Αξιοθέατα στο Νομό Χανίων
Αρχαία
Αρχαία Άπτερα
Η αρχαία Άπτερα ιδρύθηκε στο σημερινό λόφο του Παλιόκαστρου σε υψόμετρο περίπου 230 μέτρων. Η πόλη είναι αξιοσημείωτη για τη στρατηγική της θέση: δεσπόζει σε ολόκληρο τον κόλπο της Σούδας στα βόρεια, στην πεδιάδα του Αποκόρωνα προς τα δυτικά και μέχρι τον ορεινό όγκο των Λευκών Ορέων στα νότια. Αυτή η στρατηγική θέση ευνόησε την ανάπτυξή της, ιδίως μεταξύ 4ου αιώνα π.Χ. και 4ου αιώνα μ.Χ. Επιπλέον, οι δύο λιμένες της: η Κίσσαμος (σημερινές Καλύβες ) και η Μινώα (σημερινό Μαράθι), που βρίσκονται στην είσοδο του κόλπου, της έδωσαν τον έλεγχο του εμπορίου στην περιοχή. Ως πόλη-κράτος, η Άπτερα ήλεγχε ολόκληρη την περιοχή και πολλά χωριά. Σύμφωνα με τις πηγές, τα πιθανά σύνορα της επικράτειας θα ήταν η επικράτεια της Κυδωνίας, στα δυτικά, και της Λάππας, στα νότια. Θα εκτεινόταν σε όλο το ακρωτήριο Δράπανο, στα ανατολικά. Ο ποταμός Πύκτος, ο οποίος διασχίζει τη πεδιάδα στα νότια και ανατολικά του λόφου στον οποίο βρίσκεται η Άπτερα, έκανε τις πεδιάδες των σημερινών Στύλου και Αρμένων εύφορες πεδιάδες για γεωργία. Έχουν εντοπιστεί ίχνη χωριών ή απομονωμένων αγροκτημάτων τόσο σε αυτές τις πεδιάδες όσο και σε μεγαλύτερο υψόμετρο. Έχουν ανακαλυφθεί τμήματα του οδικού δικτύου που συνδέει την Άπτερα με γειτονικές πόλεις. Ένα τοπόσημο που δείχνει την απόσταση μεταξύ Άπτερας και Κίσσαμου βρέθηκε στον άξονα που οδηγούσε στη Λάππα. Αυτό το τοπόσημο αναφέρει επίσης τον αυτοκράτορα Τραϊανό και χρονολογείται από το έτος 99 – 100. Τα τείχη της πόλης, μήκους 3,480 μέτρων, περιβάλλουν το επίπεδο τμήμα του λόφου. Η περιοχή που περιβάλλεται από το τείχος δεν ήταν ποτέ πλήρως αστικοποιημένη. (πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)
Αρχαία Κυδωνία
Η Κυδωνία ήταν σημαντική αρχαία πόλη-κράτος στη βορειοδυτική ακτή της Κρήτης, στο σημείο όπου σήμερα είναι χτισμένη η πόλη των Χανίων. Κατά το θρύλο, η Κυδωνία ιδρύθηκε από το Βασιλιά Κύδωνα, γιο του Ερμή ή του Απόλλωνα και της Ακακαλλίδας, κόρης του Βασιλιά Μίνωα. Σύμφωνα με τον Παυσανία ήταν γιος του Τεγεάτη. Εξαιτίας του ότι η Κυδωνία ήταν κατοικημένη για αιώνες, η νεκρόπολή της είναι εκτεταμένη και διαθέτει νεκροταφεία από όλες τις περιόδους. Βρίσκεται κάτω από τη σύγχρονη πόλη. Τύποι τάφων που έχουν ανακαλυφθεί είναι: θαλαμωτοί, κιβωτιόσχημοι και τάφοι με loculi. (πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)
Αρχαία Λισσός
Η Λισσός ή Λισός ήταν πόλη στη νότια ακτή της αρχαίας Κρήτης. Ήταν ένα από τα επίνεια (το άλλο ήταν η Σύια) της Ελύρου. Ιδρύθηκε την Κλασική περίοδο και άκμασε μέχρι την Ύστερη Αρχαιότητα. Η πρώιμη ιστορία της πόλης είναι άγνωστη. Με βάση επιγραφές και νομίσματα του 3ου αιώνα π.Χ., γνωρίζουμε ότι η πόλη συμμάχησε με το Βασιλιά Μάγα τον Κυρηναίο, και ενταχθήκαμε στη Ένωση των Ορείων. Το Κοινόν των Ορείων αποτελούνταν από τις πόλεις Λισσός, Συία, Ποικιλασσός, Τάρρα, Υρτακίνα και Έλυρος. Η Λισσός είχε ισχυρό εμπορικό και αλιευτικό στόλο. Το όνομά του χώρου επιβεβαιώνεται από επιγραφές. Από όλες τις πόλεις που υπήρχαν σε αυτό το μέρος της ακτής, μόνο η Λισσός φαίνεται να έχει κόψει νομίσματα, γεγονός που συμφωνεί πολύ καλά με τα αποδεικτικά στοιχεία που παρέχονται από το καθεστώς της ως τόπος εμπορικής σημασίας. Η Λισσός καταλαμβάνει ένα μικρό κοίλο ανάμεσα σε λόφους που βλέπουν στη θάλασσα, σα θέατρο. Κοντά στην εκκλησία της Παναγίας είναι εκεί που φαίνεται να είναι απομεινάρια ενός αρχαίου ναού, που αποτελείται από κίονες από γρανίτη, και λευκά μαρμάρινα θραύσματα, επιστύλια και αετώματα. Παραπέρα, φαίνεται να ήταν ένας άλλος ναός, και ένα θέατρο. Οι τάφοι βρίσκονται στη νοτιοδυτική πλευρά του κάμπου. Είναι λαξευμένοι ανεξάρτητα από το βράχο, με τοξωτές στέγες. Υπάρχουν ίσως πενήντα από αυτούς. Μετά από ανασκαφές το 1957-58 ανακαλύφθηκαν ερείπια θεάτρου, υδραγωγείου, νεκροταφείου και λουτρών των αρχαίων χρόνων και παλαιοχριστιανικών βασιλικών. Στην περιοχή βρέθηκαν επίσης πολλά αναθηματικά αντικείμενα, τα οποία εκτίθενται τώρα στα Αρχαιολογικά Μουσεία Ηρακλείου και Χανίων. Σε καμία άλλη πόλη της Κρήτης, εκτός από τη Γόρτυνα, δε βρέθηκαν τόσα πολλά γλυπτά. Αυτό το γεγονός μαρτυρεί την ευημερία και τη δύναμη του Ασκληπιείου της Λισσού. Εκτός από το Ασκληπιείο και τη ρωμαϊκή νεκρόπολη υπάρχουν επίσης δύο ελληνικές ορθόδοξες εκκλησίες: ο Άγιος Κύρικος έχει μερικές ωραίες τοιχογραφίες και το εκκλησάκι της Παναγίας είναι χτισμένο με αρχαίο μαρμάρινο υλικό. Και οι δύο ναοί είναι κτισμένοι στη θέση παλαιοχριστιανικών βασιλικών. Η περιοχή σήμερα είναι ακατοίκητη. Είναι προσβάσιμη από τη Σούγια με βάρκα ή με τα πόδια (90 λεπτά με τα πόδια). (πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)
Αρχαία Πολυρρήνια
Η Πολυρρήνια ήταν αρχαία πόλη στη βορειοδυτική Κρήτη, περίπου 6 χιλιόμετρα νότια από το Καστέλλι Κισσάμου. Η πόλη άκμασε από τα αρχαία μέχρι τα ρωμαϊκά χρόνια και η επικράτειά της καταλάμβανε το δυτικό άκρο της Κρήτης. Το επίνειό της ήταν η Κίσσαμος. Η ακρόπολη της Πολυρρήνιας βρισκόταν στο ύψωμα πάνω από το χωριό Απάνω Παλαιόκαστρο, σε απότομο λόφο ύψους 418 μέτρων. Ο λόφος προσφέρει απρόσκοπτη θέα και φυσική οχύρωση, η οποία ενισχύθηκε με τείχος κατά τους ελληνιστικούς χρόνους. Η πόλη καταλάμβανε το νοτιοδυτικό τμήμα απότομου λόφου. Τα ερείπια που σώζονται σήμερα χρονολογούνται κυρίως από τη ρωμαϊκή εποχή, ενώ σώζεται επίσης τμήμα των ελληνιστικών τειχών της πόλης. Επίσης έχει ανασκαφεί μεγάλο κτίριο λατρευτικής χρήσης το οποίο χρονολογείται από την πρώιμη ελληνιστική περίοδο. Στη θέση της αρχαίας ακρόπολης κτίστηκε βυζαντινό κάστρο, του οποίου τα τείχη σώζονται σε ύψος μέχρι 3,5 μέτρων. Ένα από τα πιο εμφανή κατάλοιπα της αρχαίας πόλης είναι το υδραγωγείο. Είναι λαξευτό και είναι ορατό στην κεντρική πλατεία του σύγχρονου χωριού. Δίπλα του βρίσκεται σώζεται ημικυκλικός οχυρωματικός πύργος, ο οποίος συνδέεται με το υδραγωγείο μέσω αγωγού. Επίσης εντός του χωριού σώζονται τμήματα από τις στοές του. Το νερό συλλεγόταν από λαξευτή υπόγεια δεξαμενή, η οποία συνδεόταν με πήλινο ανοικτό αγωγό με δεύτερη δεξαμενή. Επιπλέον, στον αρχαιολογικό χώρο υπάρχουν διάσπαρτες λαξευτές στέρνες. Δεξαμενές υπάρχαν και στην ακρόπολη. Τα σπίτια της Πολυρρήνιας ήταν λαξευτά, με κτιστές προσόψεις. Ψηλότερα στο λόφο βρίσκεται ο ναός των 99 Αγίων Πατέρων, ο οποίος κτίστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα χρησιμοποιώντας αρχαία δομικά υλικά. Ανάμεσα στα υλικά που έχουν ενσωματωθεί στο ναό είναι και αρχαίες επιγραφές, οι οποίες χρονολογούνται από τον 3ο με 1ο αιώνα π.Χ. Δίπλα στο ναό έχει ανασκαφεί μεγάλο κτίριο λατρευτικής χρήσης, βωμός ή ναός, πιθανόν αφιερωμένος στην Άρτεμη. Εντός της ακρόπολης έχουν εντοπιστεί λείψανα παλαιοχριστιανικής βασιλικής. Η νεκρόπολη των ελληνιστικών χρόνων βρισκόταν στο χαμηλότερο σημείο του λόφου, αλλά εντός των τοιχών, και περιλαμβάνει λαξευτούς τάφους με θαλάμους, τόσο υπέργειους όσο και υπόγειους. (πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)
Αρχαία Φαλάσαρνα
Η αρχαία Φαλάσαρνα ήταν αρχαία πόλη-κράτος στη βορειοδυτική Κρήτη. Η Φαλάσαρνα ήταν ένας από τους σημαντικότερους λιμένες της Κρήτης και άκμασε κυρίως στην ελληνιστική περίοδο. Η περιοχή κατοικήθηκε από τη Μεσομινωική μέχρι τα μέσα του 1ου αι. π.Χ. Όστρακα τα οποία έχουν ανακαλυφθεί στις γύρω πλαγιές δείχνουν ότι η περιοχή κατοικήθηκε από τη Μεσομινωική εποχή, αλλά η ιστορία της πόλης παραμένει άγνωστη μέχρι τον 4ο αιώνα π.Χ., όταν και ο οικισμός άκμασε, καθώς βρισκόταν στον ναυτικό δρόμο που ένωνε την Αλεξάνδρεια με το Αιγαίο. Οι πρώτες αναφορές της πόλης γίνονται το 350 π.Χ. και συνεχίζουν μέχρι τον 4ο αιώνα μ.Χ.. Η Φαλάσαρνα ήταν υπολογίσιμη ναυτική δύναμη, διέθετε ισχυρές οχυρώσεις, λιμάνι, ναούς, εμπορικούς δρόμους και έκοβε δικό της νόμισμα. Το λιμάνι της πόλης βρισκόταν σε μια λιμνοθάλασσα και συνδεόταν με τη θάλασσα μέσω διώρυγας, ενώ ήταν μαζί με την Κυδωνία τα μόνα περιτειχισμένα λιμάνια της Κρήτης. Θεωρείται ότι τόσο οι οχυρώσεις όσο και η διώρυγα κατασκευάστηκαν περίπου το 335 π.Χ. Έχουν ανακαλυφθεί άλλα δύο, αβαθέστερα κανάλια. Οι ανασκαφές έχουν φέρει στο φως τέσσερις από τους έξι πύργους του λιμανιού, ένα κυκλικό (σώζεται σε ύψος 4,5 μέτρων) και τρείς τετράπλευρους, και τρείς λίθινες αποβάθρες με έξι δέςτρες. Το λιμάνι έχει φραγεί, πιθανόν από Ρωμαίους το 69 π.Χ., ώστε να μην ξαναχρησιμοποιηθεί. Η πόλη πιθανόν είχε γίνει άνδρο πειρατών και γι’ αυτό καταστράφηκε από τους Ρωμαίους, οι οποίοι αργότερα δημιούργησαν μια άλλη πόλη λίγο νοτιότερα η οποία ονομάστηκε επίσης Φαλάσαρνα. Πάνω από το λιμάνι, στο βραχώδες ακρωτήριο, βρισκόταν η ακρόπολη. Όλο το ακρωτήριο ήταν οχυρωμένο και στη βάση του υπήρχε διπλός οχυρωματικός τοίχος, μήκους 550 μ., με τρεις αμυντικούς προμαχώνες. Ανατολικά του λιμανιού βρισκόταν το νεκροταφείο, στο οποίο έχουν ανασκαφεί 43 τάφοι. Εκεί βρίσκεται ο «θρόνος της Φαλάσαρνας», πιθανόν βήμα για ομιλίες. Η Φαλάσαρνα αναμίχθηκε σε δύο πολέμους με γειτονικές πόλεις κράτη κατά την ελληνιστική περίοδο. Ο πρώτος ήταν με την Πολυρρήνια, πιθανών λόγω διαμαχών για εδάφη. Ξεκίνησε στο τέλος του 4ου αιώνα και τελείωσε περί το 290 π.Χ., μετά τη παρέμβαση του Κλεομένη της Σπάρτης. Η συνθήκη ειρήνης χαράκτηκε σε πέτρινη πλάκα η οποία σήμερα σώζεται στο μουσείο της Κισάμου. Ένας δεύτερος πόλεμος έγινε ενάντια στην Κυδωνία περί το 184 π.Χ. Σήμερα το λιμάνι και οι εγκαταστάσεις του βρίσκονται 6,6 μέτρα πάνω από το επίπεδο της θάλασσας, πιθανών λόγω της ανύψωσης που προκλήθηκε από τον σεισμό του 365. Η περιοχή εξερευνήθηκε στα μέσα του 19ου αιώνα από Άγγλους, οι οποίοι εντόπισαν τον οικισμό και το κλειστό λιμάνι, ενώ συστηματικές ανασκαφές ξεκίνησαν το 1986. (πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)
Κάστρα
Κάστρο της Γραμβούσας ή Ήμερη Γραμβούσα
Η Ήμερη Γραμβούσα είναι νησίδα της Κρήτης και βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα του Νομού Χανίων. Η έκταση της είναι 0,722 τ.χλμ. και είναι ακατοίκητη. Στην Ήμερη Γραμβούσα βρίσκεται ένα ενετικό κάστρο. Το νησί στην αρχαιότητα λεγόταν Κώρυκος. Το σημερινό του όνομα πιθανόν προέρχεται από τη βενετσιάνικη λέξη Garabuse. Μετά τη Ενετοτουρκική συνθήκη του 1573, οι Ενετοί (Βενετσιάνοι) άρχισαν να κατασκευάζουν στην Γραμβούσα ένα οχυρό ώστε να προστατεύσουν το μικρό φυσικό λιμάνι στις νότιες ακτές του νησιού και αποτελούσε τμήμα των οχυρώσεων που κατασκευάστηκαν σε όλη την Κρήτη. Η κατασκευή του κάστρου κτίστηκε το 1579-1584 σε σχέδιο και επίβλεψη του Λάτινο Ορσίνο. Το φρούριο δεν χρησιμοποιήθηκε σε κάποια μάχη και τελικά παραδόθηκε το 1692 στους Τούρκους με προδοσία, όταν δωροδόκησαν τον Ενετό φρούραρχο. Το 1825, κατά τη διάρκεια της ελληνικής επανάστασης, το φρούριο κατελήφθη από τους Κρήτες επαναστάτες και έγινε έδρα της Επαναστατικής Επιτροπής Κρήτης. Εξαιτίας της έλλειψης τροφίμων, οι επαναστάτες άρχισαν την πειρατεία. Το 1830 το φρούριο δόθηκε με τη πρωτόκολλο του Λονδίνου πάλι στους Τούρκους και εγκαταλείφθηκε. (πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)
Φραγκοκάστελλο
Το Φραγκοκάστελλο (εκ των ιταλικών όρων Franco, μτφ. «Ελεύθερο», και Castello, μτφ. «Κάστρο») είναι μεσαιωνικό κάστρο, το οποίο βρίσκεται στη νότια ακτή της Κρήτης, περίπου 12 χιλιόμετρα ανατολικά της Χώρας Σφακίων, στο νομό Χανίων. Σύμφωνα με βενετικά αρχεία, το κάστρο χτίστηκε στο διάστημα 1371-74 από τους Βενετούς, κυρίαρχους τότε του νησιού της Κρήτης, με σκοπό την προστασία από τους πειρατές αλλά και από τους συχνά εξεγερμένους Σφακιανούς. Σύμφωνα με τοπική παράδοση το κάστρο χτιζόταν την ημέρα από τους Βενετούς στρατιώτες και το βράδυ οι Σφακιανοί με αρχηγούς τους έξι αδελφούς Πατσούς γκρέμιζαν ότι είχε χτιστεί κατά τη διάρκεια της ημέρας. Τελικά οι Βενετοί συνέλαβαν και εκτέλεσαν τους αδελφούς Πατσούς και κατάφεραν να ολοκληρώσουν το κάστρο. Το Βενετικό όνομα του κάστρου ήταν Άγιος Νικήτας. Επικράτησε όμως η ονομασία Φραγκοκάστελλο, που του αποδόθηκε από τον τοπικό πληθυσμό και σημαίνει το κάστρο των Φράγκων, καθώς ο τοπικός πληθυσμός συνήθιζε να αποκαλεί Φράγκους όλους τους ξένους καθολικούς. Το όνομα σταδιακά υιοθετήθηκε και από τους Βενετούς. Το κάστρο έχει απλό ορθογώνιο σχήμα με πύργο σε κάθε γωνία του. Τα τείχη του είναι κατακόρυφα και σχετικά αδύνατα, σύμφωνα με τις αρχές της φρουριακής αρχιτεκτονικής που εφαρμόζονταν από την αρχαιότητα, πριν την ανακάλυψη της πυρίτιδας και την επικράτηση του «προμαχωνικού συστήματος» φρουριακής αρχιτεκτονικής με τα ισχυρά τείχη και το κεκλιμένο εξωτερικό μέτωπο για την αντιμετώπιση κανονιοβολισμών. Το «προμαχωνικό σύστημα» των Βενετών διαδόθηκε στην Κρήτη το πρώτο μισό του 16ου αι., αλλά εφαρμόστηκε κυρίως στα μεγαλύτερης στρατηγικής σημασίας οχυρά των βόρειων παραλίων, όπως η Φορτέτζα του Ρεθύμνου ή ο Κούλες στο Ηράκλειο. Η κύρια είσοδος του Φραγκοκάστελλου βρίσκεται στα νότια και στη σημερινή της μορφή αποτελεί ανακατασκευή του 19ου αιώνα. Πάνω από την πύλη σώζεται ανάγλυφο με το λιοντάρι του Αγίου Μάρκου, το έμβλημα της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας. Σώζονται επίσης οικόσημα επιφανών Βενετικών οικογενειών. Τα κτίσματα που υπάρχουν σήμερα στο εσωτερικό του κάστρου είναι ανακατασκευασμένα κατά την περίοδο της Οθωμανικής κατοχής του κάστρου. Το κάστρο έχει ανακατασκευαστεί σε διάφορες φάσεις της ιστορίας του. Ανακατασκευάστηκε την περίοδο 1593-1597 από το γενικό προβλεπτή Νικολό Ντόνα (Nicolo Dona), το 1645 και την περίοδο 1866-1869 κατά τη διάρκεια της κρητικής Επανάστασης. (πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)
Μουσεία
Αρχαιολογικό Μουσείο Κισάμου
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Κισάμου υπάγεται στην ΚΕ΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων και βρίσκεται στην ομώνυμη παράλια κωμόπολη της Δυτικής Κρήτης, κάτω από την οποία βρίσκεται η αρχαία Κίσαμος. Στεγάζεται στο κτίριο του παλαιού Ενετοτουρκικού Διοικητηρίου, το οποίο βρισκόταν μέσα στην περίμετρο του βενετσιάνικου κάστρου, που ενισχύθηκε κατά την τουρκοκρατία. Τα εκθέματα του Μουσείου παρέχουν μια διαχρονική εικόνα της ιστορίας της ευρύτερης περιοχής της Κισάμου από την προϊστορική εποχή μέχρι και την ύστερη αρχαιότητα, δηλαδή τους παλαιοχριστιανικούς χρόνους. Η έκθεση είναι χωρισμένη σε ενότητες με βάση χρονολογικά και τοπικά κριτήρια και είναι κατανεμημένη στο ισόγειο και τον όροφο του κτιρίου. Έτσι ο επισκέπτης γνωρίζει τις αρχαιότητες της περιοχής με χρονολογική σειρά. Επιπλεόν τα ευρήματα παρουσιάζονται κατά ανασκαφικά σύνολα και κατά θεματικές ενότητες. Το σύνολο της έκθεσης του Μουσείου περιλαμβάνει αρκετό πληροφοριακό και εποπτικό υλικό. Για την πληρέστερη ενημέρωση και την προσέλκυση του ενδιαφέροντος των επισκεπτών υπάρχει στη διάθεσή τους μια ηλεκτρονική παρουσίαση με έρευνα και τεκμηρίωση γύρω από τον πλέον καταστροφικό σεισμό της αρχαιότητας, το 365 μ.Χ., που έπληξε την Κρήτη και ισοπέδωσε την Κίσαμο. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Κισάμου)
Αρχαιολογικό Μουσείο Χανίων
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Χανίων βρίσκεται στη Χαλέπα,στεγασμένο σε ένα εμβληματικό κτήριο, τοπόσημο για ολόκληρη την πόλη. Η μόνιμη συλλογή του καταλαμβάνει τρεις αίθουσες στο ισόγειο και μία στον όροφο και παρουσιάζει το πλούσιο αρχαιολογικό απόθεμα της περιφερειακής ενότητας Χανίων στο πέρασμα των αιώνων. (πηγή πληροφοριών: ΔΑΜΕΕΠ)
Μουσείο Ακριτών Ευρώπης
Το Μουσείο Ακριτών της Ευρώπης στεγάζεται σε νέο ανακαινισμένο κτίριο στo κέντρο της Παλαιόχωρας του Δήμου Καντάνου – Σελίνου, απέναντι από το πρώην κτίριο της αστυνομίας στον δρόμο προς Παχειά Άμμο. Πρόκειται για θεματικό Μουσείο, μοναδικό στον κόσμο. Με τα εκθέματά και το εποπτικό υλικό του επισημαίνει την κοινή πολιτιστική κληρονομιά των λαών της Ευρώπης. Το εθνογραφικό και ιστορικό υλικό χρησιμοποιήθηκε ως συνδετικός κρίκος μεταξύ διαφορετικής εθνικότητας ή θρησκεύματος λαών. Στο σενάριο της μόνιμης έκθεσης επιχειρείται να προβληθεί κυρίως το γεγονός ότι πέρα από τις διασυνοριακές αντιθέσεις και συγκρούσεις, τις αντιπαραθέσεις των οργανωμένων πολεμιστών και των ποικίλων πολιτικών, οικονομικών και εθνικών συμφερόντων, υπάρχουν και οι γέφυρες επικοινωνίας. Τέτοιες γέφυρες στήνουν τα τραγούδια, οι χοροί, τα πανηγύρια, η τέχνη, ο έρωτας και οι επιγαμίες, το εμπόριο, οι οικονομικές συναλλαγές και οι ποικίλες διαπολιτισμικές ανταλλαγές. Το εκθεσιακό περιεχόμενό του είναι ποικίλο και διαχρονικό: οπτικοακουστικό υλικό, κείμενα, εικόνες από διαφορετικές χρονικές περιόδους και τόπους. Συμπληρώνεται δε από έργα της σύγχρονης ελληνικής τέχνης. (Πηγή πληροφοριών: Δήμος Καντάνου Σελίνου)
Βυζαντινή και Μεταβυζαντινή Συλλογή Χανίων
Η Βυζαντινή και Μεταβυζαντινή Συλλογή Χανίων στεγάζεται στο καθολικό της μονής του San Salvatore, μνημείο του 15ου αι. Μέσα από ψηφιδωτά, επιτύμβιες επιγραφές, τοιχογραφίες, εικόνες, αρχιτεκτονικά γλυπτά, έργα κεραμικής και μικροτεχνίας, καθώς και νομίσματα σκιαγραφείται η ιστορική και καλλιτεχνική φυσιογνωμία της Περιφερειακής Ενότητας Χανίων κατά τους βυζαντινούς και μεταβυζαντινούς χρόνους. (πηγή πληροφοριών: ΔΑΜΕΕΠ)
Ιστορικό Λαογραφικό Μουσείο Γαβαλοχωρίου
Η έκθεση των αντικειμένων γίνεται σύμφωνα με τη σύγχρονη μουσειολογική αντίληψη, με επεξηγηματικά κείμενα, φωτογραφίες, σχέδια, μακέτες και εμπλουτίζεται κάθε χρόνο με νέα εκθέματα. Περιλαμβάνει 7 αίθουσες στις οποίες αναπτύσσονται οι εξής ενότητες: «Καμαρόσπιτο», «Μετάξι», «Κεραμεικά», «Κοπανέλι», «Πετράδες-Λιθοξόοι», «Εκκλησία, Ξυλογλυπτική». Στο ιστορικό τμήμα του Μουσείου εκτίθενται όπλα και σπαθιά από τους μακροχρόνιους αγώνες των Κρητικών για ελευθερία, μικρό μέρος των ζωγραφικών πινάκων και ιστορικών λιθογραφιών, στις οποίες απεικονίζονται παραστατικά τα σημαντικότερα γεγονότα της Ελληνικής και Κρητικής ιστορίας. Νομίσματα Ρωμαϊκά, Βυζαντινά, Βενετσιάνικα, Τουρκικά, Κρητικής Πολιτείας και νόμισμα των Συρακουσών (405-345 π.Χ.). Επίσης μετάλλια Γαβαλοχωριανών, κερδισμένα στα πεδία μαχών. (Πηγή πληροφοριών: Περιφέρεια Κρήτης)
Μουσείο Σχολικής Ζωής
Το Μουσείο Σχολικής Ζωής είναι ένα μουσείο στο Νερόκουρο, στα Χανιά. Το μουσείο επιδιώκει να εξελιχθεί σε κέντρο πολιτισμού που θα επικεντρωθεί σχετικά με τις εκπαιδευτικές και παιδαγωγικές πρακτικές από το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον. (πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)
Μουσείο Τυπογραφίας της Εφημερίδας «Χανιώτικα Νέα»
Το μοναδικό στην Ελλάδα Μουσείο Τυπογραφίας βρίσκεται στα Χανιά, λίγο έξω από την πόλη, στο Βιοτεχνικό Πάρκο Σούδας και αποτελεί όραμα ζωής του ιδρυτή του, Γιάννη Γαρεδάκη, ιδρυτή και εκδότη της εφημερίδας «Χανιώτικα νέα». Το μουσείο εγκαινιάστηκε το 2005. Η συλλογή του περιλαμβάνει περίτεχνα τυπογραφικά πιεστήρια και άλλα μηχανήματα καθώς και εργαλεία και αντικείμενα που παρουσιάζουν την εξέλιξη της τυπογραφίας από τη γέννησή της την εποχή του Γουτεμβέργιου μέχρι τις μέρες μας. Σπάνια βιβλία και εφημερίδες καθώς και πολύτιμες λιθογραφίες μας ταξιδεύουν στην τέχνη της Τυπογραφίας. Η προσπάθεια για εμπλουτισμό του μουσείου με νέα εκθέματα και η επαφή με τους ανθρώπους της Τυπογραφίας είναι συνεχής. Τον Απρίλιο του 2012 το μουσείο επεκτάθηκε σε νέα πτέρυγα προσθέτοντας στη συλλογή του εκθέματα που αφορούν στην εξέλιξη των γραφικών τεχνών καθώς και δύο αξιόλογες εκθέσεις που σχετίζονται με την εξέλιξη της τυπογραφίας και την ιστορία της γραφής. (Πηγή πληροφοριών: Περιφέρεια Κρήτης)
Ναυτικό Μουσείο Κρήτης
Το Ναυτικό Μουσείο Κρήτης βρίσκεται στην είσοδο του ενετικού φρουρίου Φιρκά, στην Ακτή Κουντουριώτη, στην πόλη των Χανίων Κρήτης. Στην είσοδο του Φρουρίου αυτού βρίσκεται το Ναυτικό Μουσείο Κρήτης, που ιδρύθηκε το 1973 για να στεγάσει και να διαφυλάξει τις Ναυτικές μας παραδόσεις και ειδικότερα της Κρήτης που υπήρξαν πηγή Εθνικής Επιβίωσης, προόδου και μεγαλείου της Χώρας. Συγκεκριμένα, εγκαινιάσθηκε την 27 Μαΐου 1973, που συνέπεσε με τη 32η επέτειο της Μάχης της Κρήτης. Αποτελεί το δεύτερο Ναυτικό Μουσείο στην Ελλάδα τόσο από πλευράς παλαιότητας όσο και δυναμικού. Η μόνιμη έκθεση περιλαμβάνει 2.500 εκθέματα όπως κειμήλια, αντικείμενα που ανασύρθηκαν από το βυθό, ζωγραφικούς πίνακες, χάρτες, φωτογραφικό υλικό, μακέτες πλοίων, διάφορα ναυτικά όργανα κ.τ.λ. Στις αίθουσες του μουσείου εκτίθενται σε ενότητες ανάλογα με την χρονική περίοδο που ανήκουν, καλύπτοντας από την Εποχή του Χαλκού μέχρι τη σύγχρονη εποχή. (πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)
Οικία - Μουσείο Ελευθερίου Βενιζέλου
Η οικία Ελευθερίου Βενιζέλου στεγάζει σήμερα το ομώνυμο μουσείο. Κατασκευάστηκε γύρω στα 1878 σε ένα οικόπεδο δύο στρεμμάτων για λογαριασμό του Κυριάκου Βενιζέλου. Βρίσκεται στη Χαλέπα, προάστειο των Χανίων που αποτελούσε περιοχή ευπόρων πολιτών, διπλωματικών υπαλλήλων και έδρα προξενείων. Αρχικά η οικογένεια Βενιζέλου το χρησιμοποίησε ως εξοχική κατοικία αλλά στη συνέχεια εγκαταστάθηκε μόνιμα. Για μια περίοδο πριν το 1890 η οικία στέγαζε το ιταλικό προξενείο. Ο ίδιος ο Ελευθέριος Βενιζέλος κατοίκησε από το 1880 έως το 1910 και κατά διαστήματα από το 1927 μέχρι το 1935. Το 1927 ο Βενιζέλος προχώρησε σε ανακαίνιση του σπιτιού σε σχέδια του αρχιτέκτονα Σταυρίδη. Το 1941 το σπίτι βομβαρδίστηκε από τους Γερμανούς, επιδιορθώθηκε όμως από τους ίδιους για να χρησιμοποιηθεί ως στρατηγείο και κατοικία του εκάστοτε Γερμάνου διοικητή. Μετά την απελευθέρωση το σπίτι αποκαταστάθηκε από το Σοφοκλή Βενιζέλο και στη συνέχεια κληροδοτήθηκε στο Νικήτα Βενιζέλο, ο οποίος το 2002 το πούλησε στο Ελληνικό δημόσιο. Το τελευταίο το παραχώρησε στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών και Μελετών «Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος». Σήμερα στεγάζεται το μουσείο Ελευθερίου Βενιζέλου, στο οποίο υπάρχουν τα έπιπλα που χρησιμοποιούσε ο ίδιος ο Ελευθέριος Βενιζέλος. (πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)
Πολεμικό Μουσείο
Το Πολεμικό Μουσείο Χανίων είναι ένα τοπικό μουσείο πολεμικής ιστορίας. Στεγάζεται σε ένα πρώην ιταλικό στρατώνα που χτίστηκε το 1870 σε σχέδια του Ιταλού αρχιτέκτονα Μακούζο. Τα ιστορικά κειμήλια και το φωτογραφικό υλικό εξέθεταν τη συμμετοχή των Κρητών Μακεδονομάχων (1903 – 1922) στους Βαλκανικούς Πολέμους (1912 – 13), στην Μικρασιατική Εκστρατεία (1919 – 1922), στον Α’ και Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και στη διάρκεια της Κατοχής (1941 – 45). (πηγή πληροφοριών: Βικιπαίδεια)
Πηγή photo slider: commons.wikimedia.org