Ανακαλύπτουμε και γνωρίζουμε νέους προορισμούς στην Ελλάδα.

Παραλίες, πόλεις, χωριά, νησιά…

Κρυμμένοι θησαυροί που περιμένουν να τους γνωρίσουμε!!!

Εξερευνώντας…

2810 253861
Ηράκλειο, Κρήτη
info@greecedestination.gr
Λέσβος αξιοθέατα

Αξιοθέατα στη Λέσβο

Αξιοθέατα στη Λέσβο

Πνευματικό Κέντρο Αγιάσου

Το Πνευματικό Κέντρο Αγιάσου ιδρύθηκε το 1894 επί Τουρκοκρατίας και διαθέτει βιβλιοθήκη που φιλοξενεί πάνω από 25.000 τόμους βιβλίων, κινηματοθέατρο 300 θέσεων και φιλοξενεί και το Λαογραφικό Μουσείο.

Πολιτιστικό Κέντρο Πλωμαρίου

Το Πολιτιστικό Κέντρο Πλωμαρίου είναι το αναπαλαιωμένο σαπωνοποιείο του Ι. Πούλια. Είναι ένα κτίριο με αξιόλογη αρχιτεκτονική σημασία. Διαθέτει αίθουσα συνεδρίων και πολιτιστικών εκδηλώσεων, φουαγιέ, ξενώνες, εντευκτήριο και μία μοναδική μόνιμη έκθεση για τον τρόπο παραγωγής του σαπουνιού και την τοπική ιστορία. Στις αίθουσές του φιλοξενεί και την έκθεση για το Εμπορικό Βιομηχανικό και Ναυτικό Πλωμάρι των αρχών του αιώνα.

Φυκιότρυπα Μυτιλήνης

Η Φυκιότρυπα βρίσκεται στη Μυλινήνη και είναι ένας φάρος  χτισμένος στην νησίδα όπου χτίστηκε η αρχαία Μυτιλήνη, πάνω σε έναν κεκλιμένο βράχο με μορφή προσαραγμένου πετρωμένου σκάφους. Κατασκευάστηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1880 για να διευκολύνει την πρόσβαση στο λιμάνι της Μυτιλήνης και τη ναυσιπλοΐα στο στενό μεταξύ Λέσβου και ακτών Μικράς Ασίας. Πρόκειται για ένα μικρό κτήριο, συνολικά 25 περίπου τετραγωνικών και αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα της φαρικής αρχιτεκτονικής του βορείου Αιγαίου. Στην ναζιστική κατοχή χρησιμοποιήθηκε ως στρατιωτικό φυλάκιο. Αποτελεί εθνικό μνημείο της εθνικής αντίστασης γιατί οι ναζί κατακτητές έβαζαν τα πτώματα των εκτελεσμένων αγωνιστών σε τσουβάλια που τα έδεναν σε μια μεγάλη και τα πέταγαν στη θάλασσα ανοικτά της Φυκιόπετρας. Μετά τον Εμφύλιο και μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1960, στο χώρο του φάρου στεγαζόταν το Σύστημα των Ναυτοπροσκόπων της Μυτιλήνης. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1960 και για λόγους κυρίως αμυντικής θωράκισης της περιοχής, ο φάρος παραδόθηκε στο Στρατό, με τους Προσκόπους της Μυτιλήνης όμως πάντα να έχουν σχέση με το χώρο. Μάλιστα το καλοκαίρι του 1974 και μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, πρόσκοποι συνέβαλαν στη σε πολύ μικρό χρόνο μετατροπή του φάρου σε στρατιωτικό φυλάκιο. Για πολλά χρόνια, ο φάρος της Φυκιότρυπας χρησιμοποιείτο ως στρατιωτικό φυλάκιο μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1980 που για λόγια στατικότητας του κτιρίου έπρεπε να εγκαταλειφθεί.

Αρχαία

Ακρόπολη Αρχαίας Ερεσού

Η Ακρόπολη της Αρχαίας Ερεσού εντοπίζεται πάνω σε φυσικό οχυρό λόφο σε μικρή απόσταση από τη Σκάλα ή το Γιαλό της Ερεσού και κατά την αρχαιότητα εμφανίζεται με το όνομα «Μαστός». Συστηματική ανασκαφική έρευνα στο χώρο της ακροπόλεως της Ερεσού, δεν έχει πραγματοποιηθεί. Η Ερεσός ιδρύθηκε στην Ύστερη Χαλκοκρατία, όπως όλες οι πόλεις της Λέσβου, δηλαδή μετά την άφιξη των Αιολέων. Η μικρή έκταση που οριοθετείται από περίβολο, ενισχύει την υπόθεση παλαιών ερευνητών ότι η πόλη της Ερεσού στην αρχική της μορφής τουλάχιστον, είχε η ίδια χαρακτήρα ακρόπολης. Ο Koldewey κατά την περιοδεία του στο νησί, υπολόγισε το μήκος του περιβόλου της ακρόπολης σε 1χλμ. και την έκταση του χώρου που περιλάμβανε σε 45 στρέμματα περίπου. Πολλά κομμάτια από τον αρχαίο περίβολο της πόλης σώζονται λίγο πιο πάνω από την υπώρεια του λόφου. Είναι κτισμένα από τραχείτη λίθο με λεσβία τοιχοδομία. Η οικοδομή των τμημάτων του τείχους που σώζονται παρουσιάζει ποικιλομορφία και χρονολογείται στην αρχαϊκή περίοδο. Ο Koldewey διέκρινε πύλες και πύργους εξωτερικά. Στην ελληνιστική περίοδο έγινε επέκταση της πόλης νότια του αρχικού περιβόλου στην περιοχή του λιμανιού. Προστίθενται άλλα περίπου 15 στρέμματα στον κατοικήσιμο χώρο και κατασκευάζεται νέος περίβολος. Το νέο τείχος είναι χτισμένο με ισόδομη οικοδομή. Σήμερα, σώζονται στην κορυφή του λόφου λείψανα κάστρου κτισμένου στα βυζαντινά χρόνια  με μετασκευή στην εποχή των Γατελούζων. Ήταν σε χρήση ως την κατάληψη της Λέσβου από τους Τούρκους (1462).

Αρχαία Άντισσα (Οβιόκαστρο ή Κάστρο των Αγίων Θεοδώρων)

Ιδιαίτερα ενδιαφέροντα αρχαιολογικά ευρήματα, έφερε στο φως η συνεχιζόμενη ανασκαφή της Εφορείας Αρχαιοτήτων Λέσβου στο Κάστρο των Αγίων Θεοδώρων που ταυτίζεται με την Αρχαία Άντισσα, στη δυτική Λέσβο. Συγκεκριμένα αποκαλύφθηκε ένα αψιδωτό κτίσμα του 7ου αιώνα π. Χ., με πλούσια γραπτή και μελανή τεφρή κεραμική και δύο ορθογώνια κτήρια, προγενέστερων, του 8ου αιώνα π. Χ. και του 10ου αιώνα π. Χ. Το ανασκαφικό αυτό εύρημα είναι ιδιαίτερα σημαντικό, καθώς επιβεβαιώνεται η ιστορική συνέχεια από την Ύστερη Εποχή του Χαλκού (1600 – 1100 π. Χ.) στους λεγόμενους σκοτεινούς χρόνους (11ος – 9ος αιώνας π.Χ.), οι οποίοι σηματοδοτούν τις μετακινήσεις των ελληνικών φύλων, όπως των αιολικών στη Λέσβο. Το Κάστρο των Αγίων Θεοδώρων (Οβριόκαστρο αποκαλούμενο σήμερα) βρίσκεται στην χερσόνησο της αρχαίας Άντισσας, δυτικά του Μολύβου και ανατολικά του παράκτιου οικισμού του Γαβαθά. Εκτείνεται σε βραχώδες ύψωμα, σε στρατηγικής σημασίας θέση που ελέγχει τον διάπλου μεταξύ της Λέσβου και της Μικράς Ασίας. Στο χερσαίο ύψωμα, σύμφωνα με τις φιλολογικές μαρτυρίες και τις μαρτυρίες των περιηγητών, υψωνόταν το ομώνυμο κάστρο, αφιερωμένο στους στρατιωτικούς Αγίους Θεοδώρους, οι οποίοι προστάτευαν και την ομώνυμη καστροπολιτεία. Ο μοναχός περιηγητής Buoendelmonti αναφέρει το 1422 το κάστρο των Αγίων Θεοδώρων ως ένα από τα επτά της Λέσβου, ενώ συνοδικές αποφάσεις αναφέρονται σε αυτό ως καστροπολιτεία. Μολονότι το κάστρο είναι ατεκμηρίωτο ως προς την μορφή του, καθώς δεν απεικονίζεται σε μεσαιωνικά χειρόγραφα, φαίνεται ότι με το τέλος του Α΄ Ενετουρκικού πολέμου (1461-1479) εγκαταλείπεται από τους Οθωμανούς, οι οποίοι και το καταστρέφουν ολοκληρωτικά. Για τη θέση του κάστρου, ο Ι. Κοντής στο ιστορικό του έργο «Λεσβιακό Πολύπτυχο» αναφέρει ότι «η αρχαία πόλη της Άντισσας, βρισκόταν στο έρημο σήμερα Οβριόκαστρο, όπως ονομάστηκε η θέση από το κάστρο που χτίστηκε εκεί την εποχή της κυριαρχίας των Γατελούζων». Για την χαρτογράφηση της επικράτειας της αρχαίας πόλης, ο Γερμανός αρχαιολόγος Robert Koldeway το 1890 οριοθετεί τον χώρο που κατείχε η πόλη από το μεταγενέστερο μεσαιωνικό κάστρο και τον λόφο που χαρακτηρίζεται ως ακρόπολη. Για την αρχαιολογική έρευνα της αρχαίας πόλης, πρώτη στα 1931 και 1932 η Αγγλίδα αρχαιολόγος Winfried Lamb πραγματοποιεί εκ μέρους της Αγγλικής Αρχαιολογικής Σχολής ανασκαφικές τομές εκτός του Οβριόκαστρου, οι οποίες επιβεβαιώνουν την κατοίκηση της περιοχής από την Ύστερη Εποχή του Χαλκού (τελευταίους αιώνες της 2ης π. Χ. χιλιετίας) έως την αρχαϊκή περίοδο (ύστερος 7ος – 6ος αιώνας π. Χ.), αλλά και την υστεροκλασική περίοδο (4ος αιώνας π. Χ). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν τα αψιδωτά κτίρια που βρίσκει, τα οποία χρονολογούνται στον 8ο και 7ο αιώνα π. Χ. και χαρακτηρίζονται ως ιερά. Από τις έρευνές της διαπιστώθηκε στο απέναντι από τον λόφο του Οβριοκάστρου, ύψωμα, τμήμα της αρχαϊκής και κλασικής οχύρωσης, καθώς και η νεκρόπολη της πόλης που βρίσκεται ανατολικά και νότια.

Αρχαία Ιέρα

Στον Κόλπο Γέρας βρίσκεται βυθισμένη η αρχαία πόλη Ιέρα που κατά πάσα πιθανότητα έδωσε το όνομά της στην περιοχή.

Αρχαία Λατομεία στην περιοχή Τάρτι

Τα εντυπωσιακά Αρχαία Λατομεία βρίσκονται στην περιοχή Τάρτι, που εντοπίζονται τόσο επί του μικρού ομώνυμου κόλπου, όσο και ενδότερα στην κορυφή ή στις πλαγιές χαμηλών υψωμάτων, όπως είναι αυτό στη θέση Τσάφ. Στην περιοχή αυτή, με το εύγλωττο τοπωνύμιο  «πελεκανιά», φαίνεται ότι είχε γίνει έντονη εξόρυξη των κρυσταλλικών ασβεστολίθων κατά την αρχαιότητα.

Αρχαία Πύρρα

Ερείπια από την Αρχαία Πύρρα βρίσκεται κοντά στην Αχλαδερή Πολιχνίτου σε ύψωμα, το οποίο οι κάτοικοι της περιοχής ονομάζουν σήμερα Καστρί ή Καστρέλ. Η αρχαία Πύρρα, ήταν μια από τις έξι αρχαίες πόλεις – κράτη της Λέσβου (Μυτιλήνη, Μήθυμνα, Άντισσα, Πύρρα, Ερεσός, Αρίσβη).  Η πόλη ήταν χτισμένη πάνω στο φύσει οχυρό ύψωμα, νότια από την εκβολή του ποταμού Βούβαρη. Η ύπαρξή της χρονολογείται από τον 10ο – 8ο π. Χ. μέχρι το 231 π. Χ., οπότε καταστράφηκε από ισχυρό σεισμό. Στην κορυφή του λόφου σώζονται θεμέλια κτιρίων, τμήματα του τείχους της αρχαίας πόλης, το οποίο ήταν χτισμένο µε «λέσβια δομή» και άλλα οικοδομικά λείψανα. Το αρχαίο λιμάνι της με τους νεώσοικους βρισκόταν βόρεια στην εκβολή του ποταμού. Στη ΝΔ πλαγιά του υψώματος, ήταν χτισμένο το Προάστιο το οποίο διατηρήθηκε και μετά την καταστροφή της πόλης. To λιμάνι στη ΝΔ ακτή θεωρείται μεταγενέστερο, μετά την καταστροφή της τειχισμένης πόλης και τη διάσωση του Προαστίου. Στο βυθό διακρίνονται τμήματα του μώλου µε πελεκηµένους ογκόλιθους του αρχαίου λιμανιού, ερείπια σπιτιών, κίονες, λιμενικές εγκαταστάσεις και άλλα. Η ζωή στο λόφο της Πύρρας συνεχίστηκε και μετά την καταστροφή της πόλης, μέχρι το μεσαίωνα.  Εδώ τοποθετούνται και τα παράλια βυζαντινά Βασιλικά, κοιτίδα των σημερινών Βασιλικών.

Αρχαίο Θέατρο Μυτιλήνης

Το Αρχαίο Θέατρο της Μυτιλήνης βρίσκεται στον πευκόφυτο λόφο της Αγίας Κυριακής, στο Β.Δ. άκρο της πόλης. Ανακαλύφθηκε από τον Δημήτριο Ευαγγελίδη που έκανε την πρώτη ανασκαφική έρευνα το 1928 και είχε δηλώσει ότι το Θέατρο της Μυτιλήνης ήταν από τα μεγαλύτερα της Ελλάδας, εφάμιλλο της Επιδαύρου και χωρούσε περίπου 15.000 θεατές. O ίδιος, το 1958, επανέλαβε την έρευνα, κυρίως στο χώρο της ορχήστρας και της σκηνής. Η πρώτη φάση του χρονολογείται στα πρώιμα Ελληνιστικά χρόνια. Το Ελληνιστικό θέατρο είναι ένα από τα σημαντικότερα μνημεία της Λέσβου, αλλά και του αρχαίου κόσμου ευρύτερα. Κατασκευάστηκε στο ψηλότερο σημείο της πόλης, δίπλα στα μεσόγεια τείχη, σε έναν εξαιρετικό χώρο, που πιστεύεται ότι στην αρχαιότητα ήταν άλσος. Ήταν ορατό και από εκείνους που προσέγγιζαν την πόλη από τη θάλασσα, μέσω των δύο λιμανιών της. Θεωρείται ως ένα από τα μεγαλύτερα θέατρα της αρχαιότητας, με μέση χωρητικότητα 15.000 άτομα και εξαιρετική ακουστική. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο στο Βίο του Πομπήιου, ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Πομπήιος κατά την επίσκεψή του σε αυτό, αποφάσισε αντιγράφοντας την αρχιτεκτονική του δόμηση να κατασκευάσει παραπλήσιο Θέατρο στη Ρώμη. Αρχιτεκτονικά διαθέτει όλα τα χαρακτηριστικά των αρχαίων ελληνικών θεάτρων, όπως το κοίλο για τους θεατές, την κυκλική ορχήστρα για το χορό και τη λατρεία του Διονύσου, τις παρόδους, το προσκήνιο και ένα πολυτελές διώροφο σκηνικό οικοδόμημα, του οποίου ο κάτω όροφος ήταν δωρικού και ο άνω όροφος ιωνικού ρυθμού. Ήταν εξ’ ολοκλήρου μαρμάρινο. Επίσης, από το θέατρο πιστεύεται ότι προέρχεται ο μαρμάρινος θρόνος με την εγχάρακτη επιγραφή του τέλους του 1ου αι. π.Χ.: ΠΟΤΑΜΩΝΟΣ ΤΟΥ ΛΕΣΒΩΝΑΚΤΟΣ ΠΡΟΕΔΡΙΑ, ο οποίος σήμερα εκτίθεται στο υποστατικό του Παλαιού Αρχαιολογικού Μουσείου Μυτιλήνης. Όλα τα εδώλια που βρέθηκαν, είχαν αποσπασθεί από την αρχική τους θέση και πολλά είχαν μεταφερθεί και χρησιμοποιηθεί για την ανέγερση διαφόρων κτισμάτων και ιδίως για την ανακαίνιση του φρουρίου από τους Γατελούζους. Σήμερα σώζεται η τελευταία οικοδομική φάση του μνημείου, που χρονολογείται στα Υστερορωμαϊκά χρόνια.

Αρχαίο λατομείο μαρμάρου στη Μόρια

Το αρχαίο λατομείο μαρμάρου βρίσκεται σε ιδιωτική έκταση, στην αγροτική περιοχή της Μόριας. Θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα μνημεία αυτού του είδους στη Λέσβο, αλλά και στον ευρύτερο αιγαιακό χώρο. Καταλαμβάνει έκταση μήκους 200μ., πλάτους 120μ. και βάθους 30μ., σε ορισμένα σημεία. Περιλαμβάνει εννέα βασικές εξορυκτικές κοιλότητες και πολλές μικρότερες στην περιφέρεια. Τα ίχνη των εργαλείων στα τοιχώματα των λάκκων σχηματίζουν το μοτίβο της ιχθυάκανθας, χαρακτηριστικό των λατομείων των ρωμαϊκών χρόνων. Το μάρμαρο του λατομείου εντάσσεται, από γεωλογική άποψη, στους άνω τριαδικούς σχηματισμούς της αυτόχθονης ενότητας της Λέσβου. Η λειτουργία του λατομείου τοποθετείται χρονικά κυρίως το διάστημα από τους ελληνιστικούς χρόνους έως την ύστερη αρχαιότητα. Η σύγχρονη εξορυκτική δραστηριότητα στο χώρο, που διακόπηκε πριν 40 χρόνια περίπου, μαζί με τη διάβρωση προκάλεσαν φθορές στη μορφή του μνημείου.

Αρχαιολογικός χώρος βόρειου λιμένα Μυτιλήνης

Ο αρχαιολογικός χώρος στο βόρειο λιμένα της Μυτιλήνης βρίσκεται στα βορειοδυτικά του κάστρου της πόλης. Ο Στράβων το αναφέρει ως «Μέγα» και ο Αριστοτέλης ως «Μαλόεντα» εξαιτίας του παρακείμενου επίσημου ιερού της πόλης, το οποίο ήταν αφιερωμένο στον Απόλλωνα. Σώζεται επίσης η ονομασία «Εμπορικός», που προσδιορίζει τη βασική χρήση του, την οποία διατήρησε για πολλούς αιώνες. Στους κλασικούς χρόνους το λιμάνι επεκτάθηκε τεχνητά και αντικατέστησε τον εσωτερικό μικρότερο λιμενοβραχίονα, ο οποίος χρονολογείται στην αρχαϊκή εποχή. Η λιμενολεκάνη ορίζεται από δύο ισχυρούς λιμενοβραχίονες κατασκευασμένοι όπως και τα τείχη της στεριάς, με εντυπωσιακού μεγέθους λιθόπλινθους στις εξωτερικές πλευρές τους, ικανές να αντέξουν τον έντονο κυματισμό. Το αμυντικό τείχος της πόλης συνεχιζόταν πάνω και στους λιμενοβραχίονες, καταλαμβάνοντας την εξωτερική πλευρά τους, ενώ η εσωτερική πλευρά χρησιμοποιούνταν ως αποβάθρα για την προσάραξη των επιβατικών και εμπορικών πλοίων. Η καταστροφή τους και η υποβάθμιση του λιμανιού οδήγησε στη σταδιακή επιχωμάτωση της λιμενολεκάνης, αλλά και του Ευρίπου. Η βασική κατασκευή του χρονολογήθηκε αρχικά από τον Koldewey στο β΄ μισό του 5ου αι. π.Χ., στα χρόνια δηλ. του Πελοποννησιακού Πολέμου, με βάση τη μαρτυρία του Θουκυδίδη (ΙΙΙ, 2,2). Οι Γατελούζοι άρχοντες της Λέσβου τονώνουν το εμπόριο και ενισχύουν την αμυντική θωράκιση της πόλης με το κάστρο. Την εποχή εκείνη το λιμάνι είναι γνωστό ως λιμάνι του «Αγίου Γεωργίου». Το 1373 αναφέρεται ότι στην άκρη του μεγάλου λιμενοβραχίονα υπήρχε ο «Πύργος του Λοράντα», ο οποίος, αν και καταστράφηκε με την υποδούλωση του νησιού από τους Οθωμανούς το 1462, φαίνεται ότι επιβίωσε στη συλλογική μνήμη και στα χαρακτικά των ευρωπαίων περιηγητών του 18ου αιώνα.

Ελληνιστική Στοά και Επιθαλάσσιο Αμυντικό Τείχος

Ο Αρχαιολογικός χώρος Ελληνιστικής Στοάς και επιθαλασσίου αμυντικού τείχους βρίσκεται στην Πάνω Σκάλα Μυτιλήνης. Υπάρχει μια διώροφη στοά δωρικού ρυθμού, προσανατολισμού Α-Δ, με μέγιστες σωζόμενες διαστάσεις 87 Χ 16 μ. Το συνολικό της μήκος υπολογίζεται σε περίπου 150 μ. Το 1929 αποκαλύφθηκε αρχικά ένα μικρό τμήμα της κατά τις εργασίες κατασκευής της «Προσφυγικής Αγοράς». Στο εσωτερικό του κτιρίου υπήρχε κιονοστοιχία για τη στήριξη της στέγης. Η πρόσοψή της από την πλευρά της θάλασσας ήταν μαρμάρινη με εντυπωσιακά αρχιτεκτονικά στοιχεία. Η ανέγερσή της στο παράκτιο μέτωπο του επιβατικού και εμπορικού βόρειου λιμένα Μυτιλήνης αποκαλύπτει και τον εμπορικό της χαρακτήρα. Η στοά κατασκευάστηκε τον 3ο αι. π.Χ. αξιοποιώντας στη θεμελίωσή της το εσωτερικό παράκτιο τείχος της πόλης, η χρήση του οποίου είχε πια διακοπεί. Στην περιοχή έχουν ανασκαφτεί, χωρίς να διατηρηθούν, άλλες πέντε στοές, γεγονός που μας επιτρέπει να ταυτίσουμε την περιοχή ως τον χώρο της αρχαίας αγοράς. Στην ύστερη αρχαιότητα (4ος-6ος αι. μ.Χ.) το μεγαλοπρεπές κτίριο είχε καταστραφεί και πάνω σε ένα τμήμα του κατασκευάστηκε ένα σχεδόν τετράγωνο λουτρό διαστάσεων 12 Χ 11,5 μ. με έξι δωμάτια, ορθογώνιες δεξαμενές και αγωγούς. Στην ύστερη οθωμανική περίοδο η περιοχή χρησιμοποιήθηκε ως το κύριο νεκροταφείο της πόλης για την οθωμανική κοινότητα.

Εργαστήριο στυπτηρίας στην Αποθήκα

Στην περιοχή Αποθήκα κατά τη διάρκεια ανασκαφών αποκαλύφθηκαν λείψανα ρωμαϊκής εποχής και εργαστηριακό συγκρότημα που χρονολογούνται στους ρωμαϊκούς χρόνους, που πιθανολογείται ότι χρησίμευαν για την επεξεργασία του αλουνίτη και την εξαγωγή της στυπτηρίας, η οποία χρησιμοποιούταν στην αρχαιότητα ως φάρμακο. Στη γύρω περιοχή υπάρχουν ορυχεία αλουνίτη, απ’ όπου εξορυσσόταν το υλικό, το οποίο κατεργαζόταν δίπλα στη θάλασσα. Από το λιμάνι του παρακείμενου αρχαίου οικισμού θα γινόταν η εξαγωγή του.

Καλόχτιστος Τοίχος Αποθήκας

Ο Καλόχτιστος Τοίχος βρίσκεται στην περιοχή της Αποθήκας, στην είσοδο του κόλπου Καλλονής, όπου σώζεται μνημειώδης αναλημματικός τοίχος μήκους μεγαλύτερου των 50μ. και ύψους 5μ. περίπου. Πρόκειται για το ωραιότερο από τα αρχαία μνημεία που σώζονται στη Λέσβο. Χτίστηκε για να συγκρατήσει την επίχωση που έγινε για να σχηματιστεί στην πλαγιά ένα ευρύτατο πλάτωμα. Είναι δομημένος με το Λέσβιο σύστημα δόμησης, που χαρακτηρίζεται από την κυρτότητα των εδρών της κάθε πέτρας, με την αρμολόγηση να επιτυγχάνεται με την χρήση μολύβδινου κανόνα.

Λαρισαίες πέτρες

Οι Λαρισαίες πέτρες είναι ερείπια από τα πελασγικά κτίσματα και βρίσκονται στη θέση «Λάρσος» στις βορειοανατολικές ακτές της Λέσβου.

Οικισμός στους Πύργους Θερμής

Προϊστορικός οικισμός της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού (3200-2400 π.Χ.) με πέντε διαδοχικές οικοδομικές φάσεις, καθώς και οικιστικά κατάλοιπα της Μέσης και Ύστερης Εποχής του Χαλκού (2000-1300 π.Χ.), ανακαλύφθηκε από τη Βρετανική Σχολή Αθηνών το 1929 στην ανατολική ακτή του νησιού της Λέσβου, στους Πύργους Θερμής. Η ανάδειξη του οικισμού εντάχτηκε στο Περιφερειακό Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Πολιτισμός» του Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης 2000-2006, το οποίο ολοκληρώθηκε το 2008. Πέραν των εργασιών που πραγματοποιήθηκαν για την πλήρη αποκάλυψη του οικισμού και τη στερέωση – αποκατάσταση των οικιστικών καταλοίπων, κατασκευάστηκε συγκρότημα δυο κτηρίων εξυπηρέτησης κοινού.

Ρωμαϊκό Υδραγωγείο Μυτιλήνης

Κατάλοιπα Ρωμαϊκού Υδραγωγείου βρίσκεται στη θέση Μόρια Μυτιλήνης, κοντά στο χωριό Λάμπου Μύλοι. Πρόκειται για ένα από τα πιο σημαντικά τεχνικά έργα της Μεσογείου. Το Ρωμαϊκό Υδραγωγείο της Μυτιλήνης, είναι έργο πιθανώς του τέλους του 2ου ή των αρχών του 3ου μ.Χ. αιώνα. Κατασκευάσθηκε για τη μεταφορά νερού από τις πηγές του όρους Ολύμπου μέχρι την αρχαία πόλη της Μυτιλήνης, σε διαδρομή περίπου 26 χλμ. Η υδατογέφυρα στη Μόρια, έχει μήκος 170 μ. (στο ύψος του υδαταγωγού) και μέγιστο σωζόμενο ύψος 24,46 μ. στο κέντρο της κοιλάδας. Το Υδραγωγείο ξεκινούσε από την Αγιάσο και έφτανε στη Μυτιλήνη. Αποτελείται από 17 τοξωτά ανοίγματα και 3 επάλληλες σειρές τόξων στο κεντρικό τμήμα, τα οποία δημιουργούνται με τη βοήθεια 16 πεσσών. Από τους αρχικούς πεσσούς διατηρούνται σήμερα σε καλύτερη κατάσταση οι κεντρικοί, ενώ από τους ακραίους σώζονται μόνο οι κατώτερες στρώσεις τους. Η υδατογέφυρα της Μόριας κατατάσσεται αναμφισβήτητα στις ομορφότερες υδατογέφυρες του αρχαίου κόσμου εξαιτίας του ιδιαίτερου αρχιτεκτονικού της σχεδιασμού, που τη μετέτρεψε από ένα χρηστικό τεχνικό έργο μεγάλης κλίμακας σε ένα έργο ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής. Σύμφωνα με τον Ιωάννη Κοντή, «ολόκληρη η κατασκευή έμοιαζε με ενιαία πρόσοψη κτιρίου με τρεις επάλληλες στοές».

Ταφικό Σύνολο στον Ίππειο Ευεργέτουλας

Το Ταφικό Σύνολο βρίσκεται κοντά στον κεντρικό τομέα του χωριού Ίππειου Ευεργέτουλας σε βάθος 1.50μ. από την επιφάνεια του οδοστρώματος. Είναι ένα μοναδικό και σπάνιο ταφικό σύνολο για την ιστορία και την αρχαιολογία των πρώιμων ιστορικών χρόνων της Λέσβου. Επισημαίνεται ότι πρώτη φορά ανασκάπτεται στο νησί γεωμετρικός τάφος του Ύστερου 8ου αι. π.Χ. Πρόκειται για κτιστό κιβωτιόσχημο τάφο από σχιστόλιθο, εντός του οποίου αποκαλύφθηκε σε ύπτια στάση μία ασύλητη ταφή, πιθανώς νεαρής γυναίκας, που χρονολογείται περίπου στα 750-700 π.Χ. Τα κοσμήματα που βρεθήκανε μαζί με τη ταφή αποτελούν εξαιρετικά δείγματα της τέχνης της χρυσοχοΐας των πρώιμων ιστορικών χρόνων που αναπτύσσεται δειλά κατά τον 8ο αι. στο Αιγαίο και την ηπειρωτική Ελλάδα και αποκορυφώνεται τον 7ο και 6ο αι. π.Χ.

Χαλατσές Περάματος

Στη θέση «Χαλατσές», πολύ κοντά στον οικισμό του Περάματος και στην είσοδο του κόλπου της Γέρας οι ανασκαφικές έρευνες της Εφορείας Αρχαιοτήτων σε οικόπεδα ιδιωτών έφεραν στο φώς τα λείψανα ενός σημαντικού οικισμού, χρονολογούμενου στη 2η χιλιετία π.Χ. Όπως μαρτυρούν οι αρχαιολογικές ενδείξεις η κατοίκηση συνεχίστηκε αδιάλειπτα ως τους Ρωμαϊκούς Χρόνους. Συγκεκριμένα αποκαλύφθηκαν πολύχωρα κτίρια με πολεοδομική οργάνωση, λιθόστρωτους δρόμους και ανοικτούς υπαίθριους χώρους, πιθανόν πλατείες. Τα υπερκείμενα αρχαιολογικά στρώματα στη θέση αυτή μαρτυρούν ότι η κατοίκηση συνεχίστηκε αδιάλειπτα έως τους Ρωμαϊκούς Χρόνους. Μολονότι η εικόνα μας για τη συνέχιση της ζωής στις Χαλατσές είναι αποσπασματική, ενδιαφέρον για τη συνέχιση της κεραμικής παραγωγής έχουν οι κλίβανοι των Ελληνιστικών και Ρωμαϊκών χρόνων που βρέθηκαν επάνω από τους μυκηναϊκούς. Μάλιστα οι εκτεταμένες αποθέσεις αμφορέων επιτρέπουν τη σύνδεση της κεραμικής παραγωγής των κλιβάνων με τους λεσβιακούς αμφορείς.

Αρχαίοι Ναοί

Αιολικό Ιερό Κλοπεδής Λέσβου

Το Αιολικό Ιερό Κλοπεδής Λέσβου βρίσκεται κοντά στην Αγία Παρασκευή, στην θέση «Κλοπεδή». Σε ανασκαφές που έγιναν στις αρχές του περασμένου αιώνα ανακαλύφθηκαν εντυπωσιακά λείψανα δύο λατρευτικών κτιρίων, που παραμένουν ως σήμερα τα μοναδικά δείγματα αιολικού ρυθμού στην Λέσβο και τον Ελλαδικό χώρο και ένα από τα σημαντικότερα αρχαία ιερά του νησιού. Στην Κλοπεδή  η αρχαιότερη κατοίκηση ανάγεται στους Μυκηναϊκούς χρόνους, η πρώτη όμως τεκμηριωμένη λατρεία στον χώρο αρχίζει τον 8ο αιώνα π.Χ. Για την θεότητα, στην οποία ήταν αφιερωμένο το Ιερό, μαρτυρούν τα πρόσφατα ανασκαφικά ευρήματα: ένα χάλκινο αγαλμάτιο κούρου και μία ενεπίγραφη πλάκα με το χάραγμα [ΑΠΟΛ]ΛΩΝΟΣ, αποκαλύπτουν την ταυτότητα της θεότητας και συνδέουν άρρηκτα την λατρεία του Ιερού με τον θεό του Φωτός.

Ιερό στα Μέσα Αγίας Παρασκευής

Το Ιερό στα Μέσα βρίσκεται στη θέση «Κουκάλα» ή «Κοκκάλα» στην αγροτική περιφέρεια της Αγίας Παρασκευής Λέσβου. Η πρώτη αναφορά στο ιερό έγινε από το Γάλλο περιηγητή M. Boutan, ενώ ο Γερμανός R. Koldewey διενήργησε τις πρώτες ανασκαφές τον Δεκέμβριο του 1885 και τον Ιανουάριο του 1886. Πρόκειται για ερείπια μεγάλου ναού που ανήκουν στο 3ο π.Χ. αιώνα, που σύμφωνα με την επικρατούσα άποψη ήταν αφιερωμένο στη Λεσβιακή Τριάδα (τον Δία, την Ήρα και τον Διόνυσο). Αποτέλεσε κέντρο παλλεσβιακής λατρείας και επικοινωνίας ενώ στις αρχές του 4ου π.X. αιώνα, υπήρξε έδρα του κοινού των λεσβιακών πόλεων. Εδώ διοργανώνονταν προς τιμήν της Ήρας, καλλιστεία.

Μοναστηριακός ναός στην Καλλονή

Ανάμεσα στην Καλλονή και στα Παράκοιλα, στο ύψωμα Ξηρόκαστρο, υπήρχε ο μοναστηριακός ναός της Παναγίας 17ο αιώνα. Σήμερα πάνω στο λόφο διακρίνονται ερείπια ναού και κάποιο τμήμα του κάστρου, το οποίο πρέπει να ήταν αρχαίο φρούριο με μεσαιωνικές προσθήκες αργότερα.

Ναός Βρησαγενούς Διονύσου στον Άγιο Φωκά

Ο ναός του Διονύσου Βρισαίου ή Βρησαγενούς εντοπίστηκε λίγο μετά τα μέσα του 19ου αιώνα στο εκκλησάκι του Αγίου Φωκά. Αναφέρεται από τον Στ. Βυζάντιο, τον Ανδροτίωνα και σε επιγραφές της Λέσβου. Μάλιστα ο τελευταίος αναφέρει ότι ιδρύθηκε από τον Μάκαρα. Τα αρχιτεκτονικά μέλη ανήκουν πιθανόν σε έναν μικρό δωρικό ναό εν παραστάσι που χρονολογείται στον 1ο αι. π.Χ., χωρίς όμως να αποκλείεται μία πρωιμότερη χρονολόγηση.  Άλλωστε οι επιγραφικές μαρτυρίες χρονολογούνται πιθανόν στον 3ο αι. π.Χ. Ωστόσο η αρχαιολογική έρευνα του επόμενου αιώνα απέδειξε ότι η οικιστική δραστηριότητα στην περιοχή είχε ξεκινήσει πολύ παλαιότερα. Συγκεκριμένα, η επιφανειακή έρευνα εντόπισε όστρακα Πρώιμης Εποχής Χαλκού και Ύστερων Γεωμετρικών χρόνων. Κατά την ανασκαφή που διενεργήθηκε 100μ. ΝΑ από το εκκλησάκι εντοπίσθηκε ένα ορθογώνιο κτίριο που ταυτίστηκε με πύργο-παρατηρητήριο. Ήρθαν επίσης στο φως όστρακα Πρώιμης Εποχής Χαλκού, Αρχαϊκών και Κλασικών χρόνων. Η χρήση του χώρου συνεχίστηκε και κατά τους βυζαντινούς χρόνους, όπως φαίνεται από τα ερείπια της βασιλικής καθώς και από τα νομίσματα του 6ου και 10ου αι. μ.Χ. που βρέθηκαν στον χώρο. Τέλος, ίχνη του αρχαίου λιμανιού αναφέρονται κάτω από το σύγχρονο μόλο.

Παλαιοχριστιανική Βασιλική Αγίου Ανδρέα στην Ερεσό

Η Παλαιοχριστιανική Βασιλική Αγίου Ανδρέα στην Ερεσό, είναι μια από τις μεγαλύτερες σε έκταση παλαιοχριστιανικές βασιλικές της Λέσβου με ορθογώνια κάτοψη, που σήμερα σώζονται ερείπιά της. Η Βασιλική Αγίου ήταν αρχικά αφιερωμένη στον απόστολο Ανδρέα ή πιθανότερα στον τίμιο Πρόδρομο, γιατί στο ίδιο μέρος σώζονται σε ικανό ύψος τοίχοι μικρού παλιού ξωκλησιού τιμώμενου στο όνομα του Αγίου Ιωάννου Προδρόμου, λατρεία η οποία φαίνεται ότι συνεχίστηκε μέχρι και τον 7ο μ.Χ. αιώνα. Η αλλαγή του ονόματος χρονολογείται το 740 μ.Χ. και οφείλεται στην ταφή στο χώρο της βασιλικής του αρχιεπισκόπου Κρήτης Αγίου Ανδρέα ο οποίος κατά την επιστροφή του από την Κωνσταντινούπολη πέθανε μέσα στο πλοίο που έπλεε κοντά στην Ερεσό. Η Παλαιοχριστιανική Βασιλική αποκαλύφθηκε σε ανασκαφές που πραγματοποιήθηκαν από μοναχούς της μονής Πιθαρίου τα έτη 1884 και 1885. Έχει τρίκλιτη διάταξη και αποτελείται από νάρθηκα (χώρο στον οποίο στέκονταν οι κατηχούμενοι), από τον κυρίως ναό (το μέρος των πιστών) και το ιερό το τμήμα του ιερέα και των διακόνων).  Η αψίδα του ιερού ήταν εσωτερικά εγγεγραμμένη κυκλοτερής, ενώ εξωτερικά πολύπλευρη. Ο τύπος αυτός προήλθε από την Συρία και μεταλαμπαδεύτηκε στη Μ. Ασία.

Παλαιοχριστιανική Βασιλική Αφεντέλλη στην Ερεσό

Τα ερείπια της Παλαιοχριστιανικής Βασιλικής Αφεντέλλη βρίσκονται σε απόσταση δύο περίπου χιλιομέτρων, δυτικά από τις εκβολές του ποταμού Χαλάντρα και στην περιοχή Αφεντέλλη. Ο ναός είναι της ίδιας τεχνοτροπίας με εκείνον του Αγίου Ανδρέα. Είναι τρίκλιτη και χτίστηκε στα μέσα του Ε’ αιώνα. Εικάζεται ότι εδώ ήταν το σχολείο του ιατροφιλόσοφου και βοτανολόγου Θεόφραστου. Τα ψηφιδωτά που βρέθηκαν με θαυμάσεις παραστάσεις παγωνιών, διατηρούνται σε καλή κατάσταση. Οι βάσεις των κιόνων και τα κιονόκρανα είναι Ιωνικού ρυθμού, ενώ ιδιαίτερου ενδιαφέροντος είναι το περίφημο “εγκαίνιό” του που φυλάσσεται στο αρχαιολογικό μουσείο. Πρόκειται για μια μικρή μαρμάρινη σαρκοφάγο που περιείχε λείψανα και το μύρο του Αγίου.

Παλαιοχριστιανική Βασιλική Ποδαράς

Στη Παλαιοχριστιανική Βασιλική Ποδαρά στη περιοχή Σείστρια, βρίσκονται όσα λείψανα απέμειναν από μια παλαιοχριστιανική βασιλική, δηλαδή από μια μεγάλη εκκλησία που είχε περίπου το σχήμα της “Παναγιάς” και είχε κτιστεί κατά την εποχή της επικράτησης του Χριστιανισμού στη Λέσβο, δηλαδή τον 5ο-6ο αιώνα. Στο χωράφι διατηρούνται ακόμα, τμήμα μιας αρράβδωτης μαρμάρινης κολώνας, μαρμάρινα πυραμιδοειδή επίκρανα με ανάγλυφους σταυρούς, κιονίσκοι και αρκετά τμήματα από θωράκια, τα καλύτερα από τα οποία έχουν μεταφερθεί στο Λαογραφικό μουσείο. Επίσης ένα κατώφλι της εκκλησίας και μια επιγραφή χαραγμένη πάνω σε γκριζόμαυρη πέτρα με λατινικούς χαρακτήρες, χωρίς να είναι δυνατή η ανάγνωσή της. Η επιγραφή αυτή υποδηλώνει την ύπαρξη κάποιου αρχαιότερου δημοσίου κτίσματος, διότι τέτοιες επιγραφές αναφερόμενες σε αυτοκράτορα στήνονταν μόνο σε ιερά ή ναούς.

Παλαιοχριστιανική Βασιλική Χαλινάδου

Τα ερείπια της Παλαιοχριστιανικής Βασιλικής Χαλινάδου βρίσκονται κατά μήκος της οδικής αρτηρίας που συνδέει την Αγία Παρασκευή με την Κώμη και την Πηγή. Θεωρείται ότι ο ναός αυτός αποτελούσε το καθολικό μικρού μοναστηριού και χρονολογείται στο 2ο μισό του 6ου αιώνα μ.Χ. Το μνημείο ανέσκαψε και αναστήλωσε ο Α. Ορλάνδος το 1937.

Κάστρα

Βυζαντινά τείχη στο Καστέλι Αγιάσου

Απομεινάρια ενός παλιού μεσαιωνικού οχυρού βρίσκονται λίγο έξω από την Αγιάσο, στην περιοχή Καστέλι. Τα βυζαντινά του τείχη σώζονται περιμετρικά στο ύψος της θεμελίωσης, ενώ τείχη με οθωμανικές ανακατασκευές σώζονται μέχρι και το 1 μ. ύψος. Λόγω της γεωγραφικής του θέσης, ο λόφος αποτελούσε εξαιρετικό παρατηρητήριο της ευρύτερης περιοχής, για αυτό και αναπτύχθηκε έξω από την κεντρική οχύρωση κατά την οθωμανική περίοδο. Έχει κηρυχτεί «ιστορικό διατηρητέο μνημείο» και η θέα του είναι μοναδική.

Κάστρο Ερεσού

Στη θέση Βίγλα συνυπάρχουν τα τείχη της Αρχαϊκής Περιόδου, με ένα βυζαντινό (ή ίσως Γενοβέζικο) πύργο και έναν τουρκικό πύργο, μεσαιωνικό κάστρο και μια ρωμαϊκή δεξαμενή. Από το βυζαντινό κάστρο της Ερεσού σήμερα δε σώζονται παρά μόνο ελάχιστα ερείπια που περιλαμβάνουν έναν κυκλικό και έναν ορθογώνιο πύργο και μία δεξαμενή νερού. Οι δύο πύργοι παρουσιάζουν διαφορά στην τοιχοποιία. Ο τετράγωνος είναι κατασκευασμένος έτσι ώστε να πλησιάζει το ισόδομο σύστημα δόμησης, με κανονικούς ορθογώνιους λίθους και ευρεία χρήση αρχαίου υλικού. Ο κυκλικός πύργος είναι κτισμένος με ακανόνιστους κυρίως λίθους από τους οποίους ελάχιστοι προέρχονται από αρχαία οικοδομήματα. Ο τελευταίος φαίνεται να έχει προστεθεί μεταγενέστερα, μάλλον από τους Τούρκους, εν είδει προμαχώνα. Το κάστρο έχει υποστεί μετατροπές και προσθήκες αρχικά από τους ίδιους τους Βυζαντινούς και στη συνέχεια από τους Γατελούζους ηγεμόνες του νησιού (μετά το 1355). Σε καλή κατάσταση σώζεται σήμερα η δεξαμενή νερού που για πολλούς είναι ρωμαϊκή ενώ για άλλους βυζαντινή. Η οροφή της είναι θολωτή και διαθέτει βάθος.

Κάστρο Μολύβου

Το Μεσαιωνικό Κάστρο του Μολύβου βρίσκεται στο βόρειο τμήμα της Λέσβου, στη θέση της αρχαίας Μήθυμνας και αποτελεί το δεύτερο σε μέγεθος και σημασία κάστρο της Λέσβου. Το Φρούριο της Μήθυμνας θεμελιώθηκε κατά τους Βυζαντινούς χρόνους πάνω στα ερείπια της αρχαίας οχύρωσης, που διακρίνονται  στη νότια τάφρο. Η ακριβής χρονολογία ίδρυσής του δεν είναι γνωστή. Πιθανόν χτίστηκε κατά τη διάρκεια της Βυζαντινής εποχής στα απομεινάρια αρχαίων, εκτεταμένων τειχών, με σκοπό την αντιμετώπιση επιδρομών Φράγκων και Τούρκων. Το 1128, κυριεύτηκε από τους Ενετούς και από το 1204 ως το 1287 ήταν υπό την κατοχή του Βαλδουίνου Β΄ της Φλάνδρας. Στα τέλη του 13ου αιώνα πέρασε στα χέρια των Καταλανών και το 1373 ανακαινίσθηκε από τον Φραγκίσκο Α’ Γατελούζο. Το 1462 περιήλθε σε τουρκική κατοχή. Η σημερινή του μορφή είναι αποτέλεσμα των οθωμανικών επισκευών και προσθηκών του 15ου και 17ου αιώνα. Το Φρούριο έχει σχήμα ακανόνιστου τραπεζίου με πλευρά περίπου 70 μ. και είναι χτισμένο από κοκκινωπό και καφέ τραχείτη. Πρόκειται για ένα καλοφτιαγμένο Κάστρο με γερά τείχη (εντοιχισμένες πλάκες ), με επιγραφές, οικόσημα και άλλα διακριτικά στοιχεία. Ο χώρος χωρίζεται σε πολλά επίπεδα, ενώ εξαίρετο μνημείο παραμένει η κεντρική είσοδος κατασκευασμένη από χοντρό ξύλο, σκεπασμένο με περίτεχνες μεταλλικές πλάκες. Χρησιμοποιήθηκε ως φυλακή και πυριτιδαποθήκη και σήμερα λειτουργεί ως τόπος διεξαγωγής πολιτιστικών εκδηλώσεων του Δήμου Μήθυμνας.

Κάστρο Μυτιλήνης

Το Κάστρο της Μυτιλήνης καλύπτει έκταση 91 στρεμμάτων και βρίσκεται στο βορειανατολικό τμήμα της σύγχρονης πόλης, στην κορυφή μιας χερσονήσου. Αυτή η χερσόνησος ήταν αρχικά νησί χωρισμένο από την απέναντι στεριά με στενό πορθμό, τον Εύριπο. Μετά τη διάβρωση του εδάφους και την επιχωμάτωση του Ευρίπου το νησί ενώθηκε με την απέναντι στεριά και μετατράπηκε τελικά στη σημερινή χερσόνησο. Αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα κάστρα της Μεσογείου και επιλέχθηκε για να αποτελέσει καταφύγιο του πληθυσμού από τους πειρατές της Μεσόγειου. Η κατασκευή του άρχισε κατά την Βυζαντινή εποχή (483-565 μ.Χ.), με την χρησιμοποίηση αρχαίου δομικού υλικού και ολοκληρώθηκε στα χρόνια της Ηγεμονίας των Γενουατών Γατελούζων (1355-1462). Το 1462 καταλαμβάνεται από τους Τούρκους, όπου έγιναν προσθετικές εργασίες και κατασκευάστηκε επίσης ένα Τούρκικο Ιεροδιδασκαλείο, χτίσμα που σώζεται μέχρι σήμερα. Ακόμη και σήμερα διασώζεται το παλάτι των Γατελούζων, ένας τετράγωνος πέτρινος πύργος με εντοιχισμένη πλάκα, όπου με ευδιάκριτα ανάγλυφα σχήματα παριστάνεται το οικόσημο των Γατελούζων και παραστάσεις Ρωμαϊκών μονομαχιών. Τα τείχη του διατηρούνται σε καλή κατάσταση και είναι δείγματα άριστης οχυρωματικής αρχιτεκτονικής. Μέσα στο κάστρο σώζονται πολλές υπόγειες στοές, που λειτούργησαν ως καταφύγιο για τα γυναικόπαιδα της πόλης σε περιόδους πολέμου, καθώς και μια ρωμαϊκή ή βυζαντινή δεξαμενή φτιαγμένη από αδιάβροχο υλικό,  χωρητικότητας 4.000 τετραγωνικών μέτρων. Το κάστρο συνδέεται με το παλιό λιμάνι της πόλης, το οποίο μπορούμε να αντικρίσουμε. Σήμερα χρησιμοποιείται ως χώρος διεξαγωγής πολιτιστικών εκδηλώσεων κατά τους θερινούς μήνες.

Κάστρο Ξηρόκαστρο Καλλονής

Ανάμεσα στην Καλλονή και στα Παράκοιλα, στο ύψωμα Ξηρόκαστρο υπήρχε οικισμός που καταστράφηκε το 17ο αιώνα. Στην περιοχή σώζεται ένα τμήμα από αρχαίο φρούριο με μεσαιωνικές προσθήκες αργότερα.

Κάστρο Σιγρίου

Το Κάστρο Σιγρίου βρίσκεται στην άκρη του ομώνυμου οικισμού, διατηρείται σε καλή κατάσταση και έχει καταπληκτική θέα προς το Αιγαίο. Χτίστηκε από τους Τούρκους το 1757 προκειμένου να προστατευθεί η περιοχή από τις επιδρομές των πειρατών και να διασφαλιστεί η ομαλή διακίνηση των εμπορευμάτων. Σε όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας αποτελούσε κεντρικό σημείο της κωμόπολης, γύρω από το οποίο αναπτύχθηκε ο οικισμός στην προστατευόμενη πια, από το φρούριο, περιοχή. Πρόκειται για μικρό πέτρινο κάστρο, τετράγωνο στην κάτοψη, με τετράγωνους οχυρωματικούς πύργους στις τέσσερις γωνίες. Αξιόλογη είναι και η κεντρική του είσοδος κατασκευασμένη από σίδερο με επάλληλες πέτρινες αψίδες. Κοσμείται με οξυκόρυφο τόξο – δείγμα τυπικής αραβικής αρχιτεκτονικής – κατασκευασμένο από εναλλασσόμενους κόκκινους και λευκούς λίθους. Παρόμοια είναι τα τοξωτά λίθινα ή πλίνθινα υπέρθυρα των κελιών στο εσωτερικό του κάστρου, που χρησίμευαν για την διαμονή της μόνιμης φρουράς.

Πύργος Τσουκαλαδέλλη στη Θερμή

Ο Πύργος Τσουκαλαδέλλη βρίσκεται στον οικισμό της Θερμής Λέσβου σε απόσταση 15 χλμ. περίπου από τη Μυτιλήνη. Πρόκειται για λιθόκτιστο κτίριο με τετράγωνη κάτοψη που αναπτύσσεται σε τέσσερις ορόφους. Είναι μία από τις παλαιότερες αρχοντικές κατοικίες που σώζονται στο νησί  και αποτελούσε τον πυρήνα αγροκτήματος και χρησίμευε ως παραθεριστική κατοικία των ιδιοκτητών του. Η κατασκευή του κατά την οποία χρησιμοποιήθηκε και αρχαίο οικοδομικό υλικό καθώς και τα αρχιτεκτονικά και μορφολογικά στοιχεία του κτιρίου τοποθετούν τη χρονολόγησή του στο 18ο αιώνα.

Μνημεία

Άγαλμα Ελευθερίας στη Μυτιλήνη

Το Άγαλμα Ελευθερίας βρίσκεται στην αρχή του άλσους «Τσαμάκια» κάτω από το κάστρο της Μυτιλήνης, στην θέση που ήταν το γραφικό «Καστρέλι» το 1922. Είναι κατασκευασμένο από μπρούτζο στη Γερμανία, ενώ το πρόπλασμά του έγινε από τον Έλληνα γλύπτη Γρ. Ζευγώλη και το σχέδιο φιλοτεχνήθηκε από το Λέσβιο ζωγράφο Γ. Ιακωβίδη.

Αρχοντικά Μυτιλήνης

Σήμα κατατεθέν της Μυτιλήνης αποτελούν αδιαμφισβήτητα τα εξαίσια αρχοντικά που την κοσμούν, δείγματα της οικονομικής ευρωστίας του παρελθόντος. Αρχοντικά που έχτισαν οι αστοί στα τέλη του 18ου και τον 19ο αιώνα στην Μυτιλήνη, επιδεικνύοντας τα κέρδη που συσσώρευαν από το εμπόριο, καθώς η Μυτιλήνη ήταν ο συνδετικός κρίκος ανάμεσα στις αγορές της Ανατολής και τη Δύση. Τα αρχοντικά συνδυάζουν την ελληνική κλασσική αρχιτεκτονική με την ευρωπαϊκή. Σε όλες τις περιοχές της Μυτιλήνης αλλά και σε όλο το νησί δεσπόζουν τα εντυπωσιακά αρχοντικά. Κάποια από αυτά τα αρχοντικά έχουν αναπαλαιωθεί και έχουν γίνει γραφεία, διάφορες επιχειρήσεις αλλά και θαυμάσια τουριστικά καταλύματα.

Βαλιδέ Τζαμί στη Μυτιλήνη

Το Βαλιδέ Τζαμί είναι από τα παλαιότερα της Μυτιλήνης και βρίσκεται στην περιοχή πάνω Σκάλα. Η επιγραφή στο υπέρθυρο της πρόσοψης δηλώνει ότι το τζαμί χτίστηκε το 1615. Πρόκειται για χτίσμα λιθόκτιστο, μονώροφο, με δίρριχτη στέγη. Μαρμάρινη κλίμακα με τρεις βαθμίδες οδηγούσε σε λιθόστρωτο προαύλιο, όπου στο κέντρο υπήρχε πολύπλευρο συντριβάνι από λευκό μάρμαρο και διακοσμημένο με εγχάρακτα αραβουργήματα. Στο εσωτερικό η οροφή είχε έγχρωμη διακόσμηση, που μετά την αποχώρηση των Τούρκων καλύφθηκε με σκούρο χρώμα.  Ο διάκοσμος ήταν γύψινος το οποίο έφτανε περίπου τα 6 μ. ύψος.

Βρύσες

Οι βρύσες με ανάγλυφες επιγραφές και διακοσμήσεις σώζονται από την περίοδο της τουρκοκρατίας και βρίσκονται σε όλο το νησί.

Γενί Τζαμί στη Μυτιλήνη

Το Γενί Τζαμί (Νέο Τέμενος) βρίσκεται στη Μυτιλήνη και είναι σημαντικό ιστορικό μνημείο της 3ης δεκαετηρίδας του 19ου αιώνα. Είναι το μεγαλύτερο και λαμπρότερο μουσουλμανικό τέμενος της πόλης και ένα από τα χαρακτηριστικότερα της εποχής αυτής στον Ελλαδικό χώρο. Από αρχιτεκτονική και αισθητική άποψη, είναι από τα πιο ενδιαφέροντα χτίσματα της Μυτιλήνης, γιατί είναι αντιπροσωπευτικό της εποχής και της ενδιαφέρουσας οθωμανικής τέχνης που αναπτύχθηκε σε Ελληνικό έδαφος. Φτιάχτηκε από Ελληνικά χέρια που άφησαν εμφανή τα σημάδια τους σε αυτή τη δημιουργία. Το Γενί Τζαμί σήμερα λειτουργεί ως εκθεσιακός χώρος και φιλοξενεί εκδηλώσεις του Δήμου Μυτιλήνης.

Δημαρχείο Αγιάσου

Το Δημαρχείο της Αγιάσου εγκαινιάστηκε το 2002 και είναι χτισμένο πάνω στα παραδοσιακά οικιστικά πρότυπα του χωριού. Τα έργα ανάπλασης της πλατείας ανέδειξαν τον περιβάλλοντα χώρο που οδηγεί στον καταπράσινο Κήπο της Παναγίας και περιβάλλεται από εστιατόρια όπου ο επισκέπτης μπορεί να εκτιμήσει τη λαχταριστή ντόπια παραδοσιακή κουζίνα.

Καφενταρία στην Αγιάσο

Το παραδοσιακό νεοκλασικό καφενείο «Η Καφενταρία» βρίσκεται στην πλατεία αγοράς της Αγιάσου, πάνω από την εκκλησία της Παναγίας. Είναι ένας χώρος εξαιρετικά γραφικός, με πλακόστρωτο και μεταλλικές πέργκολες,  κατάφορτες από βαθύσκιωτα αναρριχητικά φυτά που γεφυρώνουν τις γύρω παρόδους. Από τα πολύ παλιά χρόνια αποτελεί τον αφαλό του χωριού όπου χτυπά η καρδιά της κοινωνικής του ζωής. Η Καφενταρία χαρακτηρίστηκε ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο και έργο τέχνης το 1999, γιατί αποτελεί αντιπροσωπευτικό δείγμα αρχιτεκτονικής των αρχών του αιώνα με εμφανή νεοκλασικά στοιχεία στις όψεις και είναι συνδεδεμένο με τις μνήμες των κατοίκων της περιοχής. Χτίστηκε το 1857 από την εκκλησία της Παναγίας και η διακόσμησή του ήταν με μεγάλα παράθυρα με τζαμωτά χωρίς ξύλινα παραθυρόφυλλα. Το καφενείο καταστράφηκε από τη μεγάλη πυρκαγιά που εκδηλώθηκε το 1877, η οποία αποτέφρωσε περίπου τα 4/5 του χωριού και ανακαινίστηκε το 1879. Η χρήση της Καφενταρίας ήταν πολλαπλή και στενά συνυφασμένη με την κοινωνική και πολιτική ιστορία της Αγιάσου. Οι κάτοικοί της έπιναν καφέ, ούζο, ρακί, σχολίαζαν τα γεγονότα της ημέρας, συζητούσαν για τις αγροτικές τους ασχολίες, μιλούσαν για εμπορικές συναλλαγές. Επιπλέον στο χώρο αυτό γίνονταν εκλαϊκευμένες διαλέξεις, πολιτικές συναθροίσεις και μουσικά δρώμενα.

Νέος Ξενώνας της εκκλησίας της Παναγίας Αγιάσου

Ο Νέος Ξενώνας Αγιάσου, ιδιοκτησίας του Ιερού Προσκυνήματος Παναγίας Αγιάσου, βρίσκεται στο κέντρο του χωριού. Η κατάθεση του θεμέλιου λίθου έγινε το 1927 και η ανέγερσή του ολοκληρώθηκε το 1935. Είναι ένα μεγάλο και παράξενο κτίριο που δεσπόζει στο κέντρο περίπου της κωμόπολης της Αγιάσου. Είναι εντελώς διαφορετικό από τα υπόλοιπα κτίσματα του οικισμού και το μοναδικό μέσα στο χωριό που αντί για κεραμοσκεπή έχει μια μεγάλη ταράτσα. Το 1999 χαρακτηρίστηκε ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο και έργο τέχνης, γιατί αποτελεί αξιόλογο δείγμα εκλεκτικιστικής αρχιτεκτονικής, σημαντικό για το χώρο της Αγιάσου και γενικότερα για την ιστορία της αρχιτεκτονικής. Η κατάθεση του θεμέλιου λίθου έγινε το 1927 και η ανέγερσή του ολοκληρώθηκε το 1931.

Παλαιός Ξενώνας της εκκλησίας της Παναγίας Αγιάσου

Ο Παλαιός Ξενώνας της εκκλησίας της Παναγίας, ιδιοκτησίας του Ιερού Προσκυνήματος Παναγίας Αγιάσου βρίσκεται κοντά στην πλατεία αγοράς της Αγιάσου. Χαρακτηρίστηκε ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο και έργο τέχνης, γιατί αποτελεί σημαντικό δείγμα λαϊκής αρχιτεκτονικής του τόπου με νεοκλασικές μορφολογικές επιρροές και είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τις μνήμες των κατοίκων της περιοχής. Χτίστηκε μετά το 1815, ανακαινίστηκε το 1857, καταστράφηκε από τη μεγάλη φωτιά του 1877 και ξαναχτίστηκε το μεν νότιο τμήμα του την περίοδο 1895-1898 το δε βόρειο το 1905.

Παλιό Δημοτικό Ελαιοτριβείο Αγιάσου

Το Παλιό Δημοτικό Ελαιοτριβείο της Αγιάσου που βρίσκεται στη θέση «Καμπούδι» χαρακτηρίσθηκε ως διατηρητέο, γιατί πρόκειται για συγκρότημα κτιρίων που διαθέτει πολύ αξιόλογα χαρακτηριστικά παραδοσιακά αρχιτεκτονικά και μορφολογικά στοιχεία. Αποτελούν τυπικά δείγματα, τόσο της βιομηχανικής αρχιτεκτονικής, όσο και της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής της περιοχής. Άρχισε να χτίζεται το 1879 και ήταν το τρίτο στη σειρά ατμοκίνητο ελαιοτριβείο της Λέσβου. Πρόκειται για ένα τεράστιο κτιριακό συγκρότημα έκτασης 3,8 στρεμμάτων που περικλείεται από ψηλό λιθόκτιστο μαντρότοιχο. Το συγκρότημα αποτελείται από το κυρίως κτίριο του παλιού ελαιοτριβείου και από βοηθητικά κτίσματα (αμπάρια ή μπατές) τα οποία είναι κατασκευασμένα στον αύλειο χώρο του.

Παραδοσιακός οικισμός Μήθυμνας

Η αρχιτεκτονική φυσιογνωμία της Μήθυμνας είναι η ζωντανή μαρτυρία μιας πολυκύμαντης και πολυτάραχης ιστορικής συνέχειας. Η πολιτεία, ριζωμένη πάνω στο βράχο όπου δεσπόζει το μεσαιωνικό κάστρο και απλωμένη προς τη θάλασσα διατηρεί μέχρι σήμερα τον ιδιόμορφο χαρακτήρα της όπως είχε ανασυγκροτηθεί τους δύο τελευταίους αιώνες της Τουρκοκρατίας και κυρίως το 19ο αι. Τα στέρεα παραδοσιακά κτίρια, πέτρινα ή από έντονα βαμμένο ξύλο, κατανέμονται σε ένα δίκτυο καλντεριμιών συνθέτοντας ένα πυκνοδομημένο σύνολο, με περίτεχνες τοιχογραφίες. Πολλά από τα κτίρια του τόπου παρουσιάζουν νεοκλασική μορφολογία.

Πυργόσπιτα Μυτιλήνης

Οι Πύργοι της Μυτιλήνης αποτελούν μια ξεχωριστή περίπτωση αρχοντικών της λεσβιακής αρχιτεκτονικής παράδοσης που χτίστηκαν σε αγροτικές περιοχές κοντά στην πόλη της Μυτιλήνης ως δεύτερη κατοικία πλούσιων αστών. Ήταν τριώροφα κτίρια με μονόχωρη τετράγωνη κάτοψη, τον τελευταίο όροφο να διαρθρώνεται ελεύθερα και με τους χώρους εκτεινόμενους προς τα έξω με σαχνισιά. Οι ντόπιοι ονόμαζαν «πύργους» τα ψηλά, με ισόγειο και δύο ορόφους κτίσματα, ενώ αυτά με έναν όροφο τα ονόμαζαν «πυργέλια». Τα πυργόσπιτα παραπέμπουν σύμφωνα με μελετητές στους μεσαιωνικούς αμυντικούς πύργους που προϋπήρξαν στον Ελλαδικό χώρο. Στα τέλη του 19ου αιώνα υπήρχαν γύρω από την Μυτιλήνη μέσα σε όμορφα αγροκήπια 300 πύργοι κατοικούμενοι από χριστιανούς.

Σάρλιτζα Παλλάς

Το ξενοδοχείο Σάρλιτζα Παλλάς (Hotel Sarlidjé Palace) χτίστηκε στο χωριό Θερμή της Μυτιλήνης το 1909 με σχέδια Γάλλων αρχιτεκτόνων, για λογαριασμό του Xασάν Eφέντη Mολά Mουσταφά. Το ξενοδοχείο αλλά και η ευρύτερη περιοχή της Θερμής ονομάστηκαν έτσι από τις κίτρινες θερμές πηγές της περιοχής. Το συνολικό εμβαδό του οικοδομήματος είναι 19.164 τ.μ. και η ιδιαιτερότητά είναι ότι συναντώνται αρχαιολογικές ανασκαφές εντός της έκτασής του, καθώς και λουτροπηγές. Το ξενοδοχείο «Σάρλιτζα Πάλλας» ξεκίνησε τη λειτουργία το 1910 και στις αρχές του 20ου αιώνα η περιοχή της Θερμής έγινε πασίγνωστη από την πολυτέλειά του. Για 30 χρόνια περίπου και αφού πέρασε στο Ελληνικό Δημόσιο, γνώρισε μεγάλη ακμή προσελκύοντας επισκέπτες και προσωπικότητες από Ανατολή και Δύση. Από το 1933 άρχισε να παρακμάζει και με εξαίρεση κάποιες μικρές αναλαμπές, μπλοκαρισμένο στα γρανάζια της γραφειοκρατίας και της αδιαφορίας, παραδόθηκε στη φθορά του χρόνου. Έκλεισε το 1982 και σήμερα στέκει απόκοσμο προσμένοντας ή την απόλυτη κατάρρευση ή την πολυαναμενόμενη αξιοποίησή του από την Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου.

Τσαρσί Χαμάμ στη Μυτιλήνη

Το Τσαρσί Χαμάμ (Λουτρό της αγοράς) στη Μυτιλήνη, αποτελεί τμήμα του συγκροτήματος του παρακείμενου τεμένους Γενί Τζαμί. Χτίστηκε τον 19ο αιώνα και βρίσκεται στην αγορά του τότε μουσουλμανικού μαχαλά. Είναι το μεγαλύτερο χαμάμ της πόλης με όμορφο αρχιτεκτονικό σχέδιο, έχει αυλή και άνετο χώρο υποδοχής με ξύλινες κατασκευές αποδυτηρίων. Υπάρχουν ακόμα τα χρώματα των τοίχων και τα ζωγραφιστά στολίδια από την ανακαίνιση που έγινε στη δεκαετία του 1990. Σήμερα το Χαμάμ είναι εκθεσιακός χώρος και είναι ανοιχτός τα καλοκαίρια.

Μουσεία

Αρχαιολογική - Λαογραφική Συλλογή Νάπης

Το κτίριο του Δημοτικού Σχολείου Νάπης κατασκευάστηκε το 1926 και ο χώρος του ισογείου του παραχωρήθηκε από την ομώνυμη κοινότητα για να στεγάσει τα αρχιτεκτονικά μέλη, που τότε ήταν διάσπαρτα στην αγροτική περιφέρεια της, αλλά και να προβληθεί η λαϊκή παράδοση της περιοχής μέσω των καθημερινών χρηστικών αντικειμένων των κατοίκων του χωριού. Η έκθεση φιλοξενείται σε τρείς αίθουσες. Στην πρώτη εκτίθενται πέντε άριστα διατηρημένα και ιδιαίτερης σημασίας αιολικά κιονόκρανα αρχαϊκών χρόνων καθώς και τμήματα σφονδύλων, ενώ στις άλλες δύο εκτέθηκε η Λαογραφική Συλλογή με χρηστικά και μαγειρικά σκεύη, αγροτικά εργαλεία, παραδοσιακές ενδυμασίες, έπιπλα, εξαρτήματα και στολίδια, που πρόθυμα προσέφεραν οι κάτοικοι της Νάπης.

Αρχαιολογική Συλλογή Ερεσού

Στο πρώην κτίριο του Σχολείου της Σκάλας ή του Γιαλού της Ερεσού στεγάζεται σήμερα η Αρχαιολογική Συλλογή, η οποία φιλοξενεί μια επιλογή από τα πιο ενδιαφέροντα ευρήματα της αρχαία πόλης. Η έκθεση οργανώθηκε θεματικά, σε τέσσερις ενότητες:

1) Ιδιωτικός βίος: Αντικείμενα που αντιπροσωπεύουν την ιδιωτική καθημερινότητα. Περιλαμβάνει κεραμική και άλλα αντικείμενα καθημερινής χρήσης, ξεκινώντας από την ύστερη εποχή του χαλκού. Σπάνιο είναι το ειδώλιο της γαλακτοτροφούσας, των  αρχών 4ου αι. π.Χ. Η τέχνη της γλυπτικής αντιπροσωπεύεται από  ρωμαϊκά  αντίγραφα κλασικών αγαλμάτων.

2) Θρησκεία-Λατρεία: Αναθηματικά ανάγλυφα και ολόγλυφα έργα. Περιλαμβάνει τμήμα αγάλματος κούρου, αγαλμάτια θεών και ηρώων, αναθήματα και έναν Ιερό Νόμο, επιγραφή που ορίζει κανόνες προσέλευσης σε  ιερό, πιθανότατα του Απόλλωνος. Ξεχωριστό είναι αγαλματίδιο της Κυβέλης, γιατί ενώ παριστάνει την Κυβέλη ένθρονη με το λιονταράκι στα γόνατά της, η θεά δεν κρατά το τύμπανο που γνωρίζουμε από άλλα παραδείγματα.

3) Ταφικά έθιμα: Επιτύμβιες στήλες, πήλινη σαρκοφάγος στον τύπο των κλαζομενιακών, κτερίσματα. Περιλαμβάνει τα αντιπροσωπευτικότερα δείγματα διαφόρων τύπων επιτυμβίων αναγλύφων. Επίσης περιλαμβάνει τα κτερίσματα δύο τάφων, από την  αρχαϊκή  νεκρόπολη της Ερεσού. Ξεχωρίζουν τα χάλκινα κάτοπτρα και μια πήλινη προτομή εξαιρετικής διατήρησης. Από την  ίδια αρχαϊκή νεκρόπολη προέρχεται η πήλινη σαρκοφάγος στον τύπο των Κλαζομενιακών.

4) Δημόσιος βίος: Αντικείμενα που αντιπροσωπεύουν την δημόσια καθημερινότητα. Περιλαμβάνει επιγραφές από τον μεγάλο επιγραφικό πλούτο της αρχαίας πόλης. Σπάνια  είναι δύο ψηφίσματα του 4ουαι. π.Χ., κατά των τυράννων της Ερεσού όπου περιλαμβάνεται ψήφισμα, μετά από απόφαση του Αλεξάνδρου για τους απογόνους των παλαιοτέρων τυράννων Ηραίου και Έρμωνος, καταδικαστικές αποφάσεις κατά των τυράννων Ευρυσιλάου και Αγωνίππου, καθώς και επιστολή του βασιλέως Αντιγόνου, για τους απογόνους του τυράννου Αγωνίππου.

Αρχαιολογικό Μουσείο Μυτιλήνης (Νέο κτίριο)

Το νέο κτίριο του Αρχαιολογικού Μουσείου Μυτιλήνης βρίσκεται στην περιοχή Κιόσκι και χτίστηκε τη δεκαετία του ’90, στη ίδια θέση όπου το 1935 είχε ανεγερθεί το πρώτο Αρχαιολογικό Μουσείο της Μυτιλήνης από την Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών. Το νέο κτίριο, το οποίο σχεδιάστηκε με σύγχρονη μουσειολογική αντίληψη, είναι πολυεπίπεδο και εκτός από την αρχαιολογική έκθεση, στεγάζει γραφεία αρχαιολόγων, εργαστήρια συντήρησης κεραμικής και μετάλλων, καθώς και τις αποθήκες, όπου φυλάσσονται κατεγραμμένα και ακατάγραφα αρχαιολογικά ευρήματα. Η αρχαιολογική έκθεση διαρθρώνεται σε δύο κύριες ενότητες: την μόνιμη και την περιοδική. Η μόνιμη έκθεση εγκαινιάστηκε στις 23 Μαρτίου 1999 και ο τρόπος με τον οποίο είναι διαρθρωμένοι οι χώροι οδήγησε στο σχεδιασμό της μόνιμης έκθεσης σε τρεις ενότητες. Στα εκθέματα εκτυλίσσεται η καθημερινή θρησκευτική, οικονομική και πολιτική ζωή του 3ου αι. π.Χ. ως και τον 4ο αι. μ.Χ. εποχή μεγάλης ακμής του νησιού. Τα εκθέματα είναι: Ψηφιδωτά δάπεδα και τοιχογραφίες ελληνιστικών και ρωμαϊκών κτιρίων,  γλυπτά και ολιγάριθμα πήλινα αντικείμενα, μέσα από τα οποία εκτυλίσσεται η ζωή στην αρχαία Μυτιλήνη από τον 3ο αι. π.Χ. έως τον 4ο αι. μ.Χ. Εξέχουσα θέση στη μόνιμη έκθεση κατέχουν τα ψηφιδωτά δάπεδα ρωμαϊκής έπαυλης του 3ου αι. μ.Χ., με το συμβατικό όνομα «Οικία Μενάνδρου», η οποία αποτελούσε έδρα σωματείου ανθρώπων του θεάτρου. Το Νέο Κτίριο του Αρχαιολογικού Μουσείου Μυτιλήνης, αφενός με τις εκδηλώσεις και τα εκπαιδευτικά προγράμματα που οργανώνονται από πλευράς Εφορείας, αφετέρου με την  φιλοξενία σημαντικών πολιτιστικών δρώμενων δημόσιων ή ιδιωτικών φορέων, αποτελεί πλέον για την πόλη κέντρο πολιτισμού και διανόησης.

Αρχαιολογικό Μουσείο Μυτιλήνης (Παλιό Κτίριο)

Το παλαιό κτίριο του Αρχαιολογικού Μουσείου Μυτιλήνης βρίσκεται επί της οδού Αργύρη Εφταλιώτη 7 και χτίστηκε το 1912. Ανήκε στην οικογένεια Αχιλλέα Βουρνάζου από την Οδησσό και σχεδιάστηκε από τον Σμυρνιό αρχιτέκτονα Σ. Βαφειάδη. Πρόκειται για εκλεκτικιστικού ρυθμού διώροφο κτίριο, με υποστατικό και μεγάλο αύλειο χώρο. Μετά από πολλά χρόνια λειτουργίας του, το κτίριο άρχισε να παρουσιάζει σοβαρότατες φθορές, οι οποίες καθιστούσαν απαγορευτική την είσοδο στους επισκέπτες και έτσι από το 2014 το Μουσείο παραμένει κλειστό. Η Εφορεία Αρχαιοτήτων Λέσβου στο πλαίσιο της επισκευής του κτιρίου, σχεδιάζει να προχωρήσει σε επανέκθεση, με την πρόθεση να εμπλουτιστεί η αρχαιολογική συλλογή με τα ευρήματα των πρόσφατων ανασκαφών στο νησί. Τα εκθέματά της αφηγούνταν την μακραίωνη ιστορία της Λέσβου, χρονολογούμενα από τους προϊστορικούς χρόνους ως την ύστερη αρχαιότητα. Στο κεντρικό κτίριο φιλοξενήθηκαν κυρίως κεραμική, ειδώλια και κοσμήματα. Στο υποστατικό και τον αύλειο χώρο τοποθετήθηκαν τα βαριά αντικείμενα, όπως τα μοναδικά αιολικά κιονόκρανα από τους αρχαϊκούς ναούς της Κλοπεδής, οι σπουδαιότερες επιγραφές, επιτύμβιες στήλες, αρχιτεκτονικά μέλη, αγάλματα και βωμοί. Από το 1997, που ολοκληρώθηκε η ανέγερση του Νέου Κτιρίου του Αρχαιολογικού Μουσείου στο Κιόσκι, εκεί όπου άλλοτε είχε οικοδομηθεί το πρώτο Μουσείο της Μυτιλήνης, το κτίριο επί της οδού Αργύρη Εφταλιώτη 7 επικράτησε να λέγεται «Παλαιό Αρχαιολογικό Μουσείο Μυτιλήνης».

Aρχοντικό Βαρελτζήδαινας στην Πέτρα

Το Aρχοντικό Βαρελτζήδαινας βρίσκεται στο κέντρο του χωριού της Πέτρας και είναι ένα από τα λιγοστά παραδείγματα της παραδοσιακής αρχοντικής κατοικίας στη Λέσβο. Την ονομασία την πήρε από την τελευταία γυναίκα που έζησε σε αυτό και πέθανε το 1940 σε ηλικία 100 ετών. Το κτίσμα χρονολογείται στα τέλη του 18ου – αρχές του 19ου αιώνα και αποτελεί σημαντικό δείγμα της τοπικής αρχιτεκτονικής παράδοσης με επιδράσεις από την Ανατολή και από τη Βόρειο Ελλάδα. Η αρχιτεκτονική του ακολουθεί την διαδεδομένη τυπική διάταξη των αρχοντικών κατοικιών, που χτίζονταν συνήθως στο κέντρο αγροτικών κτημάτων, κλεισμένων με περίβολο. Το κτίριο είναι διώροφο, με συμπαγές λιθόκτιστο ισόγειο, που του προσδίδει φρουριακό χαρακτήρα, αντίστοιχο με τις παλαιότερες, οχυρές εξοχικές κατοικίες. Ο όροφος είναι χτισμένος από ελαφρά υλικά με την τεχνική μπαγδατί (ξύλινος σκελετός, επιχρισμένος με λάσπη). Το ισόγειο με τους λίθινους τοίχους και τα λιγοστά ανοίγματα διατηρεί τον φρουριακό χαρακτήρα των πύργων, ενώ ο όροφος αποτελείται από μια ελαφρά ξύλινη ανωδομή που προεξέχει. Οι κάμαρες διατάσσονται γύρω από μία κεντρική σάλα και στολίζονται με έξοχα δείγματα ξυλογλυπτικής καθώς και κινητά έπιπλα. Ιδιαίτερα διακοσμητικά στοιχεία αποτελούν οι τοιχογραφίες, εξαίρετα δείγματα λαϊκής τέχνης με σκηνές από παραθαλάσσιες πολιτείες, ανθέμια, γιρλάντες με λουλούδια κ.α. Το αρχοντικό  λειτουργεί σήμερα ως επισκέψιμο μνημείο, με αίθουσα πολυμέσων στο ισόγειο και πινακίδες ενημέρωσης για την ιστορία του αρχοντικού και του νησιού. Στον όροφο εκτίθενται αντικείμενα εποχής, δωρεά της Ανθής Μαλλιάκα – Ευσταθιάδου.

Δημοτική Πινακοθήκη Μήθυμνας

Η Δημοτική Πινακοθήκη Μήθυμνας στεγάζεται στο σπίτι όπου έζησε ο Αργύρης Εφταλιώτης. Εγκαινιάστηκε τον Αύγουστο του 1981 με 77 έργα που δωρίσανε οι ίδιοι καλλιτέχνες αλλά και από συλλέκτες έργων τέχνης. Στη συλλογή της φιλοξενούνται έργα παλαιότερων δημιουργών, όπως τα δύο σχέδια του Γιαννούλη Χαλεπά, αλλά και μίας γενιάς νεότερων καλλιτεχνών.

Δημοτική Πινακοθήκη Μυτιλήνης

Η Δημοτική Πινακοθήκη στεγάζεται σε ένα παλιό τριώροφο αρχοντικό (Χαλίμ Mπέη), χαρακτηριστικό δείγμα της τοπικής αρχιτεκτονικής, που δεσπόζει στην περιοχή της Πάνω Σκάλας και αποτελεί ένα μοναδικό χώρο πολιτισμού και εικαστικών. Ανήκει διοικητικά στη Δημοτική Eπιχείρηση Πολιτιστικής – Tουριστικής Aνάπτυξης του Δήμου και διαθέτει μια από τις σημαντικότερες συλλογές έργων ζωγραφικής, η οποία δωρήθηκε στο Δήμο από τον Γιώργο Σίμο – Πετρή και την αδελφή του Έλλη Σίμου. Η Συλλογή Πετρή αποτελείται από 138 πίνακες ζωγραφικής, σπάνια χαρακτικά, βιβλία και γκραβούρες. Mεταξύ των άλλων στη Δημοτική Πινακοθήκη εκτίθενται έργα μεγάλων ζωγράφων και χαρακτών, Ελλήνων και ξένων καθώς και μια αξιόλογη συλλογή από έργα Λέσβιων ζωγράφων.

Εκκλησιαστικό και Λαογραφικό Μουσείο Ιερού Ναού Κοιμήσεως Θεοτόκου Αγιάσου

Το Εκκλησιαστικό Μουσείο του Ιερού Προσκυνήματος Παναγίας Αγιάσου στη Λέσβο λειτουργεί σε αίθουσα ορόφου του κτιρίου που βρίσκεται στον περίβολο του ναού από το 1972. Παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον μια που εκεί εκτίθενται ο Σταυρός με το Τίμιο Ξύλο, τα ιερά λείψανα των αγίων, ιερά Ευαγγέλια και Σκεύη, παλιές κανδήλες (18ου αιώνα), χρυσό κεντητό επιτραχήλιο (16ου αιώνα), χρυσοκέντητα επιμάνικα, ο κεντητός επιτάφιος της Παναγιάς, κεντητά καλύμματα, ένα παλιό προσκυνητάρι, ένα παλιό βενετσιάνικο έπιπλο κ.ά. Το Λαογραφικό Μουσείο φιλοξενείται στον Ιερό Ναό της Κοιμήσεως Θεοτόκου και παρουσιάζει μια εξομοίωση δωματίου παραδοσιακού Αγιασώτικου σπιτιού. Περιέχει επίσης, πολύτιμα έργα λαϊκής τέχνης (κεντήματα, υφαντά, ενδυμασίες, παλιά χάλκινα οικιακά σκεύη κλπ), παλιά τιμαλφή από δωρεές πιστών (δακτυλίδια, βραχιόλια, σκουλαρίκια, κουλαγίνες, καρφίτσες, πόρπες κλπ.), παλιά νομίσματα κ.ά.

Εκκλησιαστικό Μουσείο Μυτιλήνης

Το Βυζαντινό Εκκλησιαστικό Μουσείο Μυτιλήνης ιδρύθηκε το 1978 από τον αείμνηστο Μητροπολίτη Μυτιλήνης Ιάκωβο Κλεομβρότου, στο κατάλληλο γι’ αυτό το σκοπό διαμορφωμένο ισόγειο του κτιρίου των Φιλανθρωπικών Καταστημάτων στην πλατεία του Αγίου Θεράποντος, στο κέντρο της Μυτιλήνης. Η συλλογή του περιλαμβάνει εικόνες βυζαντινής και λαϊκής τέχνης από τον 13ο ως τον 20ό αιώνα. Εκτός από την κύρια συλλογή των εικόνων, περιλαμβάνει επίσης συλλογές που αποτελούνται από άλλα εκκλησιαστικά αντικείμενα, όπως ξυλόγλυπτα, ιερά σκεύη, βημόθυρα, άμφια, χειρόγραφα κ.ά.

Καρναβαλικό Μουσείο Αγιάσου

Το κτίριο που φιλοξενεί το Καρναβαλικό Μουσείο χτίστηκε το 1936 και εγκαινιάστηκε το 2010. Στην είσοδο του Εκθετηρίου-Μουσείου υπάρχει ενημερωτικό ταμπλό για την ιστορία του ηλεκτροφωτισμού της Αγιάσου και στις ειδικές προθήκες του φιλοξενούνται εκθέματα κεραμικής και ξυλογλυπτικής μαθητών του ΤΕΕ Αγιάσου. Στον κυρίως χώρο του Μουσείου εκτίθενται καρναβαλικά κειμήλια, που προέρχονται από την υλοποίηση διαφόρων δράσεων προβολής και ανάδειξης του αγιασώτικου καρναβαλιού, που ήταν πολύχρονος στόχος του Πολιτιστικού Καρναβαλικού Συλλόγου Αγιάσου «Ο ΣΑΤΥΡΟΣ». Μέσα από τις φωτογραφίες και τα εκθέματα του Μουσείου ανασταίνονται οι παλιοί καρνάβαλοι, οι πλουμιστάδες της ζωής μας, όπως τους αποκαλούσε ο Στρατής Π. Αναστασέλης.

Λαογραφικό Μουσείο Αναγνωστηρίου Αγιάσου

Το Λαογραφικό Μουσείο του Αναγνωστηρίου Αγιάσου βρίσκεται δίπλα στο κτίριο της βιβλιοθήκης και του κινηματοθεάτρου. Το κτίριο χτίστηκε το 1980 σύμφωνα με τα παραδοσιακά αρχιτεκτονικά πρότυπα της Αγιάσου και αποθησαυρίζει ένα σπάνιο λαογραφικό πλούτο. Το ισόγειο είναι χτισμένο με πέτρα πελεκητή, ενώ το υπόλοιπο από ξύλο καστανιάς με σαχνισίνι. Τα πατώματα και τα εσωτερικά χωρίσματα είναι επίσης από ξύλο, ξύλινες ακόμη είναι και οι εσωτερικές σκάλες. Το  Μουσείο που εγκαινιάστηκε το 1988 με πλούσιο λαογραφικό υλικό που συγκεντρώθηκε επί προεδρίας του Πάνου Πράτσου, αποτελείται από 870 εκθέματα (βιοτεχνικά εργαλεία και είδη οικοτεχνίας και λαϊκής τέχνης). Αναλυτικά εκτίθενται συλλογές ειδών σιδηρουργίας, ξυλουργικών εργαλείων, παλιά εργαλεία υφαντουργίας και είδη σαγματοποιίας. Επίσης εκτίθενται παραδοσιακές φορεσιές και χώροι διαμορφωμένοι σε δωμάτια παλιού παραδοσιακού Αγιασώτικου σπιτιού.

Λαογραφικό Μουσείο Βατούσας

Το λαογραφικό μουσείο της Βατούσας, στεγάζεται σε ένα από τα ωραιότερα νεοκλασικά της Λέσβου, το αρχοντικό Γώγου. Χτίστηκε γύρω στο 1890 από τον επιφανή γιατρό Γώγο ως προίκα για την κόρη του και περιήλθε στην κοινότητα στα τέλη της δεκαετίας του 1960. Μετά την ανακαίνισή του, εγκαινιάστηκε το 1989 ως πολιτιστικό κέντρο και λαογραφικό μουσείο. Η συλλογή του περιλαμβάνει αγροτικά εργαλεία και οικιακά σκεύη, τα οποία εκτίθενται στην κουζίνα του αρχοντικού, στο υπόγειο. Στο ισόγειο φιλοξενείται η βιβλιοθήκη της οικογένειας Γώγου-Καλλιγέρη, ενώ στον όροφο εκτίθενται κεντητές φορεσιές, μεσοφόρια και άλλα ενδύματα. Στους ίδιους χώρους γίνονται και περιοδικές εκθέσεις.

Λαογραφικό Μουσείο Παμφίλων

Το Λαογραφικό Μουσείο Παμφίλων στεγάζεται σε ένα όμορφο διώροφο δημοτικό οίκημα στο κέντρο του χωριού, που παραχώρησε για το σκοπό αυτό το Δημοτικό συμβούλιο Μυτιλήνης, επί δημαρχίας Νάσου Γιακαλή. Δημιουργήθηκε από το Σύλλογο Γυναικών Παμφίλων ως Παραδοσιακό Σπίτι Παμφίλων και λειτουργεί από το 1991. Σκοπός του συλλόγου είναι η συγκέντρωση, συντήρηση και έκθεση παραδοσιακού υλικού, οικογενειακής και αγροτικής ζωής, που προέρχεται από τα Πάμφιλα και τη γύρω περιοχή, καθώς και η προβολή στοιχείων του λαϊκού πολιτισμού της περιοχής αυτής.

Λαογραφικό Mουσείο Πλωμαρίου

Το Λαογραφικό Mουσείο Πλωμαρίου βρίσκετε κοντά στην κεντρική πλατεία του Πλωμαρίου. Στεγάζετε στον πρώτο όροφο και στο ισόγειο λειτουργεί ένα παραδοσιακό καφενείο. Τα εκθέματα του Μουσείου είναι: Τοπικές παραδοσιακές φορεσιές, οικιακά σκεύη, νομίσματα, ιστορικά ντοκουμέντα από έγγραφα και βιβλία και η βιβλιοθήκη της Ειρήνης Ναυπλιώτου, πρώτης γιατρού της Λέσβου.

Μουσείο Ελαιουργίας στην Αγία Παρασκευή

Το Μουσείο Ελαιουργίας βρίσκεται λίγα χιλιόμετρα πριν την Καλλονή στο χωριό Αγία Παρασκευή και στεγάζεται στο συγκρότημα του παλαιού κοινοτικού ελαιοτριβείου της Αγίας Παρασκευής. Το 1985 στην προσπάθεια διάσωσης των βιομηχανικών κτιρίων της Λέσβου, ο χώρος του βιομηχανικού ελαιουργείου μετατράπηκε σε Πολύκεντρο, με τη συμπαράσταση της τότε Νομαρχίας Λέσβου. Το 2004 παραχωρήθηκε από τον Δήμο Αγίας Παρασκευής στο Πολιτιστικό Ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς, προκειμένου να δημιουργηθεί το Μουσείο Βιομηχανικής Ελαιουργίας Λέσβου. Το Μουσείο λειτουργεί από το 2006 και παρουσιάζει αυθεντικά μηχανήματα που λειτουργούν ξανά, ψηφιακές προβολές και ο ήχος της μπουρούς που ζωντανεύει μοναδικά τη διαδικασία παραγωγής του ελαιόλαδου και τον κύκλο των εργασιών που σχετίζονται με την ελαιοπαραγωγή. Οι παλιές αποθήκες ελαιοκάρπου λειτουργούν ως συμπληρωματικές εκθετικές μονάδες που προβάλλουν το ανθρώπινο στοιχείο.

Μουσείο Ελαιουργίας Βρανά

Το Μουσείο Ελαιουργίας Βρανά βρίσκεται στον οικισμό Παπάδο του κόλπου της Γέρας. Πρόκειται για μοναδικής αρχιτεκτονικής αξίας βιομηχανικό μνημείο το οποίο κατασκευάστηκε το 1887 από το Νικόλαο Βρανά, παππού του Νομπελίστα ποιητή Οδυσσέα Ελύτη. Μετά τα έργα αναστήλωσης – αποκατάστασης που έγιναν το καλοκαίρι του 2009 το κτίριο εγκαινιάστηκε και λειτουργεί ως Μουσείο. Εκτίθεται σπάνιο αρχειακό υλικό, έκθεση ζωγραφικής και παλαιά αντικείμενα από τη λειτουργία του ελαιοτριβείου.

Μουσείο από τα Σκουπίδια

Το «Μουσείο από τα σκουπίδια» είναι νέος χώρος πολιτισμού και παράλληλα ψυχικής τέρψης στη Λέσβο και βρίσκεται μόλις 4 χιλ. από τη πόλη της Μυτιλήνης (δίπλα στο ξενοδοχείο Μυτιλάνα). Δημιουργήθηκε για να αναδείξει μια ιδιαίτερη, αλλά άγνωστη σχετικά πλευρά της πολιτιστικής κληρονομιάς του νησιού, η οποία όμως χαρακτηρίζεται από μία πρωτοτυπία με παγκόσμια εμβέλεια: Βρέθηκε πεταμένη στα σκουπίδια! Στους διαδρόμους του εκτίθενται με έναν μοναδικό τρόπο παρουσίασης, χρηστικά αντικείμενα των κατοίκων και των επαγγελματιών του νησιού αλλά και έργα τέχνης, διανόησης και πολιτισμού του παρελθόντος. Σχεδόν όλα τα εκθέματα αποτελούσαν κομμάτι της καθημερινότητας των ανθρώπων που ζούσαν εδώ κατά τους δύο τελευταίους αιώνες, αλλά κάποια στιγμή λόγω φθοράς ή λόγω της διαρκούς εξέλιξης της τεχνολογίας, πετάχτηκαν στα σκουπίδια! Από εκεί, περισυλλέχτηκαν από τον παλαιοπώλη Ηλία Δεμερτζή – και αργότερα το γιό του Δημήτρη – φυλάχτηκαν και συντηρήθηκαν για χρόνια με αγάπη και γνώση. To «Μουσείο από τα σκουπίδια» εκτός από χώρος γνώσης και πολιτισμού, λειτουργεί και ως χώρος ψυχικής τέρψης καθώς περιλαμβάνει εκθεσιακό καφενείο, παιδότοπο, αμφιθέατρο, χώρο πολιτιστικών & κοινωνικών εκδηλώσεων!

Μουσείο Ενδυμασίας

Το Μουσείο Ενδυμασίας βρίσκεται επί της οδού Κομνηνάκη στη Μυτιλήνη. Στις αίθουσές του υπάρχει ένα μεγάλο φάσμα ενδυματολογικού πλούτου, κεντήματα, υφαντά και εργόχειρα, χαρακτηριστικά του περασμένου αιώνα, προσφορά και αυτό του Συλλόγου Γυναικών Λέσβου.

Μουσείο Θεοφίλου

Το Μουσείο Θεοφίλου ανεγέρθηκε το 1964 στη περιοχή Βαρειά, εκεί όπου γεννήθηκε και πέρασε τα παιδικά του χρόνια ο λαϊκός ζωγράφος Θεόφιλος, με έξοδα του Στρατή Ελευθεριάδη – Teriade. Το 1965 ο Teriade το δώρισε στο Δήμο Μυτιλήνης μαζί με 86 πίνακες του Θεόφιλου από την ιδιωτική του συλλογή και από τότε λειτουργεί ως Δημοτικό Μουσείο. Το κτίριο είναι χτισμένο με Μυτιληνιά πέτρα σε χρώμα ροδί, που ταιριάζει απόλυτα με τον απέραντο ελαιώνα που το περιβάλλει. Αποτελείται από τέσσερις συνεχόμενες αίθουσες, μέσα στις οποίες υπάρχουν ζωγραφικοί πίνακες του Θεόφιλου με θέματα παρμένα από την ιστορία, μυθολογία, λαογραφία. Αναπαριστούν επίσης σκηνές από την καθημερινή ζωή, ενδυμασίες, τοπία κ.ά.

Μουσείο Λαϊκής Τέχνης

Το Μουσείο Λαϊκής Τέχνης βρίσκεται μέσα στο κτίριο του παλιού Λιμεναρχείου της Μυτιλήνης Λέσβου. Η συλλογή των εκθεμάτων του, αποτελείται από αντικείμενα διαφόρων εποχών. Πήλινα αγγεία, κουμάρια της Αγιάσου και του Μανταμάδου περασμένων εποχών, πιάτα με παραστάσεις από την παλιά καθημερινή ζωή, πήλινα αντικείμενα και άλλα.

Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης Teriade

Το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης Teriade βρίσκεται σε ένα θαυμάσιο ελαιώνα στην περιοχή Βαρειά και λειτουργεί από το 1979. Το κτίριο Μουσείο έχει έκταση περίπου 1.000 τετραγωνικών μέτρων και η αρχιτεκτονική μορφολογία του χαρακτηρίζεται από την απλότητά του, που ήταν η επιθυμία του Τeriade, έτσι ώστε το κτίριο θα αρμονικά δεσμό με το περιβάλλον του. Το Μουσείο – Βιβλιοθήκη είναι μοναδική στον κόσμο, για αυτό και αποτελεί σχολείο της τέχνης και ένα ερευνητικό κέντρο για τους καλλιτέχνες. Στεγάζεται  σε μόνιμη βάση η έκθεση με τίτλο «Τιμή στον Teriade», το σύνολο δηλαδή του εκδοτικού έργου του Στρατή Ελευθεριάδη – Teriade (1889-1983), που υπήρξε διάσημος τεχνοκριτικός. Αποτελείται από 29 σπάνια βιβλία με εκατοντάδες εικόνες από τους μεγάλους καλλιτέχνες της εποχής μας. Τα βιβλία είναι σε ειδικές περιπτώσεις και σελίδες πλαισιώνονται στους τοίχους, ώστε να μπορεί κανείς να δει και να απολαύσει την έμπνευση και την μοντέρνα σχέδια των μεγάλων ζωγράφων που έγραψε ιστορία στο Παρίσι. Στο Μουσείο εκτίθενται επίσης έργα των: Baudin, Bores, Chagalli, Giacometti, Gromaire, Layrence, Lecorbusier, Leger, Matisse, Miro, Picasso, καθώς και των Βακιρτζή Γιώργου, Θεόφιλου Χατζημιχάλη, Καλλιγιάννη Μανώλη, Κανέλλη Ορέστη, Μαρούδα Καλλιρρόης, Ρόρρη Γιώργου, Τσαρούχη Γιάννη.

Μουσείο Ούζου Βαρβαγιάννη

Το Μουσείο Ούζου Βαρβαγιάννη βρίσκεται στο γραφικό Πλωμάρι, δίπλα στα σύγχρονα αποστακτήρια της Ποτοποιίας Βαρβαγιάννη βρίσκεται και το Μουσείο του Ούζου. Στο μουσείο που η τεχνολογία συνυπάρχει με την ιστορία και την παράδοση, εκτίθενται τα πρώτα εργαλεία που χρησίμευαν για την εμφιάλωση και την επικόλληση της διάσημης Μπλε ετικέτας και το πρώτο καζάνι που κατασκευάστηκε το 1858 στην Κωνσταντινούπολη, στο οποίο δοκιμάστηκαν μυστικά αιώνων και τεχνικές για να γεννηθούν οι συνταγές της οικογένειας Βαρβαγιάννη. Το Μουσείο του Ούζου αγκαλιάζει ευλαβικά την παράδοση και φιλοξενεί το μυστικό που συνεχίζει να δίνει την ποιότητα και τη γεύση στο Ούζο Βαρβαγιάννη.

Μουσείο Προσφυγικής Μνήμης 1922

Το Μουσείο Προσφυγικής Μνήμης «1922» βρίσκεται στη Σκάλα Λουτρών, στη θέση του παλιού Δημοτικού Σχολείου του χωριού. Αμέσως μετά το κλείσιμο του σχολείου λόγω έλλειψης μαθητών, το κτίριο το οποίο βρισκόταν σε κακή κατάσταση παραδόθηκε από τη Νομαρχία στο Σύλλογο Μικρασιατών της Σκάλας Λουτρών «το Δελφίνι» και ο οποίος αποφάσισε να το μετασκευάσει σε Μουσείο. Με τη χρηματοδότηση του συλλόγου και με προσωπική εργασία τα εγκαίνια του Μουσείου έγιναν τον Αύγουστο του 2006. Η Νομαρχία Λέσβου συνέβαλε στη χρηματοδότηση της διαμόρφωσης του αύλιου χώρου. Στην αίθουσα του Μουσείου εκθέτονται συλλογές προσφυγικών κειμηλίων (κειμήλια που είχαν φέρει οι πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία).

Μουσείο Σαπωνοποιίας

Το Μουσείο Σαπωνοποιίας βρίσκεται στο πολύκεντρο του δήμου Πλωμαρίου, όπου εκτίθενται σύνεργα παρασκευής του προϊόντος, ετικέτες από διάφορες μάρκες σαπουνιών καθώς και αντικείμενα των ιδιοκτητών του σαπωνοποιείου. Στον ίδιο χώρο λειτουργεί φωτογραφική έκθεση με αντικείμενο τα πλεούμενα του Πλωμαρίου.

Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Απολιθωμένου Δάσους (Σίγρι)

Το Μουσείο Φυσικής Iστορίας Απολιθωμένου Δάσους βρίσκεται κοντά στο χωριό Σίγρι. Το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Απολιθωμένου Δάσους ιδρύθηκε το1994 και έχει ως στόχο τη φύλαξη, τη συντήρηση και τη μελέτη των απολιθωμάτων. Το Μουσείο αποτελεί ένα παράθυρο στην ιστορία και την εξέλιξη της λεκάνης του Αιγαίου τα τελευταία 20.000.000 χρόνια. Στους χώρους των εκθεμάτων ο επισκέπτης πραγματοποιεί μια αναδρομή στο παρελθόν της γης καθώς στις αίθουσες εκτίθενται και κομμάτια – φυτικά και ζωικά – από άλλες περιοχές του πλανήτη που έχουν να αναδείξουν ανάλογο «πλούτο».

Παραδοσιακό Λεσβιακό Σπίτι

Το Παραδοσιακό Λεσβιακό Σπίτι βρίσκεται κοντά στην Μητρόπολης Μυτιλήνης, με πρωτοβουλία της φιλότεχνης Μαρίκας Βλάχου – Μολίνου, στο ισόγειο του παραδοσιακού της σπιτιού. Είναι μια αίθουσα αναπαράσταση του αρχοντικού Λεσβιακού σπιτιού του περασμένου αιώνα. Αντικείμενα όπως η πινακωτή, ο ξύλινος λαγηνοστάτης, το σινίκι, η ανέμη, ο χερόμυλος, τσανακαλιώτικα κουμάρια, τσεβρέδες, η στεφανοθήκη και πολλά άλλα αναβίωσαν το παλιό ξεχασμένο σήμερα λεσβιακό νοικοκυριό. Πρόκειται για το ζωντάνεμα, με κάθε λεπτομέρεια του σπιτιού του 1800 – 1900, όπου συναντάει κανείς ένα συναρπαστικό κόσμο λαογραφικής ομορφιάς και απλότητας.

Συλλογή Φυσικής Ιστορίας Βρίσας Πολιχνίτου

Η Συλλογή Φυσικής Ιστορίας Βρίσας στεγάζεται στο κτίριο του παλιού παρθεναγωγείου της Βρίσας και προσφέρει τη δυνατότητα στον επισκέπτη να αποκτήσει μια γενική εντύπωση για τη φυσική ιστορία της περιοχής. Η έκθεση εγκαινιάστηκε το Σεπτέμβριο του 1999 και περιλαμβάνει τα απολιθώματα σπονδυλωτών και ασπόνδυλων που έζησαν στην περιοχή πριν από 2 εκατομμύρια χρόνια, δείγματα ορυκτών, πετρωμάτων και μεταλλευμάτων της Λέσβου, τμήμα ζωολογίας καθώς και τμήμα βοτανικής με μοναδική αξία όχι μόνο στον Ελλαδικό χώρο αλλά και σε ολόκληρη Ευρώπη.

Ψηφιακό Μουσείο «Γεώργιος Ιακωβίδης»

Το Ψηφιακό Μουσείο «Γεώργιος Ιακωβίδης» βρίσκεται στα Χίδηρα της Λέσβου, γενέτειρα του ζωγράφου Γεώργιου Ιακωβίδη. Πρόκειται για το πρώτο εξ’ ολοκλήρου Ψηφιακό Μουσείο Τέχνης στην Ελλάδα, αξιοποιώντας τις νέες τεχνολογίες και αναδεικνύει πιστά τη ζωή και προβάλλει το έργο του καταξιωμένου Έλληνα ζωγράφου.

Από την ομάδα του Greece Destination

Πηγή photo slider: commons.wikimedia.org

You don't have permission to register