Εκκλησίες & Μοναστήρια στο Νομό Καστοριάς
Άγιοι Ανάργυροι
Κοντά στη συνοικία του Απόζαρι, στην απότομη πλαγιά της βόρειας πλευράς της Καστοριάς, υψώνεται ο επιβλητικός ναός των Αγίων Αναργύρων, μία από τις μεγαλύτερες και παλαιότερες βυζαντινές εκκλησίες της πόλης, που ξεχωριζει για το μοναδικό της διάκοσμο. Χτίστηκε πιθανώς στις αρχές του 11ου αιώνα, την εποχή, δηλαδή, που η Καστοριά ήταν ακόμη στην κατοχή των Βουλγάρων. Για την ιστορία του ναού πληροφορίες μας παρέχουν οι επιγραφές που αναφέρονται στα πρόσωπα των κτητόρων και στη χρονολογία ανακαίνισής του. Ο ναός είναι τρίκλιτη θολοσκέπαστη βασιλική με νάρθηκα στη δυτική πλευρά. Τα κλίτη χωρίζονται με τοίχους που έχουν τοξωτά ανοίγματα και το μεσαίο είναι πολύ υπερυψωμένο με παράθυρα, σχηματίζοντας φωταγωγό, όπως σε όλες τις μεσοβυζαντινές βασιλικές της Καστοριάς. Επίσης χαρακτηριστική των μνημείων της πόλης είναι και η τοιχοποιία του ναού. Αποτελείται από πέτρες στο φυσικό τους σχήμα ή αδρά πελεκημένες, που περιβάλλονται από κονίαμα, πλαισιώνονται με πλίνθους οριζόντια ή κάθετα και εναλλάσσονται με πλίνθους που σχηματίζουν διακοσμητικά γράμματα ή γεωμετρικά σχήματα. Στο εσωτερικό του ο ναός είναι ο μοναδικός της Καστοριάς που διέθετε πλούσιο μαρμάρινο γλυπτό διάκοσμο και εντυπωσιακό μαρμάρινο τέμπλο, από το οποίο σώζονται μόνο τμήματα. Ήταν κατάγραφος με τοιχογραφίες που διακρίνονται σε δύο περιόδους. Οι παλαιότερες ανάγονται στις αρχές του 11ου αιώνα και διατηρούνται αποσπασματικά στο νάρθηκα, όπου ξεχωρίζουν οι μορφές των αγίων Βασιλείου και Νικολάου, Κωνσταντίνου και Ελένης, καθώς και του «τεθνεώτος» Κωνσταντίνου.
Άγιος Γεώργιος
Στο χωριό Ομορφοκκλησιά, περίπου 20 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της πόλης της Καστοριάς, βρίσκεται ο ιερός ναός του Αγίου Γεωργίου, ένα από τα πιο γνωστά βυζαντινά μνημεία της Μακεδονίας. Από τον όμορφο αυτό ναό πήρε το όνομά του και το χωριό, που αρχικά ονομαζόταν Κάλλιστα ή Γκάλλιστα (καλλίστη= ωραιοτάτη), όπως αναφέρεται για πρώτη φορά σε κώδικα της Μητρόπολης Καστοριάς του 1684. Ο ναός αρχικά χτίστηκε τον 11ο αιώνα, όπως αποδεικνύεται από την αρχιτεκτονική του. Το 1306/7 ή το 1316/17, το κτίριο επισκευάστηκε και εικονογραφήθηκε ο εξωνάρθηκας. Σε αυτές τις εργασίες φαίνεται ότι αναφέρεται η επιγραφή στον δυτικό τοίχο του νάρθηκα, στην οποία αναγράφονται τα ονόματα των αδελφών Ανδρόνικου, Νικηφόρου και Ιωάννη από την οικογένεια των Νετζάδων, που πιθανώς ήταν κτήτορες και της γειτονικής Μονής της Τσούκας, στο χωριό Αγία Άννα. Στην ίδια επιγραφή αναφέρεται ότι η εκκλησία κτίστηκε το 1286/7 και μνημονεύονται οι συμβασιλείς Ανδρόνικος Β΄ Παλαιολόγος (1282-1328) και ο γιος του, Μιχαήλ Θ΄ Παλαιολόγος (†1320), καθώς και οι σύζυγοί τους, Ειρήνη Μομφερατική (περ. 1285-1317) και Μαρία της Αρμενίας αντίστοιχα. Ωστόσο, η έρευνα απέδειξε ότι η χρονολογία 1286/7 δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, διότι η επιγραφή είναι επιζωγραφισμένη και το έτος έχει αλλοιωθεί, ενώ είναι γνωστό ότι ο Μιχαήλ στέφθηκε συναυτοκράτορας το έτος 1294 και νυμφεύθηκε τη Μαρία το έτος 1295. Στην αρχική του μορφή, ο ναός ήταν σταυροειδής εγγεγραμμένος, με τρούλο που στηρίζουν δύο κίονες. Στα ανατολικά εξείχε τρίπλευρη αψίδα και στα δυτικά υπήρχε νάρθηκας και κωδωνοστάσιο. Αργότερα, πιθανόν τον 13ο αιώνα, προστέθηκε ο εξωνάρθηκας, και προσκτίσματα στη βόρεια και νότια πλευρά, που ανατολικά απολήγουν σε παρεκκλήσια και αρχικά πρέπει να είχαν τη μορφή ανοικτής στοάς. Στο μεγαλύτερο μέρος του ο ναός είναι κτισμένος σύμφωνα με το πλινθοπερίκλειστο σύστημα και έχει πλούσια κεραμοπλαστική διακόσμηση. Στο εσωτερικό του είναι διακοσμημένος με τοιχογραφίες που ανήκουν σε διαφορετικές φάσεις. Οι αγιογραφίες του αρχικού ναού, του νάρθηκα και του ορόφου του κωδωνοστασίου χρονολογούνται προς τα τέλη του 13ου αιώνα, η ζωγραφική του εξωνάρθηκα ανάγεται στις αρχές του 14ου αιώνα, και οι εξωτερικές τοιχογραφίες χρονολογούνται στο διάστημα 1365-1385. Ιδιαίτερα σημαντική είναι η μοναδική στο είδος της ξυλόγλυπτη θαυματουργή εικόνα του Αγίου Γεωργίου, με το εντυπωσιακό ύψος που φθάνει περίπου στα 3 μ. Η προέλευσή της συνδέεται με διάφορες παραδόσεις, και είναι χαρακτηριστικό ότι οι πιστοί ακουμπούν επάνω της κέρματα, που αν κολλήσουν, θεωρείται ότι έχουν εκπληρωθεί οι ευχές τους.
Άγιος Νικόλαος του Κασνίτζη
Στην πλατεία Ομονοίας, κοντά στη βυζαντινή ακρόπολη της Καστοριάς, βρίσκεται ο ιερός ναός του Αγίου Νικολάου του Κασνίτζη, επωνυμία που οφείλεται στο όνομα του ιδρυτή του, του μαγίστρου Νικηφόρου Κασνίτζη, ο οποίος τον ανήγειρε και τον διακόσμησε προς τιμήν του προστάτη και ευεργέτη του αγίου. Ο ναός χρονολογείται στο δεύτερο μισό του 12ου αιώνα. Είναι μικρός, μονόχωρος, με μεγάλη ημικυκλική αψίδα στα ανατολικά και νάρθηκα στα δυτικά. Η τοιχοποιία του είναι η χαρακτηριστική των ναών της Καστοριάς, αποτελείται από πέτρες στο φυσικό τους σχήμα ή αδρά πελεκημένες, που πλαισιώνονται και εναλλάσσονται με πλίνθους που σχηματίζουν διακοσμητικά γράμματα ή γεωμετρικά σχήματα. Στο επάνω μέρος του ναού υπάρχει ζωφόρος από ορθογώνια πήλινα πλακίδια, που διακοσμούνται με εγχάρακτες διαγώνιες γραμμές. Το μνημείο έχει αναστηλωθεί το 1952. Στο εσωτερικό του ναού υπήρχε αξιόλογος τοιχογραφικός διάκοσμος, που διατηρείται σε καλή κατάσταση. Περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, στον κυρίως ναό σκηνές από τη ζωή του Χριστού, καθώς και ολόσωμες μορφές αγίων στρατιωτικών και αγίων ιατρών. Τον νάρθηκα κοσμούν σκηνές από τον βίο του αγίου Νικολάου, ολόσωμοι άγιοι και άγιες και η παράσταση της Δέησης, με τον Χριστό να εικονίζεται με γεροντική μορφή ως Παλαιός των Ημερών. Με βάση την τεχνοτροπία τους οι αγιογραφίες χρονολογούνται περίπου στα τέλη του 12ου αιώνα και αποτελούν ένα από τα σημαντικότερα σύνολα της περιόδου των Κομνηνών (1081-1185).
Άγιος Στέφανος
Στο ύψωμα ανάμεσα στις δύο παραδοσιακές συνοικίες της Καστοριάς με τα αρχοντικά σπίτια, το Απόζαρι και το Ντολτσό, δεσπόζει ένα από τα παλαιότερα εκκλησιαστικά μνημεία των Βαλκανίων, ο βυζαντινός ναός του Αγίου Στεφάνου. Πρόκειται για μικρή, τρίκλιτη, θολοσκέπαστη βασιλική, που φαίνεται ότι κτίστηκε γύρω στα μέσα του 9ου αιώνα. Τα κλίτη της χωρίζονται με πεσσούς (τετράγωνης διατομής κίονες) και καλύπτονται με ημικυλινδρικές καμάρες. Το μεσαίο είναι ιδιαίτερα υπερυψωμένο και έχει παράθυρα, σαν φωταγωγός, στοιχείο που χαρακτηρίζει τις μεσοβυζαντινές βασιλικές της Καστοριάς. Στα ανατολικά, στην κόγχη, σώζεται υποτυπώδες σύνθρονο με τον θρόνο του επισκόπου, το μοναδικό στην Καστοριά. Στα δυτικά υπάρχει διώροφος νάρθηκας, με κλίμακα που οδηγεί στον δεύτερο όροφο, στον γυναικωνίτη, μέσα στον οποίο διαμορφώνεται μικρό παρεκκλήσιο της Αγίας Άννας, το λεγόμενο ασκηταριό, στοιχείο που επίσης συναντάται μόνο στον ναό αυτό. Η στοά στη βόρεια και δυτική πλευρά του κτηρίου είναι προσθήκη του 20ού αιώνα. Η τοιχοποιία του ναού είναι η χαρακτηριστική των μνημείων της Καστοριάς. Αποτελείται από πέτρες στο φυσικό τους σχήμα ή αδρά πελεκημένες, που περιβάλλονται από κονίαμα, πλαισιώνονται με πλίνθους οριζόντια ή κάθετα, και εναλλάσσονται με συνθέσεις πλίνθων που σχηματίζουν διακοσμητικά γράμματα ή γεωμετρικά σχήματα. Ο ναός είναι διακοσμημένος με τοιχογραφίες που διακρίνονται σε τρεις διαφορετικές περιόδους. Στην πρώτη, που χρονολογείται στα τέλη του 9ου – αρχές του 10ου αιώνα, ανήκουν οι τοιχογραφίες στο ισόγειο του ναού και του νάρθηκα, καθώς και σε ορισμένα τμήματα του γυναικωνίτη. Ξεχωριστή θέση ανάμεσά τους καταλαμβάνουν οι σκηνές της Δευτέρας Παρουσίας στον νάρθηκα. Από τη δεύτερη περίοδο διατηρούνται κυρίως οι τοιχογραφίες στον ψηλό φωταγωγό, οι οποίες σύμφωνα με την τεχνοτροπία τους θα μπορούσαν να χρονολογηθούν στα τέλη του 12ου αιώνα και στις αρχές του 13ου αιώνα. Στην τρίτη περίοδο (τέλη του 13ου –αρχές 14ου αιώνα) εντάσσονται οι πολυάριθμες αναθηματικές τοιχογραφημένες εικόνες, που αποτελούν ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του ναού. Από αυτές ξεχωρίζει η προσωπογραφία στο νάρθηκα του ιερέα Θεόδωρου Λημνιώτη που προσφέρει ομοίωμα του ναού στον Άγιο Στέφανο.
Παναγία Καστριώτισσα
Στην ακρόπολη του βυζαντινού κάστρου της Καστοριάς υψώνεται ένα από τα πιο γνωστά και πιο σπουδαία μνημεία της Μακεδονίας, ο ιερός ναός της Παναγίας Καστριώτισσας ή Κουμπελίδικης, έμβλημα και πραγματικό κόσμημα της πόλης. Ονομάστηκε Καστριώτισσα στη βυζαντινή εποχή, όπως φαίνεται από επιγραφή που υπήρχε στη βάση του τρούλου της, λόγω του ότι βρισκόταν πολύ κοντά στα τείχη του κάστρου. Είναι περισσότερο γνωστή, όμως, ως Κουμπελίδικη, επωνυμία που επικράτησε από την περίοδο της Τουρκοκρατίας (περ. 1383-1912) και προέρχεται από την τούρκικη λέξη «κουμπές», δηλαδή τρούλος, λόγω του ότι ήταν η μοναδική εκκλησία της Καστοριάς που είχε τρούλο. Ο ναός χρονολογείται, πιθανότατα, στα μέσα του 9ου αιώνα, αν και έχουν διατυπωθεί και άλλες απόψεις για τη χρονολόγησή του, στα μέσα του 10ου και στο α΄ μισό του 11ου αιώνα. Κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου (1940-1941) μεγάλο τμήμα του τρούλου του καταστράφηκε από βομβαρδισμό, και το 1949 το μνημείο αναστηλώθηκε και επανήλθε στην αρχική του μορφή. Αρχιτεκτονικά, ο ναός είναι ο μοναδικός στην Καστοριά που ανήκει στον τύπο του τρίκογχου εγγεγραμμένου σε τετράγωνο. Η κάτοψή του, δηλαδή, είναι τετράγωνη και οι τρεις πλευρές του, η ανατολική, η βόρεια και η νότια, απολήγουν σε κόγχες. Το τετράγωνο καλύπτεται με κυκλικό τρούλο, δυσανάλογα ψηλό σε σχέση με τον όγκο του κτίσματος. Στα δυτικά υπάρχει επιμήκης νάρθηκας, και μεγάλος εξωνάρθηκας που προστέθηκε το 15ο αιώνα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η διαμόρφωση των εξωτερικών επιφανειών του ναού, που είναι χαρακτηριστική για τη βυζαντινή αρχιτεκτονική της Καστοριάς. Οι τοίχοι είναι χτισμένοι από πέτρες στο φυσικό τους σχήμα ή αδρά πελεκημένες, πλαισιωμένες με πλίνθους, οριζόντια ή κάθετα. Ανάμεσά τους παρεμβάλλονται πλίνθοι που σχηματίζουν διακοσμητικά γράμματα ή γεωμετρικά σχήματα και ιδιάζουσες οδοντωτές ταινίες, ενώ το σύνολο εμπλουτίζεται με πλίνθινες εφυαλωμένες έγχρωμες πλάκες, τετράγωνες, παραλληλόγραμμες, τριγωνικές ή τοποθετημένες σε σχήμα ρόμβου. Το εσωτερικό του ναού, όπως και η εξωτερική δυτική πλευρά του, είναι κατάγραφα με αξιόλογες τοιχογραφίες, οι οποίες όμως έχουν υποστεί αρκετές φθορές από την υγρασία. Στον κυρίως ναό σώζονται σκηνές από τη ζωή του Χριστού (Δωδεκάορτο) και άγιοι, και στο νάρθηκα εικονίζονται επεισόδια από το βίο της Παναγίας. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η απεικόνιση της Αγίας Τριάδας στην καμάρα του νάρθηκα, που αποτελεί ένα από τα παλαιότερα βυζαντινά παραδείγματα ανθρωπόμορφης Αγίας Τριάδας, με τον υπερμεγέθη Θεό Πατέρα καθισμένο σε τόξο και μπροστά στο στήθος Του το Χριστό Υιό, κρατώντας την Περιστερά του Αγίου Πνεύματος, να περιβάλλονται από δόξα. Οι τοιχογραφίες αυτές χρονολογούνται στα μέσα του 13ου αιώνα, ενώ εκείνες στον εξωνάρθηκα ανάγονται στο 17ο αιώνα. Η εικονογράφηση στο δυτικό εξωτερικό τοίχο της εκκλησίας είναι μεταγενέστερη και, όπως μας πληροφορεί η σχετική επιγραφή, έγινε με δαπάνη κάποιου Ανδρόνικου το έτος 1496.
Ταξιάρχη Μητροπόλεως
Στη γειτονιά του καθεδρικού ναού και του μητροπολιτικού μεγάρου της Καστοριάς, κοντά στην πλατεία Ομονοίας, βρίσκεται ένα από τα πιο σημαντικά βυζαντινά μνημεία της πόλης, η εκκλησία του Ταξιάρχη Μητροπόλεως, που είναι αφιερωμένη αρχάγγελο Μιχαήλ. Ο ναός ζτίστηκε τον 9ο αιώνα επάνω σε ερείπια παλαιοχριστιανικής βασιλικής και είναι πιθανό, ότι ήταν κοιμητηριακός. Πρόκειται για μικρή, τρίκλιτη, θολοσκέπαστη βασιλική, με νάρθηκα στη δυτική πλευρά. Το κεντρικό κλίτος της καλύπτεται με ημικυλινδρική καμάρα, είναι ιδιαίτερα υπερυψωμένο και έχει παράθυρα, στοιχείο χαρακτηριστικό στις μεσοβυζαντινές βασιλικές της Καστοριάς. Στα πλάγια κλίτη οι καμάρες έχουν πέσει και έχουν αντικατασταθεί με ξύλινες στέγες. Επεμβάσεις έχουν γίνει και στο βόρειο τμήμα του ναού, που είχε καταρρεύσει, με αποτέλεσμα να διπλασιαστεί το πλάτος του, ενώ το 1937 στη νότια πλευρά προστέθηκαν δύο αντηρίδες για την καλύτερη στήριξή της. Η τοιχοποιία είναι η χαρακτηριστική των ναών της Καστοριάς. Αποτελείται από πέτρες στο φυσικό τους σχήμα ή αδρά πελεκημένες, που περιβάλλονται από κονίαμα, πλαισιώνονται με πλίνθους οριζόντια ή κάθετα, και εναλλάσσονται με συνθέσεις πλίνθων που σχηματίζουν διακοσμητικά γράμματα ή γεωμετρικά σχήματα. Στο εσωτερικό του, ο ναός είναι κατάγραφος με αξιόλογες τοιχογραφίες. Οι παλαιότερες χρονολογούνται στις αρχές του 10ου αιώνα και διατηρούνται αποσπασματικά στους ανατολικούς τοίχους των τριών κλιτών και στον νάρθηκα. Οι τοιχογραφίες του δεύτερου στρώματος, στο Ιερό Βήμα και στο κεντρικό κλίτος, έγιναν κατά τα έτη 1359-1360, όταν ο ναός ανακαινίσθηκε και τοιχογραφήθηκε εκ νέου. Στο νότιο κλίτος του ναού φυλάσσονται σε λάρνακα τα οστά του Μακεδονομάχου Παύλου Μελά, που κατέληξαν εδώ έπειτα από πολλές περιπέτειες, και της συζύγου του Ναταλίας.
Μονή Παναγίας Μαυριωτίσσης
Σε μια όμορφη τοποθεσία με αιωνόβια πλατάνια, στην όχθη της λίμνης της Καστοριάς, σε απόσταση περίπου πέντε χιλιομέτρων από την πόλη και απέναντι από το χωριό Μαύροβο (Μαυροχώρι), βρίσκεται η Μονή της Παναγίας της Μαυριώτισσας ή Μεσονησιώτισσας, που είναι αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Ιδρύθηκε πιθανότατα τον 11ο αιώνα και αναφέρεται ως Μονή της Παναγίας της Μεσονησιώτισσας σε έγγραφα που χρονολογούνται από τον 13ο αιώνα και έπειτα. Η μονή είχε αφιερωθεί στη Μονή Αγίου Παύλου του Αγίου Όρους από τον Σέρβο ηγεμόνα Bagaš Baldovin (1385). Μάλιστα, στη Μονή Αγίου Παύλου υπάρχει εικόνα Γλυκοφιλούσας του 14ου αιώνα, η οποία επιγράφεται «Παναγία η Μεσονησιώτισσα». Ονομάστηκε Μαυριώτισσα το 17ο αιώνα γιατί οι κάτοικοι του χωριού Μαύροβο φρόντιζαν για τη συντήρησή της. Διαδραμάτισε σπουδαίο ρόλο σε όλες τις φάσεις της ιστορίας της περιοχής, συμβάλλοντας κυρίως στην πνευματική ζωή του τόπου, παρέμεινε κλειστή για πολλά χρόνια και επανιδρύθηκε το 1998. Από την αρχική μονή σώζονται ελάχιστα κτίσματα. Το καθολικό είναι μονόχωρη εκκλησία με μεγάλη ημικυκλική αψίδα στα ανατολικά. Η λιτή, δηλαδή ο ευρύχωρος νάρθηκας στη δυτική πλευρά, απαραίτητος σε καθολικά μοναστηριών, προστέθηκε λίγο αργότερα. Το εσωτερικό του ναού ήταν διακοσμημένο με τοιχογραφίες για τις οποίες εργάστηκαν πέντε αγιογράφοι. Χρονολογούνται τον πρώιμο 13ο αιώνα και διατηρούνται αποσπασματικά, στο Ιερό Βήμα, στο δυτικό τοίχο του κυρίως ναού, στη λιτή, καθώς και στην εξωτερική όψη του νότιου τοίχου. Οι αγιογραφίες στην εξωτερική πλευρά του νότιου τοίχου του νάρθηκα τοποθετούνται στην περίοδο 1259-1264, χρονολόγηση που στηρίζεται στα σπαράγματα επιγραφών που συνοδεύουν δύο μορφές, τον αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄ τον Παλαιολόγο (1259-1282) και τον αδελφό του Ιωάννη. Αργότερα, τον 16ο αιώνα, στη νότια πλευρά του καθολικού προσαρτήθηκε και τοιχογραφήθηκε το παρεκκλήσιο του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου. Η μονή είναι ανδρική και στους χώρους της λειτουργεί εκθετήριο.
Πηγή: Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών