Η φύση στην Κάλυμνο
Η Κάλυμνος παρουσιάζει έντονο οριζόντιο και κατακόρυφο διαμελισμό και το έδαφός της είναι ορεινό και πετρώδες, με κυριότερη πεδιάδα του Βαθέως. H ακτογραμμή της είναι εξαιρετικά βραχώδης και αποτελεί καταφύγιο για αρκετά ενδιαφέροντα φυτικά και ζωϊκά είδη. Το νησί δεν έχει μόνιμους υγροτόπους, παρά μόνο χείμαρρους εποχικής ροής. Η Κάλυμνος μαζί με την Ψέριμο, την Τέλενδο και άλλες 19 ακατοίκητες νησίδες, με συνολική έκταση 47 τετρ.χλμ και μήκος ακτών περίπου 30 χλμ.. Μέρος της έκτασης αυτής καλύπτεται και από την Ζώνη ειδικής προστασίας Natura GR4210019. Η περιοχή έχει χαρακτηριστική ιδιαίτερης σημασίας για αναπαραγόμενα θαλασσοπούλια όπως ο αιγαιόγλαρος, ο θαλασσαετός και αναπαραγόμενα αρπακτικά πουλιά όπως η αετογερακίνα, το βραχοκιρκίνεζο, ο μαυροπετρίτης και ο πετρίτη. Εξίσου ιδιαίτερης σημασίας είναι για επιδημητικά και αποδημητικά είδη των θαμνώνων και των απόκρημνων βράχων.
Πανίδα & Χλωρίδα
Ερπετά
Τα ερπετά που βρίσκουμε στην Κάλυμνο είναι ενδιαφέροντα και ασυνήθιστα για την ηπειρωτική Ελλάδα. Αυτά είναι ο αβλέφαρος, η αμφισβαίνα, ο έφιος, το κροκοδειλάκι, το λιακνό, ο οφίσωψ και το σαμιαμίδι.
Θηλαστικά
Το μεγαλύτερο άγριο θηλαστικό της Καλύμνου είναι το κουνέλι. Άλλα είδη που συναντάμε και είναι οι αρουραίοι και οι σκαντζόχοιροι, που είναι κάπως μεγάλα είναι και σε ευρεία διάδοση έχουν καταγραφεί είδη τρωκτικών και νυχτερίδες.
Αρπακτικά Πουλιά
Αετογερακίνα: Είναι γνωστή και ως Πούλος, με χαρακτηριστικό ανοιχτό κοκκινωπό χρωματισμό, που τρέφεται κυρίως με ερπετά και αρουραίους. Στην περιοχή υπάρχουν 4-6 ζευγάρια που φωλιάζουν σε απόκρημνα βράχια.
Κιρκινέζι: Είναι ένα μικρό γεράκι που απειλείται με εξαφάνιση. Μπορεί ακόμη να το δει κανείς κυρίως στην κοιλάδα του Βαθύ.
Κουκουβάγια (Είδος πεπλόγλαυκα): Είναι γνωστή και ως Τυτώ. Το είδος αυτό, όπως και πολλά είδη κουκουβάγιας, απειλείται από τον άνθρωπο εξαιτίας των προκαταλήψεων και της διαπεραστικής φωνής της.
Μαυροπετρίτης: Γνωστός και ως Γεράκι της βασίλισσας ή Βαρβάκι, φωλιάζει σε αποικίες στις μικρές νησίδες από τον Αύγουστο ως και τον Οκτώβρη, γιατί υπάρχει άφθονη τροφή για τα μικρά του από τα πολυάριθμα μεταναστευτικά μικροπούλια που διασχίζουν το Αιγαίο επιστρέφοντας στην Αφρική.
Πετρίτης: Είναι ένα πολύ γρήγορο, σχεδόν ασύλληπο από το μάτι, γεράκι των βράχων. Φωλιάζει κυρίως σε απότομους βράχους. Όταν έχει μικρά, μπορεί να κάνει κυκλικές πτήσεις γύρω από τη φωλιά με συνεχείς φωνές σαν κακάρισμα.
Σπιζαετός: Έχει συμπεριληφθεί στα απειλούμενα είδη της Ευρώπης από την οργάνωση BirdLife International, ενώ στο Κόκκινο Βιβλίο Απειλούμενων Σπoνδυλόζωων Ελλάδας κατατάσσεται στα Τρωτά είδη. Το μεγάλο και σπάνιο αυτό αρπακτικό της περιοχής εδώ αποκαλείται Βιτσίλα και Σιλιάερφος, όπου προέρχεται από το πιο διαδεδομένο Φιλάδελφος, καθώς το είδος απαντάται συχνά σε ζευγάρια. Στο Αιγαίο έχει μειωθεί σημαντικά και στην περιοχή έχουν απομείνει μόνο δύο ζευγάρια, γιατί έχει μειωθεί η φυσική του τροφή, που ήταν κυρίως κουνέλια και πέρδικες.
Χρυσογέρακο: Είναι σπάνιο αρπακτικό που έχει παρατηρηθεί στην Καλόλιμνο και το Σαφονίδι.
Θαλασσοπούλια
Αιγαιόγλαρος: Είναι το σπανιότερο θαλασσοπούλι της Ελλάδας, που φωλιάζει σε μικρές αποικίες πάνω σε ασφαλείς μικρές νησίδες. Στην περιοχή της Καλύμνου φωλιάζουν περίπου 40 ζευγάρια Αιγαιόγλαρου.
Αρτέμης: Είναι είδος με εξάπλωση σε όλη τη Μεσόγειο και τον Ατλαντικό. Μετακινείται σε πολύ μεγάλες αποστάσεις, τρεφόμενος στην ανοικτή θάλασσα όλο το χρόνο και έρχεται στη στεριά μόνο για να αναπαραχθεί. Φωλιάζει σε βράχια και νησίδες. Είναι από τα λίγα θαλασσοπούλια που καταδύεται για την αρπαγή της λείας του.
Ασημόγλαρος: Είναι πολύ κοινός και φωλιάζει σε όλες τις νησίδες. Στην Κάλυμνο φωλιάζουν περίπου 600 ζευγάρια.
Θαλασσοκόρακας: Γνωστός και ως Καλικατζού ζει και φωλιάζει γύρω από τις ακτές και βουτάει κυνηγώντας ψάρια.
Μύχος: Ζει κυρίως στην ανοιχτή θάλασσα και γυρνάνε στην στεριά μόνο για να φωλιάσουν σε στοές, τις οποίες επισκέπτονται μόνο τη νύχτα.
Πετρίλος: Είναι ένα μικροσκοπικό και σπάνιο θαλασσοπούλι που το συναντά κανείς μόνο μακριά από τις ακτές και όταν έχει δυνατό αέρα.
Πανίδα Θαλάσσια
Στη θαλάσσια πανίδα του νησιού και των βραχονησίδων ανήκουν όλα τα θαλάσσια είδη που είναι χαρακτηριστικά του Αιγαίου (οστρακοειδή, μαλάκια, αφρόψαρα κλπ). Θα συναντήσουμε επίσης, τη Μεσογειακή φώκια (Monachous monachous), τη θαλάσσια χελώνα (Caretta caretta) και τρία είδη δελφινιών: το κοινό δελφίνι, το ζωνοδέλφινο, και το ρινοδέλφινο.
Χλωρίδα
Η χλωρίδα της Καλύμνου αποτελείται συνολικά από 831 φυτικά είδη και υποείδη, τα οποία κατατάσσονται σε 87 οικογένειες, 389 γένη, 733 είδη και 98 υποείδη. Από αυτά έχουν αναγνωριστεί 17 ελληνικά ενδημικά, 61 επιγενή είδη (έχουν μεταφερθεί από άλλες περιοχές και εγκλιματιστεί), ενώ 54 αναφέρονται στους διεθνείς καταλόγους ως προστατευόμενα ή απειλούμενα. Το πλέον απειλούμενο τοπικό είδος στην Κάλυμνο, αν και βρίσκεται σχεδόν παντού, είναι ο κρίνος της θάλασσας που βρίσκεται στις ακτές. Συγκεκριμένα χαρακτηρίζεται από φρυγανική βλάστηση, που αποτελούν τη λεγομένη Μεσογειακή Μακία (χαρακτηριστική του υψομέτρου μέχρι 700μ.). Κάποιοι από τους θαμνότοπους του νησιού που δεχτήκανε έντονη ανθρώπινη πίεση (π.χ. υπερβόσκηση), μετατραπήκανε σε φρυγανότοπους, όπου είναι ο κυριότερος και ο πιο εκτεταμένος τύπος κάλυψης. Τα φρύγανα είναι εκτάσεις χαμηλής βλάστησης, κυρίως με αραιούς αποστρογγυλεμένους θάμνους, όπως αγκαθωτά κλαδιά και μικρά συχνά χνουδωτά φύλλα. Παράλληλα οι τοπικές οικολογικές συνθήκες ευνόησαν την ανάπτυξη 522 περίπου φυτικών ειδών, σύμφωνα με την εργασία του Δανού βοτανολόγου Alfred Hansen, προσαρμοσμένων στην καλοκαιρινή ξηρασία, όπως τα μυρωδάτα βότανα στις πλαγιές, που συμβάλλουν στη μοναδικότητα της Καλύμνικης χλωρίδας, όπως θυμάρι, κάπαρη, ρίγανη, θρούμπι και άλλα. Τα κυριότερα αυτοφυή δέντρα που υπάρχουν στην Καλύμνο είναι η αγριαχλαδιά, αγριελιά, αγριοαμυγδαλιά, αδραμυτιά, βελανιδιά, θυμνακυπάρισσο, πικροδάφνες και η χαρουπιά.
Σπήλαια
Στην Κάλυμνο λόγω της σύνθεσης των βράχων, υπάρχουν πολλά σπήλαια με εξαιρετική σταλακτιτική και σταλαγμιτική διακόσμηση, με γεωλογικό και αρχαιολογικό ενδιαφέρον. Τα προϊστορικά ευρήματα που ανακαλύφθηκαν υποδηλώνουν, ότι πολλά από αυτά τα σπήλαια κατοικούνταν στο παρελθόν ή χρησιμοποιούνταν ως τόποι λατρείας. Τα τελευταία χρόνια γίνεται μια σοβαρή προσπάθεια για τη μελέτη και αξιοποίηση των σπηλαίων του νησιού από μια ομάδα σπηλαιολόγων, με επικεφαλής το Διευθυντή του 2ου Γυμνασίου Καλύμνου, κο Παύλο Καραμίτα. Με την υποστήριξη της επιστημονικής κοινότητας οι εξερευνήσεις σπηλαίων έχουν προχωρήσει και η προβολή τους σε έγκριτα περιοδικά και εφημερίδες έχουν συμβάλει με τον καλύτερο τρόπο στη διαφήμιση του σπηλαιολογικού πλούτου της Καλύμνου. Εκτός όμως από τα χερσαία σπήλαια, ιδιαίτερο τουριστικό ενδιαφέρον έχουν και τα ενάλια σπήλαια, που πολλά έχουν εντοπιστεί από πολλούς Καλύμνιους δύτες. Στην Κάλυμνο έχουν καταγραφεί περισσότερα από 50 σπήλαια, αλλά μόνο 16 είναι επισκέψιμα.
Σπήλαιο Grande Grotta
Το Σπήλαιο Grande Grotta βρίσκεται βόρεια από το Μασούσι, πάνω από το χωριό Αρμεός. Είναι ένα από τα ομορφότερα τοπία του νησιού και θεωρείται ο κορυφαίος αναρριχητικός προορισμός του νησιού. Προσφέρει μαγευτική θέα στην Τέλενδο και το ωραιότερο ηλιοβασίλεμα σε όλα τα Δωδεκάνησα, εκτοξεύοντας εντυπωσιακά πορτοκαλοκόκκινα χρώματα τα οποία δένουν με τους χρωματισμούς της θάλασσας. Η πρόσβαση γίνεται με μονοπάτι διάρκειας περίπου 20 λεπτών. Η πιο προσιτή θεωρείται από το Μασούρι, όπου παραδίπλα από το ξενοδοχείο Philoxenia διακρίνετε εύκολα το μονοπάτι που οδηγεί σε έναν ελαιώνα, τον οποίον και θα διασχίσετε ακολουθώντας τις κόκκινες επισημάνσεις που καθοδηγούν προς τη Grande Grotta. Η ονομασία Grande Grotta (δηλαδή Μεγάλη Σπηλιά) δόθηκε από τους Ιταλούς το 1911, όταν ήταν στην κατοχή τους τα Δωδεκάνησα. Το Grande Grotta είναι ένα μοναδικό και εντυπωσιακά μεγάλο σπήλαιο με απίστευτα απότομες διαδρομές αναρρίχησης σε μεγάλα αμπάρια. Έχει ύψος 50 μέτρα και πλάτος που ανά σημεία αγγίζει ακόμα και τα 200 μέτρα. Η οροφή του καλύπτεται με τεράστιες τούφες, σταγόνες και σταλακτίτες. Το σπήλαιο σχηματίζει ένα τεράστιο αμφιθέατρο με κοκκινωπό ασβεστόλιθο το οποίο χωρίζεται γενικά σε τρεις ξεχωριστούς τομείς: Απόγευμα (στα αριστερά), Grande Grotta (κεντρικά) και Πανόραμα (στα δεξιά). Το κεντρικό τείχος, η «Grande Grotta», είναι ίσως η πιο εντυπωσιακή προεξοχή της Κάλυμνου και σίγουρα ένα υποχρεωτικό σημείο στάσης για όσους αναρριχούνται σε δύσκολες διαδρομές.
Σπήλαιο Αγίας Βαρβάρας
Το Σπήλαιο της Αγίας Βαρβάρας βρίσκεται στην Πόθια, στο λόφο του Τρούτσουλα, πολύ κοντά στην κατοικημένη περιοχή. Η ονομασία του προέρχεται από το ομώνυμο εκκλησάκι που υπάρχει στην περιοχή. Αποτελείται από δύο κύριους χώρους, οι οποίοι επικοινωνούν μέσω στενού περάσματος. Από τις ανασκαφές που γίνανε το 1920 ανακαλύφθηκαν μυκηναϊκά όστρακα, κατάλοιπα στάχτης, οστά ζώων (απομεινάρια τροφών), οστέινες βελόνες λεπίδες οψιανού, πλατιές πέτρες σε σχήμα σπάτουλας (λίμες) και κελύφη οστρέων. Τα σπάνια ευρήματα προϊστορικών χρόνων που ανακαλύφθηκαν στο σπήλαιο αποδεικνύουν τη χρήση του από την Τελική Νεολιθική περίοδο, Πρώιμη Χαλκοκρατία και Μυκηναϊκή εποχή. Το Σπήλαιο της Αγίας Βαρβάρας είναι κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος από το 2006 (ΦΕΚ 196/ΑΑΠ/27-12-2006).
Σπήλαιο Δασκαλειό
Το Σπήλαιο Δασκαλειό βρίσκεται στη βόρεια απότομη βραχώδη πλευρά του στενόμακρου κόλπου της Ρίνας στο Βαθύ και σε ύψος 12 περίπου μέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας. Αποτελείται από έναν κύριο θάλαμο (25 x 12 μ.), με ύψος που ξεπερνά τα 15 μ.. Η πρόσβαση γίνεται από τη θάλασσα ή με δύσκολο μονοπάτι με κτιστά σκαλοπάτια, τα οποία κατασκευάστηκαν το 1922, προκειμένου να καταστεί δυνατή η ανασκαφή του εσωτερικού του. Η έρευνα έδειξε ότι είναι ένα από τα σημαντικότερα κέντρα προϊστορικής κατοίκησης της Δωδεκανήσου με πολλούς σταλαχτίτες και αρχαιολογικά ευρήματα, τα οποία μαρτυρούν ότι η ανθρώπινη δραστηριότητα στο σπήλαιο ξεκίνησε από τα τέλη της Νεολιθικής Εποχής, συνεχίστηκε στην Εποχή του Χαλκού και στους Γεωμετρικούς Χρόνους, αλλά και κατά την Παλαιοχριστιανική Περίοδο. Από τα ευρήματα ξεχωρίζουν αγγεία, γραπτά όστρακα αγγείων Μυκηναϊκής Περιόδου, δισκοειδής πήλινος Μεσομινωϊκός Ι – ΙΙ λύχνος, θραύσματα μινωικών αγγείων της Υστερομινωϊκής Ι Περιόδου, λίθινος πέλεκυς νεολιθικών χρόνων, όστρακα, πήλινοι εγχάρακτοι ασκοί της Πρώιμης Χαλκοκρατίας, φιάλες και τέλος χάλκινο ειδώλιο λατρευτή Νεονακτορικών Χρόνων. Το Σπήλαιο Δασκαλειό είναι κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος από το 2006 (ΦΕΚ 196/ΑΑΠ/27-12-2006).
Σπήλαιο Επτά Παρθένων ή Σπήλαιο των Νυμφών ή Σπήλαιο Φλασκά
Το Σπήλαιο Επτά Παρθένων βρίσκεται στην ευρύτερη περιοχή Φλασκάς της Πόθιας και είναι γνωστό και ως σπήλαιο των Νυμφών ή του Φλασκά. Σύμφωνα με την παράδοση, η ονομασία προέρχεται από τις επτά παρθένες που κρύφτηκαν στη σπηλιά για να ξεφύγουν από μια επίθεση πειρατών, αλλά δεν επέστρεψαν ποτέ πίσω στο κάστρο τους. Μέσα στο σπήλαιο έχουν ανακαλυφθεί διάφορα αφιερώματα και αρχαιολογικά ευρήματα, ενώ στο εσωτερικό του υπάρχει και μια μικρή λίμνη με λαξευμένες σκάλες.
Σπήλαιο Κεφάλας ή Σπήλαιο του Διός
Το Σπήλαιο Κεφάλας ή Σπήλαιο του Διός βρίσκεται νοτιοδυτικά της Καλύμνου και δύο χιλιόμετρα νοτιοδυτικά των Βοθύνων. Η πρόσβαση γίνεται με καΐκι από την Πόθια, όπου το καλοκαίρι εκτελούνται καθημερινά δρομολόγια ή με μονοπάτι από τη Μονή της Αγίας Αικατερίνης, όπου θα χρειαστεί να ακολουθήσετε τις πινακίδες που έχουν σημειωθεί στα βράχια για να φτάσετε στη σπηλιά. Το σπήλαιο ανακαλύφθηκε επίσημα το 1960, εξερευνήθηκε για πρώτη φορά το 1961 από τον ωκεανογράφο Αναστάσιο Χριστομάνο και χαρτογραφήθηκε το 1977 από την Ε.Σ.Ε. Το 2004 το σπήλαιο της Κεφάλας ήταν ένα από τα πρώτα σπήλαια της Ελλάδος στα οποία γίνεται τοπογραφικό σχέδιο με laser scanner. Έχει έκταση 1000 τετραγωνικών μέτρων και θεωρείται το ομορφότερο σπήλαιο της Καλύμνου με έξι εσωτερικούς θαλάμους και πλούσιο σταλακτικό διάκοσμο με τεράστιους σταλακτίτες και σταλαγμίτες. Ο διάδρομος του σπηλαίου έχει μήκος 103 μέτρων και στο εσωτερικό του έχουν βρεθεί ίχνη λατρείας του Ολυμπίου Διός, γι’ αυτό και φέρει την εναλλακτική ονομασία Σπηλιά του Διός. Ένας θρύλος ήθελε το σπήλαιο κρησφύγετο πειρατών και τις καλόγριες γειτονικού μοναστηριού να ανακαλύπτουν σε αυτό πολλές χρυσές λίρες. Το σπήλαιο είναι ανοικτό στο κοινό καθημερινά από τις 08:30 ως τις 14:00, εκτός Τρίτης και Πέμπτης. Ο φύλακας που βρίσκεται εκεί θα σας δώσει κράνος με ενσωματωμένο φως, για να βλέπετε καλά, όμως συστήνεται να είστε εφοδιασμένοι με δικό σας φακό.
Σπήλαιο Σκάλια ή Σπήλαιο Αγίου Ιωάννη
Το Σπήλαιο Σκάλια ή Σπήλαιο Αγίου Ιωάννη βρίσκεται στα Σκάλια και πολύ κοντά στο Μασούρι, δίπλα από τον πελώριο βράχο, στον οποίο πραγματοποιούνται αναρριχήσεις από τους πιο τολμηρούς. Η πρόσβαση είναι αρκετά δύσκολη γιατί θεωρείται απόκρημνη και απαιτείται μεγάλη προσοχή. Εντυπωσιάζει ο πλούσιος εσωτερικός διάκοσμος με σταλακτίτες και σταλαγμίτες σε περίεργους σχηματισμούς.
Σπήλαιο Στημένια
Το Σπήλαιο βρίσκεται στη βορειοανατολική πλευρά της κοιλάδας του Βαθύ, στην περιοχή του Αγίου Νικολάου. Στην κορυφή του έχει μια τρύπα που χρησιμεύει για φωτισμό και για την είσοδο του κόσμου στο σπήλαιο. Ο εσωτερικός διάκοσμος είναι εξαιρετικά εντυπωσιακός. Γύρω από το σπήλαιο βρίσκονται διάσπαρτα παλαιοχριστιανικά και βυζαντινά αγγεία, λίθινα εξαρτήματα, ερείπια οικοδομημάτων και καμαροσκέπαστο παλαιοχριστιανικό τάφο που φανερώνουν ίχνη προϊστορικής κατοίκησης. Το Σπήλαιο Στημένια είναι κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος από το 2006 (ΦΕΚ 196/ΑΑΠ/27-12-2006).
Σπήλαιο Τσιγγούρα
Το Σπήλαιο Τσιγγούρα βρίσκεται στο Βαθύ και έχουν βρεθεί προϊστορικά ευρήματα (εργαλεία) και έχει κηρυχθεί αρχαιολογικός χώρος από το 2006 (ΦΕΚ 196/ΑΑΠ/27-12-2006).
Σπήλαιο Χοιρομάντρες
Το Σπήλαιο Χοιρομάντρες βρίσκεται στη νότια βουνοπλαγιά της Πόθιας, κάτω από τη Μονή Αγίων Πάντων. Η αρχική μορφή του έχει αλλοιωθεί, λόγω κατάρρευσης του θόλου του. Οι σημερινές διαστάσεις του κοιλώματος, που έχει απομείνει είναι 12 μ. πλάτος επί 3-5,50 βάθος. Μετά από ανασκαφή που έκανε το 1921, σε ένα τμήμα της εισόδου του σπηλαίου ο Ιταλός Am. Maiuri ήλθαν στο φως παλαιοχριστιανικά όστρακα και ελληνιστικά αγγεία. Σε βάθος 1 μέτρου εντοπίσθηκαν αιχμή βέλους από οψιανό, απολεπίσματα και σκόνη από την κατεργασία λίθινων αντικειμένων, ελαφρόπετρες κατεργασμένες σε σχήμα αγγείων, επτά νεολιθικοί πέλεκεις, κοχύλια, λειαντήρες από λίθο, λεπίδες, λευκά λειασμένα βότσαλα, νεολιθικά όστρακα, πήλινο κουτάλι, σφοντύλι και οστά ζώων. Εντοπίσθηκαν επίσης εστίες φωτιάς και ακατέργαστα κομμάτια πυριτόλιθου. Σε ορισμένα σημεία η ανασκαφή έφτασε μέχρι τα 4-4,50 μ. βάθος, όπου εντοπίσθηκαν απορρίμματα των ανώτερων στρωμάτων. Οι ανακαλύψεις που έγιναν, αποδεικνύουν ότι το σπήλαιο κατοικήθηκε από την Νεολιθική (περίπου 10000-7000 π.Χ. ) μέχρι και την Παλαιοχριστιανική Περίοδο (4ος-7ος αιώνας μ.Χ.) και είχε και λατρευτική χρήση. Το Σπήλαιο Χοιρομάντρες είναι κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος από το 2006 (ΦΕΚ 196/ΑΑΠ/27-12-2006).
Πηγή πληροφοριών: Έκδοση Δήμου Καλυμνίων 1998 | Μιχαήλ Ι. Κουτέλλας, αρχαιολόγος
Πηγή photo slider: commons.wikimedia.org