Αξιοθέατα στο Νομό Ξάνθης
Ο νομός Ξάνθης διασώζει μεγάλο αριθμό από αξιόλογα μνημεία της νεότερης αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, βιομηχανικά κτίρια (καπναποθήκες), αρχοντικά και μεμονωμένα νεότερα μνημεία διάσπαρτα σ’ όλο το νομό.
Αρχοντικά στην Παλιά Πόλης της Ξάνθης
Η Παλιά Πόλη βρίσκεται στη βόρεια πλευρά της και αποτελεί το κόσμημα της Ξάνθης με παραδοσιακά νεοκλασικά αρχοντικά του 19ου αιώνα και τα γραφικά σοκάκια της.
Αρχοντικό Καραδήμογλου Φωκίωνα: Είναι οικία καπνέμπορου που χτίστηκε κατά τη δεκαετία του 1920 με στοιχεία art deco. Χαρακτηριστικό δείγμα εκλεκτικισμού του Μεσοπολέμου, με πολλά διακοσμητικά στοιχεία και γύψινες διακοσμήσεις. Σήμερα στεγάζει την Υπηρεσία Πολιτικών Υποθέσεων του Υπουργείου Εξωτερικών.
Αρχοντικά Κουγιουμτζόγλου: Είναι οικίες καπνέμπορων που χτίστηκαν τη δεκαετία του 1860 με σχέδια από τη Ρωσία. Το ένα κτίσμα δωρήθηκε το 1968 στο Σπίτι Πολιτισμού «Φιλοπρόοδης Ένωσης Ξάνθης», ενώ το δεύτερο αγοράστηκε το 1976 και χρησιμοποιείται ως Λαογραφικό Μουσείο. Πρόκειται για δύο όμοιες μεταξύ τους κατοικίες οι οποίες κατασκευάστηκαν σε επαφή, με ενιαία στέγη που διαμορφώνεται με αέτωμα. Αναπτύσσονται σε τρία επίπεδα και φέρουν εσωτερικά αξιόλογο τοιχογραφικό διάκοσμο. Η οργάνωση των όψεων και η χρήση των υλικών δημιούργησαν ένα ενδιαφέρον αρχιτεκτονικό στυλ με νεοκλασικές επιρροές. Εξωτερικά η διάταξη είναι συμμετρική, διαθέτουν εξωτερικό ζωγραφικό διάκοσμο, ενδιαφέρουσες σιδεριές και μοιράζονται αυλή με χαμάμ.
Αρχοντικό Λαδά: Νεοκλασική κατοικία εκλεκτιστικής αρχιτεκτονικής, χτισμένη γύρω στο 1900. Η διάταξη είναι συμμετρική εσωτερικά και εξωτερικά. Διαθέτει επιβλητική είσοδο και ενδιαφέροντα μεταλλικά στοιχεία.
Αρχοντικά Μιχάλογλου: Συγκρότημα τεσσάρων κατοικιών της δεκαετίας του 1890, χτισμένα από Βορειοηπειρώτη Καπνέμπορο Ιωάννη Μιχάλογλου για τα παιδιά του. Δύο από τα κτίσματα διαθέτουν στο εσωτερικό ζωγραφικό διάκοσμο των αδελφών Μαλτζή και άλλων καλλιτεχνών. Διαθέτουν ενδιαφέρουσες σιδεριές, είναι σχεδόν πανομοιότυπες.
Αρχοντικό Στάλιου Ι: Είναι οικία καπνέμπορου που χτίστηκε κατά τη δεκαετία του 1880 με νεο-αναγεννησιακά στοιχεία. Διαθέτει μνημειώδη τοξωτή είσοδο, μεγάλη σάλα υποδοχής πλαισιωμένη με κορινθιακούς κίονες, φωταγωγό και συμμετρική διάταξη δωματίων.
Αρχοντικό Στάλιου ΙΙ: Η οικία αυτή χτίστηκε κατά τη δεκαετία του 1880 με βορειοθρακιώτικα στοιχεία και σήμερα ανήκει στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης. Η διάταξη είναι συμμετρική εσωτερικά και εξωτερικά.
Αρχοντικό Χασιρτζόγλου Μένανδρου: Η οικία χτίστηκε το 1830 από την οικογένεια Χασιρτζόγλου, οι οποίοι υπήρξαν καπνέμποροι. Μετά το 1900 το κτίριο χρησιμοποιήθηκε σαν Αυστριακό Προξενείο και κατοικία, του Μένανδρου Χασιρτζόγλου που διετέλεσε πρόξενος. Το κτίριο είχε εγκαταλειφθεί τα τελευταία χρόνια, για τον λόγο αυτό είχε υποστεί αρκετές ζημιές. Το 1984 το αγόρασε ο Θ. Ασημίδης ο οποίος το αναστήλωσε για να το χρησιμοποιήσει ως κατοικία του και το 1993 πουλήθηκε στο Δήμο Ξάνθης. Η οικοδομή είναι διώροφη κατασκευασμένη από λιθοδομή και μπαγδατί. Το κτίσμα είναι λιτό ως προς τα μορφολογικά του χαρακτηριστικά και αποτελεί ένα δείγμα της αρχιτεκτονικής της εποχής εκείνης που είναι και η αρχή της οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης της πόλης της Ξάνθης.
Δημοτική Πινακοθήκη «Χρήστος Παυλίδης»
Η Δημοτική Πινακοθήκη Ξάνθης «Χρήστος Παυλίδης» βρίσκεται στην παλιά πόλη της Ξάνθης και στεγάζεται στο αρχοντικό που ανήκε στην οικογένεια Καλεύρα, χτισμένα στα μέσα του 19ου αιώνα. Αποτελεί ένα από τα εξαιρετικότερα δείγματα Δυτικομακεδονικής – Ηπειρωτικής παραδοσιακής αρχιτεκτονικής με κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα τα ξυλόγλυπτα ταβάνια, οροφογραφίες και διακοσμήσεις που είναι μοναδικά στην περιοχή. Πήρε την ονομασία της από τον Ξανθιώτη ζωγράφο που της χάρισε έναν αξιόλογο αριθμό πινάκων του. Η Δημοτική Πινακοθήκη Ξάνθης παρουσιάζει σε μόνιμη έκθεση έργα ζωγράφων της Ξάνθης και διοργανώνει περιοδικές εκθέσεις.
Ίδρυμα Θρακικής Τέχνης και Παράδοσης Ξάνθης
Δημιουργήθηκε το 1998, με πρωτοβουλία της Βιργινίας Τσουδερού, με σκοπό τη συντήρηση και διάσωση της πολιτιστικής κληρονομιάς της Θράκης και την παροχή των μέσων και των δυνατοτήτων για έμπνευση και δημιουργία. Στεγάζεται σε δυο ανακαινισμένες καπναποθήκες, στις οποίες φιλοξενούνται συχνά εκθέσεις ζωγραφικής, φωτογραφίας, ειδών λαϊκής τέχνης και πολιτισμού, διαλέξεις, σεμινάρια, παρουσιάσεις βιβλίων κ.ά. Στο ίδρυμα παραδίδονται μαθήματα ζωγραφικής, γλυπτικής, αγιογραφίας, ξυλογλυπτικής, βιβλιοδεσίας και πληροφορικής. Σε ένα από τα κτίρια λειτουργεί εργαστήριο συντήρησης έργων τέχνης.
Καπναποθήκες
Οι καπναποθήκες που βρίσκονται στην είσοδο της πόλης της Ξάνθης από την πλευρά του σιδηροδρομικού σταθμού, είναι μεγάλα οικοδομήματα από την εποχή της ακμής, που συνθέτουν ένα από τα ωραιότερα σύνολα βιομηχανικής αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα. Είναι δημιουργήματα των τελών του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα και αποτελούν έξοχα δείγματα αρχιτεκτονικής και ανάρπαστο κομμάτι της Παλιάς Πόλης, αφού εκεί ασκούσαν επιχειρηματική και άλλη δραστηριότητα, οι περισσότεροι κάτοικοι. Οι καπναποθήκες οριοθετούνται από τις οδούς Δημοκρίτου, Μιχαήλ Καραολή, Ελπίδος, Μπρωκούμη, Γεωργίου Κονδύλη, Ναυαρίνου, Έλλης και Λευκίππου. Οι πρώτες καπναποθήκες χτίστηκαν μετά το 1860 και ήταν μονώροφες, με επίπεδες όψεις, διάτρητες από τα εν σειρά ανοίγματα και απλή τετράριχτη στέγη. Στο τέλος του 19ου και αρχές του 20ου αιώνα χτίστηκαν πολύ μεγαλύτερες, ομοίως από ξύλο και πέτρα με συμμετρία στην οργάνωση της όψης και της κάτοψης. Υπάρχουν 57 κτίρια που σταδιακά αξιοποιούνται, στεγάζοντας διοικητικές υπηρεσίες και πολιτιστικές δραστηριότητες. Αρχιτεκτονικό κόσμημα είναι το περίφημο «Π» στη διασταύρωση των οδών Αποστόλων και Οδυσσέως Ανδρούτσου. Ονομάζεται έτσι από το σχήμα που έχουν οι καπναποθήκες οι οποίες κτίστηκαν το 1890. Προς το παρόν στεγάζονται υπηρεσίες της διευρυμένης Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, αλλά στο συγκρότημα πρόκειται να δημιουργηθεί Μουσείο Καπνού. Η καπναποθήκη στην οδό 12 Αποστόλων, στεγάζει την Ακαδημία Θρακικής Τέχνης και Παράδοσης και η καπναποθήκη στην οδό Δημοκρίτου και Καπνεργατών, ανακαινισμένη με πολύ σεβασμό στην αρχική μορφή της, στεγάζει το Κέντρο Απασχόλησης Ηλικιωμένων του Δήμου Ξάνθης.
Μητροπολιτικό Μέγαρο Ξάνθης
Το Μητροπολιτικό Μέγαρο βρίσκεται στην Παλιά Πόλη της Ξάνθης και χρονολογείται από το 1897. Πρόκειται για ένα διώροφο κτίριο σε νεοκλασικό ύφος με απόλυτη συμμετρία και επιβλητική είσοδο. Τα ψευδοαετώματα στα παράθυρα παραπέμπουν σε αναγεννησιακό ύφος. Διαθέτει εντυπωσιακή σκάλα και είσοδο καθώς και μεγάλο μπαλκόνι στον όροφο στην πρόσοψη. Στο εσωτερικό υπάρχει μεγάλη σάλα, όπως και χώροι υποδοχής και ακροάσεων. Στην πίσω βόρεια πλευρά υπάρχει μεγάλη πολύχρωμη τζαμαρία – φεγγίτης στο μεγάλο παράθυρο του κλιμακοστασίου.
Μουσουλμανικά Τεμένη – Τεκέδες
Διάσπαρτοι λατρευτικοί χώροι των Μουσουλμάνων, βρίσκονται κυρίως στην πόλη της Ξάνθης και στα γύρω χωριά, Γενισέα, Σέλινο, Κίδαρη. Έχουν λιτή διακόσμηση και εξωτερικά διακρίνονται από το κύριο μέρος του Τεμένους και το μιναρέ.
Οικία Μάνου Χατζιδάκι
Η νεοκλασική οικία που γεννήθηκε και έζησε τα πρώτα του παιδικά χρόνια ο κορυφαίος Έλληνας μουσικοσυνθέτης Μάνος Χατζιδάκις, χτίστηκε το 1890 και βρίσκεται στην Παλιά Πόλη της Ξάνθης. Το ανακαινισμένο αρχοντικό, γνωστό και ως Le Grand Maison, λειτούργησε ως το 2000 ως Οικονομική Εφορία του Μεσοπολέμου και σήμερα λειτουργεί ως Πολυχώρος Τέχνης και Σκέψης. Αναγνωρίστηκε ως έργο τέχνης και ιστορικό διατηρητέο μνημείο, αποτελώντας ένα στολίδι μεγάλης αξίας για την πόλη της Ξάνθης.
Παλιό Δημαρχείο
Το παλιό Δημαρχείο βρίσκεται στην παλιά πόλη της Ξάνθης, χτίστηκε το 1880 και ήταν το αρχοντικό ενός Ξανθιώτη καπνέμπορα. Διακρίνεται για το διπλό κεντρικό κλιμακοστάσιο, το πλούσιο εσωτερικό διάκοσμο, τις γύψινες προσθήκες και για τα σκαλιστά του ταβάνια.
Πύργος του Ρολογιού στην πλατεία Δημοκρατίας
Η κεντρική πλατεία της Ξάνθης είναι από μόνη της ένα αξιοθέατο, μιας και τα τελευταία χρόνια άρχισε να αποκτά και πάλι την παλιά της αίγλη. Ο Πύργος του Ρολογιού είναι μνημείο που κατασκευάστηκε το 1859 από τον πλούσιο μουσουλμάνο της περιοχής, Χατζή Εμίν Αγά, ως μέρος αφιερώματος στο κεντρικό τζαμί της πόλης. Αποτελούσε τμήμα του «Τεμένους της Αγοράς», που είχε ανακαινιστεί το 1938 χάνοντας την αρχική του όψη με την πρόσθεση στοιχείων Αρ ντεκό. Το 1941 κατά τη διάρκεια της κατοχής της περιοχής από τα βουλγαρικά στρατεύματα, καταστράφηκε εν μέρει. Το 1972 είχε αποφασιστεί το γκρέμισμα του μνημείου, αλλά ύστερα από την παρέμβαση της Μουφτείας Ξάνθης η απόφαση ακυρώθηκε. Την ίδια περίοδο – την περίοδο της Χούντας αφαιρέθηκε από το μνημείο και καταστράφηκε μαρμάρινη επιγραφή στα αραβικά ως αντίποινα για την αφαίρεση πινακίδων ελληνικών σχολείων στην Κωνσταντινούπολη.
Σπίτι Πολιτισμού Ξάνθης
Το Σπίτι Πολιτισμού βρίσκεται στην πόλη της Ξάνθης και χτίστηκε το 1990 σε νεοκλασικό ύφος για να στεγάσει την Ελληνική Λέσχη. Έχει χαρακτηριστεί διατηρητέο και σήμερα στεγάζει τις δραστηριότητες της ΦΕΞ (Φιλοπρόοδη Ένωση Ξάνθης).
Ακρόπολη Βυζαντινή – Πολύστυλον
Τα αρχαία Άβδηρα είχαν μια ιδιαίτερα αξιόλογη πορεία κατά τους Βυζαντινούς και μεταβυζαντινούς χρόνους. Η πόλη μετονομάστηκε σε Πολύστυλο λόγω των πολλών στύλων (κίονες) και υπήρξε έδρα Επισκοπής. Η ακρόπολη απλώνεται στον παραθαλάσσιο γήλοφο – ακρωτήρι με το όνομα «Μπουλούστρα» και βρίσκεται ακριβώς πάνω από το Αρχαίο λιμάνι. Οι ανασκαφές που έγιναν το 1982 – 1996 έφεραν στο φως:
- Μια κοιμητηριακή Βασιλική εκτός των τειχών, που χρονολογείται μετά το τέλος της παλαιοχριστιανικής εποχής και πριν τον 9ο αιώνα.
- Ένα μονόχωρο βυζαντινό ναό, που χρονολογείται στο 12ο αιώνα.
- Ένα Λουτρώνα, που αποτελεί ένα από τα παλιότερα κτίρια του Πολύστυλου αφού χρονολογείται στον 4ο – 5ο αιώνα.
- Έναν Επισκοπικό ναό, το σημαντικότερο εκκλησιαστικό κτίριο της Βυζαντινής πόλης, που χρονολογείται στον 11ο- 12ο αιώνα.
- Κιβωτιόσχημους Τάφους.
- Ένα οκταγωνικό βαπτιστήριο, που βρισκόταν στη Β.Α. γωνιά του Επισκοπικού Ναού.
Σήμερα ο χώρος του Πολύστυλου, όπου η ιστορία ανταμώνει το γαλάζιο της θάλασσας και του ουρανού και χρωματίζεται από το πράσινο της Φύσης, συνθέτει ένα ειδυλλιακό τοπίο φυσικής ομορφιάς και σπάνιας ιστορικής αξίας που μαγεύει κάθε επισκέπτη.
Ανάγλυφο του Μίθρα του Ταυροκτόνου
Το Ανάγλυφο του Μίθρα (ύψους 1,07 μ. και πλάτος 1,12 μ.) βρίσκεται στο χωριό Θέρμες του δήμου Μύκης, λαξευμένο σε ψηλό, κάθετο βράχο. Πρόκειται για ένα σπάνιο μνημείο λατρείας στην Ελλάδα και μοναδικό στη Θράκη, όπου χρονολογείται στα τέλη του 2ου με αρχές του 3ου αιώνα. Απεικονίζει τον περσικής καταγωγής θεό του ήλιου Μίθρα μέσα σε τοξωτό πλαίσιο να θυσιάζει ένα ταύρο. Δεξιά και αριστερά στέκονται οι ακόλουθοι του θεού, ο Καύτης και ο Καυτοπάτης, πλάϊ στη κεφαλή του ταύρου διακρίνεται μικρότερη μορφή, που ίσως αποδίδει τον Ήλιο ή την Σελήνη και κάτω από τον ταύρο διακρίνεται φίδι, συχνό στις παραστάσεις του Mίθρα. Στο κάτω μέρος του ανάγλυφου, σε μία σειρά μικρών τοξοειδών πλαισίων, απεικονίζονται σκηνές από το θρησκευτικό κύκλο του Μίθρα μέσα σε οκτώ μικρά τοξοειδή πλαίσια. Πρόκειται για υπαίθριο χώρο λατρείας του θεού (Μιθραίο), με την λατρεία του να είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη στα ρωμαϊκά χρόνια σε όλη την επικράτεια της αυτοκρατορίας. Το ανάγλυφο του Μίθρα στις Θέρμες συνδέεται με την ύπαρξη μικρού φρουρίου του 2ου-3ου αι. μ.Χ. στο γειτονικό ύψωμα Στήθωμα, όπου πιθανότατα υπήρχε στρατιωτική εγκατάσταση για τον έλεγχο της φυσικής διάβασης που ακολουθεί τον χείμαρρο των Θερμών. Ενδείξεις για τη λειτουργία μεταλλείων και οι ιαματικές πηγές ενισχύουν την άποψη για την παρουσία ρωμαϊκής φρουράς στην περιοχή. Έγινε γνωστό το 1973 μετά από έρευνες της Εφορείας Αρχαιοτήτων. Λίγα χρόνια αργότερα κατασκευάστηκε γύψινο εκμαγείο, το οποίο είχε εκτεθεί στο Μουσείο Κομοτηνής.
Αρχαία Λατομεία Αβδήρων
Αρχαία Λατομεία πωρόλιθου βρίσκονται στην περιοχή των Αβδήρων, στο λόφο «Πετρόλοφος» που δεσπόζει πάνω από τις λιμνοθάλασσες Λάφρη και Λαφρούδα.
Αρχαία Πόλη Αβδήρων
Ερείπια αρχαίας πόλης Κλασσικών, Ελληνιστικών και Ρωμαϊκών χρόνων βρέθηκαν ανάμεσα στα χωριά Βαφέικα και Κουτσό, 10 χλμ νότια της Ξάνθης. Εικάζεται πως τα ερείπια αυτά ανήκουν στην αρχαία Βεργέπολη, η οποία είχε χτιστεί από τους κατοίκους των Αβδήρων.
Αρχαία Πόλη Τοπείρου
Τα ερείπια της αρχαίας πόλης Τόπειρος, βρίσκονται ανάμεσα στα χωριά Τοξότες και Παράδεισος, 14 χλμ. από την πόλη της Ξάνθης. Ιδρύθηκε τον 1ο αιώνα μ.Χ. και υπήρξε έδρα επισκόπου από τον 5ο μέχρι τον 8ο αιώνα (μ.Χ.). Φαίνεται όμως ότι ήταν ένα από τα αρχαιότερα και σπουδαιότερα Θρακικά πολίσματα της περιοχής, πιθανώς φυλετικό κέντρο των Σαπαίων, θρησκευτικό κέντρο των Θρακών (για τη λατρεία του «Θράκα ιππέα») και έδρα του στρατηγού της Σαπαϊκής (στρατηγίας). Έτσι, από επιγραφή της πόλης πληροφορούμαστε ότι σε αυτήν είχαν συγκεντρωθεί όλοι οι στρατηγοί της Θράκης και αποφάσισαν να στήσουν τιμητικό μνημείο για τον Ρωμαίο επαρχιακό διοικητή της Θράκης. Στην αρχαία Τόπειρο σήμερα θα δείτε να έχει τμήματα αρχαίου τείχους που ανάγονται κατά τα Ρωμαϊκά και Βυζαντινά χρόνια, υπολείμματα παλαιοχριστιανικών κτιρίων και τα ερείπια μιας πρόσφατα ανασκαμμένης μεσοβυζαντινής εκκλησίας.
Αρχαίο Λιμάνι Αβδήρων
Το Αρχαίο λιμάνι των Αβδήρων με τους μεγάλους γρανιτένιους ογκόλιθους βρίσκεται στη δυτική πλευρά του λιμανιού. Υπήρξε ένα από τα σημαντικότερα και εμπορικότερα λιμάνια της Αιγαιακής Θράκης κατά την αρχαιότητα, όπου λόγω της εμπορικής και στρατηγικής σημασίας του οδήγησε την πόλη των Αβδήρων σε μεγάλη άνθιση.
Αρχαιολογικοί χώροι Δήμου Τοπείρου
Οικισμοί
- Στο χωριό Νέα Αμισσός, στο ύψωμα «Γαλάζια Κορυφή» που βρίσκεται 350μ. βορειοδυτικά του χωριού, επισημάνθηκε μικρός οικισμός κλασικών και ελληνιστικών χρόνων.
- Στο χωριό Τοξότες, στο λόφο Μαυσωλείο, δίπλα στον ποταμό Νέστο, επισημάνθηκαν λείψανα Θρακικού οικισμού της πρώιμης εποχής του σιδήρου αλλά και των ιστορικών χρόνων.
- Στο χωριό Μέλισσα, στο χαμηλό βραχώδες ύψωμα «Βουνό», έχουν εντοπιστεί ίχνη κατοίκησης από την αρχαιότητα, όπως οι δύο πέτρινοι νεολιθικοί πέλεκες.
- Στη θέση «Λασπώδες» νότια του χωριού και σε απόσταση 1-1,5 χλμ. επισημάνθηκαν οικισμός των Ελληνιστικών χρόνων που έχει χαρακτηριστεί ως αρχαιολογικός χώρος, όπως και αρχαιολογικά λείψανα Ελληνιστικών χρόνων.
Αρχαιολογικός Χώρος Αβδήρων
Τα Άβδηρα ανασκάφτηκαν για μεγάλο χρονικό διάστημα από πολλούς και διαφορετικούς ανασκαφείς, σε πολλές ανασκαφικές περιόδους, με ποικίλα συστήματα έρευνας, που διαφοροποιούνται ανάλογα με το τρόπο της εποχής και την προσωπικότητα του ανασκαφέα. Η συστηματική έρευνα στην αρχαία πόλη ξεκίνησε το 1950 από τον Δημήτρη Λαζαρίδη. Από τις έρευνες αυτές γνωρίζουμε ότι η πόλη είχε δύο διαδοχικούς οχυρωματικούς περιβόλους με ισχυρά τείχη, ακρόπολη, λιμάνια, θέατρο, ιερά, οργανωμένο οδικό δίκτυο και αποχετευτικό σύστημα. Έχουν ανασκαφεί τμήματα της πόλης των Κλαζομενίων και των Τηίων, δημόσια κτήρια, κατοικίες, λουτρώνες, ο επισκοπικός και δύο κοιμητηριακοί ναοί του Πολυστύλου και μεγάλος αριθμός τάφων όλων των εποχών. Ο Αρχαιολογικός χώρος βρίσκεται 3 χλμ. νότια του ομώνυμου οικισμού σε έκταση 3.000 στρεμμάτων και ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει τμήμα της κύριας πόλης των Αβδήρων, Αρχαϊκής, Κλασσικής, Ελληνιστικής και Ρωμαϊκής περιόδου. Από τα σημαντικότερα αποτελούν:
- ακρόπολη βυζαντινή νοτιοδυτικά στην αρχαία Πολύστυλο, δίπλα στη θάλασσα
- εργαστήρι κατασκευής πήλινων ειδωλίων στο κεντρικό του τμήμα
- θέατρο το οποίο διασώζεται σε πολύ καλή κατάσταση και βρίσκεται στα βόρεια της αρχαίας πόλης μέσα σε άλσος. Ακόμα και σήμερα γίνονται συναυλίες και εκδηλώσεις
- κτίσματα μονόχωρα του 7ου αιώνα π.Χ.
- λιμενοβραχίονας στο δυτικό λιμάνι κατασκευασμένος από μεγάλους γρανιτένιους ογκόλιθους
- λουτρά τα οποία βρίσκονταν στο επισημότερο και κοσμικότερο σημείο της αρχαίας πόλης
- νεκροταφείο βυζαντινό με τους κοιμητηριακούς ναούς
- περίβολοι οχυρωματικοί
- σπίτι των Δελφινιών κλασικής εποχής, που διαθέτει ψηφιδωτό δάπεδο με δελφίνια
- συγκρότημα ρωμαϊκών κατοικιών και καταστημάτων στο λόφο του Αγίου Παντελεήμονα
- τάφοι Ελληνιστικής περιόδου (3ος-2ος αιώνας π.Χ.) και Ρωμαϊκής περιόδου
- τείχη του 4ου αιώνα π.Χ. που είναι κτισμένα με πωρόλιθο
- υπαίθριο ιερό γυναικείας θεότητας
Στο αρχαιολογικό μουσείο της περιοχής θα δείτε εκθέματα που παρουσιάζουν τη διαχρονική εξέλιξη των Αβδήρων και του ρόλου που έπαιξαν στην γύρω περιοχή.
Μακεδονικός Τάφος
Ο Μακεδονικός Τάφος του 2ου αιώνα μ.Χ. ανακαλύφθηκε το 1953 βόρεια της Σταυρούπολης, στο δρόμο προς το χωριό Κομνηνά. Είναι ο πιο καλοδιατηρημένος και μεγαλύτερος τάφος, από όσους έχουν ανακαλυφθεί μέχρι σήμερα στη Θράκη και είναι πιθανό να συνδέεται με έναν οικισμό στη θέση Μύτικα Κομνηνών, που είχε μεγάλη διάρκεια ζωής, από την πρώιμη εποχή σιδήρου (9ος – 8ος αι. π.Χ.) μέχρι τη βυζαντινή περίοδο. Το μνημείο έχει όλα τα βασικά αρχιτεκτονικά στοιχεία των Μακεδονικών τάφων. Είναι υπόγειος, σκεπασμένος με καμάρες και αποτελείται από εσωτερικό δρόμο, προθάλαμο και θάλαμο. Είναι κατασκευασμένος με εγχώριο μάρμαρο κατά το ψευδοϊσόδομο σύστημα τοιχοποιίας, έχει προσανατολισμό Α-Δ και η είσοδός του βρίσκεται στα δυτικά. Ο τάφος βρέθηκε συλημένος και τα θυρόφυλλά του σπασμένα. Στο εσωτερικό του μόνον ελάχιστα θραύσματα πήλινων ειδωλίων Eρώτων και γυναικείων μορφών και ελάχιστα χρυσά κοσμήματα. Η ζωγραφική διακόσμηση έγινε πάνω στις μαρμάρινες επιφάνειες με την εγκαυστική μέθοδο και ίχνη της σώζονται στο θριγκό της εισόδου του προθαλάμου, στο θύρωμα του θαλάμου και στα κυμάτια.
Οχυρωματικός Περίβολος
Τμήμα οχυρωματικού περίβολου έχει βρεθεί στην περιοχή του Πόρτο Λάγος που ταυτίστηκε με το «καστέλιον» της βυζαντινής πόλης του Περιθεωρίου, καθώς και άλλα ευρήματα όπως όστρακα, πόρπες και χάλκινα νομίσματα.
Πολύστυλο
O αρχαίος οικισμός του Πολυστύλου βρίσκεται δίπλα στον αρχαιολογικό χώρο των Αβδήρων και αποτελεί συνέχεια της σημαντικής αρχαιοελληνικής πόλης των Αβδήρων που στη Βυζαντινή εποχή ονομάστηκε Πολύστυλο. Περιορίζεται στο χαμηλό παραθαλάσσιο γήλοφο, όπου ήταν η ακρόπολη της αρχαίας πόλης και οριοθετείται από δικό της περίβολο. Η οχύρωση στο Πολύστυλο έγινε τον 7ο ή τον 8ο αιώνα μ.Χ. και η περίμετρός της υπολογίζεται σε 800 μ. που θεμελιώνεται είτε πάνω στο βράχο ή πάνω στο αρχαιότερο τείχος. Πριν το 13ο αιώνα το Πολύστυλο ήταν σημαντική πόλη και επισκοπική έδρα. Η αναταραχή των επόμενων αιώνων (άλωση του 1204, βυζαντινοί εμφύλιοι) οδήγησε την πόλη σε παρακμή. Εκκλησιαστικά υπήχθη στη Μητρόπολη Τραϊανουπόλεως. Περί το 1380 και ενώ οι Τούρκοι ήδη είχαν επικρατήσει στην περιοχή, το Πολύστυλο εγκαταλείφθηκε. Οι κάτοικοι είτε μετανάστευσαν λόγω της οθωμανικής εισβολής είτε μετακινήθηκαν σε νέους οικισμούς που δημιουργήθηκαν τότε, όπως η γειτονική Γενισέα. Τα υλικά της αρχαίας πόλης χρησιμοποιήθηκαν κατά κόρον στον οικισμό. Φαίνεται πως μια ανθούσα εμπορική δραστηριότητα στο μεσαιωνικό Πολύστυλον ήταν η εξαγωγή μαρμάρων (από το λιμάνι) με προέλευση όχι κάποιο λατομείο, αλλά τα αρχαία Άβδηρα. Δύο πύλες στη βόρεια πλευρά και μια μικρή πυλίδα στη δυτική εξασφάλιζαν την επικοινωνία της πόλης με τον έξω χώρο. Οι ανασκαφικές έρευνες των τελευταίων ετών αποκάλυψαν κτίσματα της βυζαντινής εποχής, που σχετίζονται με τη θρησκευτική και δημόσια ζωή της πόλης. Ένα από τα δημόσια κτίρια αποκαλύφθηκε στη δυτική πλευρά του οχυρωματικού περιβόλου. Πρόκειται για λουτρώνα, ορθογώνιο σε κάτοψη, με τρεις συνεχόμενους χώρους, από τους οποίους ο μεσαίος ήταν ο θερμαινόμενος. Κοντά στην κεντρική πύλη της βόρειας πλευράς αποκαλύφθηκε μονόχωρος ναός με τρούλο, που στηρίζεται σε τέσσερα αβαθή τόξα. Γύρω του είχε αναπτυχθεί νεκροταφείο με απλούς κιβωτιόσχημους τάφους και χρήση ξύλινων φερέτρων. Ο ναός χρονολογείται στο 12ο αι. και η καταστροφή του τοποθετείται στο 14ο αι. Στο μεσαίο τμήμα του οικισμού, που αποτελεί και το ψηλότερο σημείο του, ανασκάφηκε ο επισκοπικός ναός. Πρόκειται για τρίκλιτη μεσοβυζαντινή βασιλική που αποτελείται από ανοικτή στοά, νάρθηκα, κυρίως ναό, που διαιρείται σε κλίτη με ισχυρούς πεσσούς, και ιερό. Το δάπεδο αποτελείτο από ανισομεγέθεις μαρμάρινες πλάκες και κάτω από αυτό βρέθηκαν τάφοι σύγχρονοι ή και μεταγενέστεροι του ναού. Στη βορειοδυτική γωνία του ναού προσκολλάται ένα τετράγωνο δωμάτιο που ερμηνεύθηκε ως επισκοπείο. Η ίδρυση του επισκοπικού ναού ανάγεται στον 9ο αι. και η καταστροφή του στα μέσα του 14ου αι. Ο ναός θεμελιώθηκε πάνω στα ερείπια παλαιότερης τρίκλιτης βασιλικής, τμήματα της οποίας είναι ορατά στο κεντρικό και νότιο κλίτος. Σε αυτήν ανήκει και το προσαρτημένο στη βοριοανατολική γωνία του επισκοπικού ναού βαπτιστήριο με οκταγωνικό σχήμα και κτιστή κολυμβήθρα στο σχήμα του σταυρού στο εσωτερικό του. Μεταξύ του βαπτιστηρίου και του επισκοπείου διαμορφώθηκε ανοικτή στοά με ταφική χρήση. Δύο κτιστοί τάφοι σε επαφή με το βόρειο τοίχο του ναού θεωρήθηκε ότι ανήκουν σε σημαίνοντα πρόσωπα. Στην ίδια πλευρά βρέθηκε ζωγραφιστός ένσταυρος ρόδακας, που χρονολογείται στα τέλη του 11ου- αρχές 12ου αι. και σήμερα εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο των Αβδήρων. Γύρω από το ναό ανασκάφηκαν τμήματα οικιών, ενώ έχουν εντοπισθεί και άλλα κτίρια, τα οποία, όμως, δεν έχουν ακόμα ερευνηθεί.
Γεφύρια
Ο ορεινός όγκος της Ξάνθης με το έντονο και πυκνό ανάγλυφο και τους διάσπαρτους ορεινούς οικισμούς, κρυμμένους πίσω από τα βουνά σε απρόσμενα σημεία, επέβαλλαν την κατασκευή γεφυριών, για την μεταξύ τους επικοινωνία. Τα πέτρινα τοξωτά γεφύρια που βρίσκονται διάσπαρτα κατά μήκος της οροσειράς της Ροδόπης είναι χτισμένα σε μια ιδιαίτερη, αλλά και σε πολλές περιπτώσεις δυσπρόσιτη θέση. Βρίσκονται σε κομβικά σημεία και συχνά, πάνω στη χάραξη αρχαίων και μεταγενέστερων δρόμων και άλλων υπερτοπικών διαδρομών. Τα περισσότερα από τα γεφύρια της Ξάνθης χρονολογούνται το 18ο και 19ο αιώνα, ενώ υπάρχουν και ορισμένα νεότερα. Έχουν καταγραφεί 54 πέτρινα τοξωτά γεφύρια, μονότοξα, δίτοξα ή πολύτοξα, που εντυπωσιάζουν για την ανθεκτικότητά τους στο χρόνο και που έχουν χαρακτηριστεί από ειδικευμένους επιστήμονες ως μια από τις μεγαλύτερες ανακαλύψεις της αρχιτεκτονικής. Ποικίλουν ως προς το μέγεθος, τη μορφή τους και ως προς τον αριθμό των τόξων τους. Η τεχνοτροπία τους μοιάζει με αυτή των γεφυριών της Ηπείρου, επειδή το έδαφος της περιοχής επέβαλλε, μαζί με τους διάσπαρτους οικισμούς, την κατασκευή γεφυριών με μοναδικό υλικό την πέτρα. Για την κατασκευή των παραδοσιακών γεφυριών εργάζονταν ειδικευμένοι μάστορες που άρχιζαν να κτίζουν ταυτόχρονα και από τις δύο πλευρές, προχωρώντας σιγά-σιγά ταυτόχρονα προς την κορυφή. Τα περισσότερα πέτρινα γεφύρια της Ξάνθης βρίσκονται στους ποταμούς Κόσυνθο και Κομψάτο, άγνωστα στον περισσότερο κόσμο λόγω της δύσκολης πρόσβασης σε αυτά, αποτελούσαν ιδιαίτερα σημαντικοί κόμβοι του δικτύου των παλαιών μονοπατιών. Τα περισσότερα έπαψαν να χρησιμοποιούνται μετά το 1925, όταν φτιάχτηκε ο ασφαλτόδρομος, αλλά και κάποια από αυτά έχουν πληγεί από τα ορμητικά νερά και τις πλημμύρες. Στα Πομακοχώρια συναντάμε πολλά διασωθέντα πέτρινα γεφύρια, αλλά και αρκετά μισογκρεμισμένα, που είναι απαραίτητα για την επικοινωνία των ντόπιων. Πολλά από αυτά χρησιμοποιούνται ακόμη και σήμερα, με τις ανάλογες προσθήκες και παρεμβάσεις, όχι πάντα με τον κατάλληλο τρόπο. Πολλά γεφύρια επίσης βρίσκονται στη διαδρομή της παλιάς επαρχιακής οδού που συνδέει την πόλη της Ξάνθης με τη Σταυρούπολη και στη συνέχεια με το χωριό Εχίνος. Ξεχωρίζει το μισογκρεμισμένο γεφύρι του Αβδούλ Χαμίτ (στο 4ο χλμ. Ξάνθης – Σταυρούπολης), από λευκή πέτρα της περιοχής. Η κατασκευή του ολοκληρώθηκε το 1904, την περίοδο της Τουρκοκρατίας, για αυτό και φέρει ισλαμικά σύμβολα. Ενδιαφέροντα γεφύρια θα συναντήσετε επίσης στην περιοχή των Σατρών και κοντά στη Μέδουσα, ενώ κάποια μικρότερα στις περιοχές Σιδηρόπετρα, Καλότυχο, Θέρμες και στο Κάτω Καρυόφυτο. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν επίσης οι πέτρινες γέφυρες στην περιοχή Σμίνθης και συγκεκριμένα η γέφυρα του Παπά (κοντά στο χωριό Ρεύμα) και η Γέφυρα του Σταμάτη (ανάμεσα στο Σταμάτιο και το Ωραίο). Στην περιοχή Σατρών υπάρχουν τέσσερις ακόμα γέφυρες.
Δείτε περισσότερα για τα Γεφύρια της Ξάνθης
Κάστρα
Στο νομό Ξάνθης βρίσκονται πάνω από 15 κάστρα, άλλα καλοδιατηρημένα και άλλα σε όχι καλή κατάσταση, αφού οι αιώνες και οι ανθρώπινες πράξεις, τα κακοποίησαν βάναυσα. Κάστρα ή φρουριακοί περίβολοι, αλλά και φρούρια υπάρχουν σχεδόν σε κάθε χωριό, κυρίως της ορεινής Ξάνθης. Στο Αερικό, Πασχαλιά, Μυρτούσα, Χαλέπι, Γλαύκη, Εχίνος, Σάτρες, Κιμμέρια, Λευκόπετρα και Φίλια, είναι κάποια από τα χωριά, στα οποία βρίσκονται μεσαιωνικά κάστρα, χτισμένα από τον Ιουστινιανό, ενώ η καταγραφή αυτών πραγματοποιήθηκε από τον Ιστορικό Προκόπιο. Το μεγαλύτερο κάστρο είναι της Ξανθίππης στη πόλη της Ξάνθης
Κάστρο Καλύβας
Το κάστρο της Καλύβας βρίσκεται νοτιοανατολικά του εγκαταλειμμένου χωριού Καλύβα, στην κορυφή του υψώματος Καλέ Σταυρούπολης, πάνω από το ποταμό Νέστο, σε υψόμετρο 627 μέτρων. Η θέση του είχε στρατηγική σημασία, γιατί από εκεί ελέγχεται μεγάλο μέρος της κοιλάδας του Νέστου και υπήρχε οπτική επαφή με άλλα φρούρια της παρανέστιας περιοχής. Χτίστηκε από το Φίλιππο Β΄ της Μακεδονίας στα μέσα του 4ου αιώνα π.Χ. στη θέση προϋπάρχουσας θρακικής εγκατάστασης της Πρώιμης Εποχής Σιδήρου (9ος-8ος αι. π.Χ.) και ανακαλύφθηκε ύστερα από αρχαιολογικές εργασίες το 1973. Το φρούριο, χρησιμοποιήθηκε διαδοχικά και επί αιώνες από τον Φίλιππο τον Ε, τον Περσέα, τους Ρωμαίους, τους Θράκες και τον αυτοκράτρα Ιουστινιανό. Έχει σχήμα ακανόνιστου τραπεζίου με περίμετρο 245 μέτρα. Ο περίβολός του έχει σχήμα ακανόνιστου τραπεζίου με περίμετρο 245μ. και μέγιστο σωζόμενο ύψος 3,50μ. και προστατευόταν με κυκλικούς και τετράπλευρους πύργους από τους οποίους έχουν αποκαλυφθεί έξι, δύο τετράπλευροι και τέσσερις κυκλικοί. Στην εξωτερική πύλη βρέθηκε ανάγλυφο του θεού Πριάπου (θεός της ευφορίας και προστασίας των αμπελιών και κήπων και προστάτης του φρουρίου) που κοσμούσε τον θολίτη λίθο από το τόξο του υπέρθυρου και για αυτό ονομάστηκε η «Πύλη του Πριάπου». Η πύλη αυτή οδηγούσε σε μία εσωτερική αυλή, όπου υπήρχαν δύο δίδυμες πύλες από τις οποίες κατευθυνόταν κανείς σε διαφορετικά τμήματα του φρουρίου. Στο κατώφλι της δυτικής υπάρχουν χαραγμένα πέλματα ποδιών που έχουν μαγική και αποτροπαϊκή σημασία. Στον τοίχο της ανατολικής υπάρχει τετράπλευρη κόγχη για το λατρευτικό αγαλμάτιο κάποιου θεού, προστάτη των πυλών. Μία ακόμα πύλη βρίσκεται στο βόρειο τμήμα του περιβόλου. Ο χώρος αυτός σήμερα δεν είναι ενιαίος, διότι πάνω από την πύλη του Πριάπου έχει χτιστεί ο περίβολος του 2ου αιώνα μ.Χ. Η σημαντικότερη κατασκευή του είναι η μεγάλη του δεξαμενή, που έχει βάθος 12 μέτρα, και μεγαλύτερη διάμετρο 8 μέτρα. Είναι χτισμένη με λαξευτούς γωνιόλιθους ενώ η λιθοδομή εσωτερικά σκεπάζεται με ισχυρό, υδραυλικό κονίαμα και θεωρείται εξαιρετικό έργο της αρχαίας μηχανικής και υδραυλικής. Πλήθος ευρημάτων εκτίθενται σήμερα στο αρχαιολογικό μουσείο Κομοτηνής.
Κάστρο Ξάνθειας ή Ξανθίππης
Τα ερείπια του βυζαντινού κάστρου της Ξάνθειας ή Ξανθίππης βρίσκονται στην κορυφή λόφου, μέσα σε πυκνή βλάστηση, δίπλα στην πόλη της Ξάνθης. Το κάστρο είχε στρατηγική σημασία να προστατεύει τα ορεινά διόδια της Ροδόπης που οδηγούσαν στην εύφορη πεδιάδα του Νέστου. Χρονολογείται από το 12ο μ.Χ. αιώνα, έχει σχήμα ακανόνιστου τραπεζίου και σώζονται πολλά τμήματα των τειχών, πύργοι, μεταπύργια διαστήματα ύψους 12μ., μικρές πυλίνες και μια μεγάλη υδατοδεξαμενή στο νοτιοανατολικό τμήμα του. Η τοιχοδομία φτάνει στο ύψος των 10-12 μέτρων και αποτελείται από αργούς λίθους, λευκό κονίαμα και θραύσματα πλίνθων. Νοτιότερα διακρίνονται τα θεμέλια ενός παλαιότερου, πιθανότατα θρακικού οχυρωματικού περιβόλου. Σύμφωνα με το θρύλο, τελευταία βασίλισσα του κάστρου του ήταν η Ξανθίππη Παλαιολογίνα. Όταν ο σουλτάνος πολιόρκησε το κάστρο, η Ξανθίππη του ζήτησε να γράψει πάνω σε μια λίρα «Κωνσταντίνος», το όνομα του άντρα της, αν ήθελε το κάστρο. Εκείνος το έγραψε, μα αυτή αντί να του το παραδώσει, έπεσε και σκοτώθηκε. Από τότε, οι λίρες λέγονται «Κωνσταντινάτα». Η ιστορία είναι προφανώς κατασκεύασμα των νεώτερων χρόνων, καθώς ούτε βασίλισσα Ξανθίππη υπήρξε, ούτε είναι αυτή η προέλευση των Κωνσταντινάτων φλουριών. Ανεξάρτητα από αυτό, υπάρχουν πολλές ιστορίες τοπικά για θαμμένους θησαυρούς στο κάστρο και για σήραγγες που φτάνουν μέχρι το λιμάνι των Αβδήρων και για σπηλιές κάτω από το βράχο και για μια χρυσή άμαξα με χρυσά άλογα που κρύβεται ακόμα εκεί. Κατά καιρούς πολλοί κυνηγοί θησαυρών έχουν ψάξει το μέρος και κάποιοι φημολογείται πως έγιναν πλούσιοι. Είναι γεγονός ότι ο λόφος του κάστρου κρύβει στοές παλιών ορυχείων και ίσως αυτό έδωσε τροφή σε αυτές τις δοξασίες. Μία είσοδος ορυχείου είναι ακόμα ορατή πάνω στο δρόμο Ξάνθης – Σταυρούπολης. Άλλες είσοδοι έχουν ανατιναχτεί και έχουν κλείσει από τις τοπικές αρχές για να αποθαρρύνονται οι επίδοξοι χρυσοθήρες και να μην ψάχνουν άδικα βάζοντας σε κίνδυνο τη ζωή τους.
Αρχαιολογικό Μουσείο Αβδήρων
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Αβδήρων που βρίσκεται στον ομώνυμο οικισμό λειτουργεί από το 2000 και εντυπωσιάζει με τον πλούτο των εκθεμάτων του, που προέρχονται από τις ανασκαφές της αρχαίας πόλης, το νεκροταφείο των αρχαίων Αβδήρων και της διάδοχης βυζαντινής πόλης του Πολυστύλου. Η έκθεση καλύπτει την περίοδο από τον 7ο αι. π.Χ. μέχρι τον 12ο αι. μ.Χ. και ταξινομούνται σε τρεις θεματικές ενότητες: α) Δημόσιος βίος, β) ιδιωτικός βίος και γ) ταφικά έθιμα. Τα εκθέματα παρουσιάζουν στιγμές από το δημόσιο και ιδιωτικό βίο των κατοίκων της πόλης και προσπαθεί να συλλάβει στιγμές από εσώτερες σκέψεις τους, όπως είναι αποτυπωμένες σε ταφικές τελετουργίες. Στο υπόγειο του κτιρίου βρίσκονται τα εργαστήρια, οι αποθήκες αρχαίων και υλικών, οι ηλεκτρολογικές και μηχανολογικές εγκαταστάσεις, στο ισόγειο είναι τα εργαστήρια συντήρησης, οι χώροι εξυπηρέτησης του κοινού, η αίθουσα πολλαπλών χρήσεων και εκθεσιακός χώρος και στον όροφο είναι τα γραφεία και ο εκθεσιακός χώρος. Στο ισόγειο υπάρχει πλούσιο εποπτικό υλικό, για τη μυθολογία, την ιστορία και την αρχαιολογική έρευνα της περιοχής, κείμενα αρχαίων συγγραφέων που αναφέρονται στα Άβδηρα, βιογραφικά στοιχεία επιφανών Αβδηριτών, τοπογραφικά διαγράμματα της πόλης και χάρτες της ευρύτερης περιοχής. Τα εκθέματα του ισογείου μας δίνουν πληροφορίες για την κρατική οργάνωση, την θρησκευτική ζωή των Αβδηριτών στην οποία εξέχοντα ρόλο κατείχε η λατρεία του πολιούχου θεού Διονύσου με λατρευτικά σκεύη και την πολεμική δραστηριότητα, ενώ η προθήκη των νομισμάτων καταλαμβάνει περίοπτη θέση. H πλούσια νομισματοκοπία των Aβδήρων κατά τους κλασσικούς χρόνους αποτελεί τον πιο εύγλωττο μάρτυρα της μεγάλης οικονομικής ευρωστίας της πόλεως, με μεγάλη ποικιλία θεμάτων. Τα έξοχα αργυρά νομίσματα κοσμούνται στη μπροστινή όψη με το σύμβολο της πόλης «ο Γρύπας» και στον οπισθότυπο κλάδο αμπέλου όπου διαβάζονται κατά κανόνα επίσης τα ονόματα των υπευθύνων αρχόντων. Ακολούθως, θα δούμε μια σειρά από εργαλεία και σκεύη που χρησιμοποιήθηκαν από επαγγελματίες της εποχής, όπως είναι η άσκηση της αλιείας, της ιατρικής, η αγγειοπλαστική και η κατασκευή ειδωλίων, καθώς και το εμπόριο, που μας δίνουν τις πτυχές της οικονομικής ζωής και τις εμπορικές επαφές της πόλης με τον υπόλοιπο κόσμο. Στον όροφο θα ρίξουμε μια ματιά στην οικιακή ζωή, βλέποντας αγγεία όλων των εποχών και ποικίλων χρήσεων, λυχνάρια και υφαντικά βάρη. Στα πιο ιδιαίτερα διαμερίσματα ανδρών και γυναικών, γνωρίζουμε τρόπους ενδυμασίας και κόμμωσης, σκεύη και σύνεργα καλλωπισμού, κοσμήματα και παιδικά παιχνίδια, που φανερώνουν το ψηλό βιοτικό επίπεδο των κατοίκων. Στη διαφοροποιημένη από το υπόλοιπο μουσείο αίθουσα «Δημήτρη Λαζαρίδη», θα δούμε ταφικά σύνολα και επιτύμβια σήματα, ποικίλα είδη τάφων και παρουσίαση ανθρώπινων καταλοίπων.
Εκκλησιαστικό Μουσείο Μητροπόλεως Ξάνθης
Το Εκκλησιαστικό Μουσείο Μητροπόλεως Ξάνθης στεγάζεται στην ανατολική πτέρυγα της Μονής Παναγίας Αρχαγγελιώτισσας που βρίσκεται βορειοανατολικά της πόλης, πάνω από τη συνοικία του Σαμακώβ. Το Εκκλησιαστικό Μουσείο συστάθηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’60 από τον τότε Μητροπολίτη Ξάνθης Αντώνιο. Τα εκθέματα χρονολογούνται από το τέλος της Βυζαντινής περιόδου μέχρι και τις αρχές του 20ου αιώνα και παρουσιάζουν ένα πανόραμα της ιστορίας της Βυζαντινής και Μεταβυζαντινής Τέχνης στην περιοχή της Θράκης.Η Συλλογή αποτελείται από φορητές εικόνες, αργυρά λειτουργικά σκεύη, χειρόγραφα και έντυπα λειτουργικά βιβλία, αλλά και από κεντημένα λειτουργικά υφάσματα, καθώς και ξυλόγλυπτα.
Ιστορικό – Λαογραφικό Μουσείο Αβδήρων
Το Λαογραφικό Μουσείο Αβδήρων στεγάζεται στο αναπαλαιωμένο κτίριο του παλαιού δημοτικού σχολείου, το οποίο χτίστηκε γύρω στο 1860, δίπλα στην εκκλησία της Αγίας Παρασκευής. Πρόκειται για ένα ξεχωριστό νεοκλασικό κτίριο φτιαγμένο από πέτρα, που αποτελείται από δύο ορόφους με εσωτερική ξύλινη σκάλα και διαθέτει δύο μεγάλες αίθουσες. Τα εκθέματα που φιλοξενούνται στο Μουσείο χρονολογούνται από το 1830 ως το 1950 και μαρτυρούν κυρίως τα σχετικά με την αγροτική ζωή και την υφαντική τέχνη. Στο ισόγειο του Μουσείου τα εκθέματα παρουσιάζουν τον παλιό αγροτικό τρόπο ζωής, όπως αγροτικά εργαλεία, οικιακά σκεύη και μικροέπιπλα. Στον δεύτερο όροφο εκτίθενται υφαντά, χαλιά, κεντήματα, εργόχειρα, παραδοσιακές χειροποίητες ενδυμασίες, διακοσμητικά και κοσμήματα. Όλα τα εκθέματα του Μουσείου προέρχονται από τους ίδιους τους κατοίκους της περιοχής, που ήθελαν να συμβάλλουν στην πολιτισμική ανάπτυξη του τόπου τους αλλά και στη γνωριμία των επισκεπτών με την παράδοσή τους.
Λαογραφικό Μουσείο Ξάνθης
Το Λαογραφικό Μουσείο Ξάνθης ιδρύθηκε το 1975 και στεγάζεται στο αρχοντικό Κουγιουμτζόγλου, στην παλιά πόλη της Ξάνθης, κοντά στην πλατεία Μητρόπολης. Στεγάζεται σε δυο διώροφα κτίρια που χτίστηκαν στα μέσα του 19ου αιώνα, από την οικογένεια καπνεμπόρων Κουγιουμτζόγλου και σχεδιάστηκαν σε νεοαναγεννησιακό ύφος από γνωστό Ρώσο αρχιτέκτονα. Χαρακτηριστικό της διακόσμησης είναι η χρήση κόκκινων πλίνθων, ενώ ιδιαίτερη εντύπωση προκαλούν οι εσωτερικές τοιχογραφίες που αποδίδονται σε Γερμανό νεορομαντικό ζωγράφο. Στη συλλογή του Μουσείου περιλαμβάνονται εκθέματα με την ιστορική και κοινωνική εξέλιξη που συντελέστηκε στην Ξάνθη τους τελευταίους αιώνες, αλλά και για τις καθημερινές συνήθειες των κατοίκων της υπαίθρου. Συλλογές με υφαντά και κεντήματα, κοσμήματα, φορεσιές Θρακιωτών-Σαρακατσάνων-Ποντίων, οικιακά σκεύη, γεωργικά εργαλεία ανάλογα την εποχή, πίνακες και διάφορες εικαστικές δημιουργίες με ανάλογο περιεχόμενο, σκαλισμένες κασέλες που έκρυβαν ιερά κειμήλια κ.λ.π. Στο υπόγειο, δίπλα στα κελάρια και τις αποθήκες, υπήρχαν τα διαμερίσματα των υπηρετών. Στο ισόγειο ξεχωρίζει το γραφείο του καπνέμπορου. Στον όροφο είναι τα υπνοδωμάτια, με πανέμορφες οροφογραφίες από ξανθιώτες και βαυαρούς καλλιτέχνες. Το δωμάτιο όπου θα δείτε την κούκλα ενός μικρού παιδιού που παίζει πιάνο, είναι αφιερωμένο στο Μάνο Χατζιδάκι, ο οποίος γεννήθηκε στην παλιά πόλη της Ξάνθης.
Λαογραφικό Μουσείο Σταυρούπολης
Το Λαογραφικό Μουσείο Σταυρούπολης ιδρύθηκε το 1944 με ιδιωτική πρωτοβουλία από τον Καραμπατζάκη Σταύρο, ο οποίος επί χρόνια συγκέντρωνε στο παραδοσιακό καφενείο του χωριού διάφορα αντικείμενα, δείγματα μιας αλλοτινής εποχής και καθημερινότητας, που έπεφταν σε αχρηστία εξαιτίας της ραγδαίας ανάπτυξης της βιομηχανίας και της τεχνολογίας. Στεγάζεται από το 2001 στο παλιό κτίριο της Εφορίας Καπνού με συλλογές παλιών αντικειμένων από την καθημερινή αγροτική και ημιαστική ζωή της Θράκης και του ευρύτερου χώρου της. Στο ισόγειο υπάρχει έκθεση με παραδοσιακές φορεσιές από διάφορες περιοχές της Ελλάδας και προέρχονται από δωρεές. Στον πρώτο όροφο υπάρχουν εκθέματα παραδοσιακά της καθημερινής ζωής του χωριού, όπως γεωργικά εργαλεία, διάφορα παραδοσιακά μουσικά όργανα, οικιακά σκεύη, πήλινα και χάλκινα αγγεία, νομίσματα, παλιά παγωτομηχανή, παραδοσιακές λάμπες φωτισμού, όπλα εποχής, φωτογραφίες που απεικονίζουν στιγμιότυπα της εποχής εκείνης και δεκάδες ακόμα αντικείμενα μικρά και μεγάλα. Ενδιαφέρον προκαλεί το κομμάτι της έκθεσης που ασχολείται με την πορεία του φωτισμού ανά τα χρόνια. Στη διπλανή αίθουσα παρουσιάζεται η σύνθεση ενός Θρακιώτικου δωματίου. Στο ισόγειο, τα εκθέματα προέρχονται από δωρεές και αφορούν την παραδοσιακή ενδυμασία από διαφορετικές περιοχές της Ελλάδας. Επιπλέον υπάρχει μια σύνθεση Θρακικού δωματίου με τα χαρακτηριστικά του έπιπλα: μπουφές, μπορό με καθρέπτη, τραπεζαρία.
Μουσείο Παραδοσιακής Φορεσιάς του Λυκείου Ελληνίδων Ξάνθης
Το Μουσείο Παραδοσιακής φορεσιάς Ξάνθης που ιδρύθηκε το 2009 βρίσκεται στην παλιά πόλη και στεγάζεται στο Λύκειο Ελληνίδων Ξάνθης, σε ένα αναπαλαιωμένο παραδοσιακό κτίριο εξαιρετικής αρχιτεκτονικής με νεοκλασικό διάκοσμο. Τα Εκθέματα του Μουσείου προέρχονται από δεκαετίες και συμπληρώθηκαν μέσα σε 34 χρόνια από την ίδρυσή του. Σκοπός του μουσείου είναι η ανάδειξη και η προβολή της πλούσιας Ελληνικής φορεσιάς, με έμφαση σε αυτή της Θράκης. Οι έξι αίθουσες του Μουσείου φιλοξενούν μια πλούσια ιματιοθήκη από παραδοσιακές φορεσιές από όλα σχεδόν τα διαμερίσματα της Ελλάδας, αυθεντικές αλλά και πιστά αντίγραφα μαζί με τα κοσμήματά τους που καλύπτουν μια περίοδο από τον 15ο αιώνα μέχρι σήμερα. Μεταξύ αυτών και μια σπάνια σπονδυλωτή μεταλλική ζώνη του 1890.
Μουσείο Φυσικής Ιστορίας
Το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας βρίσκεται στην οδό Δοϊράνης και στεγάζεται στον παλιό χώρο του δασικού φυτωρίου της Ξάνθης. Δημιουργήθηκε από το δασαρχείο Ξάνθης και στεγάζεται σε ένα πλούσια διακοσμημένο κτίριο, όπου η είσοδός του φτιαγμένη με πωρόλιθο και ασβεστόλιθο, εντυπωσιάζει και δίνει στον επισκέπτη την αίσθηση πως μπαίνει σε σπηλιά. Στο Μουσείο εκτίθενται χαρακτηριστικά δείγματα της χλωρίδας και της πανίδας του νομού, ταριχευμένα πάνω από 80 είδη ζώων της περιοχής (αρκούδες, λύκοι, όρνια, αετοί αγριόγατες και δεκάδες άλλα), όπως και διάφορα πετρώματα που φυλάσσονται σε ειδικά επεξεργασμένους χώρους.
Νερόμυλοι
Στην προβιομηχανική περίοδο το βασικότερο προϊόν για τη διαβίωση του ανθρώπου ήταν το σιτάρι το οποίο μεταποιούνταν σχεδόν αποκλειστικά σε ψωμί. Καθώς οι χειρόμυλοι δεν επαρκούσαν στο άλεσμα, η χρήση των νερόμυλων ήταν απολύτως απαραίτητη. Έτσι, μετά την ίδρυση του Ελληνικού κράτους, αναφέρονταν 6.000 νερόμυλοι σε όλη την επικράτεια. Στην ορεινή Ξάνθη έχουν καταγραφεί 62 νερόμυλοι από τους οποίους 5 είναι σήμερα σε λειτουργία (Πάχνης, Ωραίου, Κάτω Καρυοφύτου, Δημαρίου, Σατρών). Οι περισσότεροι καταρρέουν ή μένουν εγκαταλειμμένοι σε αχρηστία. Από την άλλη πλευρά είναι βέβαιο ότι και μόνη η ύπαρξη τους είναι σημαντική για τον πολιτισμό της ορεινής υπαίθρου, πολύ περισσότερο σε όσους από αυτούς είναι ακόμα σε χρήση και διαδραματίζουν ένα σημαντικό ρόλο στην οικονομία των ορεινών χωριών.