Ανακαλύπτουμε και γνωρίζουμε νέους προορισμούς στην Ελλάδα.

Παραλίες, πόλεις, χωριά, νησιά…

Κρυμμένοι θησαυροί που περιμένουν να τους γνωρίσουμε!!!

Εξερευνώντας…

2810 253861
Ηράκλειο, Κρήτη
info@greecedestination.gr
Νομός Γρεβενών εκκλησίες, μοναστήρια, μονές, ξωκλήσια

Εκκλησίες & Μοναστήρια στο Νομό Γρεβενών

Εκκλησίες & Μοναστήρια στο Νομό Γρεβενών

Αγία Κυριακή (Μαυρονόρος)

Πρόκειται για μικρό, μονόχωρο ναό στη δυτική άκρη του οικισμού. Ο ναός χτίστηκε πάνω σε παλαιότερο κοιμητηριακό ναό όπως αποδεικνύεται από νόμισμα κομνήνειας περιόδου (1081-1185 μ.Χ.), που βρέθηκε στη θεμελίωση κατά τις εργασίες αποκατάστασης, σε κιβωτιόσχημο τάφο. Ο ναός είχε δίριχτη στέγη με κάλυψη από σχιστόπλακες και τοιχοποιία από λιθοδομή με ενίσχυση από ξυλοδεσιές. Η ημικυλινδρική κόγχη του ιερού είναι διακοσμημένη εξωτερικά με ζώνη πλίθινης ιχθυάκανθας ενώ η χαμηλή είσοδος του είναι δυτικά. Στις εξωτερικές τρεις όψεις σχηματίζονται αβαθή αψιδώματα. Πάνω από την είσοδο απεικονίζεται η Αγία Κυριακή και στον δυτικό τοίχο η Δευτέρα Παρουσία. Εσωτερικά, το δάπεδο είναι λιθόστρωτο. Ο ναός είναι κατάγραφος με τοιχογραφίες σε δυο φάσεις: η αρχαιότερη διατηρείται στις τοιχογραφίες του ανατολικού τοίχου όπου απεικονίζεται η Παναγία Βλαχερνήτισσα, ο Μελισμός και Συλλειτουργούντες Ιεράρχες. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η κόγχη της Πρόθεσης όπου απεικονίζεται ο Πρωτομάρτυρας Στέφανος ο οποίος βαστά ποτήρι Μετάληψης αντί θυμιατού. Οι τοιχογραφίες της πρώτης φάσης, έργο ντόπιου αγιογράφου, χρονολογούνται στο β’ μισό του 15ου αι. ενώ της δεύτερης στο 16ο με 17ο αι. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Γρεβενών)

Αγία Παρασκευή (Σαμαρίνα)

O ναός της Αγίας Παρασκευής στη Σαμαρίνα Γρεβενών υπήρξε άλλοτε καθολικό ομώνυμης μονής, η οποία εγκαταλείφθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα. Σήμερα, από το αρχικό μοναστηριακό συγκρότημα, σώζεται μόνο το καθολικό, ενώ τα υπόλοιπα κτίσματα είναι νεότερα (20ος αι.). Με βάση τη μαρτυρία ανάγλυφης λίθινης επιγραφής, τοποθετημένης εξωτερικά πάνω από την αψίδα του ιερού, η ανέγερση του ναού χρονολογείται στα 1713. Ο ναός ανήκει στον τύπο του τετρακιόνιου σταυροειδούς εγγεγραμμένου, με τυφλούς θόλους στο κεντρικό κλίτος και φουρνικά στα γωνιακά διαμερίσματα. Η κάλυψή του γίνεται με δίριχτη στέγη, αρχικά από σχιστόπλακες, που σήμερα διατηρούνται μόνο στην αψίδα, ενώ η είσοδος του βρίσκεται στη δυτική πλευρά και διαμορφώνεται με λίθινο με ανάγλυφο διάκοσμο περιθύρωμα σε σχήμα ανθρώπινης μορφής. Ο τοιχογραφικός διάκοσμος του ναού διατηρείται στο ιερό και στον κεντρικό θόλο. Η παλαιότερη φάση τοιχογράφησης, στα τέλη του 18ου αιώνα, είναι έργο ανώνυμου ζωγράφου. Στο χώρο του ιερού, αξιοσημείωτη είναι η απεικόνιση της Κοινωνίας των Αποστόλων, με προσθήκη του επεισοδίου της αποχώρησης του Ιούδα τον οποίο σέρνει δεμένο με σκοινί ένας τραγόμορφος διάβολος. Το επεισόδιο, εμπνευσμένο από το Κατά Ιωάννην, σπάνιο στη βυζαντινή τέχνη, γνωρίζει μεγάλη διάδοση στα μεταβυζαντινά χρόνια σε ναούς της Ηπείρου και του Αγίου Όρους. Σημαντική είναι επίσης η παράσταση της Αγγελικής Λειτουργίας στους θόλους του ιερού, η οποία αποδίδει τη Μεγάλη Είσοδο της Λειτουργίας του Μεγάλου Βασιλείου και απαντά συχνά σε μνημεία της εποχής των Παλαιολόγων, καθώς και σε ναούς των μετέπειτα αιώνων. Γραπτή επιγραφή στην περιφέρεια του θόλου του κυρίως ναού δίνει και τη χρονολόγηση του διακόσμου στα 1821. Με βάση τεχνοτροπικά στοιχεία και τη μορφολογία της επιγραφής, ο διάκοσμος του θόλου μπορεί να αποδοθεί στον Σαμαριναίο ζωγράφο Μιχαήλ Αναγνώστου, ο οποίος εικονογραφεί στα 1819 τον γειτονικό ναό της Μεταμόρφωσης. Εντυπωσιακός είναι ο ξυλόγλυπτος και ζωγραφικός διάκοσμος στις οροφές του ναού, ενώ το ξυλόγλυπτο και επιχρυσωμένο τέμπλο χρονολογείται στα τέλη του 18ου αιώνα. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Γρεβενών)

Άγιος Αθανάσιος (Δοτσικό)

Ο ναός του Αγίου Αθανασίου είναι τρίκλιτη ξυλόστεγη βασιλική με ημικυκλική αψίδα, διώροφο νάρθηκα-γυναικωνίτη στα δυτικά και ανοιχτή στοά με τοξοστοιχία στη νότια πλευρά, όπου και η κύρια είσοδος. Η ανέγερσή του χρονολογείται στα 1865, με βάση τη λιθανάγλυφη επιγραφή του κεντρικού θυρώματος. Είναι χτισμένος με αδρά λαξευμένους δόμους σε επάλληλες στρώσεις διαφορετικού πάχους. Με μεγαλύτερη επιμέλεια είναι χτισμένες οι γωνίες του κτιρίου με ορθογωνικούς λαξευτούς ογκόλιθους, και κυρίως η αψίδα του Ιερού, όπου και διαμορφώνεται τυφλή τοξοστοιχία με τρίλοβα τόξα. Η κάλυψη του κυρίως ναού γίνεται με δίριχτη στέγη, αρχικά από σχιστόπλακες. Το περιθύρωμα της εισόδου του ναού, αξιόλογο δείγμα λαϊκής τέχνης σε σχήμα ανθρώπινης μορφής, φέρει περίτεχνο λιθανάγλυφο διάκοσμο,. Χαρακτηριστικό είναι επίσης το λίθινο τετράλοβο πλαίσιο των δύο παραθύρων κάτω από τη στέγη στον ανατολικό και δυτικό τοίχο αντίστοιχα. Τοιχογραφίες διατηρούνται σήμερα στο χώρο του Ιερού, οι οποίες μπορούν να αναχθούν στις αρχές του 20ού αιώνα, πιθανότατα στα 1905 οπότε και χρονολογούνται οι ίδιας τεχνοτροπίας απεικονίσεις του Χριστού και των Αποστόλων στον άμβωνα. Η απεικόνιση του αγίου Αθανασίου στην κόγχη του τοξωτού υπέρθυρου της νότιας εισόδου χρονολογείται με βάση σύγχρονή της επιγραφή στα 1877. Ο ναός διαθέτει ξυλόγλυπτο επιχρυσωμένο τέμπλο, στο οποίο ενσωματώνονται αξιόλογες εικόνες Σαμαριναίων ζωγράφων. Ο ζωγράφος Μιχαήλ Αντωνίου ζωγραφίζει μαζί με τον αδελφό του Ιωάννη τη δεσποτική εικόνα του Χριστού, με χρονολογία 12 Ιουλίου 1867. Έργο του Μιχαήλ είναι και η γραπτή παράσταση της Κοίμησης της Θεοτόκου σε προσκυνητάρι του ναού, με χρονολογία 29 Ιουνίου 1869.Ο Δημήτριος Α. Κράιας ζωγραφίζει την εικόνα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, με χρονολογία 15 Μαΐου 1867. Ο ναός διασώζει επίσης αξιόλογη ξύλινη οροφή με τον Παντοκράτορα σε κεντρικό μετάλλιο. Σημαντική είναι και η συλλογή εικόνων του ναού, καθώς και η ορειχάλκινη καμπάνα του 1895. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Γρεβενών)

Άγιος Γεώργιος (Κυπαρίσσι)

Πρόκειται για τρίκλιτη βασιλική που χρονολογείται στα 1867. Ο ναός έχει υπερυψωμένο νάρθηκα, γυναικωνίτη στον όροφο και προστώο στη νότια πλευρά. Η αψίδα είναι πολύπλευρη εξωτερικά με τυφλά αψιδώματα που απολήγουν σε ισλαμίζοντα τόξα διπλής καμπυλότητας. Εξωτερικά, αξιοσημείωτα είναι τα λιθανάγλυφα προσωπεία αποτροπαϊκού χαρακτήρα στην αψίδα, το ξυλόγλυπτο, με ζωικό και φυτικό διάκοσμο, θύρωμα στην νότια είσοδο του ναού. Στο εσωτερικό του σώζεται στο κεντρικό κλίτος σαμαρωτή, νταμπλαδωτή οροφή, ξυλόγλυπτο τέμπλο με τις δεσποτικές εικόνες του 1868, φιλοτεχνημένες από το Σαμαριναίο αγιογράφο Αδάμ Χρήστου Κράϊα, άμβωνας με φυτικό διάκοσμο και τις μορφές των Αποστόλων. Φέρει τοιχογραφικό διάκοσμο στην κόγχη του Ιερού με την Πλατυτέρα, την Θεία Κοινωνία τους Ιεράρχες και στην Πρόθεση με τον Επιτάφιο Θρήνο. Στη νοτιοδυτική πλευρά του προστώου ορθώνεται διώροφο κωδωνοστάσιο των αρχών του 20ου αι. κατασκευασμένο από τον μάστορα Γεώργιο Λάζο ή Βράγκα, ενώ στην είσοδο σώζεται φιλοτεχνημένο από τον ίδιο  λίθινο εικονοστάσι με ολόσωμα λιοντάρια στη βάση. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Γρεβενών)

Άγιος Γεώργιος (Περιβόλι)

Ο ναός του Αγίου Γεωργίου βρίσκεται στην κεντρική συνοικία του οικισμού. Σύμφωνα με κτητορική επιγραφή σε λίθινη πλάκα στον νότιο τοίχο, κτίσθηκε στη θέση παλαιότερου ναού το 1760 από Ηπειρώτες μαστόρους, επί μητροπολίτη Γρεβενών Γρηγορίου. Πρόκειται για τρίκλιτη ξυλόστεγη βασιλική με διώροφο γυναικωνίτη δυτικά. Η κεντρική αψίδα του Ιερού είναι εσωτερικά ημικυκλική και εξωτερικά επτάπλευρη διακοσμείται με ημικυκλικά αβαθή αψιδώματα που εδράζονται σε πλατιά βάση, στοιχείο που ανάγεται στην βυζαντινή παράδοση. Σώζονται ακόμα δυο εντοιχισμένα λιθανάγλυφα, το πρώτο απεικονίζει ολόσωμη ανδρική μορφή που φέρει γιαταγάνι και στα πόδια αντωπά πουλιά ενώ το δεύτερο ανδρική μορφή με φωτοστέφανο που κρατεί σταυρό και ξίφος. Ο ναός ήταν στεγασμένος με λιθόπλακες ενώ υπάρχουν δυο είσοδοι μια στη δυτική πλευρά και μια, η κύρια, στην νότια. Στο εσωτερικό του ναού οδηγούν τρία λίθινα ημικυκλικά σκαλοπάτια. Το δάπεδο είναι λιθόστρωτο ενώ στο κεντρικό κλίτος υπάρχει πολυγωνικό ομφάλιο σε τετράγωνο πλαίσιο. Στα πλάγια κλίτη η οροφή είναι επίπεδη, νταμπλαδωτή με τετράγωνα διάχωρα ενώ στο κεντρικό κλίτος η οροφή είναι σαμαρωτή, επίσης νταμπλαδωτή με τετράγωνα διάχωρα και πολυγωνικό οπαίο με απεικόνιση Παντοκράτορα στο κέντρο. Ο γυναικωνίτης χωρίζεται από τον κυρίως ναό με τοξωτά ανοίγματα που φράσσονται με καφασωτό. Ο ναός και ο πρόναος είναι κατάγραφοι ιστορημένοι πιθανά από τον ζωγράφο Ιωάννη Καπεσοβίτη. Εξαιρετικά δείγματα ξυλογλυπτικής αποτελούν το τέμπλο που χρονολογείται σύμφωνα με την παλαιότερη δεσποτική εικόνα της Παναγίας Βρεφοκρατούσας στα 1775, το δεσποτικό, ο άμβωνας και τα προσκυνητάρια. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Γρεβενών)

Άγιος Δημήτριος (Μαυραναίοι)

Ο ναός του Αγίου Δημητρίου στον οικισμό των Μαυραναίων ανοικοδομήθηκε στα 1817 με βάση τη μαρτυρία δύο επιγραφών σε λίθο, στην εξωτερική όψη της αψίδας και στο υπέρθυρο της κυρίας εισόδου στον νότιο τοίχο. Ανήκει στον τύπο της τρίκλιτης θολοσκέπαστης βασιλικής με πολύπλευρη εξωτερικά αψίδα και υπερυψωμένο νάρθηκα-γυναικωνίτη στα δυτικά, ο οποίος δε διατηρείται. Η ανοιχτή στοά (χαγιάτι) στα νότια είναι μεταγενέστερη. Η κύρια είσοδος του ναού, στο μέσο του νότιου τοίχου, διαθέτει λιθανάγλυφο περιθύρωμα σε σχήμα ανθρώπινης μορφής. Το κτίριο καλύπτεται με δίριχτη στέγη και είναι χτισμένο με αδρά πελεκημένους δόμους. Με ιδιαίτερη επιμέλεια είναι χτισμένη η αψίδα με οριζόντια γείσα και ημικίονες στις ακμές, ενώ στο ανώτερο τμήμα της διαμορφώνεται διακοσμητική ζώνη από ανάγλυφες πλάκες με ισλαμίζοντα τόξα. Ο ναός διασώζει σημαντικό τοιχογραφικό διάκοσμο στο Ιερό και στο ανατολικό τμήμα του κυρίως ναού. Διακρίνονται δύο φάσεις τοιχογράφησης. Στην αρχική φάση ανήκει το σύνολο σχεδόν των τοιχογραφιών του μνημείου, οι οποίες παρουσιάζουν αρκετές ομοιότητες με έργα Σαμαριναίων ζωγράφων και θα μπορούσαν να χρονολογηθούν στο δεύτερο τέταρτο του 19ου αιώνα. Στην ίδια φάση ανήκει και η παράσταση των αγίων Δημητρίου και Γεωργίου σε αβαθή κόγχη πάνω από το θύρωμα της κύριας εισόδου. Η δεύτερη φάση τοιχογράφησης ανάγεται στα 1887 και περιλαμβάνει μεμονωμένες παραστάσεις που καλύπτουν το παλαιότερο στρώμα. Το περίτεχνο ξυλόγλυπτο τέμπλο του ναού χρονολογείται βάσει επιγραφής στα 1818. Οι δεσποτικές εικόνες του τέμπλου κλάπηκαν το 1993. Τμήματα του ξυλόγλυπτου επισκοπικού θρόνου έχουν χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή του σύγχρονου άμβωνα. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Γρεβενών)

Άγιος Δημήτριος (Μεσολούρι)

Ο ναός του Αγίου Δημητρίου είναι μια τρίκλιτη θολοσκέπαστη βασιλική με πολύπλευρη εξωτερικά αψίδα, υπερυψωμένο νάρθηκα-γυναικωνίτη στα δυτικά και ανοιχτή στοά στη νότια πλευρά, όπου και η κεντρική είσοδος. Η ανέγερση του ναού χρονολογείται στα 1778, όπως μαρτυρούν οι δύο σωζόμενες επιγραφές εξωτερικά και εσωτερικά της κεντρικής θύρας εισόδου στον νότιο τοίχο. Στο υπέρθυρο της θύρας η ανάγλυφη επιγραφή δίνει το έτος εκατέρωθεν σταυρού με το αποτροπαϊκό τετράγραμμα «ΙC ΧC ΝΗ ΚΑ». Στο εσωτερικό, πάνω από την είσοδο, η μακροσκελής γραπτή κτητορική επιγραφή επαναλαμβάνει το έτος ανέγερσης, παρέχει τα ονόματα των χορηγών, των γνωστών οπλαρχηγών Τόσκα και Γώγου, και κάνει αναφορά στην αγιογράφηση του ναού από τον Σαμαριναίο Αδάμ Χρίστου Κράια και τον μαθητή του Ζήση Ιωάννου Ντόβα, η οποία ολοκληρώνεται στις 17 Οκτωβρίου 1867. Η επιγραφή δίνει επίσης την τότε ονομασία του οικισμού ως «Μεσοβούνι» με προσθήκη αργότερα της φράσης «μετονομάσθη Μεσολούριον». Ο ναός είναι χτισμένος με αδρά λαξευμένους δόμους διαφορετικού μεγέθους. Με μεγαλύτερη επιμέλεια είναι χτισμένος ο ανατολικός τοίχος και κυρίως η αψίδα του Ιερού, με εμφανή την προσπάθεια μίμησης του ισοδομικού συστήματος. Καλύπτεται με δίριχτη στέγη, αρχικά από σχιστόπλακες, οι οποίες διατηρούνται μόνο στην αψίδα. Εκτός από το κεντρικό θύρωμα στο μέσο του νότιου τοίχου, μία δεύτερη θύρα ανοίγεται στο δυτικό άκρο του ίδιου τοίχου με πρόσβαση στο νάρθηκα. Το ανεξάρτητο κωδωνοστάσιο είναι νεότερη προσθήκη. Ο ναός είναι εσωτερικά κατάγραφος. Το εικονογραφικό πρόγραμμα περιλαμβάνει έναν εκτεταμένο χριστολογικό και θεομητορικό κύκλο, καθώς και σκηνές εμπνευσμένες από τη Λειτουργία. Χαρακτηριστική της ζωγραφικής παράδοσης του Σαμαριναίου ζωγράφου είναι η έντονη αντίθεση μεταξύ μπλε του κοβαλτίου και ερυθρού χρώματος στο βάθος, στα κτίρια και στα ενδύματα. Ιδιαίτερη εντύπωση δημιουργούν οι πολυπρόσωπες συνθέσεις με σαφή επίδραση της δυτικής ζωγραφικής, όπως η Προδοσία του Ιούδα και η Κοίμηση της Θεοτόκου. Αξιοσημείωτη είναι η απεικόνιση των δήμιων του Ηρώδη στη Βρεφοκτονία με φυσιογνωμίες που παραπέμπουν σε σύγχρονους λήσταρχους, κάτι που παρατηρείται και σε άλλους μεταβυζαντινούς ναούς. Απεικονίζεται επίσης ο νεομάρτυρας Γεώργιος από το Τζούρχλι (σημ. Άγιος Γεώργιος). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η απεικόνιση, πάνω από την είσοδο, του αβά Σισώη μπροστά στην ανοιχτή σαρκοφάγο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, θέμα που γνωρίζει μεγάλη διάδοση στα μεταβυζαντινά χρόνια. Τη σκηνή συνοδεύει παραλλαγή βυζαντινού επιγράμματος για το αναπόφευκτο του θανάτου. Ο διάκοσμος του ναού εμπλουτίζεται με σκηνές τιμωρίας-θανάτου του φιλάργυρου, του υποκριτή -πρόκειται για ιερέα-, σκηνές με μεγάλο ανθρωπολογικό και λαογραφικό ενδιαφέρον. Το τέμπλο του ναού είναι ξύλινο και φέρει ζωγραφικό φυτικό διάκοσμο. Η χρονολογία 1779 αναγράφεται σε δύο δεσποτικές εικόνες, σε αυτή των ισαποστόλων Πέτρου και Παύλου με το ομοίωμα του ναού, και σε αυτή του Αγίου Δημητρίου. Τα Λυπηρά είναι επιχρυσωμένα και φέρουν επιγραφή 1793. Ο ναός διαθέτει επίσης πλούσια συλλογή φορητών εικόνων. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Γρεβενών)

Άγιος Θεόδωρος (Μαυρονόρος)

Η ανέγερση του ναού των Αγίων Θεοδώρων ανάγεται με βάση την τοπική παράδοση στα 1806. Πρόκειται για τρίκλιτη θολοσκέπαστη βασιλική με ημικυκλική αψίδα στο Ιερό και υπερυψωμένο νάρθηκα-γυναικωνίτη στα δυτικά. Ο ναός καλύπτεται με δίριχτη στέγη και είναι χτισμένος με αδρά πελεκημένους δόμους σε επάλληλες σειρές. Με περισσότερη επιμέλεια είναι χτισμένη η αψίδα, όπου διαμορφώνονται τυφλά αψιδώματα με ισλαμίζοντα τόξα. Ο ναός διαθέτει τρεις εισόδους, στον βόρειο, στον δυτικό και στον νότιο τοίχο αντίστοιχα, η τελευταία σε σχήμα ανθρώπινης μορφής με λιθανάγλυφο περιθύρωμα. Η πυρπόληση του ναού από τους Γερμανούς κατά την Κατοχή είχε ως αποτέλεσμα εκτεταμένες καταστροφές τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό του κτιρίου, με απώλεια του μεγαλύτερου μέρους των τοιχογραφιών, των κινητών εικόνων, του κωδωνοστασίου στη βορειοδυτική γωνία, της ανοιχτής στοάς στη δυτική και νότια πλευρά και της λιθανάγλυφης κτητορικής επιγραφής πάνω από τη νότια είσοδο. Σύμφωνα με γραπτή επιγραφή στο εσωτερικό του ναού, πλησίον της νότιας εισόδου, η ιστόρησή του ολοκληρώθηκε στις 26 Οκτωβρίου1852, με δαπάνη των κατοίκων του οικισμού. Σήμερα σώζονται μόνο οι τοιχογραφίες στο Ιερό και οι περισσότεροι από τους ολόσωμους αγίους στο βόρειο και νότιο τοίχο. Χαρακτηριστικές είναι οι απεικονίσεις στρατιωτικών αγίων, καθώς και των ισαποστόλων Πέτρου και Παύλου που κρατάνε ομοίωμα της εκκλησίας. Η τέχνη του ανώνυμου ζωγράφου των Αγίων Θεοδώρων χαρακτηρίζεται από τις έντονες χρωματικές αντιθέσεις με την εναλλαγή θερμών και ψυχρών τόνων και την εκτεταμένη χρήση διακοσμητικών μοτίβων στα ενδύματα, τα οποία και μιμούνται υφάσματα του συρμού. Ο ναός διασώζει επίσης αξιόλογο επιζωγραφισμένο και μερικώς επιχρυσωμένο ξυλόγλυπτο τέμπλο. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Γρεβενών)

Άγιος Νικόλαος (Περιβόλι)

Στην περιοχή του Εθνικού Δρυμού Πίνδου Βάλια Κάλντα και πάνω στον Ασπροπόταμο, παραπόταμο του Αλιάκμονα, βρίσκεται η Ιερά Μονή του Αγίου Νικολάου. Από την μονή σήμερα σώζεται μόνο το καθολικό. Πρόκειται για σύνθετο σταυροειδή εγγεγραμμένο με τρούλο αθωνικού τύπου ναό με πλάγιες κόγχες και δίριχτη στέγη με κάλυψη από σχιστόπλακες, κατασκευασμένο πιθανά σε δυο οικοδομικές φάσεις. Το ιερό έχει τρεις κόγχες με την κεντρική εσωτερικά ημικυκλική και εξωτερικά επταγωνική. Η λιτή στην δυτική πλευρά φέρει δεύτερο, όμοιο με αυτόν του κυρίως ναού τρούλο. Υπάρχουν δυο είσοδοι στη νότια πλευρά και μέσω της λιτής στη δυτική. Στην εξωτερική ανατολική πλευρά σώζεται λιθανάγλυφο με σταυρό και χρονολογία κτίσεως 1803. Στο εσωτερικό του ναού, ο νάρθηκας βρίσκεται σε ψηλότερο επίπεδο από τον κυρίως ναό ενώ το δάπεδο καλύπτεται με μεγάλες λίθινες πλάκες. Εσωτερικά δεν υπάρχει γραπτός διάκοσμος και το ξυλόγλυπτο τέμπλο χρονολογείται στον 19ο αι. Υπάρχουν γραπτές μαρτυρίες για το συγκρότημα της μονής από τον 18ο αι., την οποία φαίνεται να επισκέφθηκε ο Κοσμάς ο Αιτωλός. Στον περιβάλλοντα χώρο σώζονται τμήματα του λιθόκτιστου περίβολου και οικοδομικά λείψανα των χώρων διαβίωσης της μονής. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Γρεβενών)

Άγιοι Απόστολοι (Άγιος Γεώργιος)

Ο οικισμός του Αγίου Γεωργίου, στο βόρειο τμήμα του νομού και κέντρο του τέως Καποδιστριακού Δήμου Ηρακλεωτών, βρίσκεται σε υψόμετρο 800 μ. Όπως τεκμηριώνεται από ξένους περιηγητές και Έλληνες αρχαιολόγους αλλά και τα μέχρι σήμερα δεδομένα, πρόκειται για μια περιοχή με πλούσιο αρχαιολογικό ενδιαφέρον που χρονολογείται από τους προϊστορικούς μέχρι και τους μεταβυζαντινούς χρόνους. Καθοριστικό ρόλο έπαιξε η κομβική θέση του χώρου, ο οποίος έχει εποπτεία της ευρύτερης περιοχής η πρόσβαση σε καλλιεργήσιμες εκτάσεις και η εγγύτητα σε χερσαία και ποτάμια περάσματα. Ο οικισμός φαίνεται να ακμάζει από την ύστερη κλασική περίοδο ενώ η κατοίκηση επεκτείνεται κυρίως προς την δυτική του πλευρά. Οι επιγραφές που έχουν βρεθεί καταδεικνύουν την ύπαρξη οργανωμένης αστικής μονάδας, μιας πόλης του βασιλείου της Μακεδονίας και των αυτοκρατορικών χρόνων, η ταυτότητα της οποίας μας είναι ακόμη άγνωστη. Στην άποψη αυτή συνηγορούν ακόμη τα οικοδομικά λείψανα δημόσιων κτιρίων- πιθανώς ιερών- αρχιτεκτονικά μέλη, αναθηματικές βάσεις, βωμοί, αποτμήματα ενεπίγραφων στηλών, αναθηματικά ανάγλυφα και αγάλματα, ταφικά κτερίσματα. Από τα ευρήματα ξεχωρίζει αγαλματικός τύπος ρωμαϊκών χρόνων ο οποίος αντιγράφει πρωτότυπο γλυπτό και απεικονίζει τη Δήμητρα (τύπος της μεγάλης Ηρακλειώτισσας). Παριστάνει όρθια γυναικεία μορφή με καλυμμένο κεφάλι, περιτυλιγμένη σε ιμάτιο, ποδήρη χιτώνα, ενώ το ένα χέρι είναι λυγισμένο στο ύψος του στήθους. Ακόμη, έξοχο δείγμα μεταλλοτεχνίας αποτελεί χάλκινη παραγναθίδα κράνους, η οποία απεικονίζει πτερωτή Νίκη με ποδήρη χιτώνα, δόρυ και ασπίδα. Κατά τους οθωμανικούς χρόνους στον οικισμό, ο οποίος μνημονεύεται σε κώδικα της Ζάβορδας με το όνομα Τσούρχλι, εγκαταστάθηκαν εξισλαμισμένοι χριστιανοί, οι Βαλαάδες, με την διατήρηση ταυτόχρονα του χριστιανικού στοιχείου. Οι Βαλαάδες αποχώρησαν από τον οικισμό μετά την υπογραφή της Συνθήκης της Λοζάνης περί ανταλλαγής των ελληνικών και τουρκικών πληθυσμών, το 1924. Από το Τσούρχλι καταγόταν και ο αγάς της περιοχής Μπεκήρ (Bekir Fikri Yarbey), ο οποίος είχε ενεργό ρόλο στα ιστορικά γεγονότα της εποχής στην Δυτική Μακεδονία και θεωρείται ως ο βασικός υπαίτιος της δολοφονίας του Μητροπολίτη Γρεβενών Αιμιλιανού το 1911. Σημαντική στη διατήρηση της ελληνικής παιδείας και θρησκείας ήταν η συνεισφορά της «Αγαθοεργούς Αδελφότητας Τσουρχλιοτών Επαρχίας Γρεβενών ο Νεομάρτυς Γεώργιος» που ιδρύθηκε στην Κωνσταντινούπολη περίπου το 1860: Ήδη από το 1863 αναφέρεται η ύπαρξη Δημοτικού Σχολείου, Γραμματοδιδασκαλείου το 1899, Αστικής Σχολής το 1902, Παρθεναγωγείου το 1908. Η οικονομική ευχέρεια λόγω της ανάπτυξης του εμπορίου με τις παραδουνάβιες χώρες και η σχετική ελευθερία συντέλεσε ακόμη στην ανάπτυξη των τεχνών και ιδιαίτερα της λαϊκής ζωγραφικής και αγιογραφίας στους οικισμούς του Βοΐου, στη Σαμαρίνα και στο Τσούρχλι με την οικογένεια Μπακόλα. Θρησκευτικό αξιοθέατο της περιοχής και όχι μόνο αποτελεί ο ναός του πολιούχου νεομάρτυρα Αγίου Γεωργίου στον οποίο φυλάσσεται τμήμα το ιερού του λειψάνου. Ο νεομάρτυρας άγιος Γεώργιος, προς τιμή του οποίου δόθηκε το σύγχρονο όνομα του οικισμού το 1927, γεννήθηκε στο Τσούρχλι το 1808, μαρτύρησε στα Γιάννενα το 1838 και είναι ο προστάτης άγιος της προεδρικής φρουράς. Η εικονογραφία του αγίου Γεωργίου του Νέου ο οποίος απεικονίζεται με φουστανέλα αποτυπώνει το πρόσωπο ενός αγίου καθιερωμένου στη λαϊκή συνείδηση που έγινε σύμβολο του απελευθερωτικού αγώνα και πρότυπο για την εθνική ενδυνάμωση των υποδούλων. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Γρεβενών)

Γέννηση της Θεοτόκου (Μικρή Παναγιά, Σαμαρίνα)

Ο ναός της Μικρής Παναγίας στη Σαμαρίνα είναι αφιερωμένος στο Γενέσιον της Θεοτόκου. Πρόκειται για τρίκλιτη ξυλόστεγη βασιλική με ημικυκλική αψίδα και ευρύχωρο νάρθηκα. Η κάλυψη του ναού γίνεται με δίριχτη στέγη, αρχικά από σχιστόπλακες που σήμερα διατηρούνται μόνο στην αψίδα. Διαθέτει δύο βασικές εισόδους, μία στον δυτικό τοίχο του νάρθηκα και μία στο νοτιοδυτικό άκρο του κυρίως ναού. Με βάση λιθανάγλυφη κτητορική επιγραφή εντοιχισμένη πάνω από το υπέρθυρο του κεντρικού θυρώματος, η ανέγερση του παρόντος ναού χρονολογείται στα 1865 με πρωτομάστορα κάποιον Γιάννη. Ο ναός αντικατέστησε προγενέστερο κτίσμα, καθώς λιθανάγλυφη κτητορική επιγραφή σε δεύτερη χρήση, εντοιχισμένη δίπλα στη νότια είσοδο, κάνει αναφορά στον μητροπολίτη Γρεβενών Γαβριήλ και χρονολογείται στα 1799. Ο ναός είναι χτισμένος με αδρά λαξευμένους δόμους από ασβεστόλιθο σε επάλληλες στρώσεις διαφορετικού πάχους. Με ιδιαίτερη επιμέλεια είναι λαξευμένοι οι δόμοι της αψίδας του ιερού, όπου και διαμορφώνεται τυφλή τοξοστοιχία με ημικυκλικά τόξα. Τα περιθυρώματα των εισόδων του ναού φέρουν περίτεχνο λιθανάγλυφο διάκοσμο, με επιδράσεις από τον αντίστοιχο διάκοσμο της Μεγάλης Παναγίας. Ο ναός διασώζει αξιόλογο ξυλόγλυπτο μπαρόκ τέμπλο. Πολλές από τις εικόνες του εκλάπησαν πρόσφατα. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Γρεβενών)

Κοίμηση της Θεοτόκου (Μεγάλη Παναγιά, Σαμαρίνα)

Η Κοίμηση της Θεοτόκου ή Μεγάλη Παναγιά στη Σαμαρίνα είναι ο μητροπολιτικός ναός της πόλης. Πρόκειται για μια ογκώδη τρίκλιτη ξυλόστεγη βασιλική του 1800 περίπου με πολύπλευρη εξωτερικά αψίδα ιερού, ευρύχωρο υπερυψωμένο διώροφο νάρθηκα-γυναικωνίτη στα δυτικά και ανοιχτή στοά (χαγιάτι) στη δυτική και νότια πλευρά. Η κάλυψη του κυρίως ναού γίνεται με δίριχτη στέγη, αρχικά από σχιστόπλακες που σήμερα διατηρούνται μόνο στην αψίδα. Διαθέτει δύο εισόδους, μία στον δυτικό τοίχο του νάρθηκα και μία στο νοτιοδυτικό άκρο του κυρίως ναού. Το ανατολικό τμήμα της νότιας στοάς διαμορφώνεται σε παρεκκλήσι αφιερωμένο στους ισαποστόλους Πέτρο και Παύλο. Ο πύργος του κωδωνοστασίου στη νοτιοδυτική πλευρά είναι κτίσμα του 1876. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό γνώρισμα του ναού αποτελεί ένα μεγάλο πεύκο, το οποίο φύεται στην κόγχη του ιερού από το 1850 περίπου. Ο ναός είναι χτισμένος με αδρά λαξευμένους δόμους από ασβεστόλιθο σε επάλληλες στρώσεις διαφορετικού πάχους. Με μεγαλύτερη επιμέλεια είναι χτισμένες οι γωνίες του κτιρίου με ορθογωνικούς λαξευτούς ογκόλιθους, καθώς και οι τοξοστοιχίες των στοών με ημικυκλικά τόξα που βαίνουν σε μικρού ύψους κίονες μέσω υποτυπώδους κιονοκράνου. Αξιόλογο δείγμα λαϊκής τέχνης είναι ο λιθανάγλυφος διάκοσμος στο περιθύρωμα της νοτιοδυτικής εισόδου του ναού, ο οποίος με βάση σύγχρονή του επιγραφή χρονολογείται στα 1816. Ο ναός είναι εσωτερικά κατάγραφος. Σύμφωνα με γραπτή κτητορική επιγραφή, η ιστόρησή του ολοκληρώθηκε στις 30 Ιουλίου 1829 επί μητροπολίτου Ανθίμου από τους Σαμαριναίους ζωγράφους Χρήστο και Αντώνιο, γιους του παπα-Ιωάννου. Οι ίδιοι ζωγραφίζουν ένα χρόνο νωρίτερα στον Προφήτη Ηλία στην ίδια πόλη, ενώ η δράση τους επεκτείνεται σε όλη την περιοχή των Βαλκανίων. Ο διάκοσμος του ναού περιλαμβάνει σκηνές από τον θεομητορικό και χριστολογικό κύκλο, σκηνές λειτουργικού περιεχομένου και πλήθος μορφών αγίων. Χαρακτηριστικά της τέχνης των ζωγράφων είναι η διακοσμητική διάθεση, οι χρωματικές αντιθέσεις και η πομπώδης θεατρική κίνηση που μαρτυρούν έντονη επίδραση της αισθητικής του δυτικού μπαρόκ, ενώ εκτεταμένη είναι και η χρήση στοιχείων από την εγχώρια λαϊκή τέχνη. Εξαιρετικής τέχνης, με έντονη την επίδραση του δυτικού μπαρόκ, είναι το ξυλόγλυπτο επιχρυσωμένο τέμπλο του ναού με κύκλο από τη Γένεση, ο άμβωνας, ο δεσποτικός θρόνος και τα προσκυνητάρια. Το τέμπλο περιλαμβάνει και το παλαιότερο ενυπόγραφο έργο του Μιχαήλ Αναγνώστου, τη Δεσποτική εικόνα της Βρεφοκρατούσας που χρονολογείται στα 1811, ενώ στον ίδιο ζωγράφο αποδίδεται και η ανυπόγραφη Δεσποτική εικόνα του Χριστού. Σε άλλη φορητή εικόνα του τέμπλου, επιγραφή του 1820 μνημονεύει τον μητροπολίτη Γρεβενών Βαρθολομαίο. Σήμερα πολλές από τις εικόνες του τέμπλου είναι αντίγραφα, καθώς οι αυθεντικές έχουν κλαπεί. Ο κυρίως ναός και το ιερό καλύπτονται με ξυλόγλυπτη νταμπλαδωτή οροφή με αξιόλογο γραπτό φυτικό διάκοσμο με έντονες χρωματικές αντιθέσεις. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Γρεβενών)

Μεταμόρφωση του Σωτήρος (Σαμαρίνα)

O ναός της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος βρίσκεται σε μικρή απόσταση από το καθολικό της Αγίας Παρασκευής. Σύμφωνα με γραπτή κτητορική επιγραφή, η οποία διατηρείται στην εσωτερική όψη του τοίχου πάνω από τη δυτική είσοδο, ο ναός ήταν αρχικά αφιερωμένος στην Αγία Παρασκευή. Η ιστόρησή του με αξιόλογες τοιχογραφίες χρονολογείται, με βάση την ίδια επιγραφή, στα 1819 επί μητροπολίτου Γρεβενών Βαρθολομαίου, υπό την επιστασία και συνδρομή των πατέρων της Μονής. Το έτος ανέγερσής του θα μπορούσε να τοποθετηθεί στα τέλη του 18ου αιώνα και οπωσδήποτε πριν από το 1819. Την παλαιότερη αναφορά στη μετονομασία του ναού κάνει στη Διήγησή του, χρονολογημένη στα 1856, ο Χρύσανθος Παπαϊωάννου, μοναχός στη Μονή της Αγίας Παρασκευής και μετέπειτα επίσκοπος Δομοκού. Ο ναός, πιθανόν κοιμητηριακός, ανήκει στον τύπο του σύνθετου τετρακιόνιου σταυροειδή εγγεγραμμένου με τυφλό ημισφαιρικό θόλο αντί κεντρικού τρούλου, τα υπόλοιπα τμήματα της θολοδομίας διαμορφώνονται με ημικυλινδρικές καμάρες και φουρνικά και καλύπτεται με δίριχτη στέγη, αρχικά από πλάκες σχιστόλιθου. Διαθέτει δύο εισόδους, στο δυτικό τοίχο του νάρθηκα και στο νοτιοδυτικό άκρο του κυρίως ναού αντίστοιχα. Ο ναός είναι χτισμένος με λαξευμένους ορθογωνικούς λίθους διαφόρων διαστάσεων σε επάλληλες στρώσεις, με έκδηλη την πρόθεση μίμησης του ψευδοϊσόδομου συστήματος. Ιδιαίτερα επιμελημένη είναι η λάξευση των λίθων της αψίδας, όπου και διαμορφώνονται τυφλά αψιδώματα με τρίλοβα τόξα, καθώς και αυτών που έχουν χρησιμοποιηθεί στις γωνίες και στα περιθυρώματα. Την αψίδα κοσμούν ανάγλυφες πλάκες με σταυρούς, δικέφαλους αετούς και άλλα θέματα. Περίτεχνο ανάγλυφο διάκοσμο, εξαίρετο δείγμα λαϊκής τέχνης, φέρει και το εξωτερικό πλαίσιο του δυτικού θυρώματος. Ο ναός είναι εσωτερικά κατάγραφος. Με βάση την κτητορική επιγραφή, η ιστόρησή του έγινε από τους Σαμαριναίους ζωγράφους Δημήτριο και Μιχαήλ Αναγνώστου και παπα-Ιωάννη Αναγνώστου και ολοκληρώθηκε στις 15 Οκτωβρίου 1819. Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του τοιχογραφικού διακόσμου συνιστούν ο πλούτος και η πυκνότητα των εικονογραφικών κύκλων, ο μεγάλος αριθμός αγίων, ολόσωμων ή σε προτομή, η χρήση ποικίλων φυτικών και γεωμετρικών μοτίβων, η ζωηρότητα των χρωμάτων, καθώς και οι έντονες επιδράσεις του δυτικού μπαρόκ και ροκοκό. Η ζωγραφική της Αγίας Παρασκευής αποτελεί αξιόλογο δείγμα της τέχνης των Σαμαριναίων ζωγράφων, οι οποίοι δημιουργούν πρωτότυπες συνθέσεις, μέσα από τον συγκερασμό παλαιών και σύγχρονων προτύπων. Η δράση εξάλλου του ζωγράφου Μιχαήλ Αναγνώστου ξεπερνά τα όρια της Σαμαρίνας, με έργα στην Καλαμπάκα, καθώς και στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων. Από το εικονογραφικό πρόγραμμα του κυρίως ναού αξιοσημείωτη είναι η παράσταση του θεομητορικού ύμνου «Ἄξιόν ἐστι» στη δυτική καμάρα, όπου η Θεοτόκος απεικονίζεται φτερωτή, στοιχείο εξαιρετικά σπάνιο στην εικονογραφία της που προέρχεται μάλλον από την Αποκάλυψη. Η Δεσποτική εικόνα της Θεοτόκου στο τέμπλο φέρει την υπογραφή του Μιχαήλ Αναγνώστου και χρονολογείται στα 1815. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Γρεβενών)

Παμμεγίστων Ταξιαρχών (Λόχμη)

Πρόκειται για τρίκλιτη βασιλική με νάρθηκα στα δυτικά και κλειστή στοά στη βόρεια πλευρά, όπου και η είσοδος. Σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή, ο ναός κτίσθηκε το 1848 επί του Μητροπολίτη Γρεβενών Ιωαννίκιου και αγιογραφήθηκε από ζωγράφους προερχόμενους από το Πωγώνι Ηπείρου. Οι τοιχοποιΐες αποτελούνται από αδρά λαξευμένους δόμους, ενώ με ιδιαίτερη επιμέλεια είναι χτισμένη η αψίδα με τυφλά αψιδώματα που απολήγουν σε τόξα διπλής καμπυλότητας. Στο εσωτερικό του ναού σώζονται τοιχογραφίες στην βόρεια πλευρά και στο ιερό, έργα διαφορετικών ζωγράφων. Ενδιαφέρον παρουσιάζει ο ζωγραφικός φυτικός διάκοσμος στα θωράκια του ξύλινου τέμπλου. Δύο λίθινα μανουάλια με λιτό ανάγλυφο διάκοσμο είναι τοποθετημένα εκατέρωθεν της εισόδου στο Ιερό. Στην εξωτερική δυτική πλευρά του ναού βρίσκεται εντοιχισμένο, ενεπίγραφο λιθανάγλυφο, αποτροπαϊκού χαρακτήρα με διακόσμηση σταυρού που πλαισιώνεται από δύο ημισελήνους, ενώ στο κάτω μέρος υπάρχει το άστρο του Δαβίδ. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Γρεβενών)

Προφήτης Ηλίας (Σαμαρίνα)

Η ανέγερση του ναού του Προφήτη Ηλία στη Σαμαρίνα ανάγεται πιθανότατα στα 1800. Πρόκειται για τρίκλιτη ξυλόστεγη βασιλική με ευρύχωρο νάρθηκα στα δυτικά και δύο εισόδους, μία στη ΒΔ γωνία του κυρίως ναού, και μία στο δυτικό τοίχο του νάρθηκα. Στο ΒΑ άκρο του ναού προσκολλάται μονόχωρο παρεκκλήσι αφιερωμένο στους Αγίους Αναργύρους Κοσμά και Δαμιανό που, με βάση λίθινη επιγραφή, χρονολογείται στα 1877. Στο χώρο εικάζεται ότι μίλησε ο Κοσμάς ο Αιτωλός. Ο ναός είναι χτισμένος με αδρά πελεκημένους λίθους και η κάλυψη της δίριχτης στέγης ήταν αρχικά από σχιστόπλακες, που σήμερα διατηρούνται μόνο στην αψίδα. Σύμφωνα με γραπτή κτητορική επιγραφή στο παρεκκλήσι, η ιστόρησή του έγινε στα 1828 επί Μητροπολίτου Ανθίμου από τον Σαμαριναίο ιερέα Χρήστο, γιο του παπα-Ιωάννου, ο οποίος ένα χρόνο μετά ζωγραφίζει μαζί με τον αδελφό του Αντώνιο το ναό της Κοίμησης της Θεοτόκου/Μεγάλης Παναγίας. Ζωηρή εντύπωση δημιουργούν οι πληθωρικές συνθέσεις που διέπονται από μια λαϊκή αφηγηματική διάθεση, με ιδιαίτερη προσοχή στην απόδοση του χρώματος. Αξιόλογο είναι το ξυλόγλυπτο και επιχρυσωμένο τέμπλο του ναού, το οποίο περιλαμβάνει εικόνες προγενέστερες του ζωγραφικού διακόσμου, όπως η Δεσποτική εικόνα του Χριστού με χρονολογία 1772. Σημαντικές είναι και οι εικόνες του προφήτη Ηλία (1820) και του Χριστού (1822) που φέρουν την υπογραφή του ιερέα Χρήστου. Ο ναός διέθετε άλλοτε ζωγραφικό διάκοσμο στις ξύλινες οροφές, τμήματα των οποίων διατηρούνται σήμερα μόνο στο ιερό. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Γρεβενών)

Μονή Οσίου Νικάνορα (Ζάβορδας)

Η ανδρική Ιερά Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή του Οσίου Νικάνορα (Μεταμορφώσεως του Σωτήρος) Ζάβορδας χτίστηκε το 1534 από τον όσιο Νικάνορα (1491-1549), καταγόμενο από τη Θεσσαλονίκη. Βρίσκεται στα Γρεβενά, στην αριστερή όχθη του Αλιάκμονα, κοντά στη Δεσκάτη. Εκεί υπήρχε το χωριό Ζάβορδα, από το οποίο έλαβε και το όνομα. Η εικόνα της Μεταμορφώσεως που ανακάλυψε ο Όσιος Νικάνωρ (που ασκήτευε στην περιοχή) κατόπιν οράματος, έγινε αιτία ίδρυσης της Πατριαρχικής και Σταυροπηγιακής αυτής μονής. Φυλάσσεται ακόμη εντός του ναού μαζί με πολλά ιερά λείψανα αγίων. Δίπλα στο Καθολικό υπάρχει το παρεκκλήσι του Αγίου Αθανασίου. Υψηλό τείχος με πολεμίστρες περιβάλλουν το μοναστήρι και του δίνουν την εντύπωση φρουρίου. Κοντά στη μονή, στη μέση ενός γκρεμού, υπάρχει η σκήτη του Οσίου. Ανεκτίμητη είναι η πνευματική, εθνική και κοινωνική προσφορά της Μονής. Από το 1995, που ο σεισμός έπληξε την περιοχή, έως και σήμερα, έφιπποι νέοι μεταφέρουν στις 18 Ιανουαρίου τα λείψανα του οσίου στον τόπο τους τα οποία περιφέρονται έπειτα από σπίτι σε σπίτι μέχρι τη Μεγάλη Πέμπτη οπότε επαναφέρονται στη Μονή. Η Μονή πανηγυρίζει στις 6 Αυγούστου της Μεταμορφώσεως και μια μέρα έπειτα στις 7 Αυγούστου στη γιορτή του Αγίου Νικάνορα. (Πηγή πληροφοριών: Μοναστήρια της Ελλάδας)

Μονή Παμμεγίστων Ταξιαρχών (Ταξιάρχης)

Η Μονή Παμμεγίστων Ταξιαρχών, η οποία ιστορικά αναφέρεται και ως Μονή Κουσκού, βρίσκεται δυτικά του ομωνύμου οικισμού, κοντά στον ποταμό Αλιάκμονα και στον οδικό άξονα της Εγνατίας οδού με κατεύθυνση προς Ηγουμενίτσα. Σε σωζόμενο Κατάστιχο του 1834, το οποίο δίνει ιστορικές πληροφορίες για την οικονομική επιφάνεια της Μονής, τις συναλλαγές, τους εμπορικούς δρόμους και τους κοντινούς εξισλαμισμένους οικισμούς, αναφέρεται ότι οι εργασίες περατώθηκαν το 1833-1834. Σε αυτό συνηγορεί και η μαρτυρία δύο επιγραφών με τη χρονολογία 1833, χαραγμένων σε λίθους στο βορειοανατολικό μέρος του συγκροτήματος και στην εξωτερική γωνία της ανατολικής πλευράς της αυλής. Η έναρξη κατασκευής του μοναστηριακού συγκροτήματος μπορεί να τοποθετηθεί πριν το 1813 με 1815, όπως προκύπτει από εγγραφή του 1813 στο Κατάστιχο και από μαρτυρία για επιγραφή του 1815 πάνω από την εξώθυρα του καθολικού. Ενθύμηση σε Μηναίο (του 1777) της Μονής αναφέρει ότι το μοναστήρι «πατήθηκε» στα 1828. Φαίνεται, ωστόσο, ότι η Μονή ιδρύθηκε στη θέση παλαιότερου μοναστηριού, αν λάβει κανείς υπόψη τη μαρτυρία μαρμάρινης επιγραφής με τη χρονολογία 1768, σε δεύτερη χρήση στον ανατολικό τοίχο κάτω από το γείσο της στέγης του ναού. Το συγκρότημα της Μονής του 19ου αιώνα σώζεται στο σύνολό του: ο περίβολος της μονής, ορθογώνιας κάτοψης, έχει φρουριακό χαρακτήρα, στη βόρεια και νότια πλευρά υφίστανται αντίστοιχα δύο διώροφες πτέρυγες κελιών που περιλαμβάνουν το αρχονταρίκι, το μαγειρείο, τον φούρνο και βοηθητικούς χώρους. Η κεντρική πύλη της Μονής βρίσκεται στη δυτική πλευρά, μια μικρότερη πύλη ανατολικά όπως και ο φούρνος. Στη βορειοανατολική πλευρά της λιθόστρωτης αυλής βρίσκεται πηγάδι με τετράρριχτη στέγη που στηρίζεται σε τέσσερις κίονες με τετράγωνα κιονόκρανα. Στην ανατολική πλευρά έχει ορθωθεί το κωδωνοστάσιο, το οποίο χτίστηκε με βάση λίθινη επιγραφή το 1897 από μαστόρους του χωριού Καλλονή. Στο κέντρο του συγκροτήματος βρίσκεται το καθολικό. Πρόκειται για τρίκλιτη θολοσκέπαστη βασιλική με τρούλο και εγκάρσιους χορούς. Ανήκει στον εγγεγραμμένο σταυροειδή αθωνικό τύπο με βυζαντινή αφετηρία που συνέχισε να εφαρμόζεται και στη μεταβυζαντινή ναοδομία. Η κύρια είσοδος στο καθολικό βρίσκεται στο δυτικό άκρο του νότιου τοίχου του κυρίως ναού, έχει ανθρωπόμορφο σχήμα και ενδιαφέρουσα λιθανάγλυφη διακόσμηση με ρόδακες, σταυρό και δικέφαλους αετούς. Στον δυτικό τοίχο του νάρθηκα ανοίγεται μια δεύτερη είσοδος με ημικυκλικό υπέρθυρο, πάνω από την οποία απεικονίζονται οι Ταξιάρχες σε αβαθές αψίδωμα. Το ιερό, ο κυρίως ναός και ο νάρθηκας επισημαίνονται με την διαμόρφωση διαφορετικών επιπέδων. Η μονή λειτούργησε και ως ιαματικό κέντρο εγκοιμήσεως-εγκλεισμού, καθώς στον νάρθηκα σώζονται αλυσίδες που συγκρατούσαν τους ψυχικά ασθενείς. Ο ναός είναι εσωτερικά κατάγραφος. Σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή στο εσωτερικό υπέρθυρο της νότιας εισόδου, ο τοιχογραφικός διάκοσμος ολοκληρώθηκε στις 3 Απριλίου 1848, επί μητροπολίτη Ιωαννίκιου, από τους αδελφούς Νικόλαο, Ιωάννη και Βασίλειο. Η αγιογράφηση διήρκεσε τουλάχιστον εννέα μήνες βάσει ενθύμησης των τριών ζωγράφων με ημερομηνία 26 Ιουλίου 1847 σε Παρακλητική (του 1728) του ναού. Όπως προκύπτει από άλλες πηγές, οι ζωγράφοι προέρχονται από τη γνωστή οικογένεια Μπακόλα από τον Άγιο Γεώργιο ή Τσούρχλι Γρεβενών. Από το εικονογραφικό πρόγραμμα, στο πνεύμα της μακεδονικής σχολής αγιογραφίας ξεχωρίζουν ο Κύκλος της Γένεσης και κυρίως οι τιμωρίες των κολασμένων, οι ολόσωμες απεικονίσεις ιδρυτών μονών, του Οσίου Νικάνορα της Μονής Ζάβορδας στην Δεσκάτη και του Διονύσιου εν Ολύμπω της ομώνυμης μονής, οι Ταξιάρχες, οι ισαπόστολοι Πέτρος και Παύλος, οι οποίοι κρατούν ομοιώματα εκκλησιών, καθώς και του νεομάρτυρα Αγίου Γεωργίου από το Τσούρχλι. Προγενέστερη φάση τοιχογράφησης μαρτυρείται από γραπτή επιγραφή στην Ανάληψη, στον ανατολικό τοίχο του Ιερού, με τη χρονολογία 1834. Γραπτές επιγραφές-δεήσεις κατοίκων του χωριού χωρίς αναγραφή του έτους βρίσκονται στις παραστάσεις των αγίων Δημητρίου, Γεωργίου και Στεφάνου. Το κεντρικό ξυλόγλυπτο και επιχρυσωμένο τμήμα του τέμπλου χρονολογείται στα τέλη του 18ου αιώνα, ενώ νεότερη επέμβαση αποτελούν ξύλινα τμήματα με ζωγραφιστό διάκοσμο: επιγραφές στο βόρειο τμήμα του τέμπλου δίνουν τη χρονολογία 1846 και το όνομα του ζωγράφου Ιωάννη από το Τζούρχλι. Επίσης, σε δύο δεσποτικές εικόνες αναγράφεται το έτος 1856. Η ύπαρξη βιβλιοθήκης στη Μονή πιθανολογείται βάσει σπαράγματος κώδικα του 1787, με θρήνο για την επιδημία πανώλης που ενέσκηψε στην Πόλη το 1778, και σύμφωνα με μαρτυρία για χειρόγραφο αντίγραφο του λεξικού της Σούδας που φυλασσόταν εκεί μέχρι το 1957. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Γρεβενών)

Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου Τορνικίου

Η Μονή βρίσκεται σε μικρή απόσταση από το χωριό Παναγιά (Τουρνίκι) και είναι χτισμένη σε χαμηλό ανάχωμα, κοντά στην όχθη του Αλιάκμονα. Η ίδρυση της Μονής ανάγεται στο 12ο αιώνα και συνδέεται με τη γνωστή οικογένεια των Τορνικίων. Το καθολικό είναι διώροφο και ισόγειο και ο όροφος μονόχωρες καμαροσκεπαστές εκκλησιές. Είναι αφιερωμένο στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Και οι δύο ναοί είναι κατάγραφοι με τοιχογραφίες που, σύμφωνα με σχετικές επιγραφές, χρονολογούνται τα έτη 1481 και 1730. Αξιοσημείωτο είναι ότι η ζωγραφική του έτους 1481 εμφανίζεται ως ένα από τα πρωιμότερα έργα των ζωγράφων του Καστοριανού εργαστηρίου. Σώζονται επίσης, τα κελιά κατά μήκος της νότιας πλευράς. Είναι λιθόκτιστα, ξυλόστεγα, με κεραμοσκεπή και τοποθετούνται στη εποχή της Τουρκοκρατίας. Ερείπια από κτίσματα διακρίνονται κατά μήκος της βόρειας πλευράς, που δεν έχουν διερευνηθεί αρχαιολογικά, ενώ στο κέντρο σχηματίζεται μια μικρή αυλή. Παρ’ όλα τα σωστικά μέτρα από τη δεκαετία του `80, ο σεισμός του Μαΐου 1995 δημιούργησε μεγάλες ζημιές κυρίως στο Ιερό του ορόφου. Οι εργασίες αποκατάστασης ολοκληρώθηκαν το 2001 και σήμερα αυτό το μνημείο μεταβυζαντινής περιόδου περιμένει υπομονετικά τη μεταφορά του πιο κοντά στο χωριό Παναγιά, λόγω κατάκλισης του εδάφους της Μονής από τα νερά του ταμιευτήρα του υδροηλεκτρικού έργου του Ιλαρίωνα. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Δεσκάτης)

Μονή Μεταμορφώσεως του Σωτήρος

Το Μοναστήρι της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος (Δασοχώρι Δεσκάτης) χτίστηκε επί Τουρκοκρατίας (πριν από το 1797). Ήταν σε ακμή με σημαντικό αριθμό καλογέρων μέχρι τις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Λειτούργησε και ως «κρυφό σχολείο» τα δύσκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Στη Μονή εγκαταστάθηκε το αρχηγείο των Εγγλέζων τη δεκαετία του ’40. Η κοινωνική προσφορά του μοναστηριού ήταν μεγάλη. Σήμερα, μετά την αναστήλωση (1998-2004), μπορείτε να δείτε το παλιό καθολικό, αφιερωμένο στη Μεταμόρφωση του Σωτήρα. Ακόμη ο επισκέπτης μπορεί να δει το παλιό κτίριο με το αρχονταρίκι και την κουζίνα και το παρεκκλήσι (που τιμάται στο όνομα « Άξιον Εστί»), τους κοιτώνες για μοναχές, την αίθουσα σύναξης και τους υπόγειους χώρους. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Δεσκάτης)

Ξενοδοχεία

You don't have permission to register