Αξιοθέατα στην Κάλυμνο
Αρχαιολογικοί Χώροι
Αρχαία Ακρόπολη Έμπολα
Η αρχαία ακρόπολη του Έμπολα στην Κάλυμνο, βρίσκεται βόρεια από το Βαθύ, στις νότιες παρυφές του Κάστελλα, χρονολογείται στην Ελληνιστική περίοδο, χτισμένη στα μέσα του 4ου αιώνα π.Χ. Στο νοτιοδυτικό τμήμα του σώζεται επιβλητικό ισοδομικό τείχος, από μεγάλου μεγέθους ορθογωνιασμένους λίθους, όπου μερικοί ξεπερνούν σε μήκος τα 2 μέτρα. Στην ανατολική πλευρά του οχυρού υπάρχει μια μεγάλη πύλη, πλάτους 4,44 μ. Η συνολική έκτασή του είναι περίπου τρία στρέμματα και εντός του οχυρού υπάρχει το βυζαντινό μονόχωρο ναϋδριο του Ταξιάρχη Μιχαήλ (13ου αιώνα), κτισμένο πάνω στα ερείπια παλαιοχριστιανικής βασιλικής. Επί αιώνες το οχυρό αποτελούσε καταφύγιο και χώρο αντίστασης και προστασίας των κατοίκων της κοιλάδας, κατά τη διάρκεια επιδρομών. Η αρχαία ακρόπολη του Έμπολα είναι κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος από το 2006 (ΦΕΚ 196/ΑΑΠ/27-12-2006).
Αρχαίο Οχυρό Πόθιας
Το Αρχαίο Οχυρό Πόθιας βρίσκεται στη βραχώδη κορυφή που βρίσκεται βόρεια της πρωτεύουσας, αμέσως πάνω από τη συνοικία του Αγίου Στεφάνου και σε κοντινή απόσταση από το εκεί εκκλησάκι της Αναστάσεως. Από αυτό σώζονται μόνο τα θεμέλια του ανατολικού, του νότιου και του δυτικού του τοίχου, τα οποία συνθέτουν μια τραπεζιόσχημη κάτοψη. Το πάχος των τοίχων είναι 2,55 μ., ενώ το μήκος τους 31 του ανατολικού, 16 του νότιου και 11 του δυτικού. Δυστυχώς οι ορθογωνιασμένοι λίθοι του οχυρού χρησίμεψαν στο χτίσιμο νεότερων οικιών της πρωτεύουσας του νησιού, έτσι ώστε σήμερα να διακρίνονται μόνο τα θεμέλιά του. Σε απόσταση 20 μ. στα Ν.Δ. σώζονται τα απομεινάρια ορθογώνιας υδατοδεξαμενής, διαστάσεων 6×6,50 μ., οι εσωτερικές επιφάνειες της οποίας ήταν καλυμμένες με κουρασάνι. Το οχυρό, με βάση την επιφανειακή κεραμική και τα ιστορικά και αρχαιολογικά στοιχεία για την ύπαρξη και άλλων τέτοιων οχυρών στην Κάλυμνο, χρονολογείται στην Ελληνιστική Περίοδο. Το Αρχαίο Οχυρό Πόθιας είναι κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος από το 2006 (ΦΕΚ 196/ΑΑΠ/27-12-2006). (Πηγή πληροφοριών: Έκδοση Δήμου Καλυμνίων 1998) (Μιχαήλ Ι. Κουτέλλας – αρχαιολόγος).
Αρχαίος Οικισμός Αγκιναριές ή Βρυόκαστρο στα Σκάλια
Λίγο μετά τα μέσα της οδικής απόστασης Αργινώντα – Σκάλια, στις απότομες πλαγιές της οροσειράς, ανοίγεται ένα σχετικά ευρύ πλάτωμα, διαστάσεων 50 x 150 μ. περίπου, πάνω ακριβώς από το Σπήλαιο των Σκαλιών. Ο χώρος του πλατώματος είναι διάσπαρτος από ερείπια αρχαίων οικοδομημάτων και αναλημμάτων και είναι γνωστός με το όνομα Αγκιναριές, ενώ στις αρχές του αιώνα μας αναφέρεται και ως Βρυόκαστρο. Η πρόσβαση στις Αγκιναριές είναι δύσκολη, καθώς ο επισκέπτης αναγκάζεται να σκαρφαλώσει στην απότομη πλαγιά, στην οποία δεν υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο μονοπάτι. Ο αρχαίος οικισμός του πλατώματος περιλαμβάνει γύρω στα 25 οικοδομήμτα, χτισμένα από ντόπιες πέτρες αδροδουλεμένες. Αυτά ακολουθούν τις κλίσεις και τις ιδιομορφίες του εδάφους και γι’ αυτό παρουσιάζουν ευθείες και καμπύλες πλευρές. Η θέση είναι από μόνη της φύσει οχυρή, καθώς περιβάλλεται από γκρεμούς. Η μελέτη της επιφανειακής κεραμικής και των άλλων ευρημάτων δείχνει ότι ο χώρος κατοικήθηκε ήδη από τους προϊστορικούς χρόνους και ως τους γεωμετρικούς. (Πηγή πληροφοριών: Έκδοση Δήμου Καλυμνίων 1998) (Μιχαήλ Ι. Κουτέλλας – αρχαιολόγος).
Αρχαιολογικός Χώρος Εμπορειού
Σε όλο το μήκος της παραλιακής ζώνης του Εμπορείου υπάρχουν αρχαιολογικές ενδείξεις, που δείχνουν ότι κατά τους παλαιοχριστιανικούς χρόνους απλωνόταν εδώ ένας ακμαίος οικισμός, ο οποίος συνεχιζόταν και κάτω από τη θάλασσα, όπου τμήματά του καταβυθίστηκαν λόγω καθίζησης του εδάφους ή ανόδου της στάθμης της θάλασσας. Δυστυχώς η ανεξέλεγκτη δόμηση των τελευταίων χρόνων έχει καταστρέψει τα εναπομείναντα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα του οικισμού, έτσι σήμερα έχουν απομείνει λίγα τμήματα ερειπωμένων οικιών και θολαριών. Ο κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος του Εμπορειού (ΦΕΚ 196/ΑΑΠ/27-12-2006) περιλαμβάνει: 1) Ελληνιστικό οχυρό, στη θέση Καστρί, με ερείπια Κυκλώπειων Τειχών και λείψανα ενός αρχαίου πύργου του 4ου αιώνα π.Χ. Μέσα στα τείχη του σώζεται ένας κωνικός κύλινδρος ελαιοτριβείου και κομμάτια από τη σπασμένη λίθινη κυκλική γούρνα του. Αυτό επιβεβαιώνει ότι στην αρχαιότητα η περιοχή παρήγαγε λαδιού. 2) Ο Ευρυόθολος βρίσκεται νοτιοανατολικά του λουτρώνα, σε απόσταση 100 περίπου μέτρων, πάνω στη βραχώδη πλαγιά. Είναι ένα καμαροσκεπές κτίσμα με ύψος που φτάνει τα 4 μέτρα. Στη στενή νότια πλευρά του υπάρχει είσοδος με φεγγίτη και η μεγάλη καμάρα του υποστηρίζεται από εσωτερικό ενισχυτικό τόξο. Πιθανολογείται ότι κτίστηκε τον 7ο αιώνα ως φυλάκιο-παρατηρητήριο της θαλάσσιας περιοχής, λόγω των θαλάσσιων επιδρομών των Αράβων κατά των νησιών. Στο σημείο που είναι χτισμένος, είναι ορατός ο θαλάσσιος χώρος και έχει οπτική επαφή με το φρούριο του Καστελλιού και με τους οχυρωμένους οικισμούς του Αγίου Κωνσταντίνου Τελένδου και της Γαλατιανής. 3) Ο Παλαιοχριστιανικός λουτρώνας βρίσκεται ανατολικά της παραλίας, σε απόσταση 30 μέτρα από τη θάλασσα. Ο ερειπωμένος λουτρώνας είναι χωρισμένος εσωτερικά σε διαμερίσματα. Τα ανατολικά και δυτικά διαμερίσματα απολήγουν σε ημικυκλικές αψίδες. Στην ανατολική πλευρά του λουτρώνα, υπάρχει ένα ερειπωμένο υπόγειο καμαροσκεπές δωμάτιο, βοηθητικό του λουτρώνα. 4) Ο Παλαιοχριστιανικός οικισμός βρισκόταν σε όλο το μήκος της παραλιακής ζώνης, όπου τμήματά του καταβυθίστηκαν στη θάλασσα λόγω καθίζησης του εδάφους ή ανόδου της στάθμης της θάλασσας. Σήμερα σώζονται λίγα τμήματα ερειπωμένων οικιών και θολαριών. 5) Παλαιοχριστιανική Βασιλική Εμπορειού. (Πηγή πληροφοριών: Έκδοση Δήμου Καλυμνίων 1998) (Μιχαήλ Ι. Κουτέλλας – αρχαιολόγος).
Δάμος Καλύμνου
Ο Δάμος, δηλαδή «Δήμος» στα δωρικά, βρίσκεται στα βόρεια του κεντρικού δρόμου, ανάμεσα στις ρεματιές Δραπέτης (στα δυτικά) και Συκομεριά (στα ανατολικά), που οδηγεί από τη Χώρα στις Ελιές. Ήταν αρχαίος οικισμός που άκμασε από τους πρώιμους ελληνιστικούς ως και τους ύστερους ρωμαϊκούς χρόνους, σύμφωνα με τις ανασκαφικές ενδείξεις. Στην περιοχή εντοπίσθηκαν σε παλαιότερες έρευνες, λείψανα της οχύρωσης του αρχαίου οικισμού, πιθανότατα τμήμα του δήμου Ποθαίων και τμήμα της νεκρόπολης. Από το 1995 που πραγματοποιείται στην περιοχή ανασκαφική έρευνα, αποκαλύφθηκε τμήμα του οικισμού, οικοδομήματα με λατρευτικό χαρακτήρα και εργαστήρια επεξεργασίας μετάλλων. Η κατοίκηση στην περιοχή ανάγεται, σύμφωνα με τα ευρήματα, από τα τέλη του 3ου αι. π.Χ. ως το 2ο αι. μ.Χ. Τα αρχαία κτίσματα έχουν διατηρηθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό και έτσι ξεχωρίζουν εύκολα οι πλακόστρωτοι κλιμακωτοί δρόμοι, που εκατέρωθεν βρέθηκαν οικίες, εργαστήρια, λαξευτά πηγάδια και ερείπια μεγάλου συγκροτήματος λουτρώνα. Στα βόρεια του οικισμού διακρίνεται τμήμα του ισοδομικού τείχους που τον προστάτευε, ενώ έξω από το τείχος είναι ορατή η νεκρόπολη με διάφορους λαξευτούς και θαλοαμοειδείς τάφους, με πολύτιμα κτερίσματα και άλλα ευρήματα. Στα ανατολικά του οικισμού βρίσκεται ένας ορθογώνιος θαλαμοειδής τάφος, λαξευτός μέσα στο βράχο και πλησίον του ένας διπλός και διώροφος, μέσα στο έδαφος. Τάφοι επίσης υπάρχουν και στις νότιες παρυφές του Δάμου, οι οποίοι χρονολογούνται στα ελληνιστικά χρόνια. Ο χώρος είναι ανοιχτός για το κοινό από το πρωί μέχρι τη δύση του ηλίου. Ο Δάμος είναι κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος από το 2006 (ΦΕΚ 196/ΑΑΠ/27-12-2006).
Θολάρια
Τα Θολάρια βρίσκονται στην περιοχή του οικισμού των Βοθύνων, που βρίσκεται πριν τα Βλυχάδια και σε κοντινή απόσταση από τον δρόμο, στη δυτική πλευρά του. Υπάρχουν τρία καμαροσκεπή παλαιοχριστιανικά οικοδομήματα, ορθογώνιας κάτοψης, όπου τα δυο είναι ερειπωμένα, ενώ το ένα έχει μετασκευασθεί σε αποθήκη. Το μεγαλύτερο (7,80×5,13μ.) πρέπει να χρησίμευε για κατοικία, ενώ τα άλλα δύο τα οποία είναι μικρότερα πιθανότατα ήταν ταφικά κτίσματα, όπως αυτά που βρίσκονται στο Πευκί Τελένδου και στον Βαθύ. (Πηγή πληροφοριών: Έκδοση Δήμου Καλυμνίων 1998) (Μιχαήλ Ι. Κουτέλλας – αρχαιολόγος).
Ιερό Δηλίου (Δαλίου) Απόλλωνα
Το Ιερό Δηλίου (Δαλίου) Απόλλωνα βρίσκεται στις περιοχές Λιμνιώτισσα και Πηγάδια, που βρίσκονται στα ΝΑ του Δάμου, σε απόσταση 400 περίπου μέτρων από τη Χώρα. Ο χώρος του ιερού, σύμφωνα με τις επιγραφές, ήταν φραγμένος με περίβολο και περιελάμβανε ιερό άλσος με δάφνες, διάφορα οικοδομήματα, βωμούς, αγάλματα, επιγραφές χαραγμένες σε λίθους. Αποτελούσε τον επισημότερο και σημαντικότερο τόπο λατρείας της αρχαίας Καλύμνου ως πολιτικό και θρησκευτικό κέντρο των Καλυμνιακών δήμων και φυλών, από τις αρχές της 1ης π.Χ. χιλιετίας (Γεωμετρική Περίοδος) ως την Παλαιοχριστιανική Εποχή. Ο ναός του Δηλίου Απόλλωνα χτίστηκε πιθανά κατά τον 4ο π.Χ. αιώνα, την εποχή της Β΄ Αθηναϊκής Συμμαχίας. Το ιερό και ο ναός καταστράφηκαν από τους χριστιανούς την Παλαιοχριστιανική Εποχή και στη θέση τους ανεγέρθηκαν, με υλικό από τα οικοδομήματά του, πρώτα ο ναός Χριστός της Ιερουσαλήμ και λίγο αργότερα ο τρίκογχος που είναι γνωστός ως Αγία Σοφία ή Ευαγγελίστρια. Οι ανασκαφές, που έγιναν από τον Άγγλο Ch. Newton στα 1854 – 1855 και τον Ιταλό M. Segre το 1937, έφεραν στο φως πλούσια ευρήματα, όπως επιγραφές, βάσεις αγαλμάτων, ειδώλια, σπασμένα πήλινα αγγεία κ.ά. Σήμερα σώζονται οι ναοί του Απόλλωνα και του Ασκληπιού, το βουλευτήριο, το γυμνάσιο, το θέατρο και δύο πρωτοχριστιανικές εκκλησίες (βασιλικές) του 5ου και 6ου αιώνα, ο Χριστός της Ιερουσαλήμ και η Αγία Σοφία. Το Ιερό του Δηλίου Απόλλωνα είναι κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος από το 2006 (ΦΕΚ 196/ΑΑΠ/27-12-2006).
Λόφος Περιστεριάς
O Λόφος Περιστεριάς βρίσκεται στο Βαθύ, στην άλλη πλευρά του κόλπου, απέναντι από το σπήλαιο Δασκαλειό. Η ονομασία του οφείλεται από το ομώνυμο σπήλαιο που βρίσκεται στην πλαγιά του. Η περιοχή παρουσιάζει μεγάλο αρχαιολογικό ενδιαφέρον, γιατί όπως αποδεικνύουν τα επιφανειακά ευρήματα, όπως θραύσματα οψιανών, όστρακα αγγείων και λίθινα εργαλεία κ.ά, υπήρχε προϊστορικός οικισμός από τους προϊστορικούς ως τους πρώτους αρχαϊκούς χρόνους, ο οποίος εκτεινόταν μέχρι τη γειτονική περιοχή της Βουκολιάς. Χαρακτηριστικά είναι δύο όστρακα με μαστοειδείς αποφύσεις. Η επιφανειακή κεραμική περιλαμβάνει και λίγα όστρακα με μελανό βερνίκι, τα οποία ανήκουν στους Γεωμετρικούς Χρόνους. Επιφανειακά δε διαφαίνονται πουθενά λείψανα οικημάτων. Αυτά πιθανότατα ήταν καλύβες, φτιαγμένες από φθαρτά υλικά και για αυτό δεν διασώθηκαν. O Λόφος Περιστεριάς είναι κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος από το 2006 (ΦΕΚ 196/ΑΑΠ/27-12-2006). (Πηγή πληροφοριών: Έκδοση Δήμου Καλυμνίων 1998) (Μιχαήλ Ι. Κουτέλλας – αρχαιολόγος).
Ναός Δηλίου Απόλλωνα
Ο Ναός Δηλίου Απόλλωνα βρίσκεται στις περιοχές Λιμνιώτισσα και Πηγάδια, που βρίσκονται στα ΝΑ του Δάμου, σε απόσταση 400 περίπου μέτρων από τη Χώρα. Ο ναός του Δηλίου Απόλλωνα ήταν ιωνικού ρυθμού και είχε κατασκευαστεί εξ ολοκλήρου από μάρμαρο. Οι σωζόμενοι κίονές του χρησιμοποιήθηκαν στο ναό της Παναγίας Κεχαριτωμένης Χώρας, οι βάσεις του και διάφορα άλλα αρχιτεκτονικά μέλη του χρησιμοποιήθηκαν σε δεύτερη χρήση στον ερειπωμένο παλαιοχριστιανικό ναό του «Χριστού της Ιερουσαλήμ», που βρίσκεται δίπλα στο ιερό. Εξετάζοντας τα διάφορα σωζόμενα μέλη (κίονες, κιονόκρανα και βάσεις) βλέπουμε ότι ίσως ο ναός του Απόλλωνα ανήκε στην κατηγορία του πρόστυλου τετράστυλου «εν παραστάσει» ναού. Πιθανότατα ο ναός χτίστηκε κατά τον 4ο π.Χ. αιώνα την εποχή της Β΄ Αθηναϊκής Συμμαχίας. Η ύπαρξη αφιερωματικής επιγραφής του 1ου π.Χ. αιώνα σ’ ένα κομμάτι του μαρμάρινου τριζωνικού επιστυλίου του, προς τιμήν του Γάϊου Καίσαρα Γερμανικού, του επωνομαζόμενου Καλιγούλα, πρέπει μάλλον να οφείλεται σε μεταγενέστερη προσπάθεια εξευμενισμού του Ρωμαίου αυτοκράτορα κι όχι σε εκ νέου ανέγερση άλλου ναού. Η επικράτηση του Χριστιανισμού μετά τους μακρόχρονους διωγμούς επέφερε, όπως ήταν φυσικό το κλείσιμο και την καταστροφή των ειδωλολατρικών Ιερών και ναών. Τα μοιραία χτυπήματα κατά της αρχαίας λατρείας, δίνονται με μια σειρά διαταγμάτων των Βυζαντινών αυτοκρατόρων Θεοδοσίου του Α΄ (391 μ.Χ.), του γιου του Αρκαδίου (399 μ.Χ.) και του Θεοδοσίου του Β΄ (435 μ.Χ.). Ο ναός και το ιερό καταστράφηκαν από τους χριστιανούς την Παλαιοχριστιανική Εποχή και στη θέση τους ανεγέρθηκαν, με υλικό από τα οικοδομήματά του, πρώτα ο τρίκλιτος ναός «Χριστός της Ιερουσαλήμ» και λίγο αργότερα ο τρίκογχος που είναι γνωστός ως Αγία Σοφία ή Ευαγγελίστρια.
Οικισμός Κάστελλα
Ο οικισμός Κάστελλα βρίσκεται στη βόρεια οροσειρά του Βαθύ, σε απόσταση 500 περίπου μέτρων βόρεια της θέσης Μετόχι. Πρόκειται για σημαντικό αρχαίο οικισμό πενήντα περίπου κτισμάτων ποικίλων διαστάσεων, ορθογώνιας κάτοψης, που απλωνόταν μέχρι την ανατολική πλαγιά του Μόντε Ρίτο. Από τα ευρήματα φαίνεται ότι κατοικήθηκε από τους προϊστορικούς μέχρι τους κλασικούς χρόνους και εγκαταλείπεται απότομα μετά από επιδρομή πειρατών το α’ μισό του 5ου αι. π.Χ. Οι τοιχοδομίες αποτελούνται από δουλεμένους ντόπιους ασβεστόλιθους, τραπεζιόσχημους και ορθογώνιους, διαφόρων μεγεθών, χωρίς συνδετικό υλικό. Ειδικά μερικοί λίθοι ξεχωρίζουν για τις μεγάλες τους διαστάσεις που φτάνουν μέχρι 1,60 μ. ύψος και 1,30 πλάτος. Στο ανώτερο τμήμα του οικισμού, σώζεται το δυτικό τμήμα του τοίχου, σχηματίζοντας έναν χώρο ιδιαίτερης σημασίας που πιθανολογείται ότι πρόκειται για ιερό την κατοικία του άρχοντα του οικισμού. Ίχνη οχυρώσεων δεν υπάρχουν, πιθανόν λόγω της μεγάλης έκτασης που καλύπτει ο οικισμός, ή και εξαιτίας των συνθηκών της εποχής εκείνης. Από τα ευρήματα που έχουν βρεθεί, πιθανολογείται ότι οι κάτοικοι του Κάστελλα, πιθανώς Κάρες, είχαν κύρια ενασχόληση τη θάλασσα και εμπορικές σχέσεις με τα μικρασιατικά παράλια, αλλά και με τα γύρω νησιά. Από τα ευρήματα ξεχωρίζουν προϊστορικά όστρακα και λεπίδες οψιανού, δύο πήλινα ειδώλια της ύστερης Χαλκοκρατίας, όστρακα κεραμικής και χάλκινα κοσμήματα γεωμετρικών χρόνων, ασημένια αρχαϊκά νομίσματα της Μιλήτου και της Κω, πάρα πολλές χάλκινες αιχμές βελών των αρχών του 5ου π.Χ. αιώνα, πήλινα υφαντικά βαρίδια και όστρακα αγγείων κλασικών χρόνων. Ο οικισμός Κάστελλα είναι κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος από το 2006 (ΦΕΚ 196/ΑΑΠ/27-12-2006). (Πηγή πληροφοριών: Έκδοση Δήμου Καλυμνίων 1998) (Μιχαήλ Ι. Κουτέλλας – αρχαιολόγος).
Οχυρωμένος Οικισμός Γαλατιανής
Γύρω από τη βουνοκορφή της Γαλατιανής (υψ. 589 μ), που υψώνεται στα ΒΔ του παράλιου οικισμού των Αργινωντών, σώζονται τα απομεινάρια ενός οχυρωμένου βυζαντινού οικισμού. Αυτός καλύπτει μεγάλη έκταση, από το σημείο όπου βρίσκεται το εκκλησάκι της Παναγίας της Γαλατιανής, μέχρι και τη γειτονική ΒΔ κορυφή. Ισχυρό τείχος πάχους 1,60 – 2 μ, χτισμένο από αργολιθοδομή και συνδετικό ασβεστοκονίαμα, περιβάλλει τον οικισμό από τη νότια και δυτική πλευρά, τις μόνες από τις οποίες είναι δυνατή η πρόσβαση. Από τη βόρεια και την ανατολική πλευρά ο χώρος προστατεύεται από ψηλούς γκρεμούς. Στα ΝΑ του τείχους υπάρχει διαμόρφωση πύλης. Τα σπίτια του οικισμού σώζονται σε κατάσταση θεμελίων. Καλύτερα διατηρείται η μία από τις δύο μεγάλες κτιστές καμαροσκεπείς υδατοδεξαμενές του. Σε όλη την περιοχή υπάρχει πληθώρα επιφανειακής κεραμικής, άβαφης με λεπτές εγχάρακτες γραμμές και λίγα δείγματα εφυάλωσης. Ο οχυρωμένος οικισμός της Γαλατιανής ιδρύθηκε κατά τον 7ο μ .Χ. αιώνα, εξαιτίας των θαλάσσιων επιδρομ ών των Αράβων, οι ο ποίοι λεηλατούν τις παράλιες περιοχές του Αιγαίου αυτήν την εποχή. Είναι δηλαδή σύγχρονος με τον οικισμό του Αγίου Κωνσταντίνου στην Τέλενδο και με το φρούριο του Καστελλιού, με τα οποία και έχει οπτική επαφή, λόγω της θέσης του. Η ζωή του οικισμού της Γαλατιανής συνεχίζεται μέχρι τους μεσοβυζαντινούς χρόνους, όπως δείχνει η λιγοστή εφυαλωμένη κεραμική από το χώρο. (Πηγή πληροφοριών: Έκδοση Δήμου Καλυμνίων 1998) (Μιχαήλ Ι. Κουτέλλας – αρχαιολόγος).
Παλαιοχριστινός Οικισμός στο Βαθύ
Ο Παλαιοχριστιανικός Οικισμός στο Βαθύ βρίσκεται ανατολικά της Παλαιοπαναγίας και σώζονται ερείπια ενός μικρού κτιριακού συγκροτήματος παλαιοχριστιανικών χρόνων, χτισμένου κλιμακωτά λόγω της κατωφέρειας του χώρου. Το συγκρότημα αποτελείται από ένα μικρό εκκλησάκι, μία υπέργεια ορθογώνια κτιστή υδατοδεξαμενή, κτιστά δωμάτια και έναν κυλινδρικό πύργο στα ανατολικά. Από το μικρό μονόχωρο ναϋδριο διατηρείται σε καλύτερη κατάσταση το βόρειο μισό του, σε ύψος 2,50 μ. Μπροστά από τη θύρα βρίσκονται πεταμένα δύο μονολιθικά κατώφλια από ψαμμίτη. Η ημικυκλική αψίδα φέρει εσωτερικά μία σειρά καθισμάτων σύνθρονου. Στο βόρειο τοίχο του ιερού βήματος διατηρείται τμήμα σοβά με απομεινάρια ζωγραφικού διακόσμου ερυθρού χρώματος. Γύρω από το ναύδριο σώζονται διάσπαρτα διάφορα μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη του, ερείπια των διαφόρων οικοδομημάτων, που πλαισίωναν το μικρό ναό, ένας κυλινδρικός πύργος που μάλλον χρησίμευε ως καμπαναριό. Οι εκσκαφές δείχνουν ότι πρόκειται λοιπόν για ένα μοναστηριακό συγκρότημα των παλαιοχριστιανικών χρόνων (5ος – 6ος μ .Χ. αι.).
Παλαιοχριστιανικός Οικισμός της Ρίνας ή Ελληνικά
Ο Παλαιοχριστιανικός Οικισμός της Ρίνας ή Ελληνικά απλωνόταν στη θέση «Ελληνικά», στις πλαγιές των λόφων κοντά στο λιμάνι της Ρίνας, στο Βαθύ. Είναι από τα λιγότερο γνωστά αλλά εξαιρετικά σπουδαία μνημεία, γιατί ήταν ο πυκνότερος, μεγαλύτερος και καλύτερα οργανωμένος από όλους τους οικισμούς της κοιλάδας κατά τον 5ο – 6ο αιώνα μ.Χ. Αποτελεί ίσως τον καλύτερα διατηρημένο παλαιοχριστιανικό οικισμό της Ελλάδας, γιατί τα οικοδομήματα σώζονται σε εντυπωσιακή κατάσταση και σε ορισμένες περιπτώσεις μέχρι το ύψος της στέγης. Στα διασωθέντα οικοδομήματα σώζονται αξιόλογες οικίες, δεξαμενές και επτά παλαιοχριστιανικοί ναοί. Σε καλύτερη κατάσταση διατηρούνται τα οικοδομήματα του νότιου τμήματος της Ρίνας, που φέρει την ονομασία Ελληνικά. Εδώ οι τοίχοι των κτιρίων σώζονται μέχρι το ύψος της στέγης σε ορισμένες περιπτώσεις. Πολλά διαθέτουν όροφο, όπως και υπόγεια. Το μέγεθος των οικιών ποικίλει ανάλογα προφανώς με τις οικονομικές δυνατότητες των ιδιοκτητών του. Οι κατόψεις όλων είναι ορθογώνιες. Η στέγαση των μικρότερων γινόταν συνήθως με ημικυλινδρική καμάρα, ενώ των μεγαλύτερων με ξύλινες κεραμοσκεπείς στέγες. Ανάμεσα στα σπίτια υπάρχουν πολλές κτιστές θολοσκεπείς υδατοδεξαμενές, για την προμήθεια πόσιμου νερού. Οι επτά παλαιοχριστιανικοί ναοί, οικοδόμησαν από τους κατοίκους, προκειμένου να ικανοποιήσουν τις λατρευτικές του ανάγκες. Οι πέντε απ’ αυτούς (βασιλική οικοπέδου Χαλκίτη, Ανάσταση, Άγιος Γεώργιος, Αγία Σοφία, Σταυρός), βρίσκονται στη νότια πλευρά της Ρίνας, ενώ οι δύο (Αγία Ειρήνη και Ανατολική Εκκλησία) στη βόρεια. Η κατοίκηση της Ρίνας και γενικά του Βαθύ διακόπηκε κατά τα μέσα του 7ου αιώνα μ.Χ., εξαιτίας των θαλάσσιων επιδρομών των Αράβων. Προς το παρόν γνωρίζουμε αν ερημώθηκε εντελώς η κοιλάδα ή συνέχισε να κατοικείται ένα μέρος της, σε μικρότερη όμως έκταση. Τα υψίπεδα του Τούρτουρα, στη νότια οροσειρά του Βαθύ παρουσιάζουν μικρή και περιορισμένη κατοίκηση κατά τους Σκοτεινούς Αιώνες του Βυζαντίου. Ο αρχαίος οικισμός κατοικήθηκε ξανά τον 10ο αιώνα μ.Χ, όπως φανερώνει η ανέγερση του ναϋδρίου της Κοίμησης της Θεοτόκου και του Αγίου Κηρύκου. Έκτοτε γνωρίζει εκ νέου ανάπτυξη, την οποία καταδεικνύουν οι πολλοί τοιχογραφημένοι βυζαντινοί ναοί, που υπάρχουν διάσπαρτοι σε όλο το Βαθύ. Ο Παλαιοχριστιανικός οικισμός της Ρίνας είναι κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος από το 2006 (ΦΕΚ 196/ΑΑΠ/27-12-2006). (Πηγή πληροφοριών: Έκδοση Δήμου Καλυμνίων 1998) (Μιχαήλ Ι. Κουτέλλας – αρχαιολόγος).
Ρωμαϊκός Λουτρώνας
O Ρωμαϊκός Λουτρώνας βρίσκεται στη Χώρα, στις νότιες παρυφές του Δάμου, στα Β.Α. της εκκλησίας του Αγίου Αντωνίου. Είναι ένα μεγάλο συγκρότημα που σήμερα σώζονται μόνο ερείπια. Το σχήμα της κάτοψής του είναι ορθογώνιο, διαστάσεων 13×16,50 μ. Το πάχος των εξωτερικών τοίχων του φτάνει το 1 μ. Εσωτερικά το οικοδόμημα είναι χωρισμένο σε δύο μεγάλα διαμερίσματα, τα οποία με τη σειρά τους χωρίζονται σε δύο, το δυτικό και τρία το ανατολικό, προορισμένα να εξυπηρετούν τις ανάγκες των λουομένων. Σε απόσταση μερικών δεκάδων μέτρων βόρεια του Ρωμαϊκού λουτρώνα βρίσκεται η ορθογώνια υδατοδεξαμενή της Συκομεριάς, κτισμένη με μεγάλους ορθογωνιασμένους λίθους (εξ. διαστ. 4,90 x 4,50 μ.) και η οποία προμηθεύεται νερό από το υδροφόρο στρώμα του Δάμου. Το νερό της υδατοδεξαμενής -η οποία είναι σε χρήση μέχρι και σήμερα- μεταφερόταν διά μέσου πήλινου υδροσωλήνα στο ρωμαϊκό λουτρώνα. Κατά τα νεότερα χρόνια οι κάτοικοι της περιοχής πίστευαν ότι ο λουτρώνας ήταν ερειπωμένη εκκλησία και για αυτό άναβαν καντήλι στο εσωτερικό του από σεβασμό. (Πηγή πληροφοριών: Έκδοση Δήμου Καλυμνίων 1998) (Μιχαήλ Ι. Κουτέλλας – αρχαιολόγος).
Ρωμαϊκός τάφος Φλάσκας
Ο Ρωμαϊκός τάφος Φλάσκας βρίσκεται στην Πόθια, βόρεια του σταδίου της Καλύμνου, στο δυτικό τμήμα της ομώνυμης περιοχής. Πρόκειται για ένα υπέργειο ταφικό μνημείο της περιόδου της Ρωμαιοκρατίας, που διατηρείται σε καλή κατάσταση. Θεωρείται πολύ σημαντική ανακάλυψη, γιατί είναι από τους προϊμότερους τάφους, από τους πρώτους μεταχριστιανικούς ως και παλαιοχριστιανικούς χρόνους και είναι οι μόνοι που διαθέτουν τέτοιες κατασκευές για την τέλεση των νεκροδείπνων. Ο μεγάλος, ορθογώνιος κάτοψης, κτιστός τάφος (7,40 x 6,60μ), αποτελείται από έναν κεντρικό διάδρομο, εκατέρωθεν του οποίου ανοίγονται τέσσερεις νεκρικοί θάλαμοι. Τόσο ο κεντρικός διάδρομος, όσο και οι πλευρικοί θάλαμοι είναι στεγασμένοι με ημικυκλικές καμάρες. Η στέγη του τάφου εξωτερικά είναι επίπεδη. Δυστυχώς το μνημείο έχει συληθεί αρκετά χρόνια πριν και για αυτό από το εσωτερικό του έχουν αφαιρεθεί τα πάντα. Ανάμεσα στα μπάζα που υπήρχαν πάνω στα τρικλίνια της στέγης του, βρέθηκαν διάφορα σπασμένα αγγεία και λυχνάρια. Τα τρικλίνια ήταν χαμηλά πεζούλια που περιέβαλαν την επίπεδη εξωτερικά στέγη του τάφου, προκειμένου να κάθονται οι συνδαιτυμόνες κατά την διάρκεια του νεκρικού δείπνου. Τα σκεύη τα οποία είχαν χρησιμοποιηθεί στα νεκρόδειπνα, θραύονταν και παρέμεναν επί τόπου στα τρικλίνια των ταφών. Ο Ρωμαϊκός τάφος Φλάσκας είναι κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος από το 2006 (ΦΕΚ 196/ΑΑΠ/27-12-2006). (Πηγή πληροφοριών: Έκδοση Δήμου Καλυμνίων 1998) (Μιχαήλ Ι. Κουτέλλας – αρχαιολόγος).
Φυλακές
Οι Φυλακές βρίσκονται στο μέσο περίπου της απόστασης Έμπολας – Ρίνα, στη βόρεια πλευρά της κοιλάδας στο Βαθύ. Πρόκειται για φυλακείο που χτίστηκε για τον έλεγχο της περιοχής, το οποίο σχετιζόταν με το οχυρό του Έμπολα. Το σημερινό όνομα Φυλακές λοιπόν αποτελεί παρανόηση της λέξης φυλακείο. Μαζί με το μικρότερο φυλακείο Καστράκι στην περιοχή Βουτσάνι σχηματιζόταν μία αμυντική αλυσίδα, η οποία είχε οπτική επαφή, με σκοπό τον καλύτερο έλεγχο, για την προστασία της περιοχής του Βαθύ κατά τους Ελληνιστικούς χρόνους. Το μνημειακό οικοδόμημα είχε επιβλητικά κτίρια, κτισμένα με μεγάλους ορθογωνιασμένους λίθους. Από αυτό διατηρούνται καλύτερα ο νότιος, ο δυτικός και ο βόρειος τοίχος του, ενώ ο ανατολικός λείπει. Το οικοδόμημα, το οποίο αρχικά είχε τετράγωνη κάτοψη, διαστάσεων 11,50 x 11,50 μ, ήταν εσωτερικά χωρισμένο σε τρία διαμερίσματα, όπως φαίνεται στην κάτοψη. Το μέγιστο σωζόμενο ύψος του είναι 3 μ. Η σημερινή νότια είσοδος δεν είναι η αρχική, αλλά αποτελεί νεότερη επέμβαση στο μνημείο. Το πιθανότερο είναι η αρχαία είσοδος να βρισκόταν στην ανατολική πλευρά του. Μία αρχαία εσωτερική θύρα επικοινωνίας διατηρείται ανάμεσα στο νότιο και το δυτικό διαμέρισμα. Το νότιο διαμέρισμα είναι στεγασμένο με μεγάλες λιθοδοκούς. Σε απόσταση 25 μ. ανατολικά του οικοδομήματος υπάρχει λαξευτό πηγάδι, ενώ 7 μ. ΒΔ του διακρίνονται τα απομεινάρια κυκλικής κατασκευής, εν μέρει κτιστής και εν μέρει λαξευτής, διαμέτρου 12,80 μ., ίσως αρχαίο αλώνι. Η τοιχοδομία του και η μελέτη της επιφανειακής κεραμικής συντείνουν σε χρονολόγησή του στα τέλη 4ου – 3ος π.Χ. αιώνα. Το Φυλακείο είναι κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος από το 2006 (ΦΕΚ 196/ΑΑΠ/27-12-2006). (Πηγή πληροφοριών: Έκδοση Δήμου Καλυμνίων 1998) (Μιχαήλ Ι. Κουτέλλας – αρχαιολόγος).
Κάστρα
Καστράκι Βουτσανίου
Το Καστράκι Βουτσανίου βρίσκεται νοτιοδυτικά της μικρής ομώνυμης κοιλάδας στο Βαθύ και πρόκειται για ένα βραχώδες κεφάλι, που η ονομασία του οφείλεται στην ύπαρξη ορθογώνιου φυλακείου. Είναι χτισμένο με ορθογωνιασμένους ασβεστόλιθους της περιοχής, χωρίς συνδετικό υλικό. Από τη θέση, όπου βρίσκεται το Καστράκι έχει οπτική επαφή με τις Φυλακές, το άλλο φυλακείο στην κοιλάδα του Βαθύ, αλλά μπορούσε επίσης να ελέγχει και το θαλάσσιο χώρο προς τις Μικρασιατικές ακτές. Εσωτερικά το οικοδόμημα χωρίζεται σε δύο μέρη από έναν εγκάρσιο τοίχο, αλλά υπάρχουν όμως ενδείξεις ότι υπήρχαν και άλλα τέσσερα εσωτερικά διαμερίσματα. Η είσοδός του βρίσκεται στην ανατολική του πλευρά, όπου σε αυτήν οδηγείται κανείς μέσω πλευρικής κτιστής κλίμακας. Η μελέτη της τοιχοδομίας και της επιφανειακής κεραμικής του φυλακείου δείχνουν, ότι αυτό ανεγέρθηκε κατά την ίδια εποχή με το προηγούμενο φυλακείο (τέλη 4ου – 3ος π.Χ. αι.). (Πηγή πληροφοριών: Έκδοση Δήμου Καλυμνίων 1998) (Μιχαήλ Ι. Κουτέλλας – αρχαιολόγος).
Κάστρο Καστελίου
Το Κάστρο Καστελίου βρίσκεται στην ομώνυμη περιοχή, ανάμεσα στο Μασούρι και τον Αργινώντα, χτισμένο σε μια φυσικά οχυρή περιοχή που επιτρέπει τον θαλάσσιο έλεγχο της περιοχής μεταξύ της Καλύμνου και της γειτονικής νήσου Τέλενδου. Η σπουδαία στρατηγική θέση του Καστελίου, φαίνεται και από την οπτική επαφή που έχει με τους σύγχρονους οχυρωμένους οικισμούς της Γαλατιανής και του Αγίου Κωνσταντίνου. Είναι ένα βυζαντινό φρούριο, χτισμένο κατά τον 7ο αιώνα μ.Χ., σε εξαιρετική στρατηγική θέση, πάνω στο βραχώδη λόφο της μικρής προς τη θάλασσα πλευρικής προεξοχής του ακρωτηρίου Ασπροπουντάρι. Η φυσική διαίρεση του υψώματος σε δύο διαφορετικά επίπεδα αξιοποιήθηκε θαυμάσια από τους Καλύμνιους και τους έδωσε τη δυνατότητα να αμύνονται άμεσα στις θαλάσσιες επιδρομές των Αράβων εκείνη την εποχή, τόσο από την μεριά της στεριάς, όσο και από της θάλασσας. Η είσοδος στο Καστέλλι ήταν από πύλες που υπάρχουν στο εξωτερικό τείχος, ενώ η προμήθεια πόσιμου νερού γινόταν από δύο μεγάλες κτιστές υδατοδεξαμενές. Άλλα τα άλλα οικοδομήματα που υπήρχαν εντός του οχυρού, έχουν απομείνει μόνο ερείπια. Η έντονη και πολύχρονη ανθρώπινη δραστηριότητα στο χώρο του οχυρού μαρτυρείται από την άφθονη κεραμική, που υπάρχει στην επιφάνεια του εδάφους, αλλά δεν είναι γνωστό μέχρι πότε ακριβώς κατοικήθηκε. Πολλά χρόνια αργότερα πιστοί Χριστιανοί έχτισαν στις νότιες παρυφές του λόφου, κοντά στη θάλασσα, ένα μικρό εκκλησάκι, αφιερωμένο στην Παναγία, αποτίνοντας – πέραν από την ευλάβειά τους – και φόρο τιμής στους άγνωστους υπερασπιστές του. Το Κάστρο Καστελίου είναι κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος από το 2006 (ΦΕΚ 196/ΑΑΠ/27-12-2006). (Πηγή πληροφοριών: Έκδοση Δήμου Καλυμνίων 1998) (Μιχαήλ Ι. Κουτέλλας – αρχαιολόγος).
Κάστρο Καστρί
Το Κάστρο Καστρί βρίσκεται βορειοανατολικά του παραθαλάσσιου οικισμού του Εμπορειού, στους πρόποδες της επιβλητικής βόρειας οροσειράς, στο σημείο όπου συγκλίνουν οι ορεινοί όγκοι. Πρόκειται για οχυρό της ελληνιστικής εποχής που προφανώς χτίστηκε από τους κατοίκους της περιοχής για την εποπτεία της γύρω περιοχής αλλά και του θαλάσσιου χώρου, αλλά και ως καταφύγιο από τις επιδρομές των Αράβων πειρατών. Το οχυρό προστατευόταν νότια από ένα ισχυρό τείχος με δύο ορθογώνιους πύργους, ενώ βόρια από πανύψηλους γκρεμούς. Ένα στενό ανηφορικό μονοπάτι, παράλληλο με το τείχος, οδηγούσε σε πύλη, που βρίσκεται κάτω από το σωζόμενο πύργο και στη συνέχεια στο εσωτερικό του οχυρού, που διατηρούνται σε κατάσταση θεμελίων. Τα θεμέλιά τους είναι σε ορισμένα σημεία λαξευμένα στο φυσικό βράχο. Οι τοιχοδομίες τους αποτελούνται από δουλεμένους ντόπιους λίθους, μικρότερους απ’ αυτούς των πύργων και του τείχους. Στα ΒΑ του πρώτου πύργου υπάρχει ένα στενόμακρο οικοδόμημα, με μια διπλή βάση ενός ελαιοτριβείου, το οποίο επιβεβαιώνει ότι ο Εμπορειός ήταν το πρώτο εμπορικό κέντρο του νησιού. Η παρουσία της διπλής βάσης ελαιοπιεστηρίου αποτελεί μοναδική περίπτωση για την Κάλυμνο, καθώς τα άλλα εντοπισμένα παραδείγματα του νησιού φέρουν μόνο ένα κυκλικό τύμπανο. Σε απόσταση λίγων μέτρων ΝΑ του ελαιοτριβείου υπάρχουν δύο ερειπωμένες υδατοδεξαμενές, για την προμήθεια του απαραίτητου νερού στο οχυρό. Από τα λίγα δείγματα επιφανειακής κεραμικής και από τη μελέτη της τειχοδομίας του Καστριού, μπορούμε να το χρονολογήσουμε στα τέλη του 4ου – 3ου π.Χ. αιώνα. Επίσης στην πλαγιά, νότια του οχυρού, έχει εντοπιστεί και κεραμική του τέλους της Νεολιθικής Εποχής, που δείχνει τη διαχρονικότητα της ανθρώπινης παρουσίας στην περιοχή. Σήμερα σώζονται ένα ισχυρό τείχος στα νότια του οχυρού, δυο πύργοι άμυνας, μια πύλη, δύο ερειπωμένες υδατοδεξαμενές και μια διπλή βάση ενός ελαιοτριβείου, το οποίο έμμεσα μας πληροφορεί ότι στην περιοχή αυτή υπήρχε παραγωγή λαδιού στην αρχαιότητα, κάτι που δεν συμβαίνει σήμερα. Το Κάστρο Καστρί είναι κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος από το 2006 (ΦΕΚ 196ΑΑΠ27-12-2006). (Πηγή πληροφοριών: Έκδοση Δήμου Καλυμνίων 1998) (Μιχαήλ Ι. Κουτέλλας – αρχαιολόγος).
Κάστρο Χρυσοχεριάς
Το Κάστρο Χρυσοχεριάς που ήταν γνωστό και με τις ονομασίες Πέρα Kάστρο και Χρυσοσερζά, βρίσκεται μεταξύ Χώρας και Πόθιας και δεσπόζει στη γύρω περιοχή, καθώς είναι χτισμένο πάνω σε έναν υπερυψωμένο πετρώδη λόφο. Ο χώρος του λόφου προσέλκυσε από πολύ νωρίς, λόγω της φυσικής του διαμόρφωσης, το ενδιαφέρον των κατοίκων του νησιού. Έτσι έχει διαπιστωθεί η ανθρώπινη παρουσία εδώ κατά τη Νεολιθική, τη Μυκηναϊκή, την Ελληνιστική και τη Βυζαντινή Περίοδο. Κατά τους ελληνιστικούς μάλιστα χρόνους πιθανότατα υπήρχε στο λόφο ναός με αγάλματα των Διοσκούρων, όπως δείχνει η επιγραφή του 2ου π.Χ. αιώνα, που βρίσκεται εντοιχισμένη στα δεξιά της εισόδου του ναϋδρίου της Παναγιάς της Χρυσοχεριάς εντός του κάστρου. Χτίστηκε την εποχή των Ιπποτών του Αγίου Ιωάννη (15ος αιώνας) ως κατοικία του κυβερνήτη, εξαιτίας των αυξανόμενων επιθέσεων από τους Τούρκους. Το διπλό μαρμάρινο οικόσημο του Quirini και του Μ. Μαγίστρου J.Β. de Lastic, στα αριστερά της πετρόχτιστης σκάλας της ανατολικής εισόδου του κάστρου, αποτελεί αδιάψευστο μάρτυρα της ταυτότητας του πρώτου διοικητή του. Στην ίδια πλευρά βρίσκονται επίσης εντοιχισμένα και άλλα δύο οικόσημα Ιπποτών διοικητών των τεσσάρων νησιών, του Adimaro Dupuy (1464 – 1466) και του Giacomo de la Geltru (1466 και 1479). Τα δύο τελευταία οικόσημα τοποθετήθηκαν εξαιτίας των επιδιορθώσεων, που έγιναν στο ανατολικό τείχος. Το Κάστρο της Χρυσοχεριάς, με το περιμετρικό του τείχος, τους δύο κυκλικούς πύργους στα νότια, τις δύο εισόδους του, νότια και ανατολική και το νότιο προτείχισμά του, διατηρείται σε σχετικά καλή κατάσταση, ειδικά μετά τις πρόσφατες εργασίες στερέωσης και συμπλήρωσης των τειχών του. Στο εσωτερικό τα λίγα οικοδομήματα διατηρούνται σε καλή κατάσταση: Μία ορυκτή και κτιστή αποθήκη τροφών (σιρός), ένας λιθόστρωτος διάδρομος, μερικά νεότερα κτίσματα, δύο εκκλησάκια, το νεότερο του Αγίου Γεωργίου και το παλαιότερο της Παναγίας της Χρυσοχεριάς, το οποίο προϋπήρχε του κάστρου και από αυτό πήρε την ονομασία του. Στις ανατολικές πλαγιές του βρίσκεται το εκκλησάκι της Μεταμορφώσεως του Χριστού, ενώ στα δυτικά η εκκλησία του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, διακοσμημένες με μεταβυζαντινές τοιχογραφίες, τέλους του 15ου με αρχές του 16ου αιώνα. Στη γειτονική περιοχή του κάστρου ανακαλύφθηκαν το 19ο αιώνα πολλοί μυκηναϊκοί τάφοι με ταφικά κτερίσματα, οι οποίοι φυλάσσονται σήμερα στο Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου. Στις παρυφές του σώζονται τρεις πετρόκτιστοι ανεμόμυλοι, χτισμένοι μετά το 1522, κωνικού σχήματος που περιβάλλονταν από κυκλικά τείχη με πολεμοθυρίδες και αποτελούν το σήμα κατατεθέν του νησιού. Το Κάστρο Χρυσοχεριάς εγκαταλείφθηκε οριστικά στα τέλη του 15ου αιώνα, επειδή λόγω του μικρού μεγέθους του δεν μπορούσε να ανταπεξέλθει στις ανάγκες των Καλύμνιων, που αναζητούσαν προστασία από τις συνεχείς επιδρομές των Τούρκων. Επιπλέον, η εκ νέου κατασκευή του Μεγάλου Κάστρου της Χώρας, το οποίο ήταν έτοιμο το 1495, οδήγησε τόσο τους κατοίκους της Καλύμνου, όσο και τους Ιππότες του νησιού, στο να ζητήσουν ασφαλές καταφύγιο και μόνιμη κατοικία σε αυτό. Το Κάστρο Χρυσοχεριάς ή Πέρα Κάστρο είναι κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος από το 2006 (ΦΕΚ 196/ΑΑΠ/27-12-2006).
Κάστρο Χώρας ή Μεγάλο Κάστρο
Το Κάστρο Χώρας ή Μεγάλο Κάστρο, γνωστό και ως Παλαιόχωρα, δεσπόζει σε μια φυσική οχυρή τοποθεσία, στα βορειοανατολικά της Χώρας, σε υψόμετρο 255 μ. πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Η ανθρώπινη δραστηριότητα στην περιοχή, σύμφωνα με διάφορα ευρήματα από την επιφάνεια του εδάφους, χρονολογείται στους προϊστορικούς χρόνους (στην ίδια περιοχή ανακαλύφθηκαν και ευρήματα κλασικής και ρωμαϊκής περιόδου). Χτίστηκε τον 11ο μ.Χ. αιώνα και επισκευάστηκε από τους Ιωαννίτες Ιππότες στα τέλη του 15ου αιώνα, όπου κατοικείται συνεχόμενα ως το 1812, αποτελώντας τη μεσαιωνική πρωτεύουσα του νησιού. Σταδιακά, από τα μέσα του 18ου αιώνα, αρχίζουν να εξαφανίζονται οι κίνδυνοι από την επιδρομή των πειρατών, με αποτέλεσμα ο πληθυσμός να χτίζει νέα σπίτια έξω από το κάστρο και να δημιουργεί τον οικισμό της Χώρας. Το Κάστρο της Χώρας είναι οχυρωμένο από όλες του τις πλευρές με ισχυρά τείχη κατασκευασμένα από αργολιθοδομή και ισχυρό ασβεστοκονίαμα, αγκαλιάζουν περιμετρικά το χώρο σε έκταση 30.500 τ.μ. Υπάρχουν δύο είσοδοι: η κύρια στη νοτιοδυτική πλευρά και μια μικρότερη, το «πορτέλι» στη βορειοδυτική. Η κύρια είσοδος έκλεινε με κινητή θύρα-γέφυρα η οποία ανεβοκατέβαινε με τη βοήθεια αλυσίδας, ενώ το πορτέλι ανοίχτηκε αργότερα, επί Τουρκοκρατίας. Ο οικισμός που περιελάμβανε ως επί το πλείστον μικρά κτίρια, ήταν πυκνοκατοικημένος, ενώ είχε αξιοποιηθεί το μεγαλύτερο μέρος του διαθέσιμου χώρου εντός του περιβόλου. Τα σπίτια έχουν ορθογώνια ή ακανόνιστη κάτοψη, κτισμένα το καθένα σε επαφή με τα γειτονικά του, λόγω έλλειψης χώρου, άλλα ισόγεια και άλλα με όροφο. Η πλειοψηφία έχει μικρές διαστάσεις και κάποιες από αυτές ήταν εντοιχισμένες στον τοίχο της οχύρωσης. Για την παρασκευή του φαγητού και για τη θέρμανση υπήρχαν τζάκια. Πολλά σπίτια είχαν τις δικές τους στέρνες για τη συλλογή του νερού της βροχής και στο κέντρο του κάστρου ήταν χτισμένες δύο ιδιαίτερα μεγάλες δημόσιες δεξαμενές νερού. Μέσα στο κάστρο υπήρχαν δύο ελαιοτριβεία για την παραγωγή ελαιολάδου για την κάλυψη των καθημερινών τους αναγκών. Σήμερα σώζονται ερείπια σπιτιών, δύο μεγάλες δεξαμενές νερού, τμήματα ελαιοτριβείου και μια λιμνούλα με πέτρινο μύλο. Ο οικισμός διατηρείται καλύτερα στο βόρειο τμήμα του, ενώ στο νότιο και χαμηλότερο υψομετρικά τμήμα του τα κτίσματα λεηλατήθηκαν ως θεμέλια προκειμένου να χτιστούν τα σπίτια του νέου οικισμού. Μέσα στον οικισμό σώζονται και δέκα εκκλησάκια του 14ου και 16ου αιώνα, όπου στην ανέγερση μερικών χρησιμοποιήθηκαν αρχιτεκτονικά μέλη από προχριστιανικά και παλαιοχριστιανικά οικοδομήματα. Επτά από αυτές έχουν τοιχογραφίες Βυζαντινής και Μεταβυζαντινής εποχής. Τα εκκλησάκια αυτά είναι: Αγία Άννα, Αγία Παρασκευή, Άγιος Γεώργιος, Άγιος Νικήτας, Άγιος Νικόλαος, Ανάληψη, Κοίμηση της Θεοτόκου, Μεταμόρφωση, Πρόδρομος, Σταυρός. Έξω από το κάστρο, στη μέση του ανατολικού τείχους, υψώνεται συγκρότημα πύργων για τα κανόνια που χρησιμοποιούνταν ως αμυντικά μέσα. Σήμερα το βυζαντινό κάστρο παρότι ερειπωμένο διατηρεί τη γοητεία του. Η πρόσβαση γίνεται από 230 χτιστά σκαλοπάτια που έχουν κατασκευαστεί το 1984. Τα σκαλοπάτια ξεκινούν από τον οικισμό της Χώρας και καταλήγουν στην πύλη της νοτιοανατολικής πλευράς του Κάστρου.
Μουσεία
Αρχαιολογικό Μουσείο Καλύμνου
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Καλύμνου εγκαινιάστηκε το 2009 και βρίσκεται στη συνοικία της Αγίας Τριάδας, στην Πόθια. Το κτίριο του Μουσείου κατασκευάστηκε σε οικόπεδο που παραχωρήθηκε το 1997 από το Σολώνειο Ευγηρίας Μέλαθρον Καλύμνου και στεγάζεται στον περιβάλλοντα χώρο του αρχοντικού της οικογένειας Βουβάλη, Καλύμνιου σφουγγαρέμπορα του 19ου αιώνα. Οργανώθηκε από την ΚΒ΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, στο πλαίσιo του Περιφερειακού Επιχειρησιακού Προγράμματος Νοτίου Αιγαίου 2000-2006 με σκοπό να συμβάλει καθοριστικά στην ανάδειξη των μνημείων και της τοπικής ιστορίας του νησιού. Στα εκθέματα περιλαμβάνονται αρχαιότητες από την Προϊστορική ως και τη Μεταβυζαντινή εποχή, παρουσιάζοντας διαχρονικά την ιστορία του νησιού σε διάρκεια χιλιετιών. Το σύγχρονο και λειτουργικό κτίριο του Αρχαιολογικού Μουσείου, λειτουργεί σε δυο ορόφους και έναν όροφο, όπου ξετυλίγεται κατά θεματικές ενότητες, η ιστορική και πολιτιστική πορεία του τόπου. Μέσα από τη διάρθρωση πέντε κύριων θεματικών ενοτήτων, παρουσιάζονται η οργάνωση των οικισμών, η καθημερινή ζωή, η οικονομία σε συνάρτηση με το εμπόριο, η σχέση των Χριστιανών με το θάνατο και τέλος, ο πνευματικός βίος και η λατρεία. Τα εκθέματα πλαισιώνονται από πινακίδες με πληροφοριακό υλικό (επεξηγηματικά κείμενα, φωτογραφίες, χάρτες και αναπαραστάσεις), που συμβάλλουν αφενός στην επιστημονική ερμηνεία τους και αφετέρου στην κατανόηση της ανθρώπινης κοινωνίας που τα χρησιμοποιούσε. Η έκθεση περιλαμβάνει συνολικά 219 αντικείμενα, που προέρχονται από την ανασκαφική έρευνα σε οικισμούς, εκκλησίες και τάφους της Καλύμνου, με σκοπό να παρουσιαστούν διάφορες όψεις της δημόσιας και της ιδιωτικής ζωής των κατοίκων του νησιού κατά τους μεταχριστιανικούς αιώνες. Το Μουσείο είναι πολύ πλούσιο σε ευρήματα από πρόσφατες ανασκαφές και ναυάγια από την προϊστορική, νεολιθική, μυκηναϊκή περίοδο, την κλασσική, την ελληνιστική ως την βυζαντινή και την ύστερη βυζαντινή περίοδο. Στα εκθέματα περιλαμβάνονται, αγγεία πήλινα, αντικείμενα λατρείας, ειδώλια, εικόνες και χειρόγραφα της βυζαντινής εποχής, ελληνιστικά γλυπτά, εργαλεία, επιγραφές κλασσικής περιόδου, κοσμήματα από την προϊστορική ως και τη μεταβυζαντινή εποχή, κώδικες χειρόγραφοι, νομίσματα, μικροτεχνήματα, όπλα, περίτεχνα έργα χαλκοπλαστικής και ταφικά κτερίσματα. Το σημαντικότερο έκθεμα του Μουσείου κατέχει η «Κυρά της Καλύμνου», ένα σπουδαίο έργο της ελληνιστικής χαλκοπλαστικής, που απεικονίζει μια γυναίκα που το σώμα της καλύπτεται με χιτώνα και κροσσωτό ιμάτιο. Το σημαντικό αυτό εύρημα αναδύθηκε από τα νερά της Καλύμνου το 1995 μέσα στα δίκτυα ενός ντόπιου ψαρά. Τα ευρήματα των ναυαγίων της ευρύτερης περιοχής, συμπληρώνουν αυτά του αρχαίου οικισμού του Δάμου που αναπτύχθηκε την ύστερη ελληνιστική περίοδο στην περιοχή του Πανόρμου και του βυζαντινού Κάστρου της Χώρας. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο μεγάλος αριθμός γλυπτών αναθημάτων από το ιερό του Δηλίου Απόλλωνος, που θεωρείται το σημαντικότερο θρησκευτικό και πολιτικό κέντρο της αρχαίας Καλύμνου, αλλά και ένα τεράστιο λατρευτικό άγαλμα του Ασκληπιού που εντυπωσιάζουν κάθε επισκέπτη. Εντυπωσιακή είναι η αναπαράσταση του παλαιοχριστιανικού τέμπλου της βασιλικής του Αγίου Ιωάννη του Μελιτσάχα στις Μυρτιές, ενώ η αψίδα του πιο σημαντικού παλαιοχριστιανικού μνημείου, του Χριστού της Ιερουσαλήμ, ζωντανεύει με εικονιστική προβολή στον τοίχο, σε φυσικό σχεδόν μέγεθος. Η αναπαράσταση συνοδεύεται και από άλλα αρχιτεκτονικά στοιχεία όπως κιονόκρανα, αμφικιονίσκο με επίθημα δίλοβου παραθύρου και άμβωνα. Η Κάλυμνος είναι από τα ελάχιστα νησιά του Αιγαίου που διατηρούν τοιχοποιίες παλαιοχριστιανικών βασιλικών σε αρκετό ύψος, μέχρι την οροφή, χωρίς μεταγενέστερες επεμβάσεις, ψηφιδωτά δάπεδα με ποικίλη θεματολογία και σε μεγάλη έκταση και υπέργειους καμαρωτούς τάφους που ανάγονται στον 6ο-7ο αιώνα μ.Χ. Τα άτομα με αναπηρία έχουν άνετη πρόσβαση σε όλους τους χώρους του Μουσείου. Σημείωση: Λόγω συντήρησης τα εκθέματα η κεφαλή και μέρη του «Έφιππου Ηγεμόνα» έχουν μεταφερθεί στην Αθήνα από το 2015 και δυστυχώς δεν έχουν επιστρέψει ακόμα.
Αρχοντικό Βουβάλη
Το Αρχοντικό Βουβάλη βρίσκεται δίπλα στο Αρχαιολογικό Μουσείο, στη συνοικία της Αγίας Τριάδας στην Πόθια, που ανήκε στην οικογένεια του Νικολάου Βουβάλη, του μεγαλύτερου σπογγέμπορα και ευεργέτη της Καλύμνου. Το Αρχοντικό χτίστηκε στα μέσα του 19ου αιώνα και ανακαινίστηκε το 1894. Πρόκειται για ένα τριώροφο οίκημα με υπόγειους αποθηκευτικούς χώρους που αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα της νεοκλασικής νησιώτικης αστικής αρχιτεκτονικής στην Κάλυμνο. Διαθέτει οχτώ δωμάτια στο ισόγειο, πέντε στον πρώτο όροφο και πέντε στο δεύτερο. Σήμερα το αρχοντικό Βουβάλη αποτελεί επισκέψιμο μνημείο και από τα δεκαοχτώ συνολικά δωμάτια είναι οργανωμένα και επισκέψιμα μόνο τρία. Στους υπόλοιπους χώρους φυλάσσονται αρχαιολογικά ευρήματα, προερχόμενα από ανασκαφές, παραδόσεις και κατασχέσεις αρχαίων. Εκτίθενται αντικείμενα της οικοσκευής του, επιπλωμένα και διακοσμημένα με έπιπλα και αντικείμενα που συνήθιζαν οι εύποροι Καλύμνιοι του 19ου αιώνα. Το γραφείο του Ν. Βουβάλη που ήταν ο επαγγελματικός χώρος του δραστήριου εμπόρου, η τραπεζαρία που ήταν το επίκεντρο της οικογενειακής ζωής και το σαλόνι όπου οι οικοδεσπότες υποδέχονταν εξέχοντα πρόσωπα και γιόρταζαν σημαντικά γεγονότα.
Λαογραφικό Μουσείο «Καλύμνικο Σπίτι»
Το Λαογραφικό Μουσείο «Καλύμνικο Σπίτι» στεγάζεται σε ένα αναπαλαιωμένο Καλύμνικο σπίτι που βρίσκεται στις νότιες παρυφές της Μονής Αγίων Πάντων, στην περιοχή Βοθύνοι. Πρόκειται για μια ιδιωτική πρωτοβουλία της κας Σκυλλά – Χαλκιδίου Φανερωμένη, που έχει βραβευτεί από τη Hata 2004. Το «Καλύμνικο Σπίτι» είναι ένα πιστό αντίγραφο των παλαιότερων σπιτιών της Καλύμνου, όπου μας ξεναγεί στα έθιμα και τις παραδόσεις της ζωής του νησιού. Οι συλλογές περιλαμβάνουν καθημερινά χρηστικά αντικείμενα και οικοσκευές του παραδοσιακού αστικού σπιτιού της Καλύμνου, από το τέλος του 19ου ως τις αρχές του 20ού αιώνα, ενώ παρουσιάζει τις κύριες καθημερινές δραστηριότητες, τα κοινωνικά γεγονότα και τη ζωή του Καλύμνιου σφουγγαρά. Κατά τη διάρκεια της ξενάγησης το προσωπικό του μουσείου προσφέρει το τοπικό κρασί ανάμα και ψωμί. Τα εκθέματα περιλαμβάνουν αργαλειό, άτρακτο, βιβλία, γράμματα, έπιπλα παραδοσιακά (κρεβάτος, το μεγάλο οικογενειακό κρεβάτι με μια βρεφική κούνια από πάνω), κανάτες αγγειοπλαστικής, νομίσματα, νυφικά, οικιακά σκεύη, όπλα και σπαθιά, φορεσιές παραδοσιακές και χειρόμυλο. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι αναπαραστάσεις οικιακών δραστηριοτήτων, της κοινωνικής ζωής καθώς για τη ζωή των Καλύμνιων σφουγγαράδων.
Λαογραφικό - Ιστορικό Μουσείο «Νεοκλασικό»
Το Λαογραφικό – Ιστορικό Μουσείο «Νεοκλασικό» βρίσκεται στον Άγιο Θεολόγο της Πόθιας, στην πλατεία του 3ου Δημοτικού Σχολείου. Είναι ένα νεοκλασικό αρχοντικό του 1908, άριστα αναπαλαιωμένο και συντηρημένο από τον ιδιοκτήτη του, Μιχάλη Κυράννη, που είναι συνταξιούχος εκπαιδευτικός. Η οικογένεια Κυράννη άφησε την περιουσία της στη Ρωσία και έφερε στην Κάλυμνο λίγα αναμνηστικά. Έτσι οι επισκέπτες του οικογενειακού αυτού λαογραφικού μουσείου έχουν να δουν επίσης ενδιαφέρουσες οικογενειακές εικόνες από την εποχή της τσαρικής Ρωσίας. Ο καθιστικός χώρος, η κουζίνα και η κρεβατοκάμαρα σε μεταφέρουν σε Καλύμνιο σπίτι του 19ου και 20ου αιώνα. Παραδοσιακή κουζίνα με την πιατοθήκη και οικιακά σκεύη (δίσκοι περιποίησης, δοχεία για το λάδι και το κρασί, πήλινα σκεύη, σίδερα με κάρβουνο, σκάφες για ζύμωμα, σουφράδες (τραπέζια), τυπάρια κ.ά. Στην κρεβατοκάμαρα εκτίθεται ένα παλιό σιδερένιο κρεβάτι, το λαβομάνο, τα στέφανα με τη στεφανοθήκη, κεντήματα από την Καλύμνια κοινότητα της Αγίας Πετρούπολης, μηχανή ραψίματος, λογιστικά βιβλία και οικογενειακά κειμήλια, φωτογραφίες οικογενειακές και πορτραίτα με τον προπάππου του, που ήταν καπνέμπορος στην Αγία Πετρούπολη της Ρωσίας, τον περασμένο αιώνα. Αξιοσημείωτη είναι η συλλογή από φωτογραφίες, βιογραφικά, επιστολές, εφημερίδες και αντικείμενα των αρχών του 20ου αιώνων προερχόμενων από την κοινότητα της Καλύμνου στην Άγια Πετρούπολη της Ρωσίας, όπου κατά καιρούς διοργανώνονται εκθέσεις επετειακού χαρακτήρα όπως αυτή με θέμα «Σκεύος Ζερβός και ενσωμάτωση Δωδεκανήσου».
Μουσείο Θαλασσίων Ευρημάτων
Το Μουσείο Θαλασσίων Ευρημάτων βρίσκεται στον παραθαλάσσιο οικισμό Βλυχάδια και πρόκειται για ιδιωτική πρωτοβουλία της οικογένειας Βαλσαμίδη, που γεννήθηκαν και ζουν στην Κάλυμνο. Είναι μια από τις πλουσιότερες ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα, με 17.000 και πλέον μοναδικά ευρήματα, όπου χρειάστηκαν πάνω από 60 χρόνια για τη συλλογή τους. Κύριο μέλημα του ιδρυτή του μουσείου ήταν η προβολή της Καλύμνου και η ιστορία των Καλύμνιων σφουγγαράδων. Σήμερα το έργο ζωής του Σταύρου Βαλσαμίδη που έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 65 χρόνων, κάνοντας την τελευταία του βουτιά όντας αυτοδύτης για 48 χρόνια σε όλες τις θάλασσες της γης, συνεχίζει ο γιος του Γιάννης. Τα ευρήματα που προέρχονται από χιλιάδες καταδύσεις στη θάλασσα σε όλο τον κόσμο, περιλαμβάνουν μεγάλη ποικιλία φυτών και ζώων από το θαλάσσιο βασίλειο, όπως αστερίες, καρχαριοειδή, κογχύλια, κοράλλια, οστρακοειδή, χελωνοειδή ψάρια και φυσικά όλα τα είδη σφουγγαριών. Επίσης περιλαμβάνει και μια συλλογή εμπορικών αμφορέων και άλλων ευρημάτων από αρχαία ναυάγια. Μέρος του μουσείου είναι αφιερωμένο στο επάγγελμα της σπογγαλιείας και περιλαμβάνει όλα τα εργαλεία και τα σκάφανδρα που χρησιμοποιούσαν οι δύτες από το 1872 μέχρι σήμερα. Στην είσοδο του μουσείου εντυπωσιάζει τον επισκέπτη μια υπερμεγέθης σιδερένια άγκυρα. Σε ξεχωριστή πτέρυγα εκτίθενται ευρήματα του Α’ και Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όπως τορπίλες, κομμάτια αεροπλάνων κ.λ.π., ενώ σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο φυλάσσονται αμφορείς του 6ου, 4ου, 3ου και 2ου π.Χ. αιώνα και άλλων αντικειμένων από αρχαία ναυάγια. Εντυπωσιακή είναι η αναπαράσταση ναυάγιου ενός αρχαίου εμπορικού πλοίου του 1ου και 2ου αι. π.Χ., γεμάτο αμφορείς και άλλα αντικείμενα, που έφερε ο Σταύρος Βαλσαμίδης στο φως από το βυθό της θάλασσας. Υπάρχει επίσης μια συλλογή από περίπου 2.000 φωτογραφίες, που καταδεικνύουν την ιστορία και την παράδοση της σπογγαλιείας. Στο χώρο του μουσείου γίνεται επεξεργασία των σφουγγαριών και λειτουργεί κατάστημα με ωραία αναμνηστικά, όπως σφουγγάρια, κοράλλια, όστρακα και δόντια καρχαρία.
Ναυτικό Μουσείο
Το Ναυτικό Μουσείο Καλύμνου ιδρύθηκε το 1994 και στεγάζεται στο κτίριο της παλιάς Βουβάλειας Τεχνικής Σχολής, στην παραλιακή ζώνη της Πόθιας, δίπλα στο Δημαρχείο, μαζί με το Λαογραφικό Μουσείο Καλύμνου. Στο Ναυτικό Μουσείο Καλύμνου, που είναι το μοναδικό σπογγαλιευτικό μουσείο στην Ελλάδα, παρουσιάζεται η ναυτική παράδοση του νησιού, η ιστορία και οι μέθοδοι της σπογγαλιείας, η ζωή των σπογγαλιέων και των οικογενειών τους και πολλά αντικείμενα από ναυάγια αρχαίων πλοίων. Υπάρχει συλλογή σχετικής βιβλιογραφίας για την τεκμηρίωση των εκθεμάτων του, καθώς και συγγραφή διαφόρων άρθρων και εργασιών για την ευρύτερη προβολή του. Στις τρεις αίθουσες του μουσείου εκτίθενται αντικείμενα σχετικά με το επάγγελμα της σπογγαλιείας και της επεξεργασίας σφουγγαριών. Παρουσιάζονται οι τεχνικές κατάδυσης και ο εξοπλισμός των σφουγγαράδων από τις αρχές του 19ου αιώνα ως και σήμερα. Η πρώτη αίθουσα εκθέτει μια πλούσια συλλογή φωτογραφιών από τις αρχές του 20ου αιώνα, που απεικονίζουν εικόνες της πόλης και των εκδηλώσεων κατά την αναχώρηση των σφουγγαράδων. Επίσης εκτίθενται άγκυρες (από πέτρα, μόλυβδο και σίδηρο), ευρήματα από ναυάγια παλιών πλοίων, μινιατούρες καϊκιών, ναυτικά φανάρια, ναυτικοί χάρτες (16ου-17ου αιώνα), ξάρτια πλοίων, πιάτα με θαλασσινές παραστάσεις και πέτρινες οβίδες. Η δεύτερη και τρίτη αίθουσα που είναι αφιερωμένες στη σπογγαλιεία, εκθέτει σκανταλόπετρες (πέτρες για βύθιση των δυτών), καταδυτικές στολές, ναυτιλιακά όργανα (εξάντας, πυξίδα, βαρόμετρο, μιλιομετρητής), σκάφανδρα και αντλίες αέρα, εργαλεία επεξεργασίας σφουγγαριών. Τα εκθέματα συμπληρώνονται από μια μεγάλη συλλογή από σφουγγάρια και όστρακα όλων των κατηγοριών και προελεύσεων (ορισμένα των οποίων είναι υπερμεγέθη). Τα περιορισμένα μέσα του Μουσείου, από πλευράς χώρου, οικονομικής στήριξης και προσωπικού και τα προβλήματα συντήρησης, δεν επιτρέπουν στο Μουσείο μεγαλύτερες δράσεις, οι δε κατά καιρούς προσπάθειες επέκτασης δεν ευδοκίμησαν, παρ’ ότι η βοήθεια των κατοίκων σε διάθεση αντικειμένων και κειμηλίων υπήρξε αμέριστη.
Ναοί
Αγία Ειρήνη
Τα ερείπια της Αγίας Ειρήνης βρίσκονται στη θέση «Ελληνικά» στο Βαθύ, πάνω σε βραχώδη ράχη στην είσοδο του λιμανιού. Πρόκειται για μια τρίκλιτη βασιλική, με δύο αψίδες στα ανατολικά, στο πέρας του κεντρικού και νότιου κλίτους. Στα δυτικά διαθέτει νάρθηκα. Ο ναός διέθετε τέσσερις εξωτερικές εισόδους, μία στο νότιο τοίχο του νάρθηκα, μία στο νότιο του νοτίου κλίτους, μία στο βόρειο του βορείου κλίτους και μία στο ανατολικό του ίδιου κλίτους. Στο βόρειο τοίχο διατηρούνται δύο ορθογώνια παράθυρα. Τα κλίτη χωρίζονταν με πεσσοστοιχίες, που υποβάσταζαν τις στέγες των κλιτών. Αυτές ήταν καμάρες στα πλάγια κλίτη και ξύλινη αμφικλινής στο κεντρικό. Η αψίδα του Ιερού Βήματος διαθέτει κτιστό σύνθρονο εσωτερικά, το οποίο περιλάμβανε τρεις σειρές καθισμάτων για τον κλήρο. Πάνω από αυτό υπάρχει μεγάλο παράθυρο, το οποίο στην αρχική του μορφή ήταν τρίλοβο. Η βασιλική της Αγίας Ειρήνης, όπως εξάγεται από την αρχιτεκτονική μορφή της πρέπει να οικοδομήθηκε κατά τις αρχές του 6ου μ.Χ. αιώνα. Πάνω στα λείψανα της παλαιοχριστιανικής βασιλικής έχει κτιστεί μικρό ομώνυμο εκκλησάκι, η οποία έδωσε το όνομα στον οικισμό (Ρήνα από το Ειρήνη). Η Αγία Ειρήνη είναι κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος από το 2006 (ΦΕΚ 196/ΑΑΠ/27-12-2006). (Πηγή πληροφοριών: Έκδοση Δήμου Καλυμνίων 1998) (Μιχαήλ Ι. Κουτέλλας – αρχαιολόγος).
Αγία Σοφία ή Ευαγγελίστρια
Η Αγία Σοφία ή Ευαγγελίστρια βρίσκεται 200 μέτρα δυτικά της Χώρας της Καλύμνου, στην περιοχή Λιμνιώτισσα, σε πολύ κοντινή απόσταση από το Χριστό της Ιερουσαλήμ. Παρά το γεγονός ότι ανασκάφτηκε δυο φορές, το 1854-55 και το 1937 από τον Ch. Newton και τον M. Segre αντίστοιχα, δεν έχει αποκαλυφθεί πλήρως. Πρόκειται για μνημείο μεγάλων διαστάσεων (εξ. μήκος 21,40 μ.), ορθογώνιας κάτοψης με τρεις κόγχες, ανατολική, βόρεια και νότια και με τρεις ημικυκλικές αψίδες, μία στο πέρας κάθε κλίτους. Η τρίκλιτη παλαιοχριστιανική βασιλική από την αρχιτεκτονική της δομή φαίνεται ότι χτίστηκε στα τέλη του 5ου ή στις αρχές του 6ου μ.Χ. αιώνα και στα μέσα του 6ου αιώνα καταστράφηκε από τον σεισμό του 554 μ.Χ. Παρότι επισκευάσθηκε τον 7ο αιώνα, εγκαταλείπεται οριστικά από τους πιστούς, ενώ την υστεροβυζαντινή περίοδο ανεγείρεται μπροστά από την αψίδα του ιερού βήματος, ένα παρεκκλήσι, το οποίο σήμερα είναι ερειπωμένο. Στα δυτικά υπήρχε ένας ευρύχωρος νάρθηκας, ο οποίος είχε είσοδο στο δυτικό και βόρειο τοίχο του και παράθυρο στο δυτικό. Η μελέτη της κάτοψης της βασιλικής δείχνει ότι το βόρειο κλίτος προστέθηκε αργότερα σε αυτήν και πρέπει να ήταν διώροφο όπου επικοινωνούσε μέσω εισόδου με το κεντρικό κλίτος. Οι αψίδες του κεντρικού και του βόρειου κλίτους διέθεταν παράθυρα. Στο εσωτερικό του ναού, στο νάρθηκα και τον κυρίως ναό, σώζονται εντυπωσιακά πολύχρωμα ψηφιδωτά δαπέδου, τα οποία χρονολογούνται στη δεύτερη φάση. Συγκεκριμένα στο νάρθηκα υπάρχουν πλαίσια με ζώα, τα οποία περιστοιχίζονται από μικρότερα πλαίσια με ψάρια και συμπλεκόμενους τροχούς με σταυρό στο κέντρο. Εικάζεται ότι τα ψηφιδωτά είναι έργο ενός τοπικού εργαστηρίου της Κω. Στο εσωτερικό του ναού σώζονται επίσης και οκτώ ορθογώνιες κτιστές βάσεις των πεσσών, που στήριζαν τη στέγη. Κατά το παρελθόν φημίζονταν για την κατασκευή υφαντών για τα παραδοσιακά «καβάδια» της Καλύμνιας λαϊκής φορεσιάς. Η Αγία Σοφία είναι κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος από το 2006 (ΦΕΚ 196/ΑΑΠ/27-12-2006). (Πηγή πληροφοριών: Έκδοση Δήμου Καλυμνίων 1998) (Μιχαήλ Ι. Κουτέλλας – αρχαιολόγος).
Άγιος Αθανάσιος
Ο Άγιος Αθανάσιος βρίσκεται στην Πόθια κοντά στο Κάστρο Χρυσοχεριάς, δίπλα στο νεότερο ομώνυμο ενοριακό ναό. Πρόκειται για μονόχωρο, καμαροσκεπές ναό με μία είσοδο στη δυτική πλευρά και από δύο κτιστές αντηρίδες στην βόρεια και νότια πλευρά. Το Ιερό Βήμα χωρίζεται από τον κυρίως ναό με κτιστό τέμπλο, που φέρει τέσσερις δεσποτικές εικόνες δυτικής τέχνης (ελαιογραφίες) του 1897. Η Αγία Τράπεζα βρίσκεται πάνω σε ανεστραμμένη βάση κίονα ιωνικού ρυθμού. Στο εσωτερικό του κυρίως ναού διατηρείται τοιχογραφικός διάκοσμος από την περίοδο της Ιπποτοκρατίας (τέλη 15ου–αρχές 16ου). Οι επιγραφές που πλαισιώνουν τις μορφές είναι φθαρμένες (από ελάχιστα σωζόμενα γράμματα, γραμμένες στην ελληνική. Ο Άγιος Αθανάσιος είναι κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος από το 2006 (ΦΕΚ 196/ΑΑΠ/27-12-2006).
Άγιος Ιωάννης Μελιτσάχα
O Άγιος Ιωάννης Μελιτσάχα βρίσκεται πάνω από την παραλία του Μελιτσάχα, κοντά στον οικισμό Μυρτιές, δίπλα στο νεότερο εκκλησάκι Αγίου Ιωάννη Προδρόμου – 5ος μ. Χ. αι.). Πρόκειται για μια παλαιοχριστιανική τρίκλιτη βασιλική, που έφεραν στο φως οι ιταλικές ανασκαφές το 1937. Εξαιρετικό είναι το ψηφιδωτό στο νάρθηκα που φέρει την επιγραφή «ΚΥΡΙΕ ΒΟΗΘΙ ΤΩ Δ ΑΝΑΤΟΛΙΩ ΤΩ ΚΤΙCΑΝΤΙ ΤΟΝ ΑΓΙΟΝ ΙΩΑΝΝΗΝ ΑΜΗΝ» που ανάγεται στον 5ο μ.Χ. αιώνα, που σημαίνει ότι ήταν αφιερωμένος στον Άγιο Ιωάννη. Η παλαιοχριστιανική βασιλική, όπως δείχνει η εύρεση κιονοκράνων δωρικού ρυθμού, επιγραφών ελληνιστικών χρόνων και διαφόρων λίθινων αρχιτεκτονικών μελών, χτίστηκε πάνω σε κάποιο αρχαίο ειδωλολατρικό λατρευτικό οικοδόμημα. Το δάπεδο του κεντρικού κλίτους καλύπτεται με μαρμαρόπλακες, ενώ τα πλάγια κλίτη καλύπτονται με πηλόπλακες. Σώζονται τμήματα των αρράβδωτων κιόνων, που στήριζαν τη ξύλινη στέγη, μαρμάρινα θωράκια με παγώνια, πεσσΐσκοι, αμφικίονες παραθύρων και το πολύχρωμο ψηφιδωτό δάπεδο, που καλύπτει ολόκληρο το νάρθηκα. Δίπλα στο χώρο της βασιλικής έχει κτιστεί το εκκλησάκι του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, με αιγαιοπελαγίτικο ρυθμό. Η εκκλησία γιορτάζει 29 Αυγούστου, ημέρα της Αποκεφάλισης του Ιωάννη του Προδρόμου, με μεγάλο πανηγύρι όπου το βράδυ τελείται το έθιμο του ανάμματος των φανών (οι λεγόμενες φωτιές του Αη Γιαννιού).
Άρτεμης & Ευαγγελισμός
Στην περιοχή της Ευαγγελίστριας Πόθιας και σε κοντινή απόσταση προς τα ΒΔ του ομώνυμου ενοριακού ναού, στη θέση Σχολή του Μαύρου διατηρούνται τα απομεινάρια από το ανατολικό τμήμα μίας μεγάλης παλαιοχριστιανικής βασιλικής (εξ. διαστ. 27 x 18 μ. περίπου). Το ορατό τμήμα της περιλαμβάνει την επτάπλευρη αψίδα και τον ανατολικό τοίχο, καθώς και τμήμα του βόρειου. Η τοιχοδομία αποτελείται από μεγάλου μεγέθους ορθογωνιασμένους λίθους, οι οποίοι προέρχονται από το ναό της Άρτεμης, που προϋπήρχε εκεί. Κατά τη διάρκεια διάνοιξης των θεμελίων της Σχολής του Μαύρου στη δεκαετία του 1890, ήλθαν στο φως ένα μαρμάρινο ανάγλυφο, με την παράσταση της Θεάς Άρτεμης με ελάφι και διάφορα αρχιτεκτονικά μέλη από ναό ιωνικού ρυθμού. Ο ναός αυτός καταστράφηκε από τους Χριστιανούς και στη θέση του ανεγέρθηκε κατά τον 5ο μ.Χ. αιώνα η παλαιοχριστιανική βασιλική. Σήμερα πάνω ακριβώς από την πολυγωνική αψίδα, υπάρχει το νεότερο παρεκκλήσι του Ευαγγελισμού. Κατά τη διάρκεια εργασιών ανοικοδόμησης της παλιάς Σχολής, πριν από τρεις περίπου δεκαετίες εντοπίσθηκαν ψηφιδωτά στο χώρο του εσωτερικού της βασιλικής. Η παλαιοχριστιανική Βασιλική Άρτεμης είναι κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος από το 2006 (ΦΕΚ 196/ΑΑΠ/27-12-2006). (Πηγή πληροφοριών: Έκδοση Δήμου Καλυμνίων 1998) (Μιχαήλ Ι. Κουτέλλας – αρχαιολόγος).
Παλαιοπαναγία
H Παλαιοπαναγία βρίσκεται στο Βαθύ, ανάμεσα στο οχυρό «Έμπολα» και το ελληνιστικό φυλάκιο «Φυλακές». Είναι η μεγαλύτερη παλαιοχριστιανική βασιλική (αρχές του 6ου μ. Χ. αι.) του Βαθύ με προσκτίσματα βόρεια και νότια και από τις ανασκαφές φαίνεται ότι αυτό γνώρισε περισσότερες από μία οικοδομικές φάσεις και ότι σε κάποια χρονική στιγμή το φωτιστήριο μετατρέπεται σε παρεκκλήσιο. Στις αρχές του 7ου αιώνα ο χώρος της βασιλικής χρησιμοποιείται για ταφές νεκρών μέχρι τους μεσοβυζαντινούς χρόνους. Σήμερα σώζονται δύο υπέργεια ταφικά κτίσματα όπου περιείχαν νομίσματα του 613 και 615 μ .Χ. Από τη βασιλική σώζονται διάφορα μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη, τμήματα τοιχογραφιών, εντοίχια ψηφιδωτά, μωσαϊκά ψηφιδωτά δάπεδα, ημικυκλική αψίδα με εσωτερικά απομεινάρια σύνθρονου τριών βαθμιδών. Συγκρότημα βαπτιστηρίου, διακονικό, κτιστή σκάλα ανόδου στο υπερώο, αψιδωτό φωτιστήριο εντός του οποίου κατασκευάζεται σταυρόσχημη κολυμβήθρα και φέρει σύνθρονο δύο βαθμιδών. Η Αγία Τράπεζα από την οποία σώζεται η βάση της και η βάση του ενός από τους τέσσερις κίονες του κιβωρίου, που την επιστέγαζε.
Παλαιοχριστιανική Χαλκίτη
Η Παλαιοχριστιανική Χαλκίτη βρίσκεται στο Βαθύ, στη νότια πλευρά του λιμανιού και είναι η ανατολικότερη τρίκλιτη βασιλική από τις εδώ υπάρχουσες, κτισμένη κλιμακωτά σε επίπεδα. Σήμερα σώζονται ερείπια με δύο αψίδες στα ανατολικά και στους τοίχους τοιχογραφικό διάκοσμο. Το νότιο κλίτος, το οποίο βρίσκεται σε ψηλότερο επίπεδο, φαίνεται ότι αποτελούσε ξεχωριστό παρεκκλήσιο, ανεξαρτητοποιημένο από τον υπόλοιπο ναό, όπως φαίνεται από το διαχωριστικό τοίχος. Πιθανόν να ήταν αφιερωμένο στη λατρεία άλλου Αγίου, οπότε η βασιλική θα ήταν δισυπόστατη. Το δάπεδο του παρεκκλησίου καλύπτει ψηφιδωτός διάκοσμος, ο οποίος περιλαμβάνει γεωμετρικά οχήματα σε ζώνες (ρόμβους, σταυρούς, τεθλασμένες γραμμές, ομόκεντρους κύκλους, κισσόφυλλα και σηρικούς τροχούς). Χτιστά θρανία υπάρχουν στο κεντρικό κλίτος, στο παρεκκλήσιο και στο ένα από τα δύο διαμερίσματα του νάρθηκα με τμήματα ψηφιδωτού. Η αψίδα του κεντρικού κλίτους φέρει εσωτερικά δύο σειρές καθισμάτων από σύνθρονο. Το νότιο κλίτος πατά πάνω σε ίσων διαστάσεων υποκείμενη υδατοδεξαμενή. Η βασιλική οικοδομήθηκε κατά τις αρχές του 6ου μ.Χ. αιώνα, καταστράφηκε μάλλον από τον σεισμό του 554 μ .Χ. και αργότερα επισκευάστηκε. Η Παλαιοχριστιανική Χαλκίτη είναι κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος από το 2006 (ΦΕΚ 196/ΑΑΠ/27-12-2006).
Ταξιάρχης Μιχαήλ
Ο Ταξιάρχης Μιχαήλ βρίσκεται βόρεια του οχυρού Έμπολα και πρόκειται για μεγάλη τρίκλιτη παλαιοχριστιανική βασιλική, πλινθόκτιση, που οικοδομήθηκε τον 6ο μ. Χ. αιώνα, με υλικό από το αρχαίο οχυρό. Ο ναός διαθέτει τρεις εξωτερικές εισόδους και το νότιο πρόσκτισμα απολήγει στα ανατολικά σε παρεκκλήσιο με αψίδα. Η βασιλική, η οποία απολήγει στα ανατολικά σε πεντάπλευρη αψίδα και κτιστό σύνθρονο, νάρθηκα με κτιστά διώροφα θρανία και από ένα ισομήκες πρόσκτισμα στα βόρεια και νότια. Τα πλάγια κλίτη της βασιλικής ήταν καμαροσκεπή, ενώ το κεντρικό ξυλόστεγο. Το δάπεδο του κεντρικού κλίτους καλύπτεται από πολύχρωμο ψηφιδωτό, του νότιου κλίτους είναι πλακόστρωτο και του βόρειου πελεκημένος φυσικός βράχος. Χαρακτηριστικές είναι οι τοιχογραφίες του Ταξιάρχη Μιχαήλ, μετά την αποκατάσταση και ανάδειξή τους. Κατά τους μεσοβυζαντινούς χρόνους, το εσωτερικό του ναού χρησίμευσε ως τόπος ταφής νεκρών στον κυρίως ναό και στο νάρθηκα, όπως έδειξε η ανακάλυψη τάφων στον κυρίως ναό και στο νάρθηκα. Αργότερα ανεγέρθηκε στα νοτιοανατολικά της βασιλικής το εκκλησάκι του Ταξιάρχη με τοιχογραφίες του 13ου και 14ου αιώνα.
Χριστός της Ιερουσαλήμ
Ο Χριστός της Ιερουσαλήμ βρίσκεται στην περιοχή Λιμνιώτισσα, σε απόσταση 200 μέτρα δυτικά της Χώρας Καλύμνου, κτισμένος στη θέση του αρχαίου ναού Δηλίου Απόλλωνα. Σύμφωνα με την παράδοση, το ναό έκτισε ο βυζαντινός Αρκάδιος τον 5ο μ.Χ. αιώνα, εκδηλώνοντας την ευγνωμοσύνη του, για τη θαυμαστή διάσωσή του σε μια μεγάλη θαλασσοταραχή στον κόλπο των Λιναριών κατά τη διάρκεια προσκυνηματικού ταξιδιού του στα Ιεροσόλυμα, όπου οφείλεται και η ονομασία του. Από τη βασιλική του Χριστού της Ιερουσαλήμ έχει αποκαλυφθεί μόνο το ανατολικό τμήμα από τις ανασκαφές του Άγγλου Ch. Newton και του Ιταλού M. Serge το 1937. Πρόκειται για την καλύτερα διατηρημένη και πιο εντυπωσιακή τρίκλιτη παλαιοχριστιανική εκκλησία της Καλύμνου, κτισμένη με οικοδομικό υλικό, από αρχιτεκτονικά μέλη και ενεπίγραφοι δόμοι από οικοδομήματα του αρχαίου ιερού του Δηλίου Απόλλωνα. Το κεντρικό κλίτος της βασιλικής είναι στρωμένο από μεγάλες μαρμάρινες πλάκες, ενώ τα πλαϊνά και τα νότια προσκτίσματα, έχουν ψηφιδωτά δαπέδου με πολύχρωμη παράσταση από ζώα μέσα σε φυσικό περιβάλλον που η ομοιότητά του είναι ανάλογη με ψηφιδωτά βασιλικών της Κω. Σε καλή κατάσταση διατηρείται η αψίδα του ιερού βήματος σε ολόκληρο το ύψος της. Ο ναός καταστράφηκε στα μέσα του 6ου αιώνα από το φοβερό σεισμό του 554 μ.Χ. αλλά επισκευάστηκε άμεσα και εγκαταλείφθηκε οριστικά τον 7ο αιώνα εξαιτίας των Αραβικών θαλάσσιων επιδρομών. Στα μεταγενέστερα χρόνια το άνοιγμα της σωζόμενης αψίδας του Ιερού Βήματος κλείνεται με τοίχο και χρησιμοποιείται ως παρεκκλήσιο. Ο τοίχος αυτός γκρεμίστηκε κατά τη διάρκεια των Ιταλικών ανασκαφών του 1937. Ο Χριστός της Ιερουσαλήμ είναι κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος από το 2006 (ΦΕΚ 196/ΑΑΠ/27-12-2006).
Από την ομάδα του Greece Destination
Πηγή photo slider: commons.wikimedia.org