Αξιοθέατα στα Κύθηρα
Καστέλλο Αβλέμονα
Το ενετικό φρούριο παρατηρητήριο της ανατολικής ακτής του νησιού, χτίστηκε το 16ο αιώνα στον Αβλέμονα, που κατά την περίοδο εκείνη ήταν ένα από τα σημαντικότερα λιμάνια του τόπου. Οι ντόπιοι τού καθιέρωσαν την ονομασία «Καστέλο». Χαριτωμένο αρχιτεκτονικά, διασώζει τους κύριους χώρους του και κάποια από τα κανόνια του και αποτελεί τουριστικό αξιοθέατο του γραφικού παραθαλάσσιου χωριού.
Κάστρο Κάτω Χώρας Μυλοποτάμου
Χτισμένο από τους Βενετούς σε απόκρημνο βράχο στα δυτικά του νησιού, έλεγχε την κίνηση στο Ιόνιο. Στην επιβλητική πύλη του φρουρίου δεσπόζει το λιοντάρι του Αγίου Μάρκου της Βενετίας με τη λατινική επιγραφή «Pax tibi Marco evangelista meus (ειρήνη σοι τω ευαγγελιστή μου Μάρκω) 1565». Μέσα στο κάστρο διατηρούνται πολλές εκκλησίες του 16ου-17ου αιώνα, εξαιρετικής αρχιτεκτονικής, γεμάτες τοιχογραφίες θαυμαστής τέχνης, καθώς και σπίτια που κατοικούνταν μέχρι και τη δεκαετία του 1950. Το κάστρο περικλείει μια αληθινή νεκρόπολη.
Κάστρο Χώρας Κυθήρων
Χτισμένο σε ένα από τα στρατηγικότερα σημεία του νοτίου Αιγαίου, ελέγχει το Κρητικό, το Ιόνιο και το Αιγαίο πέλαγος. Ονομάστηκε το «μάτι της Κρήτης και των Ελληνικών Θαλασσών». Εξαιτίας αυτής του της θέσης, συγκέντρωνε το ενδιαφέρον του εκάστοτε κατακτητή. Χαρακτηριστικό δείγμα βενετικής οχυρωματικής τέχνης, πήρε τη σημερινή του μορφή το 1503, ενώ εκεί ήταν και το διοικητικό κέντρο του νησιού, όπου από το 1502 είχε εγκατεστημένο Προβλεπτή. Πρόσφατα έγιναν εργασίες αποκατάστασης και ανάδειξης του μνημείου που τόνισαν την ιδιαίτερη σημασία του για την ιστορία του τόπου. Η θέα από το νοτιοανατολικό σημείο του κάστρου είναι υπέροχη βλέποντας το Καψάλι, τη Χύτρα και την Κρήτη.
Καστροπολιτεία Παλαιόχωρας
Στα βορειοανατολικά του νησιού, καλά κρυμμένη από το τραχύ βραχώδες περιβάλλον, στέκεται ερειπωμένη η βυζαντινή πρωτεύουσα του νησιού, ο Άγιος Δημήτριος. Παρά τη φυσική της οχύρωση, η πλούσια και πυκνοκατοικημένη πόλη δεν απόφυγε την ολοσχερή της καταστροφή μετά από την καλά σχεδιασμένη επίθεση του αρχιναύαρχου του τουρκικού στόλου Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσσα στα 1537, που κούρσεψε και εξόντωσε τους κατοίκους της. Όσοι γλίτωσαν το θάνατο, έφυγαν και έκτοτε η πολιτεία ερημώθηκε. Από τα εκτεθειμένα στο ανελέητο χτύπημα του χρόνου και των καιρικών φαινομένων ερείπια, διασώζονται λείψανα του τείχους, του παλατιού και πολλών εκκλησιών. Ξεχωρίζει η Αγία Βαρβάρα σε Μονεμβασιώτικη αρχιτεκτονική, λίγο έξω από την πόλη, και η κυρά του Φόρου (Forum=αγορά) στην είσοδο του κάστρου. Τόπος σφαγής, πολέμου και λεηλασίας κυριεύεται σήμερα από μια μεταφυσική σιγή, που διακόπτουν μόνο οι ήχοι της φύσης και των ανέμων που αντανακλούν στα αλλεπάλληλα λαγκάδια της.
Αγγλική Γέφυρα στο Κατούνι
Ένα από τα σημαντικότερα έργα υποδομής που άφησε η Αγγλοκρατία στα Κύθηρα είναι η πέτρινη γέφυρα στο χωριό Κατούνι. Χτίστηκε την περίοδο της Αγγλοκρατίας και θεωρείται το μεγαλύτερο πέτρινο γεφύρι στην Ελλάδα. Σχεδιάστηκε από τον Άγγλο μηχανικό Τζων Μακφέιλ, όταν υπηρετούσε στα Κύθηρα ως Τοποτηρητής. Ο ίδιος επέβλεψε και το έργο το οποίο ολοκληρώθηκε το 1826. Η γέφυρα στηρίζεται σε 13 τόξα και 12 θυρίδες που βρίσκονται σε απόλυτη συμμετρία, ενώ λόγω της εξαιρετικής αρχιτεκτονικής της μπορεί να δεχτεί φορτία πολύ μεγαλύτερα από αυτά για τα οποία είχε αρχικά σχεδιαστεί. Αποτελούσε μέρος του οδικού άξονα Χώρας (πρωτεύουσα) – Αβλέμονας (λιμάνι). Για τη γέφυρα του Κατουνιού υπάρχει ο ένας θρύλος σύμφωνα με τον οποίο ο Μακφέιλ, έφτιαξε τη γέφυρα για να μπορεί να βλέπει την αγαπημένη του, μια όμορφη Τσιριγωτοπούλα που κατοικούσε στο Κατούνι.
Αγγλική Γέφυρα Ποταμού
Ο Άγγλος μηχανικός Τζων Μακφέιλ, όταν υπηρετούσε στα Κύθηρα ως Τοποτηρητής σχεδίασε και επέβλεψε την κατασκευή και αυτής της γέφυρας η οποία κατασκευάστηκε το 1823. Η γέφυρα είναι κατασκευασμένη από πέτρα, και έχει διακοσμητικά σχέδια από πωρόλιθο ενώ στηρίζεται σε επτά τόξα. Οι διαστάσεις της είναι 60 μ. μήκος, 6,80 μ. πλάτος και 7 μ. ανώτατο ύψος. Όπως και η γέφυρα του Κατουνίου το έργο ήταν ενταγμένο στο γενικότερο σχεδιασμό δημοσίων έργων των Άγγλων στα Κύθηρα που περιελάμβανε την κατασκευή σχολείων, υδραγωγείων, φάρων, δρόμων, γεφυριών, λιμανιών κ.α.
Αγγλικό Σχολείο Μηλαπιδέας
Το ωραιότερο κτίριο της Αγγλοκρατίας στα Κύθηρα και το πιο ευνοημένο από το χρόνο είναι το σχολείο της Μηλαπιδέας, που δεσπόζει σε ένα λόφο μεταξύ Λειβαδίου, Φατσαδίκων, Κοντολιανίκων και Κεραμωτού. Είναι ένα από τα αλληλοδιδακτικά σχολεία που χτίστηκαν στο νησί από τους Άγγλους επί Επάρχου Μακφέϊλ. Επίσημα ονομάζεται «η εν Λειβαδίω Αλληλοδιδακτική Σχολή» και συγκέντρωνε όλα τα παιδιά των γύρω συνοικισμών. Το κτίριο είχε θολωτή στέγη και είναι άψογα χτισμένο με τέλειες αναλογίες και πολλή καλαισθησία. Έχει περιμετρικά 11 πελώρια γοτθικά παράθυρα με πελεκητούς πωρόλιθους και πάνω από την είσοδο είναι εντοιχισμένη μια μαρμάρινη πλάκα σχετικά με την ανέγερσή του. Το Σχολείο άρχισε να δέχεται μαθητές από τις αρχές Ιουλίου του 1825. Λειτουργούσε και τους θερινούς μήνες πρωί και απόγευμα. Η ηλικία των μαθητών ήταν από 5 μέχρι 15 ετών. Ο αριθμός τους κατά το 1825 ήταν 88 παιδιά από τους πέριξ συνοικισμούς. Το σχολείο λειτούργησε μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα, οπότε δημιουργήθηκαν τα σχολεία των γύρω συνοικισμών Λειβαδίου, Κοντολιανίκων, Καρβουνάδων, Πιτσινιανίκων κ.λ.π.
Αγγλικό Σχολείο Κάτω Χώρας Μυλοποτάμου
Το σχολείο της Κάτω Χώρας βρίσκεται σε περίοπτη θέση δίπλα από το Κάστρο του Μυλοποτάμου και είναι ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα της αρχιτεκτονικής που εφάρμοσαν στο νησί οι Άγγλοι. Το συγκεκριμένο κτίριο-σχολείο έχει πάνω από την είσοδο μια αναμνηστική πλάκα που αναφέρει ότι οι Μυλοποταμίτες έχοντας επίγνωση των αγαθών της παιδείας, εμψυχωμένοι από τα πατριωτικά τους αισθήματα, με κάθε κόπο και με όλα τα δυνατά τους έχτισαν τη Σχολή και την αφιερώνουν στις επερχόμενες γενεές. Αυτό το αλληλοδιδακτικό σχολείο με τα υπέροχα γοτθικά παράθυρα και τους τοίχους πάχους 1 μέτρου, λειτούργησε από το 1825 μέχρι το 1902, οπότε χτίστηκε το νέο Δημοτικό του Μυλοποτάμου. Κατά το 1825-1826 αριθμούσε 80 μαθητές, που προέρχονταν από την περιφέρεια Μυλοποτάμου.
Αγγλικό Σχολείο Ποταμού (Αστικόν)
Λειτούργησε από το 1824. Το 1825 φοιτούν 87 ντόπιοι μαθητές και 3 ξένοι. Διδάσκαλος υπογράφει ο Παύλος Σκούφος Πελοπίδας, ο οποίος είναι και συμβοηθός. Λειτουργεί 6 μέρες την εβδομάδα, πρωί και απόγευμα. Το 1827 είναι εγγεγραμμένοι 181 μαθητές με διδάσκαλο τον Γρηγόριο Πετρίδη. Αυτή τη χρονιά καθώς και την προηγούμενη παρουσιάζεται αύξηση των φοιτώντων διότι πολλοί είχαν καταφύγει στα αγγλοκρατούμενα Κύθηρα λόγω της Ελληνικής Επανάστασης από τη γειτονική Πελοπόννησο. Η Σχολή λειτουργούσε με το αλληλοδιδακτικό σύστημα και η φοίτηση ήταν υποχρεωτική. Η ηλικία των μαθητών του Ποταμού σύμφωνα με τους καταλόγους είναι 7 έως 29 ετών. Η αλληλοδιδακτική Σχολή του Ποταμού λειτούργησε όπως και οι άλλες αλληλοδιδακτικές σχολές της νήσου μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα, οπότε ιδρύθηκε στον Ποταμό Δημοτικό Σχολείο Αρρένων και Δημοτικό Σχολείο Θηλέων. Το κτήριό της στέγασε τότε το Ελληνικό Σχολείο του Ποταμού (Σχολαρχείο) και κατόπιν το Ημιγυμνάσιο ή «Αστικόν Σχολείον», το οποίο αργότερα καταργήθηκε και συγχωνεύθηκε με το Γυμνάσιο Κυθήρων. Το κτίριο της Σχολής είναι ωραιότατο, καλοδιατηρημένο σε σχέση με τα υπόλοιπα, κεραμοσκεπές με ωραίες αναλογίες. Ο Δήμος Κυθήρων σύντομα θα πραγματοποιήσει εργασίες επισκευής και ανάδειξης του μνημείου, το οποίο σύντομα θα γίνει επισκέψιμο στο κοινό ως εκθεσιακός χώρος και χώρος πολιτιστικών εκδηλώσεων.
Λοιμοκαθαρτήριο στο Καψάλι (Λαζαρέτο)
Το καλοδιατηρημένο κτίριο – φρούριο βρίσκεται στο Καψάλι και διαθέτει έξι, (6), μεγάλες αίθουσες και αύλιο χώρο. Χτίστηκε από τον Άγγλο τοποτηρητή Φίλιππο Νιούτον το 1817. Από το διασωθέν αρχείο της τότε Υγειονομικής Υπηρεσίας φαίνεται πως λειτούργησε για να ελέγχει και να αποκλείει τυχόν μεταδοτικές ασθένειες των ναυτικών, (χώρος «καραντίνας»), για τα πλοία που έφθαναν στα Κύθηρα. Μετά την ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα το κτήριο μεταβιβάστηκε στο Ελληνικό Κράτος, το οποίο το 1932 το παραχώρησε σε ιδιώτη. Το 1998 το κτίριο πωλήθηκε από τους κληρονόμους του σε οικογένεια Γάλλων, απογόνων του Γουσταύου Άϊφελ, μηχανικού και σχεδιαστή του ομώνυμου πύργου στο Παρίσι, η οποία το συντήρησε και το αποκατέστησε σύμφωνα με τις οδηγίες της Αρχαιολογικής υπηρεσίας.
Σηματοτηλέγραφος (Σηματόρειο)
Κοντά στο φάρο του Μουδαρίου στον Καραβά βρίσκεται το ερειπωμένο κτήριο που στεγαζόταν ο Σηματοτηλέγραφος της εποχής, (αρχές του 20ου αιώνα), μαζί με το Σηματώρειο το οποίο χρησιμοποιούσαν για να ανταλλάσσουν μηνύματα με τα πλοία που περνούσαν από τα στενά. Το κτίριο κατασκευάστηκε από ντόπια πέτρα ασβεστόλιθου, ενώ δεν είναι γνωστός ο τρόπος κατασκευής της οροφής, η οποία έχει καταστραφεί. Σήμερα ο μεγάλος μεταλλικός ιστός του Σηματοτηλέγραφου είναι σκουριασμένος και πεσμένος στο δάπεδο ενώ διάφορα τμήματα του μηχανισμού βρίσκονται στο έδαφος σε κομμάτια. Από την βόρεια πλευρά του φάρου ξεκινάει βατός χωματόδρομος που οδηγεί στο σηματόρειο. Σημειώνεται ότι το κτίριο και ο ιστός του είναι τα μοναδικά που διασώζονται σε καλή σχετικά κατάσταση σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Υδραγωγείο στο Καψάλι
Άλλο ένα έργο του Άγγλου μηχανικού – Τοποτηρητή Τζων Μακφέιλ, όταν υπηρετούσε στα Κύθηρα. Κατασκευάστηκε το 1828, μαζί με τα άλλα κοινωφελή έργα των Άγγλων, στην τοποθεσία «Πατητήρες». Το νερό προοριζόταν για την υδροδότηση των πλοίων, που έφθαναν στο Kαψάλι, αλλά και για χρήση των κατοίκων του Kαψαλίου και των περαστικών. Μέχρι την δεκαετία του 1950 με αυτό το νερό “ξέβγαζαν” οι γυναίκες τα χειμωνιάτικα, που τα πατούσαν σε εκείνο το σημείο της όχθης του Kαψαλίου, εξ ου και η ονομασία «Πατητήρες». Το νερό αυτό ερχόταν από το Bύθουλα, το Λαγκάδι, που καταλήγει στο Σπαραγαρίο. Ακόμα και σήμερα σώζεται η «μάννα του νερού» η πηγή, ένα στρογγυλό κτίσμα, κάτω ακριβώς από το γεφύρι του Kαψαλιού. Σήμερα στο σημείο αυτό λειτουργεί τα καλοκαιρινά εκπαιδευτικά του τμήματα ο Ναυτικός Όμιλος Κυθήρων.
Αγγλικός Φάρος στο Μουδάρι
Ο φάρος αυτός κατασκευάστηκε το 1901. Το ύψος του πέτρινου πύργου του είναι 25 μέτρα και το εστιακό του ύψος είναι 110 μέτρα. Χτίστηκε από τους Άγγλους για να διευκολύνει τη ναυσιπλοΐα στο στενό που δημιουργείται στη θαλάσσια περιοχή μεταξύ Κυθήρων και Ελαφονήσου. Ο φάρος είναι εγκατεστημένος στο ακρωτήριο Σπαθί το οποίο αποτελεί το βορειότερο σημείο των Κυθήρων, κοντά στην περιοχή Καραβά και δίπλα από την παραλία Αγίου Νικολάου.
Αρχαιολογικό μουσείο Κυθήρων
Στεγάζεται στη Χώρα Κυθήρων. Βρίσκεται στην είσοδο του οικισμού της Χώρας και σε μικρή απόσταση από την κεντρική πλατεία του οικισμού. Το Αρχαιολογικό Μουσείο αρχίζει να λειτουργεί το φθινόπωρο του 1981 και παραμένει επισκέψιμο για 25 χρόνια, μέχρι τον Ιανουάριο του 2006, όταν ένας ισχυρός σεισμός προκαλεί σοβαρές ζημιές στο κτήριο. Τον Οκτώβριο του 2013 το κτήριο εκκενώνεται και αρχίζουν παράλληλα οι εργασίες επισκευής και επανέκθεσης. Μετά από μία μακρά περίοδο εννέα χρόνων που έμεινε κλειστό λόγω των ζημιών που υπέστη από τον σεισμό, το Μουσείο άνοιξε ξανά τις πόρτες του στο κοινό στις 8 Μαΐου 2016, πλήρως ανακαινισμένο και με μία σύγχρονη έκθεση. Το κτίριο διαθέτει πλέον σύγχρονες υποδομές, σύνδεση και ελεύθερη πρόσβαση στο διαδίκτυο για τους επισκέπτες, και είναι προσβάσιμο σε Άτομα με Ειδικές Ανάγκες (άτομα με προβλήματα κίνησης και άτομα χωρίς όραση).
Λαογραφική συλλογή Κυθήρων
Είναι προσφορά της προσωπικής εργασίας του δάσκαλου Δημήτρη Λουράντου, (συνταξιούχου διευθυντή του Δημοτικού Σχολείου Χώρας), που συνέλεγε επί πολλά χρόνια μαζί με τους μαθητές του αντικείμενα από την παλαιά καθημερινή ζωή του νησιού. Σήμερα η συλλογή φιλοξενείται στο παλαιό Δημαρχείο, δίπλα στον αστυνομικό σταθμό, στην Χώρα Κυθήρων.
Μόνιμη έκθεση οικοσήμων
Στο κτίριο της πυριτιδαποθήκης, του ενετικού κάστρου Κυθήρων, στεγάζεται η μόνιμη έκθεση Οικοσήμων, η οποία διαμορφώθηκε από την Α’ Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων και είναι ανοικτή στο κοινό, από το καλοκαίρι του 2013. Πρόκειται για μια συλλογή 17 οικοσήμων ενετικών οικογενειών (οικίας Βενιέρ), αλλά και ντόπιων νησιωτών (οικίας Κασιμάτη), καθώς επίσης και οικογενειών ορθόδοξων επισκόπων (Μόρμορη). Η έκθεση αναπτύσσεται σε τρεις θεματικές ενότητες:
α) Οικόσημα κλάδων οικογενειών, η οποία περιλαμβάνει οικόσημα που ανήκουν στην ίδια οικογένεια με παραλλαγές στην εραλδική παράσταση
β) Οικόσημα ταυτότητας που ταυτίζονται δηλαδή με συγκεκριμένες οικογένειες χωρίς κάποια άλλη παραλλαγή στην εραλδική παράσταση
γ) Οικόσημα οικογενειών επισκόπων των Κυθήρων όπως του επισκόπου Μόρμορη, που φέρει στο κέντρο του θυρεού ανάγλυφο το ψάρι μουρμούρα. Το συγκεκριμένο ανήκει στην κατηγορία των «ομιλούντων», «λαλούντων» ή «φανερών» θυρεών, επειδή το έμβλημα που φέρει εμφανίζει ομοιότητα με το επίθετο του κατόχου του.
Το Μουσείο με τα εκθέματα, τις δίγλωσσες επεξηγηματικές πινακίδες και τα ενημερωτικά φυλλάδια προσφέρει στον επισκέπτη τη δυνατότητα να ανακαλύψει το παρελθόν του τόπου, μέσα από την ολοκληρωμένη παρουσίαση των ιστορικών, κοινωνικών και λαογραφικών στοιχείων του νησιού μας.
Πηγή: Δήμος Κυθήρων