Αξιοθέατα στην Κεφαλλονιά
Αρχαία Κράνη
Η αρχαία Κράνη βρίσκεται στη νοτιοανατολική πλευρά του κόλπου του Κουτάβου, σε απόσταση 1 χλμ. από το Αργοστόλι της Κεφαλλονιάς. Έχει ξεκινήσει η διαμόρφωση του αρχαιολογικού χώρου. Ο χώρος είναι προσβάσιμος από το μέσον περίπου του «γύρου του Κουτάβου», στο σημείο όπου βρίσκεται το υδραγωγείο. Στην είσοδο του αρχαιολογικού χώρου υπάρχει ενημερωτική πινακίδα για την ακρόπολη και το οχυρωματικό τείχος με τοπογραφικό διάγραμμα και φωτογραφίες των κυριότερων στοιχείων του χώρου. Δεξιά από το μονοπάτι που οδηγεί στην ακρόπολη υπάρχουν τα ερείπια της εκκλησίας της Αγίας Τριάδας, ενώ υπάρχουν στοιχεία ότι στην αρχαιότητα υπήρχε στο σημείο αυτό ιερό όπου λατρευόταν η Δήμητρα και η κόρη της Περσεφόνη. Ανηφορίζοντας το μονοπάτι – το οποίο έχει διαμορφωθεί κατά τόπους σε αναβαθμούς με πέτρες και τσιμέντο ώστε να διευκολύνεται ο επισκέπτης κατά την ανάβαση – συναντάμε την ακρόπολη και μέρος του οχυρωματικού τείχους που έχει διασωθεί. Από το ύψος της ακρόπολης ο επισκέπτης έχει πανοραμική θέα του κόλπου του Κουτάβου, γεγονός που αιτιολογεί απόλυτα τη θέση της, μιας και από το σημείο αυτό είναι ορατές όλες οι κινήσεις των πλοίων που εισέρχονται στον κόλπο. Σε ολόκληρο τον αρχαιολογικό χώρο υπάρχει πλούσια βλάστηση με πολλά διαφορετικά είδη από βρώσιμα χόρτα, ενώ συνορεύει στο άνω πεδινό μέρος του με βοσκότοπο.
Αρχαιολογικό Μουσείο Αργοστολίου
Το Αρχαιολογικό Μουσείο του Αργοστολίου θεμελιώθηκε το 1957, σε αντικατάσταση του παλιού κτηρίου που καταστράφηκε από το μεγάλο σεισμό που έγινε στο νησί το 1953. Το 2000 ολοκληρώθηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού η αποκατάσταση της στατικής επάρκειας του κτηρίου, που είχε ταλαιπωρηθεί από διάφορους σεισμούς, καθώς και η αναμόρφωση της έκθεσής του. Το Μουσείο διαθέτει προθάλαμο με πωλητήριο του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και τρεις αίθουσες, όπου αναπτύσσεται η έκθεση των ευρημάτων από το νησί, τα οποία χρονολογούνται από την Παλαιολιθική έως την υστερορρωμαϊκή περίοδο. Στην αίθουσα Ι εκτίθενται πυριτολιθικά εργαλεία της παλαιολιθικής περιόδου, που βρέθηκαν σε αφθονία στη Σάμη, το Φισκάρδο και τη Σκάλα, και διάφορα αντικείμενα των νεολιθικών χρόνων, που βρέθηκαν κατά καιρούς στο νησί – το μεγαλύτερο μέρος προέρχεται από τη σπηλιά της «Δράκαινας» στον Πόρο. Παρουσιάζονται, ακόμη, αντιπροσωπευτικά πήλινα σκεύη της Μεσοελλαδικής περιόδου, κυρίως από τους κιβωτιόσχημους τάφους των Κοκκολάτων, αλλά και πολύτιμη μικροτεχνία και κεραμική από τους λακκοειδείς και τους δύο θολωτούς τάφους στα Κοκκολάτα, που ανήκουν στην τελευταία μυκηναϊκή περίοδο (Υστεροελλαδική ΙΙΙ Α2 – ΙΙΙ Γ, 1390/70 – 1060/40 π.Χ.). Η Αίθουσα ΙΙ αναφέρεται στη σημαντικότερη περίοδο για την Κεφαλλονιά που είναι η μυκηναϊκή, στην οποία έχει αφιερωθεί ολόκληρη η αίθουσα ΙΙ. Σε εννέα προθήκες παρουσιάζονται τα αντιπροσωπευτικότερα αντικείμενα από την ογκώδη, σε σχέση με την έκταση του νησιού, μυκηναϊκή συλλογή του Μουσείου, που καταδεικνύουν όλες τις εκφάνσεις αυτού του πολιτισμού. Στη συντριπτική τους πλειονότητα προέρχονται από τάφους. Τα εκθέματα περιλαμβάνουν ευρήματα από την Κράνη και την ευρύτερη περιοχή της: κεραμική από τον πρωιμότερο θαλαμωτό τάφο του νησιού (Υστεροελλαδική ΙΙΙ Α2-Β, 1390/70 – 1200 π.Χ.), στα Προκοπάτα, χάλκινα ξίφη και κοσμήματα από τα Διακάτα, έναν ευμεγέθη αιγυπτιακό σκαραβαίο του Τούθμωσι Γ’ (1504-1450 π.Χ.) από την Κράνη, αντιπροσωπευτική κεραμική από το μεγάλο νεκροταφείο των Μαζαρακάτων, ευρήματα από το νεκροταφείο των θαλαμωτών τάφων στα Μεταξάτα, όπου εντυπωσιάζει ο μεγάλος αριθμός των χάλκινων μαχαιριών. Επίσης, ευρήματα από το μεγάλο βασιλικό θολωτό τάφο και το «οστεοφυλάκιο› στα Τζαννάτα Πόρου, μυκηναϊκά ευρήματα από τις περιοχές Κατελειού και Ασπρογέρακα, αντιπροσωπευτική κεραμική από τον θολωτό τάφο του τοπικού ηγεμόνα στα Μαυράτα, ευρήματα από τον ελλειψοειδή «τύμβο› στα Οικόπεδα της Παλικής, και άλλους θαλαμωτούς τάφους στην Κοντογενάδα. Πλουσιότερο όλων των νεκροταφείων που έχουν έως τώρα ερευνηθεί στο νησί, είναι αυτό της Λακήθρας. Οι τέσσερις τάφοι που έχουν ανασκαφεί πλουτίζουν τη συλλογή του Μουσείου με 325 αγγεία, τα χαρακτηριστικότερα από τα οποία εκτίθενται στις προθήκες 7 έως 10. Η κεραμική ανήκει κυρίως στη Νεώτερη Υστεροελλαδική ΙΙΙ Γ περίοδο (1100/1090 – 1060/40 π.Χ.) και μπορεί να θεωρηθεί αντιπροσωπευτική ολόκληρου του νησιού. Χαρακτηριστικά σχήματα είναι οι κρατήρες, οι κάνθαροι, οι σκύφοι και οι κωνικές κύλικες, που βρέθηκαν σε μεγάλο αριθμό στους τάφους και δηλώνουν την τοπική προτίμηση αλλά και την αυτόνομη ανάπτυξη των συγκεκριμένων σχημάτων. Στην Αίθουσα ΙΙΙ τα εκθέματα σχετίζονται με την Κεφαλληνιακή τετράπολη του 5ου αιώνα π.Χ., που αποτελούσαν τέσσερις πόλεις-κράτη, η Πάλη, η Κράνη, οι Πρώννοι και η Σάμη. Εκτίθενται ευρήματα από την περιοχή της Παλικής, ανάμεσα στα οποία ξεχωρίζουν υδρία του 8ου αιώνα π.Χ. και μαρμάρινη κεφαλή γενειοφόρου Σιληνού και πλαστικό αγγείο σε μορφή κεφαλής δούλου, ρωμαικών χρόνων. Παρουσιάζονται, ακόμη, αντικείμενα από το πλούσιο ρωμαϊκό νεκροταφείο στο Φισκάρδο, από το νεκροταφείο των Κοκκολάτων και των Μεταξάτων, από τις περιοχές της Κράνης και των Πρώννων, και από το λατρευτικό σπήλαιο των Διακάτων, από τη Σάμη και την ευρύτερη περιοχή της, για την οποία γνωρίζουμε περισσότερα στοιχεία με αφορμή τις ανασκαφές σωστικού χαρακτήρα που διεξάγονται εκεί. Ακόμα σε αυτή την αίθουσα βρίσκεται μέρος ψηφιδωτού δαπέδου από το ιερό το Ποσειδώνα στο Ληξούρι.
Αρχαιολογικό Μουσείο Σάμης
Το κτίριο της Αρχαιολογικής Συλλογής Σάμης – Αρχαιολογικό Μουσείο Σάμης βρίσκεται στο κέντρο της σύγχρονης πόλης. Η έκθεση στο εσωτερικό αναπτύσσεται σε πέντε αίθουσες, κάθε μία από τις οποίες φιλοξενεί από μία θεματική ενότητα, με ευρήματα από τη Σάμη και την ευρύτερη περιοχή της, περιοχή που ταυτίζεται με εκείνη που θεωρείται ότι ήλεγχε ως πόλη κράτος της κλασικής και ελληνιστικής περιόδου. Στην πρώτη ενότητα παρουσιάζεται η διαχρονική κατοίκηση της Σάμης από την πρώιμη Εποχή του Χαλκού έως τους πρώιμους βυζαντινούς χρόνους. Στη δεύτερη, ιστορείται ο ρόλος του υγρού στοιχείου στην πόλη. Η τρίτη αφηγείται διαφορετικές εκφάνσεις της ανθρώπινης δράσης. Στην τέταρτη ενότητα, πολυάριθμα ευρήματα ανασυνθέτουν ταφικές πρακτικές των Σαμαίων και των Πανορμιτών. Τέλος, η αίθουσα 5 είναι αφιερωμένη στις πολυμεσικές εφαρμογές και τα εκπαιδευτικά προγράμματα.
Γέφυρα Δεβοσέτου
Η Γέφυρα Ντε Μποσέ (πρώην Γέφυρα του Δράπανου) ή εξελληνισμένα Γέφυρα Δεβοσέτου είναι μια πέτρινη γέφυρα χτισμένη το 1813 πάνω από τον κόλπο του Αργοστολίου στην Κεφαλλονιά. Με 689,9 μέτρα, είναι η μεγαλύτερη λίθινη γέφυρα πάνω από τη θάλασσα στον κόσμο.
Κάστρο Αγίου Γεωργίου
Το φρούριο του Αγίου Γεωργίου, ή αλλιώς Κάστρο, όπως λέγεται σήμερα, ήταν η μοναδική πολυάνθρωπη πόλη της Κεφαλλονιάς από το Μεσαίωνα έως το 1757. Στα επίσημα βενετικά αρχεία αναφέρεται ως Città di Cefalonia, δηλαδή Πόλη της Κεφαλλονιάς. Η δημιουργία του χρονολογείται στον δωδέκατο αιώνα μ.Χ. Το Κάστρο του Αγίου Γεωργίου είναι ένα από τα σημαντικά ιστορικά αξιοθέατα στην Κεφαλλονιά. Παρ’ όλη τη φθορά από το πέρασμα του χρόνου και τις σεισμικές δονήσεις, στέκει επιβλητικό μέχρι και σήμερα. Το Κάστρο του Αγίου Γεωργίου είναι χτισμένο σε ένα ύψωμα σε απόσταση 7 χιλιόμετρων από το Αργοστόλι και δεσπόζει στο νότιο τμήμα της Κεφαλλονιάς και στον κόλπο του Αργοστολίου. Τα πρώτα σπίτια έξω από τον αρχαιολογικό χώρο άρχισαν να χτίζονται τον προηγούμενο αιώνα, όταν και η περιοχή αναγνωρίστηκε και προστατεύθηκε ως αξιοθέατο, αλλά και σημαντικό ιστορικό μνημείο. Το φρούριο έχει έκταση περίπου 16.000 τ.μ. και περίμετρο 600 μέτρα. Έχει πολυγωνικό σχήμα. Αποτελείται από το εξωτερικό περιτείχισμα, τον εσωτερικό περίβολο, που έχει σχήμα πετάλου, και μια βραχώδη κορυφή που υψώνεται στο κέντρο περίπου του περιβόλου όπου βρίσκονται τα ερείπια του λεγόμενου Παλαιού Φρουρίου. Διασώζονται εκκλησίες και κτίσματα στο εσωτερικό, καθώς και στο προάστιο (μπόργκο) ανατολικά της εισόδου. Στο μπόργκο του Κάστρου υπάρχει ο μητροπολιτικός ναός Ιερός Ναός της Ευαγγελίστριας, χαρακτηριστικό δείγμα επτανησιακού μπαρόκ. Στο εσωτερικό φυλάσσονται αξιόλογες μεταβυζαντινές εικόνες από τους ερειπωμένους ναούς του Κάστρου. Στα νότια του Κάστρου βρίσκεται η ιστορική Μονή Αγίου Ανδρέα Μηλαπιδιάς. Στο παλαιό καθολικό της λειτουργεί εκκλησιαστικό μουσείο με αξιόλογες εικόνες. Στον περίβολο του φρουρίου, κοντά σε μια μικρή πλατεία, θα δει κάποιος και τα ερείπια της καθολικής εκκλησίας του Αγίου Νικολάου. Μέσα στο κάστρο υπήρχε πλήθος εκκλησιών, των οποίων τα ερείπια σώζονται σήμερα.
Κάστρο Άσσου
Η Άσσος ήταν πρωτεύουσα του βορινού τμήματος της Κεφαλλονιάς για αρκετά χρόνια, από το 1593, έχοντας και το προνόμιο της έδρας του δεύτερου ενετού προβλεπτή του νησιού. Η υπόθεση για την ανέγερση του φρουρίου της Άσσου ανοίγει το 1585, όταν πρεσβεία της Κοινότητας της Κεφαλλονιάς ζητεί από την βενετική Γερουσία την ίδρυσή του, με σκοπό να καταφεύγει σ’ αυτό ο πληθυσμός του νησιού σε περίπτωση πολέμου και πειρατικών επιδρομών. Η υλοποίηση όμως των σχεδίων αρχίζει 8 χρόνια αργότερα το1593. Στόχος των Βενετών ήταν να ιδρυθεί ένα ισχυρό φρούριο-πόλη με μόνιμο πληθυσμό. Το φρούριο θα χάσει τη στρατηγική του σημασία μετά το 1684 όταν πια θα ανακτηθεί η Λευκάδα από τους Βενετούς. Η διοίκησή του όμως θα παραμείνει στα χέρια Προβλεπτή ως την οριστική κατάλυση της βενετικής κυριαρχίας (1797). Σήμερα διατηρούνται ερείπια του φρουρίου. Η είσοδος του είναι θολωτή. Έχουν διασωθεί ερείπια των τειχών μήκους 2.000 μέτρων καθώς και η κατοικία του ενετού Προβλεπτή, οι στρατώνες και η εκκλησία του Αγίου Μάρκου.
Κοργιαλένειο Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο
Το Κοργιαλένειο Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο Αργοστολίου διατρέχει ολόκληρη την ιστορία της Κεφαλλονιάς, από την εποχή της Ενετικής κατάκτησης (γύρω στο 1500 μ.Χ.) μέχρι την καταστροφή του πολιτισμού του νησιού από τους σεισμούς του 1953. Στόχος του Μουσείου δεν είναι απλά η διαφύλαξη της ιστορικής μνήμης για έναν οριστικά χαμένο υλικό κόσμο, αλλά η ανάδειξη της ζώσας και εξελισσόμενης πολιτιστικής ιδιαιτερότητας του τόπου. Μελετά και προβάλλει την αστική και αγροτική ζωή σ’ όλες τις εκφάνσεις τους (ενδυμασία, οικιακή οικονομία, οικογενειακή και κοινωνική ζωή, λαϊκή τέχνη, αναψυχή κλπ.), αλλά και την εκκλησιαστική τέχνη και λατρευτική ζωή των Κεφαλλονιτών. Τέλος, αναφέρεται στην προσεισμική αρχιτεκτονική και πολεοδομία, τις καταστροφές του σεισμού του 1953 και την ανοικοδόμηση. Το Μουσείο στεγάζεται στον ισόγειο χώρο του διατηρητέου μετασεισμικού κτιρίου της Κοργιαλενείου Βιβλιοθήκης Αργοστολίου. Η μόνιμη έκθεση του Μουσείου είναι χωρισμένη σε θεματικές ενότητες (αστικό τμήμα, αγροτικό τμήμα, εκκλησιαστική τέχνη και Σχέδιο Πόλεως Αργοστολίου) σε μια προσπάθεια να αναδειχθεί ολόπλευρα το τοπικό πολιτισμικό στίγμα.
Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κεφαλλονιάς και Ιθάκης
Το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας ιδρύθηκε το 1996 από την Εταιρεία Προστασίας Φύσεως Κεφαλλονιάς και Ιθάκης. Επί μία 15ετία λειτούργησε στα Δαυγάτα, απ’ όπου μεταστεγάστηκε στο Αργοστόλι στη θέση Θαλασσόμυλος, όπου και το μοναδικό στον κόσμο γεωλογικό φαινόμενο των Καταβοθρών. Στόχος του μουσείου είναι:
- Η ανάδειξη του φυσικού πλούτου των νησιών μας μέσω της γνώσης και της εν γένει πληροφόρησης και η καλλιέργεια περιβαλλοντικής συνείδησης με απώτερο σκοπό την ευαισθητοποίηση του κοινού και ιδίως των νέων ως προς την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος.
- Η προαγωγή της γνώσης και της επιστημονικής έρευνας όλων των στοιχείων, που συνθέτουν τη φύση και την ορθή της διαχείριση.
- Ο εμπλουτισμός των Αρχείων Χλωρίδας (herbarium), μυκήτων (fungi) και εντόμων (insectarium).
- Ο εμπλουτισμός της Βιβλιοθήκης.
- Οι ενημερωτικές επιστημονικές εκδόσεις και τα προγράμματα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης.
Θεματογραφία – Εκθέματα: Μέσα από την οργανωμένη ροή της θεματογραφίας του Μουσείου, που αφορούν αποκλειστικά στην Κεφαλλονιά και την Ιθάκη (μακέτες των νησιών και των σπηλαίων, πίνακες, πλούσιες συλλογές ορυκτών, πετρωμάτων, απολιθωμάτων, οστράκων, λίθινων εργαλείων κ.λ.π.) ο επισκέπτης μπορεί να σχηματίσει ολοκληρωμένη εικόνα για την οικολογική ταυτότητα των δύο νησιών με την πλούσια χλωρίδα, τα ενδιαφέροντα γεωλογικά φαινόμενα, τον θαλάσσιο πλούτο, καθώς και για το πέρασμα του ανθρώπου από τη φύση. Εξέχουσα θέση καταλαμβάνει ο Εθνικός Δρυμός Αίνου.
Μυκηναϊκός Θολωτός Τάφος Τζανάτων
Ο σημαντικότερος θολωτός Μυκηναϊκός τάφος της Δυτικής Ελλάδας βρίσκεται στα Τζανάτα του Πόρου. Η αρχαιολογική έρευνα έκρινε τον τάφο ως αρχοντικό, εξαιτίας των πλούσιων ευρημάτων, ενώ ο θολωτός τάφος απ’ ότι φαίνεται χρησιμοποιήθηκε για ευγενείς κατοίκους, υποδεικνύοντας πως η περιοχή υπήρξε αναπτυγμένο μυκηναϊκό κέντρο. Μπορείτε να δείτε τα ευρήματα από κοντά στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αργοστολίου.
Ναυτικό και Περιβαλλοντικό Μουσείο Φισκάρδου
Το Ναυτικό και Περιβαλλοντικό Μουσείο Φισκάρδου είναι το αποτέλεσμα της συνεργασίας του Ναυταθλητικού Περιβαλλοντικού Συλλόγου Φισκάρδου (ΝΠΕΦ – FNEC), του Ιδρύματος Ερευνών Ιονίου Πελάγους (ISRC), των τοπικών αρχών και εθελοντών. Στεγάζεται στο παλιό δημοτικό σχολείο του Φισκάρδου που παραχωρήθηκε για τις ανάγκες του Μουσείου τον Απρίλιο του 1999. Στα έργα επισκευών, ανακαίνισης και δημιουργίας του μουσείου συμμετείχαν νέοι απ’ όλη την Ευρώπη μέσω της Ευρωπαϊκής Εθελοντικής Υπηρεσίας (EVS). Στο Μουσείο παρουσιάζεται πληθώρα ευρημάτων.
- Παρουσίαση των δραστηριοτήτων του FNEC
- Ανάγλυφη μακέτα της Κεφαλλονιάς με παρουσίαση των κυριότερων αξιοθέατων
- Εθνικός Δρυμός Αίνου
- Υδροβιότοπος Ληξουρίου
- Θαλάσσια Μόλυνση
- Οικολογία
- Η διαδικασία της απολίθωσης
- Τμήματα από συντρίμμια Βρετανικού αεροσκάφους Bristol Beaufighter που καταρρίφθηκε από Γερμανικό πολυβολείο την περίοδο 1943-44
- Τμήματα από υδρίες και άλλα αρχαιολογικά ευρήματα.
- Καρχαρίες της Μεσογείου
- Γεωλογία της Κεφαλλονιάς και της Ελλάδας
- Πλαγκτόν
- Τοπικά ασπόνδυλα (κοχύλια, σφουγγάρια, αστερίες, αχινοί, κτλ)
- Πίννα η Ευγενής
- Το οικοσύστημα της Ποσειδωνία
- Εισβολείς του οικοσυστήματος
- Φώκια Monachus – Monachus
- Χελώνα Caretta – Caretta
- Φάλαινα
- Σκελετός φάλαινας Ζίφιος (Ziphius Cavrostris), που ξεβράστηκε στην παραλία Έμπλυση τον Ιανουάριο του 1995.
- Πουλιά (ξεφτέρι, κουκουβάγια, κεγχρίς, συλβία, κ.α.)
- Έντομα
- Ερπετά
- Πέτρινη Σαρκοφάγος
Πολλά από τα εκθέματα παρουσιάζονται με πρωτότυπο τρόπο, έτσι ώστε να προκαλούν το ενδιαφέρον του επισκέπτη. Εξάλλου, φανερή είναι η σύγχρονη αντίληψη των δημιουργών για τη χρήση ενός μουσείου, μια που ο επισκέπτης καλείται να συμμετέχει στις δραστηριότητες με διάφορους τρόπους. Το Μουσείο διοργανώνει εβδομαδιαίες ανοικτές παρουσιάσεις για θέματα τοπικών περιβαλλοντικών προβλημάτων και για ενημέρωση σχετικά με τη δράση του. Οργανώνονται επίσης και προγράμματα παιδικής επιμόρφωσης και ευαισθητοποίησης πάνω σε θέματα προστασίας της φυσικής κληρονομιάς. Οι εκδηλώσεις αυτές καθώς και εκδηλώσεις άλλων φορέων, γίνονται συνήθως στον κατάλληλα διαμορφωμένο εξωτερικό χώρο του μουσείου.
Ρωμαϊκή Έπαυλη Σκάλας
Λίγο έξω από την Σκάλα έχει ανακαλυφθεί η Ρωμαϊκή Έπαυλη Σκάλας, όπως ονομάζεται, μια έπαυλη που χρονολογείται τον 3ο αιώνα μ. Χ. και διαθέτει οικία και λουτρά, με θαυμαστά ψηφιδωτά. Έως σήμερα διατηρούνται και έχουν έρθει στο φως έξι χώροι, μεταξύ αυτών και η υπαίθρια αυλή της ρωμαϊκή έπαυλης Σκάλας. Τέσσερις από τους υπόλοιπους χώρους έχουν ψηφιδωτά δάπεδα, πολύχρωμα, διακοσμημένα με γεωμετρικά μοτίβα ιδιαίτερης καλλιτεχνίας.
Ρωμαϊκή Έπαυλη Αγίας Ευφημίας
Η Ρωμαϊκή έπαυλη βρίσκεται στα όρια της Αγίας Ευφημίας. Οι ανασκαφές της έπαυλης ολοκληρώθηκαν στις αρχές του 2000 και ο χώρος σήμερα είναι επισκέψιμος, με ελεύθερη είσοδο. Μεταξύ των χώρων που ερευνήθηκαν ξεχωρίζουν: Κεντρικός αίθριος χώρος με ψηφιδωτό δάπεδο από λευκές ψηφίδες με λίθινη εσχάρα για τη συλλογή των όμβριων υδάτων και εκατέρωθεν αυτού μία αίθουσα με επίσημο προορισμό, κοσμούμενη με ψηφιδωτό δάπεδο με γεωμετρικά μοτίβα και μία ατομική δεξαμενή λουτρού, ελλειψοειδή στις στενές πλευρές της. Οι χώροι που συνεχίζουν κάτω από το οδόστρωμα στα ΒΔ, με τις δύο κόγχες ίσως σχετίζονται με λουτρικές εγκαταστάσεις.
Φάροι του Φισκάρδου
Ο παλαιότερος από τους δύο φάρους του Φισκάρδου είναι ο βενετσιάνικος που κατασκευάστηκε από τους Ενετούς κατακτητές. Ο δεύτερος φάρος, ο νεότερος, χτίστηκε για να αντικαταστήσει τον παλιό στα τέλη του 19ου αιώνα και ξεπερνά τα 14 μέτρα ύψος. Και οι δύο πέτρινοι φάροι που βρίσκονται στην άκρη του Φισκάρδου μαρτυρούν τη σπουδαιότητα του λιμανιού από την ενετοκρατία μέχρι και σήμερα.