Ανακαλύπτουμε και γνωρίζουμε νέους προορισμούς στην Ελλάδα.

Παραλίες, πόλεις, χωριά, νησιά…

Κρυμμένοι θησαυροί που περιμένουν να τους γνωρίσουμε!!!

Εξερευνώντας…

2810 253861
Ηράκλειο, Κρήτη
info@greecedestination.gr

Εκκλησίες & Μοναστήρια στο Νομό Άρτας

Κόκκινη Εκκλησιά ή Παναγία Βελλάς

Η Κόκκινη Εκκλησιά ή Παναγία Βελλάς  είναι ένα από τα σημαντικότερα μνημεία που δημιούργησε κατά το 13ο αιώνα στην Ήπειρο η ένδοξος δυναστεία των Κομνηνοδουκάδων. Βρίσκεται στον οικισμό Παλαιοχώρι, 3 χιλ. νότια του Βουργαρελίου. Χτίστηκε το 1281 και είναι δίστηλος σταυροειδής εγγεγραμμένος ναός με μία μόνο τρίπλευρη αψίδα και με τριμερή νάρθηκα. Η ονομασία Κόκκινη Εκκλησιά οφείλεται προφανώς στο ζωηρώς ερυθρό χρώμα των πλίνθων, από τις οποίες αποτελείται η τοιχοποιία του ναού. Παναγία Βελλάς ονομάστηκε λόγω της σχέσης της με την επισκοπή ή τη μονή Βελλάς, κωμόπολη στην αρχαία Φωτίκη, παρά τον ποταμό Θύαμη. Από παράδοση λέγεται και «βασιλομονάστηρο», πιθανόν διότι αποτέλεσε κάποτε το καθολικό (κυρίως ναό) «βασιλικής μονής που όταν εγκαταλείφθηκε, έγινε μετόχι στη μονή Βελλάς, από όπου και το όνομα. Στις τοιχογραφίες που διατηρούνται αποσπασματικά και με φθορές και χρονολογούνται στα 1295, εικονίζονται άγιοι και λαϊκοί, όπως οι κτήτορες. Ο ναός είναι αφιερωμένος στο Γενέσιον της Θεοτόκου και γιορτάζει στις 8 Σεπτεμβρίου.

Παναγία η Παρηγορήτισσα

Η «αρχόντισσα της Άρτας», η εκκλησία της Παρηγορήτισσας βρίσκεται στη δυτική πλαγιά του λόφου Περάνθης. Θεμελιώθηκε το 1285 και χτίστηκε σε 2 φάσεις. Στο προαύλιο από τη μεγάλη σταυροπηγιακή μονή σήμερα σώζονται ο ναός του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, η επιμελημένης τοιχοδομής Τράπεζα της μονής, 16 κελιά χτισμένα ακανόνιστα με λίθους από κτίρια της αρχαίας Αμβρακίας και στη νοτιοδυτική πλευρά του μνημείου, ανασκάφηκε παλαιότερος ναΐσκος καθώς και οι συλημένοι κιβωτιόσχημοι τάφοι του. Τα δίλοβα παράθυρα με τους κιονίσκους και η κεραμική διακόσμηση δίνει στο μνημείο όψη Ιταλικού Αναγεννησιακού Μεγάρου. Εντυπωσιακή είναι η οροφή με τους 5 πλίνθινους τρούλους και τον ουρανίσκο στο μπροστά μέρος της στέγης, που στηρίζεται σε 8 μαρμάρινους κιονίσκους και δίνει την αίσθηση ότι αιωρείται. Στα πάνω παράθυρα υπάρχει ζωφόρος, που απαρτίζεται από πλακάκια από λευκό λίθο και ψημένο πηλό που συνδέονται διαγώνια και στις κόγχες της ανατολικής πλευράς εντυπωσιάζει η πλουσιότατη κεραμοπλαστική διακόσμηση (μαίανδροι, ζωφόροι με ρόμβους, τυφλές αψίδες κ.α.). Οι πολλές φθορές συντέλεσαν στο να χάσει ο ναός μεγάλο μέρος της εσωτερικής του αίγλης και της λαμπρότητάς του. Ο νάρθηκας καλύπτεται από τέσσερα σταυροθόλια και από μια ασπίδα στη μέση. Επικοινωνεί με τον ναό και τα παρεκκλήσια με 5 θύρες. Τα δύο παρεκκλήσια στεγάζονται με σταυροθόλια και φέρουν κεραμοπλαστική διακόσμηση στους τοίχους, που τα ξεχωρίζει από τον υπόλοιπο ναό. Αυτό συνηγορεί με την άποψη ότι προϋπήρχε ναός μικρότερων διαστάσεως στην θέση αυτή, οι τοίχοι των παρεκκλησιών πρέπει να αποτελούσαν τις εξωτερικές πλευρές του ναού αυτού. Πάνω από τα παρεκκλήσια και τον νάρθηκα υπάρχει γυναικωνίτης, που καλύπτεται στις γωνίες από τους 4 τρούλους, ενώ στο υπόλοιπο μέρος με ασπίδες και σταυροθόλια. Ο γυναικωνίτης επικοινωνεί με τον υπόλοιπο ναό με 3 μεγάλα δίλοβα παράθυρα. Το σύστημα στηρίγματος του κεντρικού τρούλου της Παρηγορήτισσας είναι πραγματικά πρωτότυπος και τολμηρότατος, εντυπωσιάζει τον επισκέπτη και κάνει το ναό μοναδικό στον κόσμο. Σε κάθε γωνία του κεντρικού τετράγωνου χώρου τοποθέτησε από ένα ζευγάρι παραστάδες. Πάνω σε αυτές τις παραστάδες τοποθέτησε οριζόντιους προβόλους μπηγμένους στους πλάγιους τοίχους, που αφήνουν ελεύθερο το χώρο. Στις νέες αυτές προβολές τοποθετήθηκε δεύτερος όροφος κιόνων και πάνω στους κίονες στήριξαν καμάρες. Τέλος πάνω στις κάμαρες χτίστηκε ο τρούλος. Το σύστημα αυτό, λοιπόν, μας δίνει ένα πυραμοειδές σχήμα, που αφήνει ελεύθερο χώρο για φωτισμό και επιπλέον επιτρέπει στον επισκέπτη να βλέπει τον τρούλο από την κεντρική είσοδο. Τα κιονόκρανα φαίνεται να είναι παρμένα από διάφορα κτίρια της Αμβρακίας, ακόμα και της αρχαίας Νικόπολης. Κάποιοι από τους κίονες, λόγω του μεγάλου βάρους που σήκωναν έσπασαν και έπεσαν. Σύμφωνα με μια άλλη άποψη, όταν ο Φαϊκ πασάς κατέλαβε την Άρτα προσπάθησε να αποσπάσει από τα μνημεία της Άρτας διάφορα γλυπτά για να στολίσει το τζαμί του. Ανάμεσα στα άλλα θέλησε να αφαιρέσει και κάποιους από τους κίονες στήριξης του τρούλου. Καθώς όμως προσπαθούσαν να τις πάρουν, οι πρόβολοι έσπασαν και σκότωσαν όλους τους ανθρώπους του πασά, μετά από αυτό δεν ξαναπροσπάθησε ποτέ κάτι ανάλογο ο Φαϊκ. Εκτός από τα κιονόκρανα γραπτή διακόσμηση έχουμε και στις εσωτερικές αψίδες του τρούλου. Το βόρειο αψίδωμα έχει ως θέμα την Γέννηση του Χριστού και γύρω-γύρω στέκουν άγιοι, προφήτες, ποιμένες, μάγοι και ευαγγελιστές. Στο δυτικό αψίδωμα βλέπουμε τη μορφή του Αμνού του Θεού του Αίροντος την αμαρτία του κόσμου. Εκατέρωθεν υπάρχουν μορφές ζώων που συμβολίζουν τους ευαγγελιστές και τους προφήτες. Η διακόσμηση αυτή προέρχεται από θέματα της δύσης και κατά πάσα πιθανότητα κατασκευάστηκαν από Ιταλούς καλλιτέχνες. Η γραπτή διακόσμηση των τοίχων πρέπει να έγινε σε τρία στρώματα. Στο τέμπλο υπάρχουν και 3 φορητές εικόνες του 18ου αι. Η πιο σημαντική είναι η θαυματουργή εικόνα της Παναγιάς της Παρηγορήτισσας. Παρόλες τις φθορές σώζονται αρκετά καλά τα βυζαντινά ψηφιδωτά του τρούλου, των λοχιών και της ανατολικής κάμαρας στην βάση του τρούλου. Ιδιαίτερη αίσθηση προκαλεί η εικόνα του παντοκράτορα που δεσπόζει στο τρούλο. Για την κατασκευή των ψηφιδωτών χρησιμοποιήθηκαν ψηφίδες από πέτρα και μάρμαρο, καθώς και κατασκευασμένες από πηλό και υελόμαζα, αλλά και άλλες επενδυμένες με φύλλα χρυσού και αργύρου.

Μονή Αγίας Παρασκευής Πραμάντων

Το ιστορικό μοναστήρι ιδρύθηκε το 1876 στη θέση παλαιότερου ναΐσκου, αφιερωμένου στην Αγία Παρασκευή. Είναι περιτοιχισμένο σα φρούριο και βρίσκεται λίγο έξω από τα Πράμαντα, πάνω σε ένα μικρό λόφο. Η εκκλησία είναι μία μεγάλη τρίκλιτη βασιλική με τέσσερις κολώνες σε κάθε σειρά. Στο τέμπλο υπάρχουν εικόνες ιστορημένες το έτος 1839, που μεταφέρθηκαν από τη μικρή εκκλησία της Αγίας Παρασκευής, της επονομαζόμενης «Μεγάλη Βρύση», που προϋπήρχε σε χώρο προκείμενο της ιεράς μονής. Στην είσοδο εξωτερικά είναι σκαλισμένος ένας σταυρός με χρονολογία 1876. Λειτουργεί την ημέρα της εορτής της Αγίας Παρασκευής.

Μονή Βύλιζας

Η Μονή Βύλιζας είναι αφιερωμένη στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου και βρίσκεται μεταξύ των χωριών Καλαρρύτες και Ματσούκι, σε δασωμένη πλαγιά του βουνού Κριθάρια, πάνω από την ένωση τριών παραποτάμων του Αράχθου. Η επωνυμία Βύλιζα προέρχεται από τη λατινική λέξη vigilo (=φυλάττω, αγρυπνώ) καθώς το μοναστήρι βρίσκεται πραγματικά σε τοποθεσία παρατηρητήριο σε υψόμετρο 1.050 μέτρων. Κατά την παράδοση η Μονή ιδρύθηκε τον 11ο αιώνα. Η αρχαιότερη όμως γραπτή μαρτυρία της Βύλιζας είναι η εικόνα του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου με χρονολογία 1676. Το σημερινό κτίσμα είναι μεταβυζαντινό. Το καθολικό χτίστηκε στον τύπο του μονόχωρου ναού με νάρθηκα και απολήγει σε πεντάπλευρη αψίδα. Ανακαινίσθηκε το 1783 σύμφωνα με επιγραφή στην αψίδα του Ιερού. Ο νάρθηκας ανήκει στην αρχική φάση οικοδόμησης, ενώ ο εξωνάρθηκας προστέθηκε αργότερα. Διαθέτει πολλά κελιά τα οποία περιβάλουν το ναό με τις υπέροχες τοιχογραφίες του 1797. Στον περίβολο του μοναστηριού υπάρχει ακόμη ένας ναός αφιερωμένος στον Ιωάννη τον Πρόδρομο. Ο δεύτερος αυτός ναός είναι τοιχογραφημένος από το 1737, διαθέτει επιχρυσωμένο ξυλόγλυπτο τέμπλο με υπέροχες εικόνες. Η Μονή τα παλιότερα χρόνια ήταν ένα από τα σπουδαιότερα μοναστήρια της Ηπείρου, διέθετε πλουσιότατη βιβλιοθήκη με σημαντικό αριθμό χειρογράφων και είχε μεγάλη συμμετοχή και στα κοινά της περιοχής. Το μοναστήρι μετά τη διάλυσή του (1893) ζει την παρακμή του. Σήμερα η Μονή είναι μετόχι της Μονής Κάτω Παναγιάς Άρτας. Το 1981 αρχίζει μια νέα εποχή για τη Βύλιζα. Η μοναστηριακή επιτροπή με ζήλο και μεράκι ξεκινάει σιγά-σιγά τη στερέωση – αποκατάσταση της Μονής. Αυτή η προσπάθεια είχε σαν αποτέλεσμα την αναμόρφωση της Μονής.

Μονή Κηπίνας

Ιερός και επιβλητικός χώρος, άγρια ομορφιά, περίτεχνη δόμηση. Το εντυπωσιακό μοναστήρι με την ιδιότυπη αρχιτεκτονική βρίσκεται κοντά στον οικισμό Κηπίνας. Είναι χτισμένο στο μέσο σχεδόν ενός τεράστιου βράχου στη ΒΑ πλευρά του άγριου φαραγγιού του Καλαρρύτικου ποταμού και προκαλεί θαυμασμό η θεμελίωση πάνω από κατακόρυφους βράχους. Η μονή είναι αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου, πανηγυρίζει όμως την Παρασκευή της Διακαινησίμου, εορτή της Ζωοδόχου Πηγής. Η πρόσβαση στο μοναστήρι γίνεται από ένα μικρό μονοπάτι, λαξευμένο στο βράχο, και συνεχίζει με μικρή κρεμαστή ξύλινη γέφυρα, που οδηγεί στα προσκτίσματα της μονής. Κατά την τουρκοκρατία η ξύλινη γέφυρα ήταν κινητή και οι μοναχοί την ανέβαζαν με μοχλό, έτσι ώστε το μοναστήρι να καθίσταται απροσπέλαστο στους επίδοξους επιδρομείς, καθώς δημιουργείται κενό 4 μέτρων στο γκρεμό όταν σηκώνεται. Η ονομασία «Κηπίνα» οφείλεται, κατά μία εκδοχή, στους κήπους που καλλιεργούσαν οι μοναχοί, σε μια περιοχή κατεξοχήν απότομη και βραχώδη. Το όνομα, σύμφωνα με γλωσσολόγους, προέρχεται μάλλον από το σλάβικο Κίπ, που σημαίνει εικόνα ή ζωγραφιά και την κατάληξη -ίνα. Το όνομα αυτό πήρε αργότερα και ο γειτονικός οικισμός Αρμπορέσι. Η παράδοση θέλει τη μονή με την παράτολμη κατασκευή να χτίστηκε γύρω στο 18ο αιώνα, αλλά θεωρείται ότι έχει τις ρίζες της στη βυζαντινή εποχή. Το καθολικό της μονής βρίσκεται στο λαξεμένο βράχο και είναι μια μικρή μονόκλιτη βασιλική με τρούλο. Η οροφή του ναού σμιλεύθηκε και μεταβλήθηκε σε θόλο. Στο κοίλωμα του βράχου χτίστηκαν σε δύο επίπεδα το ισόγειο με χώρο υποδοχής και το χειμωνιάτικο, όπου υπάρχει ξύλινο ντουλάπι – πόρτα που οδηγεί σε κρύπτες. Στον όροφο, τα κελιά των μοναχών και το αρχονταρίκι, προσφέρουν μοναδική θέα προς τον οικισμό και το ποτάμι. Τα κελιά του μοναστηριού διαμορφωμένα με διάφορες ξύλινες επεκτάσεις στον κατακόρυφο βράχο δημιουργούν ένα ενδιαφέρον αρχιτεκτονικό σύμπλεγμα απόλυτα εναρμονισμένο στο άγριο τοπίο της περιοχής. Στο εσωτερικό της είναι διακοσμημένη με ενδιαφέρουσες τοιχογραφίες που χρονολογούνται στα τέλη του 17ου με αρχές του 18ου αι. Διακρίνονται για το ενδιαφέρον εικονογραφικό πρόγραμμα με τις ωραίες παραστάσεις και τους ποικίλους χρωματισμούς. Χωρίζονται σε 3 ζώνες και απεικονίζουν αντίστοιχα τους αγίους, τα στηθάρια των αγίων και σκηνές από το Ευαγγέλιο. Το τέμπλο είναι ξυλόγλυπτο επιχρυσωμένο και χρονολογείται την ίδια εποχή. Η ιδιαιτερότητα της μονής είναι ότι από τη βόρεια είσοδο του πρόναου αρχίζει η είσοδος ενός σπηλαίου (μη επισκέψιμο) με διαδρομή μήκους 240 μέτρων και μέγιστο ύψος 9 μέτρα. Το σπήλαιο ήταν κάποτε κοίτη υπόγειου ποταμού, γι’ αυτό και στους πρόποδες του βράχου όπου βρίσκεται το μοναστήρι βγαίνει άφθονο νερό. Η σπηλιά αυτή την περίοδο της Τουρκοκρατίας και της εθνικής αντίστασης αποτέλεσε κρησφύγετο των υπόδουλων Ελλήνων και των αντιστασιακών.

Μονή Μουχουστίου Πλάκας

Ανάμεσα στη γέφυρα της Πλάκας και το χωριό Ραφταναίοι βρίσκεται το Μοναστήρι Παναγίας της Μουχουστιώτισσας ή Μονή Πλάκας. Δε μας είναι γνωστή η ακριβής χρονολογία ίδρυσης του μνημείου, η τεχνική όμως της κατασκευής του μας οδηγεί στο δεύτερο μισό του 17ου αιώνα, οπότε παρατηρείται μια τόνωση της ναοδομίας σε απόμακρα από τα διοικητικά κέντρα των Τούρκων μέρη, για τη θρησκευτική αφύπνιση του λαού. Ανακαινίσθηκε το 1665. Οι τοιχογραφίες του κυρίως ναού χρονολογούνται, σύμφωνα με μια μαρτυρία, το 1680 και έχουν υποστεί φθορές. Οι τοιχογραφίες του νάρθηκα έγιναν το 1694 και περιλαμβάνουν σκηνές μαρτυρίων, παραβολών του Χριστού κ.ά. Ο ναός κοσμείται επίσης με ξυλόγλυπτο επίχρυσο τέμπλο. Σήμερα διασώζονται το καθολικό (σχεδόν ανέπαφο), ο κυρίως ναός και τμήμα του περιβόλου. Το μοναστήρι ήταν ενεργό και ακμαίο ως τις αρχές του αιώνα, αλλά σύμφωνα με τις μαρτυρίες ντόπιων τα ταπιά με την περιουσία του τα έκαψε κάποιος τιμαριούχος, για ευνόητους λόγους, καίγοντας μαζί και την ιστορία του μοναστηριού. Στο γύρω χώρο γινόταν τα παλιά χρόνια «μουχούστι», δηλαδή ζωοπανήγυρη, γεγονός που εξηγεί και την προσωνυμία του. Ο ναός τιμάται στη Γέννηση της Θεοτόκου στις 8 Σεπτεμβρίου.

Μονή Παναγίας της Ροβέλιστας

Βρίσκεται 30 χιλιόμετρα ανατολικά της Άρτας «φυτεμένο» στη μέση δασώδους ερημικής βουνοπλαγιάς στην περιοχή του Βελετζικού. Κατά την προφορική παράδοση, η Μονή της Ροβέλιστας ανάγει την αρχή της στο 10ο αιώνα, η δε εικόνα της Παναγίας, γνωστής και ως Μοσχοβίτισσας, προέρχεται από τη Μόσχα. Η θαυματουργός εικόνα της Βρεφοκρατούσης είναι τοποθετημένη σε ασημένιο πλαίσιο με μορφή τριπτύχου φτιαγμένο από ντόπιους αργυροχρυσοχόους το έτος 1802. Το Μοναστήρι κατά τον εμφύλιο ερημώθηκε και καταστράφηκε, ώσπου το 1951 εγκαταστάθηκε σ’ αυτό ο ιερομόναχος Μητροφάνης Μιτσιλής και το 1953 η αδελφή του Ανδριανή με συνοδεία άλλων μοναζουσών κι έδωσαν νέα πνοή στο ερειπωμένο αυτό Μοναστήρι, το οποίο το 1963, μετατράπηκε σε γυναικείο. Το Μοναστήρι ανακαινίσθηκε τα τελευταία χρόνια, γκρεμίσθηκε ο παλαιός ναός λόγω ρωγμών και χτίστηκε το καινούργιο καθολικό αφιερωμένο στο Γενέθλιο της Θεοτόκου το 1978. Το 1856 ξαναχτίστηκαν τα κελιά καθώς και ο μικρός ναός -μονόκλιτη σταυρεπίστεγη θολωτή βασιλική με τρούλλο και χορούς. Αυτός ο ναός επειδή είχε υποστεί ρωγμές από τους σεισμούς, κατεδαφίστηκε το 1976 και στη θέση του ανεγέρθηκε νέος μεγάλος σταυροειδής με τρούλο. Πρόκειται για επιβλητικότατο κτίσμα του οποίου η τέχνη και η εξωτερική ποικιλομορφία δίνουν στο σύνολο λαμπρότητα και χάρη. Μπορεί βέβαια να μην έχει την υποβλητικότητα του προηγούμενου ναού, όμως «δένει» τόσο αρμονικά με τα λοιπά κτίσματα και το τοπίο, ώστε να μη χάνει ο χώρος καθόλου από την παλιά μυσταγωγική του ατμόσφαιρα.

Μονή Σέλτσου

Το μοναστήρι είναι αφιερωμένο στην Κοίμηση της Θεοτόκου και εορτάζει κάθε χρόνο στις 23 Αυγούστου. Σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή χρονολογείται το 1697 μ.Χ. Ο ναός είναι μονόκλιτη βασιλική αθωνίτικου τύπου με εγκάρσιο σκαφοειδή θόλο, ο οποίος εξωτερικά είναι ορθογώνιος και εσωτερικά γίνεται κυκλικός. Έχει χαρακτηριστεί ως ιστορικό Διατηρητέο μνημείο.

Μονή Τσούκας

Η Μονή Τσούκας, αφιερωμένη στο Γενέθλιο της Θεοτόκου βρίσκεται στον ομώνυμο λόφο, σε υψόμετρο 760 μέτρων, κοντά στην κοινότητα Ελληνικό. Σύμφωνα με την παράδοση το μοναστήρι ιδρύθηκε στα 1190, καταστράφηκε το 1736 και ανακαινίσθηκε το 1779. Η Ιερά Μονή Τσούκας είναι το μεγαλύτερο προσκύνημα του νομού Ιωαννίνων και το πανηγύρι της στις 8 Σεπτεμβρίου συγκεντρώνει σημαντικό αριθμό προσκυνητών. Γνώρισε μεγάλη ακμή την εποχή του Δεσποτάτου της Ηπείρου και έγινε κέντρο θρησκευτικό και εθνικό (το 1821 και σε όλους τους εθνικούς αγώνες, ήταν καταφύγιο των επαναστατημένων ραγιάδων). Η παράδοση αναφέρει ότι στο βράχο Τσούκα βρέθηκε μία εικόνα της Παναγίας και οι Λοζετσινοί, δηλαδή οι κάτοικοι του Ελληνικού, έχτισαν ένα εκκλησάκι στο λόφο της Αγίας Μαρίνας και την τοποθέτησαν στο εσωτερικό του. Η εικόνα όμως κάθε βράδυ μεταφερόταν στην Τσούκα υποδεικνύοντας με τον τρόπο αυτό την τοποθεσία ανέγερσης του Μοναστηριού. Πήρε το όνομά της από την κορυφή του λόφου που είναι χτισμένη, καθώς «Τσιούκα Ανάλτα» στα βλάχικα σημαίνει «υψηλή κορυφή». Η Μονή έχει φρουριακό χαρακτήρα. Η είσοδος στον υψηλό περίβολο κοσμείται με λιθανάγλυφα. Κελιά υπάρχουν στη νοτιοδυτική και βόρεια πλευρά (στο μεγαλύτερο μέρος τους κτίσματα του 18ου-19ου αι.), τα οποία έχουν αναστηλωθεί τα τελευταία χρόνια. Μία στέρνα με στέγαστρο βρίσκεται στη νοτιοδυτική πλευρά του καθολικού. Το λιθόκτιστο κωδωνοστάσιο είναι του 1866, σύμφωνα με την επιγραφή που φέρει. Το καθολικό χτίστηκε πιθανόν στα τέλη του 17ου αι., στον αθωνίτικο τύπο (μονόχωρος ναός με χορούς) με προστώο δυτικά. Οι τοιχογραφίες έχουν καλυφθεί από την αιθάλη, διακρίνονται όμως τα ανάγλυφα φωτοστέφανα των μορφών. Το αξιόλογο ξυλόγλυπτο τέμπλο του ναού χρονολογείται το 18ο αι. και φέρει έξεργο φυτικό διάκοσμο. Στη νότια πλευρά της Μονής κοντά στην ανατολική είσοδο υπάρχει το παρεκκλήσι της Παναγίας, που υπέστη σημαντικές καταστροφές από πυρκαγιά. Στο πίσω μέρος της μονής ο επισκέπτης και προσκυνητής της μονής μπορεί να θαυμάσει τη χαράδρα του Αράχθου ποταμού που έχει χαρακτηριστεί ως τοπίο ιδιαιτέρου φυσικού κάλλους. Η θέα από εκεί είναι απλά μαγευτική.

Διαμονή στο νομό Άρτας: Βρες το ιδανικό κατάλυμα για αξέχαστες διακοπές!

Booking.com
error: Content is protected !!
You don't have permission to register