Πόλεις & Χωριά στο Νομό Φλώρινας
Αγία Παρασκευή
Η Αγία Παρασκευή είναι ορεινό χωριό που βρίσκεται στο απώτατο βόρειο τμήμα του νομού Φλώρινας, σε μέσο σταθμικό υψόμετρο 620 μέτρων. Είναι το τελευταίο μεθοριακό χωριό της επαρχιακής οδού που συνδέει τη Φλώρινα με το χωριό Ντράγκος (Dragos) των Σκοπίων. Η τοπική κοινότητα είναι χαρακτηρισμένη ως αγροτικός ημιορεινός οικισμός. Η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής, είναι τρίκλιτη σταυροειδής μετά τρούλου, από όπου πήρε την ονομασία του ο οικισμός. Το σημερινό οικοδόμημα είναι θεμελιωμένο το 1967 και χτισμένο με πολλές διαδοχικές επεκτάσεις πάνω σε παλαιό εκκλησάκι που υπήρχε από το 1886 (πιθανόν με άλλο όνομα). Τον Αύγουστο του 1974, ο ναός μετατράπηκε σε τεράστια αποθήκη συγκέντρωσης εφοδίων, ρούχων, σκεπασμάτων, εξοπλισμού για τους Κυπρίους. Επίσης στο χωριό μπορείτε να δείτε τις εκκλησίες του Αγίου Νικολάου και του Αγίου Δημητρίου.
Άγιος Αχίλλειος
Η νησίδα του Αγίου Αχιλλείου βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα της Μικρής Πρέσπας σε αβαθή και ελώδη θέση της λίμνης. Η νησίδα βρίσκεται -όπως και όλη η περιοχή της λίμνης- σε μεγάλο υψόμετρο που πλησιάζει τα 900 μέτρα, μεσοσταθμικά. Στο νότιο τμήμα υπάρχει κορυφή που φθάνει τα 925 μέτρα, το υψηλότερο σημείο της νησίδας. Συνδέεται με πλωτή γέφυρα μήκους 650μ. ενώνοντας τον Άγιο Αχίλλειο με την απέναντι όχθη. Η ονομασία της, όπως και του οικισμού, προέρχεται από τον Άγιο Αχίλλιο τον Καππαδόκη, επίσκοπο Λαρίσης, κατά τον 4ο αιώνα. Μαζί με το νησί Ιωαννίνων, είναι το δεύτερο κατοικημένο νησί σε λίμνη της Ελλάδος. Η τοπική κοινότητα είναι χαρακτηρισμένη ως αγροτικός ορεινός οικισμός.
Άγιος Βαρθολομαίος
Ο Άγιος Βαρθολομαίος είναι χωριό στο ανατολικοκεντρικό τμήμα του νομού Φλωρίνης, λίγο νοτιότερα της σιδηροδρομικής γραμμής προς Φλώρινα και σε μέσο σταθμικό υψόμετρο 670 μέτρων. Η τοπική κοινότητα είναι χαρακτηρισμένη ως αγροτικός ορεινός οικισμός. Οι κάτοικοι του Αγίου Βαρθολομαίου έχουν στη μεγάλη πλειονότητά τους Ποντιακή καταγωγή, αλλά και από περιοχές του Καυκάσου. Αξιοθέατα του χωριού είναι ο ναός του Αγίου Βαρθολομαίου στη βορειοανατολική είσοδο του χωριού, ο ναΐσκος της Παναγίας Σουμελά στη βορειοανατολική είσοδο του χωριού και ο ναός της Αναλήψεως του Σωτήρος σε δασικό περιβάλλον, με πηγή πόσιμου νερού.
Άγιος Γερμανός
Ο Άγιος Γερμανός είναι ορεινό χωριό και βρίσκεται πάνω σχεδόν στα σύνορα Ελλάδας – Σκοπίων, πάνω από την λίμνη μεγάλη Πρέσπα και σε υψόμετρο 1.040 μέτρων. Ο Άγιος Γερμανός αποτελούσε το κεφαλοχώρι της περιοχής των Πρεσπών και γνώριζε μεγάλη ακμή κατά το παρελθόν. Η ονομασία του χωριού οφείλεται στον ομώνυμο βυζαντινό ναό του 10ου αιώνα, και είναι αφιερωμένος στον ομώνυμο άγιο και Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως. Είναι ένας εγγεγραμμένος σταυροειδής ναός με τρούλο που διασώζει τοιχογραφίες του 11ου, του 13ου και του 18ου αιώνα. Διατηρήθηκε καθ’ όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, με τον παρεφθαρμένο τύπο «Γέρμαν», ενώ το 1926 καθιερώθηκε η ονομασία Άγιος Γερμανός. Η ύπαρξη του χωριού πιθανολογείται από τις αρχές του 10ου αιώνα, όποτε ανεγέρθηκε και ο ομώνυμος ναός. Σήμερα το χωριό αξιοποιείται τουριστικά εκμεταλλευόμενο την τουριστική κίνηση προς τον εθνικό δρυμό των Πρεσπών.
Άγιος Παντελεήμονας
Ο Άγιος Παντελεήμονας είναι ορεινό χωριό χτισμένος στις δυτικές όχθες της λίμνης Βεγορίτιδας και σε κοντινή απόσταση από τη λίμνη των Πετρών οι οποίες αποτελούν σημαντικούς υδροβιότοπους. Η παλιά ονομασία του χωριού ήταν Πάτελι. Τα σημαντικότερα μνημεία είναι ο προϊστορικός οικισμός Αγίου Παντελεήμονα, η νεκρόπολη του Αγίου Παντελεήμονα, το Κάλε, η ελληνιστική πόλη των Πετρών, τα βυζαντινά και μεταβυζαντινά μνημεία. Αξιοθέατα του χωριού είναι η νεκρόπολη στη θέση «Άγιος Γεώργιος», που χρονολογείται στους πρώϊμους ιστορικούς χρόνους και έχει κηρυχθεί αρχαιολογικός χώρος, το οχυρό Κάλε, κοντά στη λίμνη των Πετρών, το Πυργόσπιτο που βρίσκεται στο χωριό με τη χρονολογία 1908 στο αέτωμα του σαχνισιού της πρόσοψης. Από το 1986 χαρακτηρίστηκε ως έργο τέχνης, η ιερά μονή των Αγίων Παντελεήμονος και Ευβούλης στα δυτικά του χωριού. Το άλσος με το μικρό εκκλησάκι του Αγίου Πνεύματος βορειοδυτικά του χωριού με αριστουργηματική θέα προς τη Βεγορίτιδα, ο ανεμόμυλος που βρίσκεται μέσα στο χωριό και κτίσθηκε επί Τουρκοκρατίας και οι καταρράκτες που σχηματίζονται την άνοιξη δυτικά του χωριού όταν τα νερά της Λίμνης των Πετρών μέσα από τεχνική δίοδο πέφτουν στη λίμνη Βεγορίτιδα.
Αγραπιδιές
Οι Αγραπιδιές βρίσκονται στο δυτικό τμήμα του οροπεδίου Πτολεμαΐδας – Αμυνταίου, στα βορειοδυτικά της μικρής λίμνης Ζάζαρη. Είναι χτισμένες δίπλα στην επαρχιακή οδό Αμυνταίου – Καστοριάς. Σε ειδικά περιφραγμένο τμήμα φυσικού δάσους βελανιδιάς, έκτασης 70 στρεμμάτων, υπάρχει το καταφύγιο λύκου της περιβαλλοντικής οργάνωσης Αρκτούρου. Σε αυτό φιλοξενούνται όλοι οι λύκοι που κατάφεραν να διασωθούν από την Ελλάδα και γειτονικές χώρες. Στην ίδια περιοχή λειτουργεί ο Αρκτούρος τις εγκαταστάσεις Κτηνιατρικού Σταθμού που παρέχει χώρο φιλοξενίας και πρώτες βοήθειες σε άγρια θηλαστικά. Η περιοχή που ξεκινάει νότια του χωριού και εκτείνεται κυρίως γύρω από τις λίμνες Ζάζαρη και Χειμαδίτιδα είναι χαρακτηρισμένη ως Natura 2000. Θεωρείται σημαντικός βιότοπος για τα πουλιά και γαλήνιο τοπίο με ορεινό δασικό τοπίο από τη δυτική πλευρά, έλη, καλαμιώνες και γόνιμη πεδιάδα από τα ανατολικά. Το χωριό, επί τουρκοκρατίας, ονομαζόταν Γκόρισκο και με το όνομα αυτό αναφέρεται το 1918. Μετονομάστηκε σε Αγραπιδιές το 1926. Η τοπική κοινότητα Αγραπιδέων είναι χαρακτηρισμένη ως αγροτικός ορεινός οικισμός.
Αετός
Ο Αετός βρίσκεται στα νότια του νομού Φλώρινας, βόρεια της μικρής λίμνης Ζάζαρης. Το χωριό είναι χτισμένο στους πρόποδες του όρους Βέρνο (Βίτσι). Οι κάτοικοί του ασχολούνται με την κτηνοτροφία, τη γεωργία και τα τελευταία χρόνια με τον τουρισμό. Η ευρύτερη περιοχή είναι τουριστικός πόλος γι’ αυτό και το χωριό διαθέτει αρκετά καταλύματα διαμονής και εστίασης. Αξιοθέατα θεωρούνται οι δύο βυζαντινές εκκλησίες που βρίσκονται στο χωριό του Αγίου Γεωργίου χτισμένη το 1836 αλλά και του Αρχαγγέλου Μιχαήλ του 1892 με τοιχογραφίες γνωστών αγιογράφων της περιοχής. Στον Αετό γίνεται το παραδοσιακό έθιμο «Νύχτα της Φώτισης» στις 23 Δεκεμβρίου με φαντασμαγορικό άναμμα ξύλων από κάθε γειτονιά που συναγωνίζονται μεταξύ τους για τη μεγαλύτερη φωτιά. Στη συνέχεια ακολουθεί παραδοσιακό γλέντι ανάβει με κρασί, τσιγαρίδες, λουκάνικα, κάστανα που διαρκεί κρατάει όσο καίει η φωτιά. Γίνεται επίσης «Γιορτή της πιπεριάς», τέλη Αυγούστου με αρχές Σεπτεμβρίου, τιμώντας το πασίγνωστο προϊόν, αφού από το χωριό αυτό ξεκίνησε η καλλιέργειά του. Διοργανώνεται επίσης διήμερο οικοτουρισμού με επισκέψεις σε οινοποιεία, παραδοσιακή μουσική και εναλλακτικές δραστηριότητες στη μοναδική φύση της περιοχής. Η τοπική κοινότητα Αετού είναι χαρακτηρισμένη ως αγροτικός ορεινός οικισμός.
Ακρίτας
Ο Ακρίτας βρίσκεται σε υψόμετρο 1.050 μέτρων στις πλαγιές του όρους Βαρνούντα. Η τοπική κοινότητα Ακρίτα είναι χαρακτηρισμένη ως αγροτικός ορεινός οικισμός. Βρίσκεται σε λοφώδη περιοχή βορειοδυτικά της πόλης της Φλώρινας. Δυτικά του χωριού υψώνεται η ανατολική πλευρά του όρους Βαρνούντα, Βίγλα όπως ονομάζεται στα μέρη αυτά. Το χωριό περιβάλλεται από πλούσιο δάσος έκτασης 32.000 στρεμ, όπου υπάρχει η πηγή Σουπούρκα σε υψόμετρο 2.000μ. και η πηγή Μπραζιάνη. Η κορυφή Περιστέρι βρίσκεται σε 2.100μ. υψόμετρο. Ιδιαίτερη θέα προσφέρει η θέση Βαρτέσκα, απ’ όπου φαίνεται όλος ο κάμπος της Πελαγονίας και οι λίμνες των Πρεσπών. Θεωρείται ένα από τα ομορφότερα χωριά της περιοχής και βρίσκεται στις ανατολικές πτυχώσεις του Βαρνούντα. Ο Ακρίτας είναι το πιο ενδιαφέρον αρχιτεκτονικά χωριό της ευρύτερης περιοχής. Η τοπική αρχιτεκτονική είναι ενδιαφέρουσα, καθώς τα σπίτια είναι πετρόχτιστα με χαγιάτι και όμορφα γείσα στη σκεπή. Υπάρχουν πολλά μονώροφα ή διώροφα πλίνθινα και πέτρινα σπίτια του 19ου αιώνα, πολλά καλοδιατηρημένα δείγματα των αρχών του περασμένου αιώνα και πάμπολλα λιθανάγλυφα και διακοσμητικά μοτίβα στα σπίτια του Μεσοπολέμου. Στο μέσο του χωριού υπάρχουν οι νερόμυλοι Σουτάρη Φώτιου και Σερβίκη Αντώνιου, ενώ μπροστά στο σχολείο υπάρχει βρύση. Το οικιστικό σύνολο του Ακρίτα συνιστά μία ξεχωριστή περίπτωση σε σχέση με τους υπόλοιπους οικισμούς της περιοχής, αφού εκεί συνυπάρχει μεγάλος αριθμός κτισμάτων που ανήκουν σε μία ευρεία γκάμα αρχιτεκτονικών στυλ. Δίπλα στα παραδοσιακά πλίθινα και πέτρινα μονώροφα ή διώροφα σπίτια του τέλους του 19ου αιώνα, συναντά κανείς καλοδιατηρημένα δείγματα της νεοκλασικής αρχιτεκτονικής των αρχών του 20ου αιώνα. Επίσης, οι εκλεκτικιστικές επιρροές είναι εμφανείς στα λιθανάγλυφα και στα άλλα διακοσμητικά μοτίβα αρκετών σπιτιών του Μεσοπολέμου στο κέντρο κυρίως του οικισμού. Οι κάτοικοι ασχολούνται με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Πανηγύρι γίνεται στη γιορτή του Αγίου Πνεύματος, που συνδυάζει τις ομορφιές της φύσης με γλέντι. Εκκλησίες του χωριού είναι της Αγίας Τριάδας, του Αγίου Γεωργίου, του Προφήτη Ηλία και του Αγίου Νικολάου (1872). Στον παλιό Βρεφονηπιακό Σταθμό του Ακρίτα στεγάζεται η Λαογραφική Συλλογή όπου παρουσιάζεται μια γεύση της πάλαι ποτέ ακμάζουσας κοινότητας. Παραδοσιακές ενδυμασίες, γεωργοκτηνοτροφικά εργαλεία, είδη μεταλλοτεχνίας, νομίσματα και τόσα άλλα που γεφυρώνουν το παρόν με το παρελθόν.
Αμμοχώρι
Το Αμμοχώρι βρίσκεται στο λεκανοπέδιο της Λυγκηστίδας. Στο τραπεζοειδές ύψωμα «Κάσανο», έχει εντοπιστεί η θέση αρχαίου οικισμού των κλασικών, ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων. Το χωριό αναφέρεται ως Πεσόσνιτσα από το 15ο αιώνα και κατοικείται κυρίως από χριστιανούς και λίγους μουσουλμάνους. Αρχικά φαίνεται ότι κατοικήθηκε το βόρειο τμήμα και στη συνέχεια το νότιο. Οι πρώτες εγκαταστάσεις ήταν παραποτάμιες καλύβες, ενώ οι κάτοικοι εκμεταλλεύονταν την άμμο και τις πέτρες του Μικροπόταμου (Μαλαρέκα) που διασχίζει το χωριό. Το 15ο αιώνα ήταν τιμάριο των γαιοκτημόνων Ηλία Ουμούρ και Χισίρ. Κατά το Μακεδονικό αγώνα υπήρχε έντονη αντιπαράθεση μεταξύ πατριαρχικών και εξαρχικών κατοίκων. Οι Βούλγαροι προσπάθησαν να προσεταιριστούν τους κατοίκους εκμεταλλευόμενοι τη συμμετοχή τους στην εξέγερση του Ίλιντεν. Λειτουργούσε Ελληνικό και Βουλγαρικό σχολείο, καθώς επίσης πατριαρχική και Εξαρχική εκκλησία. Το 1906 η κάτοικοι υπό τη Βουλγαρική πίεση μεταστράφηκαν στην Εξαρχία, αλλά μετά την επανάσταση των Νεοτούρκων επέστρεψαν σταδιακά στο πατριαρχείο. Από τους Πεσοσνιτσιώτες που διακρίθηκαν στο Μακεδονικό αγώνα, κυριότεροι ήταν οι Ναούμ Γίρδας και Δημήτριος Κλιγκάτσης του Ναούμ. Κατά τους Βαλκανικούς πολέμους το χωριό καταλήφθηκε από Σέρβους. Κατέληξε στην Ελλάδα μετά επίπονες διαπραγματεύσεις με τη χάραξη των συνόρων και την παραχώρηση του Μοριχόβου στη Συνθήκη του Βουκουρεστίου. Το 1923 οι λιγοστοί μουσουλμάνοι κάτοικοι προσέφυγαν στην Τουρκία και στο Αμμοχώρι εγκαταστάθηκαν μερικές οικογένειες προσφύγων από τη Μικρά Ασία, τον Πόντο και τον Καύκασο. Σήμερα το Αμμοχώρι αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα χωριά του Δήμου Φλώρινας. Στα δυτικά του χωριού σε μικρή απόσταση βρίσκεται η μικρή λίμνη του Αμμοχωρίου.
Ανάργυροι
Οι Ανάργυροι βρίσκονται δυτικά της λίμνης Χειμαδίτιδας σε υψόμετρο 610 μέτρων. Στα ανατολικά του χωριού, σε απόσταση περίπου 7 χλμ. είναι ο ΑΗΣ (Ατμοηλεκτρικός Σταθμός) Αμυνταίου και ανάμεσά τους μεγάλο λιγνιτικό ορυχείο το οποίο έχει προκαλέσει μεγάλη υποβάθμιση στο φυσικό και οικιστικό περιβάλλον, με αποτέλεσμα την ανάγκη για μετεγκατάσταση του οικισμού. Στην περιοχή έχουν ανασκαφεί και βρεθεί ευρήματα που φανερώνουν συνεχόμενη κατοίκησή της από τη Μέση Νεολιθική μέχρι και την Ύστερη Εποχή του Χαλκού. Τον Ιούνιο 2017 έγινε πολύ μεγάλη κατολίσθηση στο ορυχείο, που είχε σαν αποτέλεσμα να βυθιστεί ένα μέρος του οικισμού και να καταστραφούν σπίτια, δρόμοι και υποδομές του. Ως οικισμός αναφέρεται επίσημα το 1918 με την παλιά του ονομασία Ρούδνικ και το 1928 μετονομάστηκε σε Ανάργυροι.
Ανταρτικό
Το Ανταρτικό είναι ορεινό χωριό χτισμένο σε υψόμετρο 1.044 μέτρων στις πλαγιές του όρους Βαρνούντα και αποτελεί έναν από τους πιο ορεινούς οικισμούς του νομού Φλώρινας. Η αρχική ονομασία του οικισμού ήταν Ζέλοβο, μετονομάστηκε όμως το 1927 σε Ανταρτικό. Η ονομασία δόθηκε προς τιμήν των πολυάριθμων κατοίκων του χωριού που συμμετείχαν στο Μακεδονικό Αγώνα. Το χωριό ιδρύθηκε γύρω στα 1800 από οικογένειες Ηπειρωτών, καθώς και Σλάβων από την περιοχή της Δίβρης. Ο οικισμός του Ανταρτικού έχει ιδιαίτερη αρχιτεκτονική και είναι ανακηρυγμένος ως παραδοσιακός οικισμός ενώ οι κάτοικοί του ασχολούνται κατά κύριο λόγο με την κτηνοτροφία. Αξιοθέατα αποτελούν οι ιεροί ναοί του Αγίου Νικολάου και του Αγίου Αθανασίου. Σε απόσταση 7 χιλιομέτρων από το Ανταρτικό βρίσκεται η πηγή Πελιόρ.
Άνω Αχλάδα
Η Άνω Αχλάδα είναι ορεινό χωριό στο βορειοδυτικό τμήμα του νομού Φλωρίνης. Βρίσκεται στις δυτικές κλιτύς της κορυφής «Ρογκάς» (1.353 μ.) του όρους Βόρας, πολύ κοντά στα σύνορα με τα Σκόπια, στις όχθες του Παλαιορέματος, σε υψόμετρο 740 μέτρων. Αξιοθέατα του χωριού είναι η εκκλησία του Αγίου Δημητρίου στο νότιο τμήμα του οικισμού, το εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία, στη βόρεια έξοδο του οικισμού, η μονή του Αγίου Χαραλάμπους, νότια του οικισμού, κτίσμα του 1874 όπου το καθολικό της, μικρή ξυλόστεγη βασιλική, καταστράφηκε το 1939 από πυρκαγιά και η εκκλησία της Ανάληψης, νότια του οικισμού, κτίσμα του 1874.
Άνω Υδρούσσα
Η Άνω Υδρούσσα είναι ορεινό χωριό στο κεντρικό τμήμα του νομού Φλωρίνας. Βρίσκεται στις βορειοδυτικές κλιτύς της κορυφής «Μαύρο Βουνό» (1.021 μ.) του Βέρνου, νοτιοανατολικά του φράγματος Τριανταφυλλιάς και δίπλα στην επαρχιακή οδό Φλώρινας-Καστοριάς, σε μέσο σταθμικό υψόμετρο 860 μέτρων. Η τοπική κοινότητα είναι χαρακτηρισμένη ως αγροτικός ορεινός οικισμός. Οι κάτοικοι του χωριού ασχολούνται με τη γεωργία και την κτηνοτροφία (αγελάδες). Καλλιεργούνται, κυρίως, σιτάρι, σίκαλη, φράουλες και φασόλια γίγαντες. Αξιοθέατα του χωριού είναι η εκκλησία του Αγίου Γρηγορίου στο νότιο τμήμα του οικισμού και το φράγμα της Τριανταφυλλιάς, βορειοδυτικά του οικισμού.
Αρμενοχώρι
Το Αρμενοχώρι είναι πεδινό χωριό του Νομού Φλώρινας. Βρίσκεται σε υψόμετρο 670 μέτρων. Οι περισσότεροι κάτοικοι ασχολούνται με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Οι κάτοικοι είναι ντόπιοι Μακεδόνες και Πόντιοι πρόσφυγες. Το φυσικό τοπίο ομορφαίνει ο ποταμός Σακουλέβας, ενώ μνημεία, που ενδιαφέρουν τον επισκέπτη, είναι το κτίριο του λαογραφικού μουσείου και οι ναοί των Όσιου Ναούμ, Αγίου Αθανασίου και του Γενεσίου της Θεοτόκου. Η παλιά ονομασία του χωριού είναι Αρμένορο ή Άρμενορ. Στη βορειοδυτική πλευρά του χωριού ανακαλύφθηκε οικισμός που χρονολογείται στην πρώιμη εποχή του χαλκού. Πανηγύρι διεξάγεται στο χωριό στις 8/9 στον τελευταίο ναό, αλλά και στις 20/6 την ανακομιδή των λειψάνων του Οσίου Ναούμ, όπου συμμετέχουν χορευτικά συγκροτήματα με Χάλκινα Πνευστά και Ποντιακή λύρα. Αγαπημένοι χοροί των ντόπιων είναι οι Λεβέντικος, Ράικος, «Ελένη κόρη» και οι Ποντιακοί χοροί. Εμποροπανήγυρη πραγματοποιείται κάθε Ιούνιο.
Ασπρόγεια
Τα Ασπρόγεια παλαιότερα είχαν την ονομασία Στρέμπενο. Το χωριό είναι χτισμένο σε υψόμετρο 850 μέτρων και γιορτάζει στις 5 και 6 Αυγούστου καθώς υπάρχει εκκλησία Μεταμορφώσεως του Σωτήρος. Κύρια ασχολία των κατοίκων είναι η γεωργία και η κτηνοτροφία. Στην είσοδο του χωριού υπάρχει άγαλμα του Μακεδονομάχου Καπετάν Βαγγέλη όπου τελείται μνημόσυνο την 1η ή τη 2η Κυριακή του Μαΐου. Αρχικά υπήρχαν συνοικισμοί στις θέσεις Ελενίτσα, Αμμουδιά, Λεπτοκαρυές και άλλες περιοχές. Λόγω όμως της ελονοσίας και ύστερα από σύσταση των Οθωμανικών αρχών που είχαν έδρα στο γειτονικό Σκλήθρο, το χωριό μεταφέρθηκε πιο ψηλά, στη σημερινή του θέση. Οι κάτοικοι ήταν αρχικά ελληνόφωνοι, αρβανιτόφωνοι και βλαχόφωνοι, αλλά κατά τα μέσα του 19ου αιώνα σλαβοφώνησαν.
Ατραπός
Ο Ατραπός (παλαιότερη ονομασία Κραπέστινα) είναι αγροτικό χωριό, ημιορεινό, χτισμένο στη σκιά του Βέρνου, στην κοιλάδα του ρέματος Τροπαιούχου, που χύνεται στο Λύγκο. Η τοπική κοινότητα Ατραπού είναι χαρακτηρισμένη ως αγροτικός ορεινός οικισμός. Στα τέλη του 18ου αιώνα εγκαταστάθηκαν στο χωριό πολλές οικογένειες από την Ήπειρο. Κατά το 19ο αιώνα, αναφέρεται από διάφορους μελετητές ως Κρεπέσσινο. Η εκκλησία, αλλά και οι περισσότεροι Έλληνες μελετητές το αναφέρουν ως Κραπέστινα. Το χωριό μέχρι το 1926 ονομαζόταν Κραπέστινα οπότε και μετονομάστηκε σε Ατραπός. Στον Ατραπό, κάθε καλοκαίρι, 5 και 6 Αυγούστου εορτάζεται η Μεταμόρφωση του Σωτήρος (ξωκλήσι), με μουσικές εκδηλώσεις και πανήγυρη. Στο χωριό υπάρχουν επίσης οι εκκλησίες της Κοίμησης της Θεοτόκου και του Αγίου Γεωργίου. Την περιοχή διαπερνά το Διεθνές Ορειβατικό Μονοπάτι Ε4. Επίσης, στην κοιλάδα, υπάρχουν νερόμυλοι του 19ου αιώνα. Το χωριό έχει διατηρήσει εν μέρει, τον παραδοσιακό του χαρακτήρα. Στο Ιστορικό και Εθνολογικό Μουσείο Μακεδονίας, στη Θεσσαλονίκη, εκτίθενται παραδοσιακές στολές των γυναικών του Ατραπού.
Βαλτόνερα
Τα Βαλτόνερα (πριν το 1928 Κάτω Νεβόλιανη) είναι το μοναδικό χωριό που βρίσκεται μέσα στο μικρό κάμπο του δήμου Αμυνταίου. Οι κάτοικοι στη μεγάλη πλειοψηφία είναι ποντιακής καταγωγής και ασχολούνται κυρίως με τη γεωργία και παλαιότερα και με την κτηνοτροφία. Η εκκλησία του χωριού είναι αφιερωμένη στους Αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη και στις 21 Μαΐου γίνεται πανηγύρι στα μαγαζιά του χωριού. Την καμπάνα του χωριού έφεραν μαζί τους πρόσφυγες από τον Πόντο το 1922. Το 2003 η Δήμητρα Κουτσουρίδου από τα Βαλτόνερα μπήκε στο βιβλίο των ρεκόρ Γκίνες, συγκεντρώνοντας οχτώ χιλιάδες πεντακόσιες δέκα τέσσερις ξύστρες, οι οποίες βρίσκονται και εκτίθενται στο δημοτικό σχολείο Βαλτονέρων. Στο χωριό υπάρχει ψησταριά καθώς και παραδοσιακό καφενείο για καφέ η τσίπουρο.
Βέγορα
Τα Βέγορα, ή αλλιώς η Βεγόρα, είναι χωριό στη νοτιοδυτική όχθη της Βεγορίτιδας. Παλαιότερα λεγόταν Νόβιγκραντ ή Νέογρατ και κατοικούνταν μέχρι την ανταλλαγή πληθυσμών το 1923 από αμιγή μουσουλμανικό πληθυσμό που αντικαταστάθηκε από πρόσφυγες της Μικράς Ασίας και του Πόντου. Στις παρυφές του χωριού και σε άμεση σχέση με τη λίμνη έχουν εντοπιστεί λείψανα της ανθρώπινης παρουσίας, τα οποία χρονολογούνται από τη Νεολιθική και την Πρώιμη Εποχή του Χαλκού (τοποθεσίες Νησί, Τσαΐρια, Γκαγιά, Μέτλα), ενώ ερείπια ελληνιστικών, ρωμαϊκών και βυζαντινών αρχαιοτήτων πιστοποιούν τη διαχρονική σημασία της περιοχής, η οποία ενισχύθηκε και από τη διέλευση της Εγνατίας Οδού. Ορισμένοι ερευνητές, μάλιστα, επιχειρούν να ταυτίσουν τις πόλεις Λεβαία και Βοκερία της αρχαίας Εορδαίας με κάποιες από αυτές τις εγκαταστάσεις, στηριζόμενοι και στις ιστορικές αναφορές αρχαίων συγγραφέων. Οι παραγωγικές τους δραστηριότητες καθιστούν τη Βεγόρα μια από τις πιο δυναμικές αγροτικές κοινότητες της περιοχής, με έμφαση κυρίως στις καλλιέργειες οπωροφόρων δένδρων (ροδάκινα, μήλα), αμπελιών, σπαραγγιών.
Βροντερό
Το Βροντερό είναι ορεινό χωριό πάνω σχεδόν στα ελληνοαλβανικά σύνορα, πάνω από την λίμνη μικρή Πρέσπα και σε υψόμετρο 1.100 μέτρων. Σε σπηλιές κοντά στο χωριό Βροντερό βρισκόταν το στρατηγείο και το νοσοκομείο του δημοκρατικού στρατού κατά την περίοδο του εμφυλίου, μια εκ των οποίων είναι γνωστή με το όνομα «σπηλιά Κόκκαλη». Στο κατάστημα του Δημοτικού Διαμερίσματος Βροντερού, φιλοξενείται αξιόλογη συλλογή απολιθωμάτων από τη γύρω περιοχή. Στις αρχές του 1900 ζούσαν στο χωριό 276 σλαβόφωνοι χριστιανοί. Βλάχοι εγκαταστάθηκαν στο χωριό το 1949. Ήταν μια ομάδα νομάδων Βλάχων που μετακινούνταν εποχιακώς (γνωστοί ως Αρβανιτόβλαχοι) με καταγωγή από τη Θεσσαλία, και η ελληνική κυβέρνηση βοήθησε στην εγκατάστασή τους σε ερημωμένα χωριά της περιοχής των Πρεσπών όπως το Βροντερό. Οι Βλάχοι είναι οι μόνοι κάτοικοι του χωριού. Η βλάχικη γλώσσα χρησιμοποιήθηκε από ανθρώπους όλων των ηλικιών, τόσο σε δημόσιους όσο και σε ιδιωτικούς χώρους, και ως η κύρια γλώσσα για τις διαπροσωπικές σχέσεις. Μερικοί ηλικιωμένοι χωρικοί είχαν ελάχιστη γνώση της ελληνικής.
Κρυσταλλοπηγή
Η Κρυσταλλοπηγή είναι ακριτικό ορεινό χτισμένη σε υψόμετρο 1.130 μέτρων στις πλαγιές του Τρικλάριου Όρους και αποτελεί ένα από τα πιο ορεινά χωριά της Ελλάδας. Οι κάτοικοι ασχολούνται με την κτηνοτροφία και την τυροκομία. Από το 1912 έως το 1928 ονομαζόταν Σμαρδέσι, οπότε και μετονομάστηκε σε Κρυσταλλοπηγή. Ο παλιός οικισμός είναι τουλάχιστον 400 ετών και ιδρύθηκε από Ηπειρώτες και Γρεβενιώτες. Στο χωριό ομιλούταν η βλάχικη γλώσσα. Στις αρχές του 20ού αιώνα και στη συνέχεια κατά τη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα, η περιοχή αποτέλεσε επίκεντρο διαμάχης μεταξύ Ελληνικών, Τουρκικών και Βουλγαρικών δυνάμεων για τη διεκδίκηση των εδαφών και τη θρησκευτική κυριαρχία ανάμεσα σε πατριαρχικούς και εξαρχικούς. Η παρουσία των Βουλγάρων αρχηγών Βασίλ Τσακαλάρωφ και Μπορίς Σαράφωφ το 1903 στο χωριό, όπου ζούσαν 345 οικογένειες, εξαρχικές (Βουλγαρικές) και πατριαρχικές (Ελληνικές), υπήρξε η βασική αφορμή για την ολοκληρωτική καταστροφή του χωριού ύστερα από συγκρούσεις Τούρκων και Βουλγάρων. Το 1951 το χωριό εγκαταλείφθηκε εντελώς και κάποια χρόνια αργότερα ιδρύθηκε νεότερος οικισμός, το 1957, από 80 οικογένειες βλαχόφωνων της Ηπείρου. Στην Κρυσταλλοπηγή γίνεται πανηγύρι στην εκκλησία των Αγίων Αναργύρων την 1η Ιουλίου.
Κώτας
Το χωριό βρίσκεται στα νοτιοανατολικά της Μικρής Πρέσπας, χτισμένο σε υψόμετρο περίπου 685 μέτρων στην κοιλάδα του σχηματίζει ο Λαδοπόταμος. Ο οικισμός είναι γνωστός ως η γενέτειρα του Μακεδονομάχου Κώττα Χρήστου, ο οποίος γεννήθηκε εκεί το 1863. Το σπίτι του Κώττα ανακαινίστηκε και μετατράπηκε σε μουσείο Μακεδονικού Αγώνα, το οποίο λειτουργεί από το 1995 με τη βοήθεια του σωματείου «Οι φίλοι του Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα» και με τα συνεργαζόμενα γυναικεία σωματεία. Το σπίτι αποτελείται από δύο ορόφους. Στο ισόγειο υπάρχουν πέντε χώροι με παραδοσιακά οικιακά σκεύη και εργαλεία. Στον πάνω όροφο εκτίθενται όπλα της εποχής του Μακεδονικού Αγώνα, μετάλλια και φωτογραφίες των Μακεδονομάχων οπλαρχηγών της περιοχής Φλώρινας, παραδοσιακές φορεσιές της οικογένειας καθώς και μια βιβλιοθήκη δωρεά από το σύλλογο γυναικών Δυτικής Μακεδονίας. Στην είσοδο του χωριού βρισκόταν το γεφύρι όπου γεφύρωνε τον Λαδοπόταμο, έναν από τους δύο κλάδους που ξεκινούν το μεγάλο Αλιάκμονα. Το γεφύρι κατέρρευσε το 1938, ύστερα από δυνατή κατεβασιά -με δέντρα κλπ.- του ποταμού. Το γεφύρι πρέπει να χτίστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα.
Λαιμός
Ο Λαιμός είναι χτισμένος στις δυτικές πλαγιές του Βαρνούντα (Περιστερίου) σε περίοπτη θέση με εξαιρετική θέα στις Πρέσπες. Βρίσκεται δίπλα στα σύνορα με τα Σκόπια. Έως τη δεκαετία του 1960 ήταν το εμπορικό κέντρο της περιοχής, καθώς υπήρχε συνοριακή σύνδεση με τη Γιουγκοσλαβία. Το χωριό διασχίζει ο ποταμός Παλιόρεμα, μήκους 10 χιλιομέτρων που χύνεται στη Μεγάλη Πρέσπα. Υπάρχουν 3 γέφυρες του Παλιορέματος εντός του Λαιμού. Στα νερά του ζουν ενδημικές πέστροφες, ενώ για τις ανάγκες της αναπαραγωγής, τον επισκέπτονται κάθε Μάιο και για ένα μήνα, σκουμπούζια και μπριάνες από τη Μεγάλη Πρέσπα. Οι κάτοικοι ασχολούνται με τη γεωργία των διάσημων φασολιών Πρεσπών, την κτηνοτροφία, την αλιεία και τον τουρισμό. Στα αξιοθέατα του Λαιμού συγκαταλέγονται ο λόφος του Αγίου Ιωάννη με την εξαιρετική θέα και το ηλιοβασίλεμα, τον ομώνυμο ναό, καθώς και οι ναοί της Αγίας Παρασκευής του 1896 και της Υπαπαντής του Κυρίου (15ος αιώνας). Οι περισσότερες οικίες είναι χτισμένες από πλίνθους και λίθους. Κατά μήκος του ποταμού Παλιόρεμα υπάρχουν πολλοί υδρόμυλοι. Στο Λαιμό λειτουργεί Δημοτική Βιβλιοθήκη και Λαογραφική Συλλογή με αντικείμενα από την περιοχή των Πρεσπών. Την 4n μέρα του Πάσχα πραγματοποιείται πανηγύρι στο λόφο του Αγίου Ιωάννη.
Λευκώνας
Ο Λευκώνας (παλαιότερη ονομασία Πόπλι) είναι χτισμένος σε υψόμετρο 880 μέτρων. Το μεγαλύτερο ποσοστό των κατοίκων είναι πρόσφυγες από τον Πόντο και κύρια ασχολία τους είναι καλλιέργεια φασολιών, η κτηνοτροφία και η αλιεία. Στο χωριό βρέθηκαν πήλινοι σωλήνες και ένα πιθάρι των οποίων η χρονολόγηση δεν αναφέρεται. Μόλις 3 χλμ. έξω από το χωριό συναντάμε την πnγή Κρυόβρυση, ενώ το χωριό διαρρέεται από το ρύακα Λευκώνος, κατά μήκος του οποίου υπάρχουν τέσσερις γέφυρες. Η κορυφή «Μάζι» και οι λόφοι «Καλέ» και «Γκόριτσα» προσφέρουν ωραία θέα της περιοχής της Μικρής Πρέσπας με τα νησάκια της. Μικτό δάσος δρυός και οξιάς περιβάλλει το χωριό. Στις 26 Οκτωβρίου στο Λευκώνα πραγματοποιείται πανηγύρι. Μέσα στο χωριό βρίσκονται οι εκκλησίες του Αγίου Ανδρέα (1936), του Αγίου Δημητρίου και του Προφήτη Ηλία.
Λιμνοχώρι
Το Λιμνοχώρι είναι ορεινό χωριό χτισμένο σε υψόμετρο 610 μέτρων. Βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του οροπεδίου Πτολεμαΐδας – Αμυνταίου, στις ανατολικές όχθες της μικρής λίμνης Ζάζαρης και βορειοδυτικά της λίμνης Χειμαδίτιδας. Είναι χτισμένο πάνω σε μία χαμηλή ράχη που χωρίζει τις δύο λίμνες, μέσα σε καταπράσινο περιβάλλον. Την περίοδο της Τουρκοκρατίας κατοικείτο από Οθωμανούς, υπήρχε μάλιστα τζαμί στο κέντρο του χωριού μέχρι τη δεκαετία του ’50. Μετά την απελευθέρωση και την ανταλλαγή πληθυσμού το 1922 εγκαταστάθηκαν πρόσφυγες από τον Πόντο. Οι κάτοικοι του χωριού ασχολούνται με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Η γύρω από το χωριό περιοχή, η οποία εκτείνεται κυρίως γύρω από τις λίμνες Ζάζαρη και Χειμαδίτιδα, είναι χαρακτηρισμένη ως Natura 2000. Θεωρείται σημαντικός βιότοπος για τα πουλιά και γαλήνιο τοπίο με ορεινό δασικό τοπίο από τη δυτική πλευρά, έλη, καλαμιώνες και γόνιμη πεδιάδα από τα ανατολικά. Σε διπλανή με το χωριό τοποθεσία, βρίσκονται τα ιαματικά λουτρά «Μπάνια» όπου διασώζεται πισίνα από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας
Μανιάκι
Το Μανιάκι βρίσκεται στα δυτικά του νομού στα όρια με το νομό Πέλλας και Κοζάνης. Είναι χτισμένο κοντά στις νοτιοανατολικές όχθες της λίμνης Βεγορίτιδας. Οι κάτοικοι του χωριού ασχολούνται με τη γεωργία, κυρίως με τη δενδροκαλλιέργεια μήλων, κερασιών και ροδάκινων όπως συνηθίζεται στην ευρύτερη περιοχή του Φιλώτα. Η περιοχή είναι κατοικήσιμη από την προϊστορική εποχή και αυτό μαρτυρούν ευρήματα προϊστορικής εγκατάστασης της Ύστερης Εποχής του Χαλκού και της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου στην τοποθεσία «Κηπάκια». Στην τοποθεσία «Κιοσελέρ Οβασί» εντοπίστηκαν ευρήματα των ύστερων ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων. Βορειοδυτικά και σε απόσταση 3,5 χλμ. βρίσκεται το χωριό Φαράγγι που η γύρω περιοχή αφθονεί σε ευρήματα.
Νυμφαίο
Το χωριό Νυμφαίο είναι ορεινός οικισμός σε υψόμετρο 1.350 μέτρων που έχει χαρακτηριστεί από το 1978 ως «διατηρητέος παραδοσιακός οικισμός». Βρίσκεται στο νότιο άκρο του νομού Φλώρινας, στις ανατολικές κλιτύες του όρους Βέρνου και είναι ένα από τα δέκα ομορφότερα χωριά της Ευρώπης. Στον παγκόσμιο διαγωνισμό της U.N.E.S.C.O. διεκδίκησε το Διεθνές Βραβείο Μελίνα Μερκούρη για την άριστη διαχείριση πολιτιστικού αποθέματος και φυσικού περιβάλλοντος. Η παλιότερη ονομασία που είχαν δώσει οι πρώτοι κάτοικοι του χωριού ήταν Νιβέστα, όνομα βλάχικης και προηγουμένως δωρικής προέλευσης, με τρεις ερμηνείες: «Νύφη» λόγω της ομορφιάς του χωριού (Νιβέστα) και της τοποθεσίας, «αθέατη» (ni vista) πιθανώς διότι βρισκόταν σε σημείο όπου δε γινόταν εύκολα ορατό και «χιονάτη» ή «όπου μένει το χιόνι» (nives sta). Περικλείεται από δάσος οξιάς και διασχίζεται από λιθόστρωτα μονοπάτια και πετρόκτιστα σπίτια. Στο χωριό επίσης υπάρχει και το μισογκρεμισμένο στρατηγείο του Παύλου Μελά.
Ξινό Νερό
Το Ξινό Νερό, παλαιότερη ονομασία Εκσί Σου και Άνω Βέρμπιανη είναι χτισμένο σε ύψος 550 μέτρων και είναι ένα από τα κεφαλοχώρια του Νομού Φλώρινας. Κύρια ασχολία των κατοίκων είναι η γεωργία και η κτηνοτροφία. Το Ξινό Νερό διαθέτει πλούσιες πηγές οξυανθρακούχου ασβεστούχου φυσικού μεταλλικού νερού. Τα νερά που αναβλύζουν από τις πηγές του χωριού εμφιαλώνονται στο τοπικό εργοστάσιο αυτόματης εμφιάλωσης. Κύρια χαρακτηριστικά του νερού είναι η διαύγεια και η περιεκτικότητα σε ιχνοστοιχεία μετάλλων ασβεστίου, καλίου και μαγνησίου, απαραίτητα για τη σωστή λειτουργία του ανθρώπινου οργανισμού. Στο φυσικό εμπλουτισμό των πηγών με ελεύθερο διοξείδιο του άνθρακα οφείλεται η καθαρότητα και η ιδιαιτερότητα της γεύσης του νερού. Το Ξινό Νερό ανήκει στην κατηγορία των ιαματικών πηγών, με έρευνες να έχουν επιβεβαιώσει την ευεργετική του δράση στο συκώτι και τα νεφρά, ενώ είναι γνωστό ότι είναι διουρητικό και βοηθά στην πέψη. Στην κορυφή Ραντόσι υπάρχει διαμορφωμένος χώρος αναψυχής. Στο χωριό υπάρχουν 4 εκκλησίες του Αγίου Γεωργίου, Αγίου Αθανασίου, Αγίου Νικολάου και Αγίας Βαρβάρας. Το κτίριο του Δημοτικού Σχολείου είναι ένα από τα σημαντικότερα οικοδομήματα της περιοχής και κοσμεί την πλατεία του χωριού, χτίστηκε πριν το 1880 και έχει χαρακτηριστεί διατηρητέο. Στο χωριό, οι διάλεκτοι των Ανατολικών Νοτιοσλαβικών γλωσσών εισάχθηκαν μετά τα μέσα του 19ου αιώνα, γεγονός που το κατέστησαν στόχο των Βουλγαρικών διεκδικήσεων. Στα χρόνια αυτά χτίστηκε και το σχολείο με τη συνδρομή των κατοίκων του χωριού και τεχνίτες από την Πελαγονία. Παλαιότερα υπήρχε και ο νερόμυλος του χωριού, ο οποίος καταστράφηκε από το πέρασμα του χρόνου. Ο παράγοντας που κάνει γνωστό το Ξινό Νερό σε όλη την Ελλάδα, είναι οι εκδηλώσεις του καρναβαλιού που γίνονται κάθε χρόνο στα τέλη Φεβρουαρίου και αρχές Μαρτίου. Οι εκδηλώσεις αυτές είναι γνωστές για το κέφι, το χορό, την πρωτοτυπία αλλά και την ζωντάνια αυτών που λαμβάνουν μέρος κάθε χρόνο αφιλοκερδώς. Οι εκδηλώσεις αυτές ξεκινούν την Τσικνοπέμπτη όπου γίνεται χορός μασκέ με ορχήστρα και παραδοσιακή μουσική. Επίσημα όμως ξεκινούν την επόμενη Πέμπτη με χορό στην πλατεία του χωριού και διαγωνισμό καλύτερης αμφίεσης σε επίπεδο γκρουπ. Το ίδιο γίνεται την Παρασκευή και το Σάββατο ενώ την Κυριακή το μεσημέρι διεξάγεται η παρέλαση των αρμάτων και των πεζοπόρων τμημάτων που πολλές φορές τα μέλη του κάθε γκρουπ ξεπερνούν τα είκοσι!
Πέτρες
Οι Πέτρες βρίσκονται στους πρόποδες του όρους Λελεκίου σε υψόμετρο 650 μέτρα και στις δυτικές όχθες της ομώνυμης λίμνης. Το κλίμα του χωριού είναι ηπειρωτικό και οι περισσότεροι κάτοικοι του χωριού ασχολούνται με τη γεωργία (καλλιέργεια αμπελιών, κρεμμυδιών), κτηνοτροφία και αλιεία. Το χωριό ιδρύθηκε στη ρωμαϊκή εποχή και στις πλαγιές του λόφου «Γκράτιστα» έχει αποκαλυφθεί ελληνιστικός οικισμός που καταλαμβάνει έκταση περίπου 20 εκταρίων. Η περιοχή από το 1984 έχει κηρυχθεί αρχαιολογικός χώρος. Επί Τουρκοκρατίας ήταν γνωστή ως «Πετρισκός» και με την τουρκική απογραφή του 1481 κατοικούσαν συνολικά 67 οικογένειες με σημαντικότερο προϊόν του χωριού να είναι τα δημητριακά. Η περιοχή γύρω από τη λίμνη Πετρών και το χωριό έχει χαρακτηριστεί ως Τοπίο Ιδιαίτερου Φυσικού Κάλους και τόπος διαβίωσης περίπου 130 ειδών σπάνιων πουλιών όπως η λαγγόνα, η νανόχηνα και το χρυσογέρακο, γι’ αυτό και αποτελεί βιότοπο Natura 2000.
Πισοδέρι
Το Πισοδέρι είναι χωριό χτισμένο στις πλαγιές του όρους Βαρνούντα σε υψόμετρο περίπου 1.420 μέτρων και αποτελεί τον πιο ορεινό οικισμό του νομού Φλώρινας. Στην κοινότητα Πισοδερίου ανήκει και ο οικισμός Βίγλα, πολύ γνωστός για τις πολύ χαμηλές θερμοκρασίες που επικρατούν εκεί το χειμώνα αλλά και για το Χιονοδρομικό Κέντρο που λειτουργεί εκεί. Το Πισοδέρι χτίστηκε στην αρχή της μήκους 70 περίπου χιλιομέτρων στενωπού, η οποία χωρίζει την οροσειρά του Βαρνούντα από τον ορεινό όγκο του Βιτσίου αλλά και ενώνει τον κάμπο της Φλώρινας με τις περιοχές της Πρέσπας, Καστοριάς, Ντεβόλι. Μέσα στο χωριό βρίσκεται η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής που υπάρχει από το 1730 και είναι βέβαιο, από εντοιχισμένη πλάκα, ότι ανακαινίσθηκε το έτος 1848. Επίσης βρίσκεται το παρεκκλήσι του Αγίου Χαραλάμπους που είναι άγνωστο το πότε χτίστηκε αλλά σίγουρα είναι παλαιότερο της Αγίας Παρασκευής. ΄Εξω από το Πισοδέρι βρίσκεαι το Χιονοδρομικό Κέντρο Πισοδερίου, η Μονή Αγίας Τριάδος Πισοδερίου σε υψόμετρο 1.395 μέτρων όπου χτίστηκε το 1050 μ. Χ. όπως προκύπτει από εντοιχισμένη πέτρινη πλάκα στη θύρα της εκκλησίας και επισκευάσθηκε το 1836. Το 2016 χαρακτηρίστηκε ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο.
Σκλήθρο
Το Σκλήθρο είναι ορεινός οικισμός σε υψόμετρο 680 μέτρων χτισμένο στους πρόποδες των ορεινών όγκων του όρους Βίτσι, σε μια μικρή κοιλάδα όπου ενώνονται 3 ποταμοί. Η παλιά ονομασία του χωριού ήταν Ζελενίτσι που στα σλαβικά σημαίνει «πράσινος τόπος» και υποδήλωνε το καταπράσινο τοπίο της περιοχής.
Τριανταφυλλιά
Η Τριανταφυλλιά (παλιά ονομασία Λάγενη) είναι ορεινό χωριό χτισμένη σε υψόμετρο 1.140 μέτρων στις πλαγιές του όρους Βέρνο και αποτελεί έναν από τους πιο ορεινούς οικισμούς της Μακεδονίας και της Ελλάδας. Ορισμένοι κάτοικοι (κυρίως οι γηραιότεροι) μιλάνε και την τοπική διάλεκτο της σλαβομακεδονικής. Μέχρι το 1927 ονομαζόταν Λάγενη. Η περιοχή της Τριαναταφυλλιάς κατοικήθηκε από την αρχαιότητα. Στον τραπεζοειδή λόφο «Στάρο Λάγενι», που βρίσκεται τρία περίπου χιλιόμετρα ΒΔ του χωριού, έχει διαπιστωθεί, από την ανεύρεση αρχαιοτήτων, η ύπαρξη σημαντικού αρχαίου οικισμού.
Τριπόταμος
Ο Τριπόταμος (παλαιότερη ονομασία Πετοράκ) βρίσκεται βορειοανατολικά της πόλης της Φλώρινας, στο λεκανοπέδιο της Λυγκηστίδας. Το χωριό είναι χτισμένο στη δεξιά όχθη του ποταμού Σακουλέβα και ανάμεσα στις συμβολές του ρέματος Παλαίστρας και του Γεροπόταμου (ποταμός Μελίτης), με το Σακουλέβα. Τρία ποτάμια περιβάλλουν το χωριό και αφήνουν ένα άνοιγμα μόνο προς τα νοτιοανατολικά. Από τη διαμόρφωση του εδάφους φαίνεται ότι ο Σακουλέβας και ο Γεροπόταμος έχουν αλλάξει πολλές φορές κοίτη και ίσως κάποτε η συμβολή τους να γινόταν εκεί που σήμερα βρίσκεται το χωριό. Ακόμα, είναι πολύ πιθανό η περιοχή να ήταν λασπώδης ή και βάλτος. Αυτό μαρτυρεί και η ονομασία Βάρικο, μιας τοποθεσίας του χωριού που σημαίνει λασπότοπος, αλλά και τα πολλά επιφανειακά νερά που υπήρχαν στα λιβάδια. Αν και τα νερά των ποταμών ήταν ορμητικά το χειμώνα και τις αρχές της άνοιξης, το καλοκαίρι, ιδιαίτερα σε περιόδους ανομβρίας, μετατρέπονταν σε ρυάκια και έτσι ελάχιστα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για άρδευση και μόνο για λαχανόκηπους. Η διάβαση των ποταμών το καλοκαίρι ήταν εύκολη. Το χειμώνα όμως γινόταν δύσκολη ως αδύνατη. Στο Σακουλέβα κατασκεύαζαν πεζογέφυρα από κορμούς και σανίδια πλάτους περίπου ενός μέτρου. Αυτή η πεζογέφυρα σχεδόν κάθε χρόνο παρασύρονταν από τα ορμητικά νερά του ποταμού και αμέσως όλοι μαζί οι χωρικοί άρχιζαν τη δουλειά για να την ξαναφτιάξουν. Αυτό συνέβαινε μέχρι το 1980 που κατασκευάστηκε η σημερινή τσιμεντένια γέφυρα και έδωσε οριστική λύση στο πρόβλημα. Στο Γεροπόταμο, στο δρόμο για τον Παπαγιάννη, η πρώτη γέφυρα, φτιαγμένη από σιδερένια υποστηλώματα και σανίδια, έγινε το 1950 και η σημερινή το 1961. Οι δυο εκκλησίες του χωριού, του Αγίου Γεωργίου, βρίσκονται στη μέση του οικισμού και δίπλα στην όχθη του Σακουλέβα. Η παλιά εκκλησία, όπως μας πληροφορεί χρονολογία που είναι σκαλισμένη σε βράχο στην ανατολική πλευρά της, είναι χτισμένη το 1839. Όπως συνηθιζόταν στη διάρκεια της τουρκοκρατίας ήταν χτισμένη ένα σκαλοπάτι χαμηλότερα από το έδαφος. Είναι χτισμένη με πέτρες και έχει εξωτερικές διαστάσεις 5,9 x 10,1 μ. Οι τοίχοι έχουν πάχος 65 εκ. Υπήρχε και πέτρινο καμπαναριό στη βορειοδυτική πλευρά, το οποίο όμως καταστράφηκε από οβίδα στη διάρκεια του Α’ παγκοσμίου πολέμου πιθανότατα τον Αύγουστο του 1916.
Ψαράδες
Οι Ψαράδες είναι ορεινός παραδοσιακός οικισμός που βρίσκεται στο βορειοδυτικό άκρο του νομού, στη νότια όχθη της λίμνης της Μεγάλης Πρέσπας. Μέχρι το 1928 ονομαζόταν Νίβιτσι. Κύρια πηγή του εισοδήματος των κατοίκων είναι η αλιεία, η κτηνοτροφία (σπάνια ράτσα αγελάδων βραχυκερατικής φυλής) και ο τουρισμός. Είναι το μοναδικό ελληνικό χωριό στις όχθες της Μεγάλης Πρέσπας και είναι ανακηρυγμένος παραδοσιακός οικισμός.
Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια
Πηγή photo slider: commons.wikimedia.org