένα μεγάλο διάστημα ήταν και σταυροπηγιακή. Το 1900 διαλύθηκε και έγινε μετόχι της μονής Αρσανίου και το 1991 προσαρτήθηκε στη μονή της Αγίας Ειρήνης. Σώζεται μόνο ο ωραίος μονόκλιτος ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου με χρονολογία στο υπέρθυρο 1864. Από τα χτίσματα γύρω από τον ναό μόνο ερείπια υπάρχουν, που υποδηλώνουν την ύπαρξη φρουριακού συγκροτήματος και αποκαλύπτουν στοιχεία λαϊκής κρητικής αρχιτεκτονικής των περασμένων αιώνων. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Ρεθύμνου)

Μονή Χαλέπας

Η μονή Χαλέπας είναι ορθόδοξο μοναστήρι το οποίο βρίσκεται στο δήμο Μυλοποτάμου, Κρήτη. Είναι αφιερωμένη στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος. Έχει φρουριακό χαρακτήρα. Οι παλαιότερες αναφορές στη μονή χρονολογούνται από τα μέσα του 16ου αιώνα, όταν ήταν γυναικεία μονή. Η μονή καταστράφηκε το 1646, αλλά επανασυστάθηκε το 1673, αυτή τη φορά ως αντρική. Η μονή ερήμωσε τελείως στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα. Η μονή δεν είναι γνωστό πότε ιδρύθηκε. Οι παλαιότερες αναφορές στη μονή γίνονται σε νοταριανά έγγραφα του 1555-1625, τα οποία αναφέρονται στην περιουσία της μονής. Η μονή τότε ήταν γυναικεία, όπως και η κοντινή μονή της Αγίας Μαρίνας, σε απόσταση περίπου 500 μέτρων. Και οι δύο μονές καταστράφηκαν από τους Οθωμανούς το 1646, κατά τη διάρκεια του Κρητικού Πολέμου. Το γεγονός αναφέρεται από το Ρεθυμνιώτη ποιητή Μαρίνο Τζανέ Μπουνιαλή. Η μονή Χαλέπας επανασυστάθηκε το 1673 από τον ιερομόναχο Ιερεμία Σγουρού, όπως αναφέρει η επιγραφή στο υπέρθυρο της εισόδου της μονής. Το μοναστήρι αυτή τη φορά ήταν ανδρώο. Το 1676 η μονή έγινε σταυροπηγιακή, αλλά ήταν μετόχι της μονής Βωσάκου. Το 1783 η μονή αντάλλαξε δώρα με το μητροπολίτη Κρήτης Mάξιμο Προγιαννακόπουλο, οπότε και πιθανόν είχε γίνει ανεξάρτητη. Στις αρχές του 18ου αιώνα τόσο η μονή Βωσάκου όσο και η μονή Χαλέπας έχασε τον σταυροπηγιακό τους καθεστώς, αλλά το ανέκτησαν το 1790-1791. Κατά τη διάρκεια της επανάστασης του 1821, η μονή είχε ηγούμενο τον Νέστορα Κοκκινίδη, ο οποίος ήταν χαΐνης και μαζί με άλλους μοναχούς είχαν συγκροτήσει ανεξάρτητο αντάρτικο σώμα. Στα τέλη Αυγούστου 1822, οι Τουρκοαιγύπτιοι, οι οποίοι προέλαυναν προς ανατολάς, στρατοπέδευσαν για λίγο στο χώρο της μονής, όπου δέχθηκαν επίθεση από Μυλοποταμίτες και Ανωγειανούς, με αποτέλεσμα η μονή να υποστεί καταστροφές. Η μονή συνέχισε να λειτουργεί και το 1841 ήταν μία από τις 41 ενεργές μονές της Κρήτης. Το 1850 το σταυροπηγιακό καθεστώς της ανανεώθηκε. Κατά τη διάρκεια της επανάστασης του 1866 η μονή αντιμετώπισε οικονομικές δυσκολίες και οι χώροι της, σύμφωνα με τον Άγγλο δημοσιογράφο Ιλλαρίων Σκίνερ, παρείχαν άσυλο σε οικογένειες προσφύγων. Το 1868 η μονή πούλησε ένα μεγάλο αγρόκτημα και αργότερα ένα σπίτι στο Ηράκλειο. Η μονή συμμετείχε στην επανάσταση του 1897. Η μονή ερημώθηκε το 1960, με το θάνατο του τελευταίου μοναχού. Ο νέος της ηγούμενος τελούσε τα καθήκοντά του από τη μονή Δισκουρίου.  Η μονή έχει χαρακτηριστεί ιστορικό διατηρητέο μνημείο από το 1979. Τα κτίριά της βρίσκονται υπό αναστήλωση. Η μονή βρίσκεται σε λόφο πάνω από το χωριό Τσαχιανά, στους πρόποδες του Ψηλορείτη. Έχει φρουρικό χαρακτήρα, με κεντρική αυλή. Σήμερα η είσοδος στη μονή γίνεται από διαβατικό (πυλώνα) το οποίο βρίσκεται στη νοτιοδυτική πλευρά του συγκροτήματος και φέρει επιγραφή με την χρονολογία του 1673. Η αρχική είσοδος του μοναστηριού δεν είναι γνωστό που ήταν. Η μονή είναι οργανωμένη σε δύο επίπεδα, με το πάνω επίπεδο να περιλαμβάνει την κεντρική αυλή, γύρω από την οποία βρίσκονται το καθολικό, Το ηγουμενείο, τα κελιά και κοινόχρηστοι χώροι βρίσκονται στη νοτιοανατολική πλευρά και η τραπεζαρία. Στο κάτω επίπεδο, που βρίσκεται δυτικότερα, είναι οι σταύλοι, το ελαιοτριβείο και οι αποθήκες. Το καθολικό της μονής βρίσκεται στην ανατολική άκρη της κεντρικής αυλής. Είναι δίκλιτος ναός με το ένα κλίτος αφιερωμένο στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος και το άλλο στη Γέννηση του Ιησού. Ο παλιός δίκλιτος ναός περιβάλλεται από την ημιτελή οικοδομή ενός νεότερου ναού η οποία άρχισε στις αρχές του 20ού αιώνα από τον ηγούμενο Ιάκωβο Πλουμή. Καθώς η μονή ήταν τότε ακόμη ενεργή αποφασίστηκε ο παλαιός ναός να μην κατεδαφιστεί προτού ολοκληρωθεί ο νέος. Οι εργασίες στο νέο ναό σταμάτησαν το 1912. Το παλαιό καθολικό έχει αποκατασταθεί, όπως και το παλαιό τέμπλο του. Δυτικά του διαβατικού της εκκλησίας βρίσκεται ξερή σήμερα πέτρινη κρήνη με γλυπτά στοιχεία. Η κρήνη κατασκευάστηκε το 1759, επί ηγουμενίας Mαξίμου Bεργίτση. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)

You don't have permission to register