Η φύση στο Νομό Ροδόπης
Θρακικά Μετέωρα
Τα Θρακικά Μετέωρα είναι μια βραχώδης περιοχή φυσικού κάλλους του νομού Ροδόπης, βόρειως του Ιάσμου στην ορεινή Ροδόπη κοντά στα σύνορα με τον Νόμο Ξάνθης. Τα Θρακικά Μετέωρα περιτριγυρίζονται από τους εγκαταλελειμμένους οικισμούς της Αστραίας, του Πολύαρνου και του Εύθυμου. Η πρόσβαση τους γίνεται οδικώς μέσω ενός δύσβατου χωματόδρομου ο οποίος ξεκινά ανατολικά της κωμόπολης του Ιάσμου. Η περιοχή είναι πλούσια σε πανίδα και χλωρίδα. Στην περιοχή υπάρχουν άγρια άλογα, ο υπό εξαφάνιση λευκός γυπαετός, σταυραετοί, ο μαύρος πελαργός κλπ. Ο Δήμος Ιάσμου στον οικισμό Πολύαρνο έχει δημιουργήσει ορεινό καταφύγιο (ανήκει στον Πολιτιστικό Σύλλογο Ιάσμου) και έχει σηματοδοτήσει πεζοπορικά μονοπάτια με σκοπό την τουριστική ανάπτυξη της περιοχής. Από την περιοχή περνάει το ορειβατικό μονοπάτι Ε6. Από την Αστραία ξεκινά ορειβατικό μονοπάτι 5,5 χιλιομέτρων μέχρι τον Ίασμο. Ένα άλλο ορειβατικό μονοπάτι 11 χιλιομέτρων ξεκινά από το χωριό Τσαλαπετεινός μέσω του οικισμού Εύθυμου με προορισμό την Αστραία. Επίσης ορειβατικό μονοπάτι 6 χλιομέτρων υπάρχει από το χωριό Κορφοβούνι μέχρι το Εύθυμο. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)
Λίμνη Βιστωνίδα
Η λίμνη Βιστωνίδα ή λίμνη Μπουρού (παλαιότερη ονομασία που χρησιμοποιείται και σήμερα) ή Μπουρού Γκιόλ (ονομασία στα Τουρκικά την οποία έφερε επί οθωμανικής περιόδου) είναι λίμνη της Ελλάδας, στα σύνορα μεταξύ Νομού Ξάνθης και Ροδόπης και ο υγροβιότοπός τής προστατεύεται από τη σύμβαση Ραμσάρ. Η ονομασία της προέρχεται από την αρχαία ονομασία της περιοχής, αλλά και πόλης της Βιστονίας ή Βιστωνίας, που ίδρυσε ο μυθικός Βίστων, όπου διέμεναν οι Βίστονες. Η λίμνη έχει αναφερθεί με τα εξής ονόματα: Λίμνη Βιστωνίδα (το πιο συχνά χρησιμοποιούμενο όνομα σήμερα), λίμνη Μπουρού (σπανιότερα χρησιμοποιούμενο σήμερα, βασιζόμενη στην προηγούμενη ονομασία), Μπουρού Γκιόλ (στα Τουρκικά: λίμνη Μπουρού), Βιστωνίς λίμνη, Βιστονική λίμνη. Είναι η τέταρτη μεγαλύτερη λίμνη της Ελλάδας, συνολικής έκτασης 45 τ.χλμ με μέγιστο μήκος 12,5 χλμ. και μέγιστο πλάτος 7 χλμ.. Στη λίμνη αυτή εκβάλουν τρεις μικροί ποταμοί που την τροφοδοτούν με νερό. Το μέσο βάθος υπολογίζεται στα 4 μέτρα. Η λίμνη συνδέεται με την θάλασσα, το Βιστωνικό Κόλπο, (ή Πόρτο Λάγους), μέσω στενών καναλιών και λόγω του θαλασσινού νερού που εισέρχεται στην λίμνη το νερό της παρουσιάζει μεταβολές αλατότητας. Τα αβαθή ύδατά της προσφέρονται για ιχθυοτροφικές δραστηριότητες, με την εκμετάλλευση των μετακινήσεων των ψαριών από και προς το εσωτερικό της κυρίως για πολλαπλασιασμό. Έτσι πέριξ των καναλιών σύνδεσης της λίμνης με τη θάλασσα έχουν αναπτυχθεί σπουδαίες παραλίμνιες ιχθυοτροφικές δραστηριότητες με ιστορικές καταβολές, από τους κατοίκους της περιοχής. Η λίμνη περιβάλλεται από καλαμιώνες, έχει ζώνες αρμυρικιών, αλίπεδα, παραποτάμια δάση καθώς και λίμνες με γλυκό νερό και υγρά λιβάδια. Στη λίμνη έχουν καταγραφεί 227 είδη πουλιών μερικά από τα οποία ιδιαίτερα σπάνια όπως το κεφαλούδι, η λαγγόνα και η νανόχηνα. Η Ελλάδα μετά την επικύρωση της συνθήκης Ραμσάρ, περιέλαβε τον υδροβιότοπο της Βιστωνίδας στον κατάλογο Natura 2000, των προστατευομένων οικοτόπων και υγροβιοτόπων της χώρας μαζί με τα είδη χλωρίδας και πανίδας αυτών. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)
Λίμνη Ισμαρίδα
Η Λίμνη Ισμαρίδα, ή Λίμνη Μητρικού, ή Μάνα, βρίσκεται στον νομό Ροδόπης, εντός του Εθνικού Πάρκου Ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης και αποτελεί έναν από τους σημαντικούς υγροτόπους της ευρύτερης περιοχής. Εντάσσεται με τις γειτονικές λιμνοθάλασσες Έλος, Πτελέα, Αλυκή (ή Μέση), Λαγός), τα έλη Ξηρολίμνη (ή Φανάρι), και Αρωγή (ή Καρατζά) και τη λίμνη Βιστωνίδα σε ένα ενιαίο υγροτοπικό οικοσύστημα το οποίο προστατεύεται από τη σύμβαση Ramsar, και ανήκει σε ζώνη ειδικής προστασίας (GR1130010), τόπο κοινοτικής σημασίας (δίκτυο Natura 2000, GR1130009) και καταφύγιο άγριας ζωής (K53). Το συγκεκριμένο ευρύτερο οικοσύστημα είναι ιδιαίτερα σημαντικό διότι συντηρεί στα ενδιαιτήματά του πλούσια χλωρίδα και πανίδα, με χαρακτηριστικό την παρουσία σπάνιων και απειλούμενων υδρόβιων πτηνών. Η λίμνη Ισμαρίδα είναι σχετικά μικρή, με επιφάνεια περίπου 3,4 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Βρίσκεται σε υψόμετρο 3 μέτρων, έχει μέγιστο μήκος 2,4 χιλιόμετρα, μέγιστο πλάτος 1,7 χιλιόμετρα και μέγιστο βάθος 1,5 μέτρο. Η επιφάνεια της λίμνη καλύπτεται σχεδόν τελείως από το νεροκάστανο, ένα προστατευόμενο είδος ελοφυτικής βλάστησης που το συναντάμε και ως νεροτρίβολο ή τριβολοκρατέλα. Το επιστημονικό του όνομα είναι Trapa natans. Περιμετρικά της λίμνης συναντάμε εντυπωσιακούς καλαμιώνες. Στη λίμνη εκβάλλει στα βόρεια ο ποταμός Βοσβόζης, ή Μπος Μπος. Στα ανατολικά τη λίμνης περνάει ο ποταμός Λίσσος ή Φιλιουρής, ο οποίος όμως καταλήγει στο Θρακικό πέλαγος. Στη λάσπη του βυθού της Ισμαρίδας ζουν γαστερόποδα, ελασματοβράγχια, δακτυλιοσκώληκες και άλλοι μικροί οργανισμοί, σημαντική πηγή τροφής για τα παρυδάτια είδη ορνιθοπανίδας. Παρά την περιορισμένη έκτασή της αποτελεί σημαντικό πέρασμα για τα μεταναστευτικά πουλιά, διότι ο εκτεταμένος καλαμιώνας της παρέχει προστασία από τα αρπακτικά και το κρύο. Η λίμνη παλαιότερα με το νερό και τα ψάρια της αποτελούσε πηγή ζωής για τον πληθυσμό των γειτονικών οικισμών, και για τον λόγο αυτό, την ονόμαζαν παλαιότερα Μητρικού ή Μάνα. Σήμερα χρησιμοποιείται κυρίως για άρδευση και λιγότερο για αλιεία. Να σημειωθεί πως είναι η μοναδική λίμνη αμιγώς γλυκού νερού της Θράκης. Τα κυριότερα προβλήματα της λίμνης είναι η διαρκής επέκταση του καλαμιώνα, ο οποίος ευνοεί ορισμένα είδη πανίδας προσφέροντας καταφύγιο και θέσεις φωλιάσματος, ωστόσο η μετατροπή του μεγαλύτερου μέρους της λίμνης σε ενιαίο καλαμιώνα περιορίζει τον αριθμό των ειδών πουλιών που θέλουν να φωλιάσουν ή να τρέφονται στη λίμνη, ενώ επιδρά αρνητικά στην αναπαραγωγή και τη διαβίωση της ιχθυοπανίδας. Στην πλούσια υδροχαρή επιπλέουσα βλάστηση που περιλαμβάνει και σπάνια και προστατευόμενα είδη (Οδηγία 92/43ΕΕ), συγκαταλέγονται το νεροκάστανο, το νούφαρο, η νεροφακή, πολλά είδη ποταμογείτονα, ο ρανούνκουλος ή βατράχιο) και άλλα. Στο σημείο όπου εκβάλλει ο ποταμός Βοσβόζης υπάρχει ένα μικρό παραποτάμιο δάσος με ιτιές, λεύκες, σκλήθρα, φτελιές, φράξους και άλλα υδροχαρή είδη. Ο καλαμιώνας αποτελείται κυρίως από το νεροκάλαμο, ψαθί ή τύφα και είδη βούρλων. Ιδιαίτερα πλούσια είναι και η ιχθυοπανίδα της λίμνης, με 37 καταγεγραμμένα είδη, από τα οποία ένα, η γελάρτζα, είναι ενδημικό της περιοχής, ενώ άλλα πέντε είδη είναι ενδημικά των Βαλκανίων (η βιργιάνα, ο σύρτης, το γυφτόψαρο, το πετροχείλι και η πέστροφα του Νέστου). Από τα υπόλοιπα είδη υπάρχουν επτά με εμπορική σημασία όπως το γριβάδι, το χέλι, η τσιπούρα, ο κέφαλος, το κεφαλόπουλο, το μυξινάρι και το λαυράκι. Στη λίμνη παλαιότερα αλιευόταν σε μεγάλες ποσότητες το γριβάδι και το χέλι. Στην Ισμαρίδα έχουν καταγραφεί μέχρι σήμερα περισσότερα από 233 είδη πουλιών από τα οποία τα 118 είδη φωλιάζουν εδώ, ενώ 84 από αυτά περιλαμβάνονται στο παράρτημα Ι της οδηγίας 79/409 Ε.Ε. Μεταξύ αυτών είναι η βαλτόπαπια, ένα είδος χαρακτηρισμένο από την IUCN, ως «απειλούμενο με εξάλειψη» παγκοσμίως. Έχουν παρατηρηθεί επίσης και τα είδη λαγγόνα, χαλκόκοτα, χουλιαρομύτα, πορφυροτσικνιάς, μικροτσικνιάς, για τα οποία ο καλαμιώνας της λίμνης και τα γύρω υγρολίβαδα αποτελούν ζωτικό ενδιαίτημα για την επιβίωσή τους αφού τα χρησιμοποιούν για τροφοληψία, αναπαραγωγή ή και διαχείμαση. Στη λίμνη έχει παρατηρηθεί και η βίδρα, είδος χαρακτηρισμένο ως «σχεδόν απειλούμενο» από την IUCN. Η τελευταία καταγραφή ερπετών στην περιοχή της λίμνης είχε αποδώσει 23 είδη, από τα οποία τα 21 σπάνια και υπό καθεστώς προστασίας. Όσον αφορά τα αμφίβια, καταγράφηκαν 10 είδη εκ των οποίων τα 5 σπάνια και προστατευόμενα. (Πηγή πληροφοριών: EcoThraki)
Όρος Παπίκιο
Το Παπίκιο όρος ή Αϊτόβουνο είναι ένα βουνό στο νομό Ροδόπης, πάνω στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα. Είναι το ανατολικότερο όρος της κεντρικής Ροδόπης. Έχει σχήμα κωνικό και οι δύο κορυφές του που βρίσκονται επί ελληνικού εδάφους έχουν υψόμετρο 1510 μ. και 1460 μ. Παλαιότερα είχε δάση δρυών και οξιάς, αλλά η υπερβόσκηση και οι πυρκαγιές τα έχουν περιορίσει. Εκτεταμένες αναδασώσεις έγιναν στη δεκαετία του 1980, με αποτέλεσμα να κυριαρχήσουν κωνοφόρα φυτά. Κατά τους βυζαντινούς χρόνους, ιδίως τον 11ο και 12ο αιώνα υπήρξε σημαντικό μοναστικό κέντρο της Θράκης. (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)
Ποταμός Κομψάτος
Ο Κομψάτος (ταυτίζεται με τον Κοσσινίτη ποταμό) είναι ποταμός της Θράκης στη Βόρεια Ελλάδα. Έχει συνολικό μήκος 68 χιλιόμετρα και πηγάζει από την οροσειρά της Ροδόπης (περιοχή Διάσπαρτου) και καταλήγει στη λίμνη Βιστωνίδα. Η περιοχή του ποταμού είναι σημαντικός βιότοπος για ορνιθοπανίδα για 130 περίπου είδη πουλιών τα οποία έχουν παρατηρηθεί, ορισμένα από τα οποία είναι απειλούμενα με εξαφάνιση. Η λεκάνη απορροής του Κομψάτου είναι 567 τ.χ. Επίσκεψη στην κοιλάδα του ποταμού Κομψάτου μπορεί να κάνει κάποιος ακολουθώντας τη πεζοπορική κυκλική διαδρομή Κοττάνη – Κούνδουρος – Τσαλαπετεινός – Καλότυχο – Λυκότοπος – Κοττάνη διάρκειας 10 ωρών (απόσταση 25 χιλιομέτρων). (Πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)
Ποταμός Βοσβόζης
Ο Βοσβόζης είναι το ποτάμι της Κομοτηνής και έχει συνολικό μήκος 53 χιλιομέτρων. Ένας κλάδος του, ο δυτικός ξεκινάει από το όρος Παπίκιο, ενώ ο ανατολικός κλάδος από τα Όρη Βυρσίνης της οροσειράς της Ανατολικής Ροδόπης. Ο ποταμός, αφού διασχίσει την πόλη της Κομοτηνής, καταλήγει τελικά στη λίμνη Ισμαρίδα, στο βόρειο τμήμα της, κοντά στο χωριό Παγούρια. Η περίεργη ονομασία του αποδίδεται στη συνοικία Ποσπός της Κομοτηνής, απ’ όπου πέρναγε ένας κλάδος του Βοσβόζη μέχρι και το 1962, πριν υπογειωθεί η κοίτη του. Σήμερα, η οδός Ορφέως, μία από τις κύριες οδικές αρτηρίες της πόλης, είναι η παλιά κοίτη του Βοσβόζη. Θα τον συναντήσουμε και ως Βοζβόζη, Βόσβο, Μπόσπο, καθώς και Μπουκλουτζά, όπως ακριβώς ονομάζεται ο δυτικός κύριος κλάδος του. Για να μην μπερδεύεστε, ο Βοσβόζης αποτελείται από 3 κύριους κλάδους: Το Χιονόρρεμα ή Μπουκλουτζά, τον Τρελοχείμαρρο και το Ρέμα της Καρυδιάς. Οι δύο μεγαλύτεροι κλάδοι, ο Μπουκλουτζάς και ο Τρελοχείμαρρος, διασχίζουν και σήμερα την Κομοτηνή από δυσμάς και ανατολάς, αντίστοιχα. Στο σημείο που τα νερά του ποταμού πέφτουν στη λίμνη Ισμαρίδα, έχει δημιουργηθεί ένα θαυμάσιο παρόχθιο δάσος από ιτιές, λεύκες, φτελιές και φράξους, μοναδικό για την περιοχή. Πρόβλημα για το Βοσβόζη παραμένει η ρύπανση από στραγγίσματα και σκουπίδια που καταλήγουν στα νερά του από δεκάδες παράνομους σκουπιδότοπους, που έχουν δημιουργηθεί κοντά στις όχθες του. (Πηγή πληροφοριών: EcoThraki)
Πηγή photo slider: commons.wikimedia.org